Ένας κεντρώος φιλελεύθερος υποψήφιος εκλέχθηκε ως ο νεότερος πρόεδρος της Γαλλίας. Ηταν το 1974, όταν ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν νίκησε οριακά τον Φρανσουά Μιτεράν. Ο Ζισκάρ υπήρξε υπέρμαχος της ένταξης της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, υποστηρίζοντας με πάθος ότι «δεν μπορούμε να αφήσουμε έξω από την Ευρώπη τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη». Η φιλία του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή βοήθησε την Ελλάδα σε κρίσιμες καμπές. Οταν ο Ζισκάρ επισκέφτηκε την Αθήνα, η λεωφόρος Συγγρού κατασκευάστηκε σε χρόνο ρεκόρ για να τη διανύσει η αυτοκινητοπομπή του, ενώ την ατμόσφαιρα δονούσε το σύνθημα «Ελλάς – Γαλλία – Συμμαχία!».

Ο Εμανουέλ Μακρόν είναι ο πρώτος (σοσιαλ)φιλελεύθερος υποψήφιος που εκλέγεται πρόεδρος της Γαλλίας μετά το 1974. Είναι ο πρώτος μετά τον Μιτεράν που κέρδισε τις εκλογές ως παθιασμένος ευρωπαϊστής, με την Ευρώπη κεντρική ιδέα στη ρητορική και στο πρόγραμμά του. Ο Μακρόν είναι επίσης ο πρώτος πρόεδρος της Γαλλίας με συγκροτημένη άποψη για την Ευρωζώνη και τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται για να επιβιώσει μακροπρόθεσμα.

Ο Μακρόν έχει πλήρη επίγνωση της ασυμμετρίας ισχύος μεταξύ Παρισιού – Βερολίνου. Θα επιδιώξει να γεφυρώσει το έλλειμμα επιρροής, πραγματοποιώντας εσωτερικές μεταρρυθμίσεις ενίσχυσης της αξιοπιστίας και του δυναμισμού της γαλλικής οικονομίας. Και να πατήσει εκεί, για να διεκδικήσει περισσότερα από το Βερολίνο για την Ευρωζώνη. Δηλαδή τι; Προϋπολογισμό Ευρωζώνης, ενίσχυση των επενδύσεων, ιδίως σε τομείς αιχμής και καινοτομίας, προώθηση κοινής έκδοσης ομολόγου, ολοκλήρωση της χρηματοπιστωτικής ένωσης. Πράγματα με τα οποία έως τώρα το Βερολίνο διαφωνεί.

Τι αλλαγές χρειάζεται η Γαλλία; Είναι μια χώρα πλούσια, με υποδειγματικές υποδομές, αξιοζήλευτο σύστημα υγείας. Η Γαλλία είναι δημογραφικά δυναμικότερη από τη Γερμανία. Η ωριαία παραγωγικότητά της είναι εφάμιλλη των πιο ανταγωνιστικών οικονομιών – απλώς οι Γάλλοι παίρνουν διακοπές διαρκείας και το γεύμα τους πολύ σοβαρά.

Ομως η Γαλλία έχει προβλήματα. Η συνολική ανταγωνιστικότητά της υπολείπεται της Γερμανίας. Το κατά κεφαλήν της εισόδημα παραμένει σχεδόν στάσιμο από την αρχή της κρίσης. Η ανεργία του 10% είναι πολύ ψηλότερη από το 4% της Γερμανίας – αν και χαμηλότερη από την Ιταλία ή Ισπανία. Το 25% ανεργίας των νέων κατέστησε τη Λεπέν κυρίαρχη στους νέους ψηφοφόρους. Στο 72% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, το ποσοστό απασχόλησης, παρότι κοντά στον ευρωπαϊκό στόχο του 75%, είναι χαμηλότερο της Γερμανίας. Και η Γαλλία έχει δημόσιες δαπάνες 56% του ΑΕΠ, που απαιτούν πολύ υψηλά επίπεδα δημοσίων εσόδων. Και αυτά οδηγούν σε φορολογικούς συντελεστές βαρείς για τις επιχειρήσεις, οι οποίες απειλούν να μεταναστεύσουν σε χώρες χαμηλότερης φορολόγησης.

Ο Μακρόν θα επιδιώξει να απελευθερώσει την αγορά εργασίας, να επιτρέψει μεγαλύτερη ευελιξία στις απολύσεις προκειμένου να βελτιώσει τα κίνητρα των επιχειρήσεων να προσλαμβάνουν. Θα επιδιώξει επίσης να μειώσει τις υψηλές εργοδοτικές εισφορές.

Η λογική είναι απλή και δοκιμασμένη. Υπέρμετρη προστασία στο (προστατευμένο) τμήμα της αγοράς εργασίας σημαίνει ακόμα μεγαλύτερη ανασφάλεια για τους εργαζομένους που απασχολούνται ως πρεκαριάτο. Η προσέγγιση Μακρόν απηχεί το σκανδιναβικό μοντέλο της «ευελασφάλειας» (flexicurity), συνδυάζοντας ευέλικτες και ανταγωνιστικές αγορές εργασίας (ευελιξία: flexibility) με ένα εκτεταμένο και ισχυρότερο δίχτυ κοινωνικής προστασίας (ασφάλεια: security). Οσοι χάνουν τη δουλειά τους θα διατηρούν ασφαλιστική κάλυψη και θα επανακαταρτίζονται, ώστε ευκολότερα να βρίσκουν νέα δουλειά.

Δεν θα οδηγούσε η σχετική αύξηση της ανασφάλειας σε διόγκωση των αντιευρωπαϊκών δυνάμεων; Ο απολογισμός των μεταρρυθμίσεων Σρέντερ στη Γερμανία δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Εκεί η μείωση της ανεργίας τελικά ανταμείφθηκε από τους ψηφοφόρους, ακόμα κι αν σήμαινε αύξηση του μεριδίου χαμηλά αμειβόμενης εργασίας. Ο φιλοευρωπαϊκός συνασπισμός στη Γερμανία παραμένει κραταιός, το αριστερό Linke είναι χαμηλά, και η σχετική άνοδος του ευρωφοβικού AfD οφείλεται κυρίως στη μετανάστευση και τα δάνεια στην Ελλάδα (δηλαδή εκφράζει την αντίδραση των «βολεμένων» παρά των αδύναμων).

Η Γαλλία δεν είναι χώρα που απεγνωσμένα χρειάζεται τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης – στον ίδιο βαθμό που τη χρειάζεται, για παράδειγμα, η Ιταλία. Ο κίνδυνος δεν είναι μόνο ο Μακρόν να μην αποκτήσει την αναγκαία εσωτερική μεταρρυθμιστική αξιοπιστία για να αξιώσει από το Βερολίνο τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης. Ισχύει και το αντίστροφο: να παραιτηθεί από την επιδίωξη να αλλάξει την Ευρωζώνη αρκούμενος στις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις. Εάν αυτό συμβεί, θα έχει χαθεί μια μεγάλη ευκαιρία για την Ευρώπη. Και για τις χώρες του Νότου, που κατεξοχήν τη χρειάζονται, όπως η Ελλάδα.

Ο πρόεδρος Γιούνκερ είχε προσδιορίσει την Επιτροπή του ως «Επιτροπή τελευταίας ευκαιρίας» (last chance). Το γεγονός ότι ο Μακρόν είναι ένας ένθερμος ευρωπαϊστής, τον καθιστά κατά κάποιον τρόπο «πρόεδρο τελευταίας ευκαιρίας». Το Βερολίνο θα διαπράξει μεγάλο λάθος εάν δείξει υπέρμετρη φειδώ στις παραχωρήσεις του προς τον Μακρόν. Εάν ο Μακρόν αποτύχει, τότε οι Λεπέν και Μελανσόν θα περιμένουν με ακόμα καλύτερες προϋποθέσεις στις επόμενες προεδρικές εκλογές.

Πηγή: Καθημερινή της Κυριακής