Ο Ιωάννης Αρμακόλας και ο Μπλεντάρ Φετά έγραψαν το κεφάλαιο 10 του βιβλίου «Vulnerability and Resilience to Violent Extremism: An Actor-Centric Approach». Πρόκειται για μια σειρά βιβλίων που εκδίδονται από τον εκδοτικό οίκο Routledge και ασχολούνται με θέματα που αφορούν την αντιμετώπιση του βίαιου εξτρεμισμού.
Το συγκεκριμένο κεφάλαιο προσφέρει μια συγκριτική ανάλυση των πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτιστικών παραγόντων που τροφοδοτούν τη ριζοσπαστικοποίηση σε δύο δήμους της Βόρειας Μακεδονίας, με βάση ποιοτικά δεδομένα που συλλέχθηκαν στο Τέτοβο και το Κουμάνοβο. Μέσα από την ανάλυση αυτή αποκαλύπτονται οι διαφορετικοί παράγοντες που καθιστούν διαφορετικές κοινότητες, τόσο στο Τέτοβο όσο και στο Κουμάνοβο, ευάλωτες σε εξτρεμιστικές αφηγήσεις βοηθώντας τις εξτρεμιστικές ομάδες να προσελκύσουν υποστηριχτές και οπαδούς. Το κεφάλαιο εστιάζει ιδιαίτερα στον ρόλο που διαδραματίζει η κοινωνία των πολιτών στην πρόληψη του βίαιου εξτρεμισμού καθώς και στη διαδικασία (απο)ριζοσπαστικοποίησης στους υπό εξέταση δήμους. Στόχος του κεφαλαίου είναι να προσφέρει μια σαφής εικόνα του ρόλου, της συνεισφοράς και του πλαισίου μέσα στο οποίο πρέπει να λειτουργούν οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών ώστε να συμβάλουν αποτελεσματικά στην πρόληψη και καταπολέμηση του φαινομένου. Οι συγγραφείς του κεφαλαίου υποστηρίζουν ότι ο συντονισμός και η συνεργασία μεταξύ όλων των παραγόντων που εμπλέκονται στον μηχανισμό πρόληψης και καταπολέμησης του βίαιου εξτρεμισμού είναι το κλειδί για να καταστεί το εθνικό σχέδιο της Βόρειας Μακεδονίας για την πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης πιο αποτελεσματικό και πιο κοντά στις τοπικές ανάγκες και πραγματικότητα.
Μπορείτε να διαβάσετε το κεφάλαιο εδώ.
Το βιβλίο «Vulnerability and Resilience to Violent Extremism: An Actor-Centric Approach» βασίζεται στο ευρωπαϊκό ερευνητικό έργο PAVE. Tο συγκεκριμένο βιβλίο εξετάζει τους παράγοντες που διαμορφώνουν την κοινωνική δυναμική που οδηγεί ή εμποδίζει τον βίαιο εξτρεμισμό να ριζώσει στις διάφορες κοινότητες. Ο τόμος συμβάλλει σε μια αναδυόμενη ροή έρευνας που επικεντρώνεται στη δυναμική εντός και μεταξύ των ομάδων και των διάφορών φορέων/παιχτών για να εξηγήσει την ανθεκτικότητα έναντι του βίαιου εξτρεμισμού. Επικεντρώνεται στους φορείς και παίχτες του μηχανισμού πρόληψης, εξετάζοντας τον ρόλο που διαδραματίζουν στη διαμόρφωση της κοινωνικής δυναμικής που αποτρέπει τον βίαιο εξτρεμισμό στις κοινότητές τους. Η ανάλυση βασίζεται σε νέα εμπειρικά δεδομένα που συλλέχθηκαν στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Κόσοβο, τη Βόρεια Μακεδονία, τη Σερβία, το Ιράκ, τον Λίβανο και την Τυνησία. Αυτό επιτρέπει μια καινοτόμο συγκριτική μελέτη για δύο ευρωπαϊκές γειτονιές που σπάνια μελετώνται μαζί, παρόλο που φαίνεται να μοιράζονται κοινά πρότυπα (απο)ριζοσπαστικοποίησης και βίαιου εξτρεμισμού παρά τις ιστορικές, πολιτικές και πολιτιστικές τους διαφορές. Και στις δύο περιοχές, το βιβλίο αναλύει τους ρόλους και τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ κρατικών, πολιτικών, θρησκευτικών ηγετών και εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών στη διαμόρφωση της ευαλωτότητας της κοινότητας και/ή της ανθεκτικότητας απέναντι στον βίαιο εξτρεμισμό. Διάφοροι τοπικοί ηγέτες είναι εξοπλισμένοι με διαφορετικά επίπεδα εξουσίας, εμπιστοσύνης, νομιμότητας και επιρροής στα μέλη της κοινότητας. Ως εκ τούτου, μπορούν να επηρεάσουν είτε θετικά είτε αρνητικά, γεγονός που καθιστά την ευαλωτότητα και την ανθεκτικότητα στον βίαιο εξτρεμισμό δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.