
Ηταν όταν το κυπριακό Κοινοβούλιο απέρριψε βροντερά την αρχική απόφαση του Eurogroup για μια ήπια φορολόγηση καταθέσεων με μονοψήφια ποσοστά (κακό προηγούμενο μεν – αλλά θα αναιρούσε απλώς τις υψηλές επιτοκιακές αποδόσεις 1 ή 2 ετών). Η ευφορία της αυταπάτης κράτησε λίγα 24ωρα. Η επόμενη απόφαση του Eurogroup ήταν πολύ χειρότερη από την προηγούμενη (όπως άλλωστε η ίδια η ιστορία του Κυπριακού), με πολύ βαθύτερο «κούρεμα» των ανασφάλιστων καταθέσεων και ολέθριες συνέπειες.
Η Ελλάδα έζησε την παρατεταμένη εμπειρία εφαρμοσμένου λαϊκισμού μέχρι τον Ιούλιο 2015. Ηταν αρκετή για να διαλύσει μια εύθραυστη οικονομία και να μετατρέψει την αδύναμη ανάκαμψη του 2014 σε νέα ύφεση, το μικρό πλεόνασμα σε νέο έλλειμμα.
Τα κόμματα της Κύπρου έδειξαν ωριμότητα και αυτοσυγκράτηση. Η κυβέρνηση Αναστασιάδη δεν αναλώθηκε σε διχαστικές επιθέσεις εναντίον της αντιπολίτευσης. Αντιθέτως, φρόντισε να περνάνε πάντοτε από τη Βουλή τα μνημονιακά νομοσχέδια, σε συνεργασία με το ΔΗΚΟ και με υπεύθυνη στάση από το ΑΚΕΛ.
Στην Ελλάδα αντίθετα, η Ν.Δ. αρνήθηκε να ψηφίσει το πρώτο μνημόνιο (για το οποίο οι πολιτικές της κυβέρνησης Καραμανλή έφεραν μεγάλη ευθύνη) και προσέδωσε «αστική» νομιμοποίηση στην αντιμνημονιακή αντιπολίτευση, που απέκτησε τον πιο αδίστακτο εκφραστή της στο λαϊκιστικό δίδυμο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η σημερινή κυβέρνηση Τσίπρα το πρωί ζητάει τη στήριξη της αντιπολίτευσης και το βράδυ στήνει καβγάδες εναντίον της.
Μετά τον τρομερό Μάρτιο 2013, η κυβέρνηση της Κύπρου ανασκουμπώθηκε, ανέβασε τα μανίκια, ρίχτηκε στη δουλειά. Οπως κάνουν οι σοβαρές οικογένειες ή οι σοβαρές χώρες όταν βρίσκονται αντιμέτωπες με μια συμφορά. Βάζουν στην άκρη τις διαφορές τους, σταματούν να γκρινιάζουν, δουλεύουν περισσότερο, σκληρότερα, σιωπηρότερα. Η κυβέρνηση Αναστασιάδη δεν κατέβηκε στους δρόμους να διαδηλώνει ενάντια στους δανειστές, δεν άρχισε να απειλεί με Κούγκι, ούτε να φοβερίζει ότι θα γεμίσει τζιχαντιστές την Ευρώπη. Ο Κύπριος υπουργός Οικονομικών Χάρης Γεωργιάδης, με σεμνότητα και αυτογνωσία για το μέγεθος της χώρας που εκπροσωπεί, επένδυσε στο να κατακτήσει, βήμα βήμα, την εκτίμηση των ομολόγων του με τη σοβαρότητα και αξιοπιστία του, μετατρέποντάς τη σε εμπιστοσύνη για τη χώρα του. Δεν επιδίωξε να προκαλεί με τις εμφανίσεις του, ούτε χρησιμοποίησε το αξίωμά του για να τραβήξει τις κάμερες στο πρόσωπό του ή για να αποκτήσει προσωπικό celebrity status ως τάχα ήρωας υπουργός μιας μικρής αδικημένης χώρας, αλλά εις βάρος της χώρας του. Κράταγε το πουκάμισό του μέσα και τις ιδεολογικές του αποσκευές απ’ έξω.
Θέλω να σταθώ στο τελευταίο. Η κυπριακή κυβέρνηση ανέλαβε την «ιδιοκτησία» του μνημονίου. Το υπερασπίστηκε στην κοινή γνώμη. Το εφάρμοσε με ζήλο και αφοσίωση, για να μπορέσει να αποφοιτήσει επιτυχώς το ταχύτερο δυνατόν.
Αντίθετα, η κυβέρνηση Τσίπρα δεν χάνει ευκαιρία να υπενθυμίζει ότι είναι κυβέρνηση της Αριστεράς, και άρα οφείλει να εφαρμόσει μια πολιτική Αριστεράς. Ετσι επιχειρεί να δικαιολογήσει τον κλεφτοπόλεμο με τους δανειστές, τις υπαναχωρήσεις, τη ναρκοθέτηση της εφαρμογής των συμφωνημένων (όπως με αποκρατικοποιήσεις που το ΤΑΙΠΕΔ κλείνει και οι υπουργοί ξηλώνουν, όπως με την αντικατάσταση αξίων στελεχών του Δημοσίου από κομματικούς εγκάθετους, όπως με τις καμπάνιες εναντίον μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων που η χώρα απεγνωσμένα έχει ανάγκη). Τα στελέχη της παραμένουν τόσο απορροφημένα από την ιδεολογία τους, που η πραγματικότητα τους διαφεύγει.
Η Κύπρος δείχνει πώς ένα πολιτικό σύστημα και μια κοινωνία μπορούν να ωριμάζουν ταχύτατα υπό την απειλή της εθνικής καταστροφής. Η Ελλάδα, από την άλλη, δείχνει πώς η καταστροφή επέρχεται ταχύτερα από την ωρίμανση.
Πηγή: Καθημερινή της Κυριακής