Το 2021 οι κυβερνήσεις των κρατών μελών δαπάνησαν 119 δις ευρώ (0,8% του συνολικού ΑΕΠ της ΕΕ) για την προστασία του περιβάλλοντος. Το μεγαλύτερο μέρος του ποσού αυτού αφορούσε τη διαχείριση απορριμμάτων (0,4% του ΑΕΠ), ακολουθούσε η δαπάνη για επεξεργασία λυμάτων (0,2% του ΑΕΠ), ενώ αντίστοιχο ποσό δαπανήθηκε στην μείωση της ρύπανσης, στην προστασία της βιοποικιλότητας και του τοπίου, καθώς και σε λοιπές δαπάνες. Η δαπάνη για έρευνα και ανάπτυξη για την προστασία του περιβάλλοντος ήταν χαμηλή σε όλα τα κράτη μέλη (0,07% του ΑΕΠ).

Παρότι η δημόσια περιβαλλοντική δαπάνη παραμένει διαχρονικά σταθερή στο σύνολο της ΕΕ ως ποσοστό του ΑΕΠ (από το 1995 έως σήμερα κυμαινόταν μεταξύ του 0,7% και 0,9% του ΑΕΠ της ΕΕ) αξιοσημείωτες διαφορές σημειώνονται ανάμεσα στα κράτη μέλη. Σε απόλυτα μεγέθη οι χώρες με την υψηλότερη δαπάνη για προστασία του περιβάλλοντος το 2021 ήταν η Γαλλία (26 δις ευρώ), η Γερμανία (20,7 δις), και η Ιταλία (16,9 δις).

Ωστόσο, ως ποσοστό του ΑΕΠ η κατάταξη ήταν αρκετά διαφορετική. Συγκεκριμένα, το 2021 η Κροατία βρισκόταν στην πρώτη θέση με 1,5% του ΑΕΠ. Ακολουθούσε η Ολλανδία (1,4% του ΑΕΠ), το Βέλγιο και η Μάλτα (1,3%). Στο τέλος της κατάταξης ήταν η Φινλανδία (0,2% του ΑΕΠ) και η Ιρλανδία (0,3%). Στη Δανία, την Αυστρία και την Κύπρο η συνολική δημόσια δαπάνη για περιβαλλοντική προστασία ήταν επίσης χαμηλή και ανέρχονταν στο 0,4% του ΑΕΠ.

Η Ελλάδα το 2021 βρισκόταν στην τέταρτη θέση της ΕΕ ως προς τη δημόσια δαπάνη για περιβαλλοντική προστασία (1,2% του ΑΕΠ), και στη 10η θέση της κατάταξης με βάση τα απόλυτα μεγέθη (2,1 δις). Όμως δυστυχώς, η υψηλή δημόσια δαπάνη δεν συνεπάγεται απαραιτήτως αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος.

Συγκεκριμένα, στη χώρα μας το 65% της συνολικής δαπάνης κατευθύνεται στη διαχείριση απορριμμάτων (έναντι μ.ό. ΕΕ 44%). Το σχετικό ποσό (1,4 δις) αντιστοιχούσε σε 0,8% του ΑΕΠ–υψηλότερο ποσοστό από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Παρόλα αυτά, η διαχείριση απορριμμάτων στην Ελλάδα συχνά παραβιάζει το περιβαλλοντικό δίκαιο της ΕΕ, με αποτέλεσμα υπέρογκα πρόστιμα. Μόνο για την ύπαρξη παράνομων χωματερών, η χώρα μας έχει πληρώσει 66,5 εκατ. ευρώ από το 2015 έως σήμερα.

Τα τελευταία χρόνια, σε κάποιους τομείς διαχείρισης απορριμμάτων έχει σημειωθεί πρόοδος. Για παράδειγμα, οι περισσότερες χωματερές είναι πλέον εκτός λειτουργίας. Όμως, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα εξακολουθεί να αποκλίνει σημαντικά από την επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων για το 2025 (στόχος προετοιμασίας για επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση του 55 % των αστικών αποβλήτων και στόχος ανακύκλωσης του 65 % του συνόλου των απορριμμάτων συσκευασίας) καθώς και του στόχου του 2035 (για τη μείωση της υγειονομικής ταφής των αστικών απορριμμάτων).

Μεγάλη είναι επίσης η υστέρηση της χώρας μας ως προς την ιδιωτική δαπάνη για περιβαλλοντική προστασία. Ενώ στην ΕΕ ως σύνολο οι επιχειρήσεις δαπανούν περισσότερο (1,2% του ΑΕΠ) από τις κυβερνήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, η αντίστοιχη δαπάνη των ελληνικών επιχειρήσεων δεν υπερβαίνει το 0,1% του ΑΕΠ – χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ μαζί με την Ιρλανδία.

Όπως έδειξαν οι μεγάλες καταστροφές του φετινού καλοκαιριού, η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι απλώς θέμα συμμόρφωσης με το δίκαιο της ΕΕ: είναι θέμα ζωτικής σημασίας για τη βιωσιμότητα του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, που υπερεξαρτάται από τον τουρισμό, καθώς φυσικά και για την ασφάλεια των πολιτών και των επισκεπτών.

Πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ έδειξε ότι η σύνθεση των δαπανών πυροπροστασίας στην Ελλάδα είναι πολύ πιο προσανατολισμένες στην πυρόσβεση (σε βάρος της δαπάνης για την πρόληψη των πυρκαγιών) από ότι στη Γαλλία και στην Ισπανία. Η ίδια μελέτη σχολιάζει θετικά τη στροφή πολιτικής από την πυρόσβεση στην πρόληψη των πυρκαγιών στην Πορτογαλία, που εκδηλώθηκε με αναπροσανατολισμό της δημόσιας δαπάνης την περίοδο 2017-2021. Αναφέρεται επίσης ότι και στην  Ελλάδα αυξήθηκε η χρηματοδότηση για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών το 2022. Συγκριμένα, στο πλαίσιο της αντιπυρικής προστασίας τα προγράμματα προληπτικών καθαρισμών δασών “Antinero” χρηματοδοτούνται με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και από τον Τακτικό Προϋπολογισμό.

Οι συστάσεις τις Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς την Ελλάδα μπορούν να συνεισφέρουν στην απαραίτητη ενδυνάμωση της περιβαλλοντικής πολιτικής στη χώρα μας. Αυτή θα πρέπει να συνοδευθεί από συμπληρωματικά μέτρα πολιτικής που αυξάνουν την ευαισθητοποίηση των πολιτών (π.χ. κίνητρα και ποινές για την ανακύκλωση απορριμμάτων), και που ωθούν τον ιδιωτικό τομέα ώστε να συμμετέχει πιο ενεργά στην προστασία του περιβάλλοντος.

To In Focus στην μόνιμη στήλη του Οικονομικού Ταχυδρόμου, 24.08.2023.