Μια από τις σοβαρότερες προκλήσεις για την ευημερία των πολιτών της ΕΕ είναι το δημογραφικό πρόβλημα. Καθώς ο πληθυσμός γερνάει και το μερίδιο των μη εργαζόμενων πολιτών στο σύνολο του πληθυσμού αυξάνεται, μεγαλώνει το μερίδιο των πόρων που πρέπει να διαθέσει ο εργαζόμενος πληθυσμός για να διατηρηθεί το επίπεδο των συντάξεων σταθερό. Οι πόροι αυτοί συναρτώνται με τον συνολικό όγκο των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων, που με τη σειρά του εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου. Στη συνέχεια εξετάζουμε τη διάρκεια του εργασιακού βίου στις χώρες της ΕΕ.

Στο παραπάνω διάγραμμα παρουσιάζονται δεδομένα της Eurostat που απεικονίζουν τη μέση διάρκεια εργασιακού βίου σε έτη. Τα δεδομένα παρουσιάζονται τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες στις χώρες της ΕΕ για το 2019. Όσον αφορά τους άνδρες, παρατηρούμε ότι οι χώρες όπου αυτοί εργάζονται περισσότερο χρόνο είναι η Ολλανδία (42,5 έτη), η Σουηδία (42,2 έτη) και η Δανία (41,8 έτη). Απεναντίας, οι χώρες που οι άνδρες εργάζονται λιγότερα έτη είναι η Βουλγαρία (33,1 έτη), η Κροατία (33,9 έτη) και το Βέλγιο (34,7 έτη). Στην Ελλάδα οι άνδρες εργάζονται κατά μέσο όρο 35,7 έτη, ελαφρώς λιγότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (35,9). Όσον αφορά τις γυναίκες, αυτές εργάζονται περισσότερο στη Σουηδία (40,3 έτη), στη Δανία (38,6 έτη) και στην Ολλανδία (38,3 έτη). Απεναντίας, οι χώρες στις οποίες οι γυναίκες εργάζονται λιγότερο είναι η Ιταλία (26,3 έτη), η Μάλτα (27,3 έτη) και η Ελλάδα (29,1 έτη).

Στην Ελλάδα, η επέκταση του εργασιακού βίου των γυναικών και η συνεπακόλουθη συμβολή τους στην αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών θα είναι καθοριστική για την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Είναι σημαντικό να τονιστεί πως πρόσφατες μεταρρυθμίσεις τείνουν προς αυτή την κατεύθυνση, παρότι τα αποτελέσματα τους δεν διαφαίνονται ακόμα στα επίσημα στοιχεία για τη χώρα μας, τα οποία αντανακλούν το προηγούμενο καθεστώς συχνών πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και χαμηλής συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό.