Από τα μέσα Ιανουάριου και μετά η προσοχή πολλών διεθνολόγων, αναλυτών και δημοσιογράφων είναι στραμμένη στη Βόρειο Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Οι δραματικές εξελίξεις αρχικά στην Τυνησία, έπειτα στην Αίγυπτο και σήμερα στη Λιβύη, σε συνδυασμό με το κύμα διαμαρτυριών σε άλλες χώρες όπως για παράδειγμα η Υεμένη και το Μπαχρέιν, έχουν, εύλογα, κεντρίσει το ενδιαφέρον τους.  Οι εκτιμήσεις για το μέλλον ποικίλλουν ενώ τα δεδομένα ανατρέπονται με ταχείς ρυθμούς. Λαμβάνοντας μέρος στο δημόσιο διάλογο για το θέμα, λίγες μέρες, μάλιστα, μετά την έναρξη των βομβαρδισμών στη Λιβύη, το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) διοργάνωσε συζήτηση στο Αμφιθέατρο «Γ. Κρανιδιώτης» του Υπουργείου Εξωτερικών στις 22 Μαρτίου 2011. Ομιλητές στην εκδήλωση ήταν ο κ. Αλέξανδρος Κούτσης (Oμότιμος Καθηγητής, Πάντειο Πανεπιστήμιο), ο κ. Σωτήρης Ρούσσος, (Αναπληρωτής Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου), ο κ. Ευάγγελος Βενέτης, (Ερευνητής B’, ΕΛΙΑΜΕΠ) και ο κ. Θάνος Ντόκος, Γενικός Διευθυντής, ΕΛΙΑΜΕΠ). Τη συζήτηση συντόνισε ο Νικόλαος Βουλέλης (Διευθυντής Ειδήσεων και Ενημέρωσης, Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων).

Όλοι οι ομιλητές συμφώνησαν πως είναι πολύ νωρίς για την εξαγωγή συμπερασμάτων καθώς βασικό συστατικό των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή είναι ο απρόβλεπτος χαρακτήρας τους και ο πιθανός εκδημοκρατισμός κάθε άλλο παρά απλή και εύκολη υπόθεση θεωρείται.  Όσον αφορά τους βομβαρδισμούς στη Λιβύη, ενέταξαν το θέμα στο ευρύτερο πλαίσιο της παγκόσμιας δημόσιας συζήτησης περί ανθρωπιστικών επεμβάσεων, εκφράζοντας την ανησυχία τους για αυξημένη αστάθεια μετά την πιθανή ανατροπή του Καντάφι. Ταυτόχρονα, σχετικά με τη θέση της Ελλάδας, χαρακτήρισαν σωστή την παροχή διευκολύνσεων στις συμμαχικές δυνάμεις αλλά στάθηκαν στην έλλειψη συγκεκριμένου πολιτικού σχεδιασμού για τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, τονίζοντας, όμως, πως υπάρχει περιθώριο να αναλάβει η χώρα μας πιο ενεργό ρόλο σε διπλωματικό επίπεδο.

Προχωρώντας στις εισηγήσεις των τεσσάρων ομιλητών, ο κ. Κούτσης, πρώτα πρώτα, εστίασε κυρίως στις εξελίξεις στη Λιβύη. Πραγματοποιώντας ιστορική αναδρομή από το 1969 και μετά, προσπάθησε να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους ο Συνταγματάρχης Καντάφι είχε αποκτήσει λαϊκό έρεισμα σε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της χώρας του, αφήνοντας, ωστόσο, μοιραία, μεγάλες φυλές ανικανοποίητες. Ο ίδιος, αναφέρθηκε, παράλληλα, στη λογική της νέας γενιάς των Αράβων, η οποία με τη βοήθεια του διαδικτύου άρχισε να συνειδητοποιεί πως η ιδέα της δημοκρατίας δεν αντιτίθεται απαραίτητα σε αυτή του Ισλάμ. Από την πλευρά του, ο κ. Ρούσσος επικεντρώθηκε – μεταξύ άλλων – στο πρόβλημα της έλλειψης ευκαιριών που παρατηρείται στον Αραβικό κόσμο, ιδίως αναφορικά με την ανεργία των πτυχιούχων, διακρίνοντας δύο διαφορετικές κατηγορίες εξεγέρσεων ανάλογα με την πολιτική παράδοση των χωρών που αυτές λαμβάνουν χώρα. Σχολιάζοντας την ελληνική εξωτερική πολιτική, ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, έκανε λόγο για ανυπαρξία ανάλυσης, τονίζοντας πως υπάρχουν αναπάντητα ερωτήματα ως προς τους ακριβείς στόχους της.

Έπειτα, ο κ. Βενέτης, επιχείρησε να αποτιμήσει τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή, επεξεργαζόμενος κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ισλαμικού κόσμου. Η εισήγησή του βασίστηκε στη διαφοροποίηση Σουνιτών-Σιιτών, η οποία είναι μείζονος σημασίας για την όσο το δυνατόν πιο αναλυτική και εμπεριστατωμένη προσέγγιση των σημερινών εξελίξεων, ιδίως σε χώρες όπως το Μπαχρέιν. Για τον Ερευνητή του ΕΛΙΑΜΕΠ, ο οποίος επικεντρώθηκε, ακόμα, στις σχέσεις Σαουδικής Αραβίας-Ιράν, η «σύγκρουση» που παρατηρείται σήμερα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής είναι υπό εξέλιξη.  Τέλος, ο κ. Ντόκος προχώρησε σε μία συνολική αποτίμηση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί από τον Ιανουάριο και μετά, αμφιβάλοντας για το αν οι εξεγέρσεις ήταν υποκινούμενες, θεωρώντας απροδόκητη μόνον την έκτασή τους και διακρίνοντας σε αυτές στοιχεία της θεωρίας ντόμινο. Ο Γενικός Διεθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ εξέφρασε τον προβληματισμό του για την πιθανή διόγκωση του προβλήματος της μετανάστευσης στο εγγύς μέλλον, τόνισε πως η Ευρώπη θα πρέπει να ξανακερδίσει την αραβική κοινή γνώμη, και έκρινε απαραίτητη την επίλυση του Παλαιστινιακού με αφορμή τις πολιτικές συζητήσεις που θα πραγματοποιηθούν από εδώ και στο εξής σχετικά με το νέο τοπίο που σχηματίζεται στη Μέση Ανατολή.