Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος, 5 Ιουνίου, το ΕΛΙΑΜΕΠ δημοσιεύει ένα κείμενο για τη Γαλάζια Ενέργεια. Το κείμενο υπογράφει ο Κίμων Χατζημπίρος, Ομότιμος Καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.

Έχει γίνει ευρεία συζήτηση για τις ενεργειακές δυνατότητες των ελληνικών θαλασσών και η έμφαση δίνεται μέχρι τώρα στις υποθαλάσσιες εξορύξεις για την παραγωγή πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Συζητούνται επίσης φιλόδοξα σχέδια υποθαλάσσιων αγωγών για μεταφορά φυσικού αερίου από την Ανατολική Μεσόγειο. Πέρα από τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, οι προοπτικές αυτές περικλείουν σημαντικές  οικονομικές αβεβαιότητες, λόγω του υψηλού κόστους των εξορύξεων και των υποθαλάσσιων κατασκευών, καθώς και της δεδομένης νέας πολιτικής  «Green Deal» της ΕΕ που πιθανώς θα φέρει μείωση της μελλοντικής ζήτησης ορυκτού φυσικού αερίου από τις ευρωπαϊκές χώρες. Αντίθετα, εξαιρετικές εμφανίζονται οι προοπτικές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στις ελληνικές θάλασσες, με χερσαία, υπεράκτια θεμελιωμένα και υπεράκτια πλωτά αιολικά πάρκα.

  • Η διείσδυση των ΑΠΕ είναι ήδη σημαντική και θα συνεχιστεί διεθνώς με ταχύτατο ρυθμό.
  • Η εξόρυξη υποθαλάσσιων κοιτασμάτων πετρελαίου συνεπάγεται περιβαλλοντικούς κινδύνους και οικονομική αβεβαιότητα.
  • Η εξόρυξη ή η μεταφορά με υποθαλάσσιους αγωγούς φυσικού αερίου έχει αμφίβολο οικονομικό ενδιαφέρον.
  • Το ορυκτό αέριο σταδιακά θα αντικατασταθεί και οι αντίστοιχες επενδύσεις θα επηρεασθούν καθοριστικά. Συζητώνται στην ΕΕ τρεις εκδοχές: 1) Σταδιακή απομάκρυνση από το ορυκτό φυσικό αέριο 2) Δραστική μείωση της χρηματοδότησης των επενδύσεων σε ορυκτό φυσικό αέριο και ενίσχυση των υποδομών ανανεώσιμου αερίου 3) Ολική παύση της χρηματοδότησης των επενδύσεων σε ορυκτό φυσικό αέριο και εστίαση στον πλήρη εξηλεκτρισμό, με ταχύτερη ενίσχυση της ανάπτυξης ηλεκτρικών έξυπνων δικτύων και της παραγωγής ηλεκτρισμού από ΑΠΕ.

Τις καλύτερες προοπτικές ενεργειακής ανάπτυξης έχουν οι χώρες της Ευρώπης με μεγάλο ηλιακό και αιολικό δυναμικό. Η Ελλάδα διαθέτει σε αφθονία και τα δύο, ειδικά το θαλάσσιο αιολικό δυναμικό της είναι πολύ υψηλό.

Μπορείτε να δείτε το πλήρες κείμενο σε pdf εδώ.


Οι ελληνικές θάλασσες  πρόσφεραν διατροφή και ταξίδια στους κατοίκους της χώρας από αρχαιοτάτων χρόνων, παράλληλα η ομορφιά τους αποτέλεσε αντικείμενο λατρείας. Στην εποχή μας, το απαράμιλλο φως, το φιλικό κλίμα, τα επιβλητικά βράχια, οι γοητευτικές παραλίες, η νησιωτική αρχιτεκτονική δημιούργησαν ένα περίφημο τουριστικό προϊόν, ουσιαστική συνιστώσα της ελληνικής οικονομίας. Μπορεί μια θαλάσσια ενεργειακή ανάπτυξη να  προσφέρει χωρίς να βλάψει;

Η διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι ήδη πολύ σημαντική και θα συνεχισθεί σε όλο τον κόσμο με ταχύτατο ρυθμό. ”

Η διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι ήδη πολύ σημαντική και θα συνεχισθεί σε όλο τον κόσμο με ταχύτατο ρυθμό. Στην Ελλάδα ωστόσο, επί δεκαετίες, ο όρος «ενεργειακός» ταυτίζεται με ζητήματα ορυκτών καυσίμων και η συζήτηση περί ενεργειακών πόρων του ελληνικού χώρου συνδέεται κυρίως με εξορύξεις και μάλιστα υποθαλάσσιες. Πρόσφατα, ένα πρόσθετο ζωηρό ενδιαφέρον για τα ενεργειακά ζητήματα εστιάσθηκε στην κατασκευή υποθαλάσσιων αγωγών.

αξίζει να αναληφθεί το ρίσκο μιας μεγάλης πετρελαιοκηλίδας στις ελληνικές θάλασσες;”

Είναι αμφίβολο αν, στον ελληνικό χώρο, υπάρχουν αξιόλογα υποθαλάσσια κοιτάσματα πετρελαίου. Βάσιμες είναι οι αμφιβολίες κατά πόσον είναι εκμεταλλεύσιμες οι όποιες ποσότητες βρεθούν. Οι εξορύξεις από μεγάλα βάθη στοιχίζουν πολύ και οι μελλοντικές τιμές του πετρελαίου είναι εξαιρετικά αβέβαιες και ασταθείς. Η πρόσφατη κατάρρευση της ζήτησης και των τιμών ήταν μεν συγκυριακή, λόγω πανδημίας και εμπορικών αντιθέσεων, αλλά ακολουθεί μια προϋπάρχουσα τάση. Προμηνύει την σύντομη έλευση της νέας ενεργειακής εποχής, όπου ο ρόλος των ορυκτών καυσίμων θα συρρικνωθεί, λόγω της ανθρωπογενούς κλιματικής απειλής. Επιπλέον, παραμένει το ερώτημα: πόσο συμβατή είναι η υποθαλάσσια εκμετάλλευση πετρελαίου με την τουριστική και ιστορική αξία του τοπίου; Όσο και αν τα προστατευτικά μέτρα της σύγχρονης τεχνολογίας εξορύξεων έχουν βελτιωθεί, αξίζει να αναληφθεί το ρίσκο μιας μεγάλης πετρελαιοκηλίδας στις ελληνικές θάλασσες;

Φυσικό αέριο

Η υποθαλάσσια εξόρυξη φυσικού αερίου και οι υποθαλάσσιοι αγωγοί του εμφανίζουν μικρότερους, αλλά όχι αμελητέους, περιβαλλοντικούς κινδύνους. Από την άλλη, προβάλλονται συνήθως τα διάφορα γεωπολιτικά πλεονεκτήματα, υπάρχουν όμως και αξιοπρόσεκτοι οικονομικοί κίνδυνοι και αβεβαιότητες. Το βασικότερο ζήτημα είναι: αν ανακαλυφθεί άφθονο φυσικό αέριο στις ελληνικές θάλασσες ή αν διέλθουν μεγάλες ποσότητες αερίου από υποθαλάσσιους αγωγούς, μήπως τελικά το καύσιμο αποδειχθεί πολύ ακριβό για μια φθίνουσα ευρωπαϊκή αγορά;

μήπως τελικά το καύσιμο αποδειχθεί πολύ ακριβό για μια φθίνουσα ευρωπαϊκή αγορά;”

Ένας αγωγός, με σχεδόν 1300 χιλιόμετρα υποθαλάσσιο τμήμα, που θα ξεκινά από τα κοιτάσματα μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, θα φτάνει στην Πελοπόννησο και από εκεί στην Ιταλία, είναι μια σημαντική γεωπολιτική κίνηση συνεργασίας χωρών της Ανατολικής Μεσογείου, δύσκολα όμως θα πουλήσει φυσικό αέριο στην Δυτική Ευρώπη. Το έργο θα συναντήσει σοβαρές τεχνικές δυσκολίες, αφού περνά από μεγάλα βάθη σχεδόν 3000 μέτρων, στην ασταθή επαφή των λιθοσφαιρικών πλακών Αφρικής και Αιγαίου, πράγμα που σημαίνει μεγαλύτερο κόστος κατασκευής. Πρέπει σε αυτό να προστεθεί μια αυξημένη αβεβαιότητα λόγω ενδεχόμενων  ζημιών από μελλοντικούς σεισμούς, οι οποίοι στην θαλάσσια περιοχή ανάμεσα σε Κρήτη και Κύπρο είναι συχνοί.

το ορυκτό φυσικό αέριο πρέπει σταδιακά να αντικατασταθεί με αέριο παραγόμενο από ανανεώσιμες πηγές ή με ηλεκτρισμό παραγόμενο από ΑΠΕ ”

Εξ άλλου, από τις αρχές του χρόνου και εν μέσω κρίσης κορωνοϊού, η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή κινείται στους ρυθμούς του Green Deal, που αναμένεται να έχει τεράστια επίπτωση στο μέλλον της ενέργειας στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού αερίου. Το φιλόδοξο ευρωπαϊκό σχέδιο, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις, θέτει την ΕΕ σε μια μακρόχρονη σταθερή πορεία προς την «κλιματική ουδετερότητα» του 2050. Στο πλαίσιο αυτό, το ορυκτό φυσικό αέριο πρέπει σταδιακά να αντικατασταθεί με αέριο παραγόμενο από ανανεώσιμες πηγές ή με ηλεκτρισμό παραγόμενο από ΑΠΕ, επομένως οι αντίστοιχες επενδύσεις θα επηρεασθούν καθοριστικά. Τρεις διαφορετικές εκδοχές έχουν τεθεί επί τάπητος: 1)  Σταδιακή απομάκρυνση από το ορυκτό φυσικό αέριο, με μερική συνέχιση της στήριξης από την ΕΕ των επενδύσεων για τις σχετικές υποδομές (αγωγοί, δίκτυα, εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου- LNG), παράλληλα με τις νέες προτεραιότητες για την χρήση ανανεώσιμου αερίου 2) Δραστική μείωση της χρηματοδότησης από την ΕΕ των επενδύσεων για ορυκτό φυσικό αέριο και ενίσχυση των υποδομών παραγωγής και διανομής ανανεώσιμου αερίου, ήτοι υδρογόνου ή βιοαερίου ή αερίου παραγόμενου με ηλεκτρισμό από ΑΠΕ (το αποκαλούμενο «power-to-gas») 3) Ολική παύση της χρηματοδότησης από την ΕΕ των επενδύσεων σε αέριο και εστίαση στον πλήρη εξηλεκτρισμό, με ταχύτερη ενίσχυση της ανάπτυξης ηλεκτρικών έξυπνων δικτύων και της παραγωγής ηλεκτρισμού από ΑΠΕ. Επισημαίνεται ότι και στις τρεις εκδοχές η διάθεση ευρωπαϊκής χρηματοδότησης για το ορυκτό φυσικό αέριο υποχωρεί σημαντικά, οι διαφορές έγκεινται στην ταχύτητα της αλλαγής και, κυρίως, στην επιλογή μεταξύ μελλοντικών δικτύων αερίου ή ηλεκτρισμού.

και στις τρεις εκδοχές η διάθεση ευρωπαϊκής χρηματοδότησης για το ορυκτό φυσικό αέριο υποχωρεί σημαντικά[..]σε μια Ευρώπη που δεν θα το θέλει και ίσως δεν θα το χρειάζεται πια.”

Είναι λοιπόν ορατός ο κίνδυνος για τους παραγωγούς ή τους μεταφορείς φυσικού αερίου, σε μερικά χρόνια να ψάχνουν πώς να το πουλήσουν σε μια Ευρώπη που δεν θα το θέλει και ίσως δεν θα το χρειάζεται πια. Οι εκτιμήσεις για την μακροπρόθεσμη ζήτηση φυσικού αερίου αναθεωρούνται συνεχώς προς τα κάτω, π.χ. οι προβλέψεις που έγιναν για την κατανάλωση του 2040 στην ΕΕ  είναι μειωμένες κατά 20% το 2019, σε σχέση με τις αντίστοιχες του 2015. Μερικοί εκτιμούν ότι η υπάρχουσα υποδομή αερίου στην ΕΕ είναι υπεραρκετή, ώστε να ικανοποιήσει μια ποικιλία σεναρίων για την μελλοντική ζήτηση.

“… οι δυνατότητες πλούσιας μελλοντικής χρηματοδότησης νέων ακριβών αγωγών από την ΕΕ, με κίνητρο την μερική απεξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο, περιορίζονται σημαντικά. ”

Οι εξελίξεις δείχνουν ότι οι δυνατότητες πλούσιας μελλοντικής χρηματοδότησης νέων ακριβών αγωγών από την ΕΕ, με κίνητρο την μερική απεξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο, περιορίζονται σημαντικά. Ο αγωγός Ισραήλ-Κύπρος-Ιταλία θα κοστίσει γύρω στα 7-10 δις δολάρια, για να μεταφέρει 10 (το πολύ 20 αλλά με υψηλότερο κόστος κατασκευής) δις κυβικά μέτρα φυσικού αερίου τον χρόνο, τα οποία αντιπροσωπεύουν μόλις το 2% του συνόλου της ζήτησης. Το αρχικό κόστος του αερίου της Ανατολικής Μεσογείου (πριν από την είσοδό του στον αγωγό) είναι ήδη υψηλό και, συνυπολογιζομένου του υψηλού κόστους κατασκευής του, θα πρέπει, για να είναι ο αγωγός οικονομικά βιώσιμος, η τιμή του αερίου στην Ευρώπη να φθάσει τα 8 δολάρια ανά btu. Ένας χερσαίος αγωγός προς την Ευρώπη μέσω Τουρκίας θα είχε ανάλογο πρόβλημα. Έτσι, η τελική τιμή του αερίου για τον Ευρωπαίο καταναλωτή κινδυνεύει να είναι σχεδόν διπλάσια από τις τιμές που το πωλούν οι μεγάλοι προμηθευτές της Ευρώπης μέσω αγωγών. Ο Nord Stream2 θα λειτουργήσει σε λίγους μήνες και θα μεταφέρει μέσω της Βαλτικής από τη Ρωσία στη Γερμανία περί τα 55 δις κυβικά μέτρα αέριο το χρόνο. Ο TAP που περνά από την Βόρεια Ελλάδα στην Ιταλία θα κοστίσει περί το 1,5 δισ. και θα μεταφέρει 10 δισ. κυβικά μέτρα τον χρόνο, με δυνατότητα να φτάσει τα 20 δις. Από τα 458 δις. κυβικά μέτρα που κατανάλωσε  η Ε.Ε. το 2018, το 38,8% εισήχθη από την Ρωσία, το 27% από την Νορβηγία και το 12,4% αντιστοιχεί σε μεταφορές LNG. Οι ανάγκες όμως δεν αυξάνονται και οι τιμές αερίου μέσω αγωγών, έπεσαν, με την κρίση του κορωνοϊού, στην πολύ χαμηλή τιμή του 1,6 ευρώ ανά Btu, αλλά υπερπροσφορά αναμενόταν και πριν την κρίση. Το φυσικό αέριο μέσω αγωγών έχει πάψει να θεωρείται πιο ανταγωνιστικό, το LNG έχει επιπλέον το πλεονέκτημα να συνδέει ένα αρχικό σημείο με πολλαπλά εναλλακτικά σημεία, καθώς ένα πλοίο μπορεί να μεταφέρει τα φορτία του, αν υπάρχει ζήτηση, σε οποιοδήποτε λιμάνι με τις αντίστοιχες υποδομές. Οι αγωγοί δημιουργούν εξαρτήσεις και μονοπωλιακές καταστάσεις, ενώ το LNG προσφέρει ελευθερία επιλογών και κινήσεων προς διαφορετικές αγορές. 

Άνεμος

Αξιόπιστες μακροπρόθεσμες προβλέψεις για τις τιμές της ενέργειας δεν μπορούν να γίνουν. Ωστόσο, με δεδομένη την ταχεία ανάπτυξη των ΑΠΕ, την πτώση του κόστους παραγωγής των, καθώς και την αυξανόμενη ενεργειακή αποδοτικότητα, μια ενεργειακή έλλειψη δεν φαίνεται στον ορίζοντα, η παγκόσμια αγορά ενέργειας πιθανώς θα παραμένει ανταγωνιστική και οι τιμές θα διατηρούνται μάλλον χαμηλές.

Το αιολικό δυναμικό είναι ο πιο πλούσιος ενεργειακός πόρος της Ευρώπης.”

Το αιολικό δυναμικό είναι ο πιο πλούσιος ενεργειακός πόρος της Ευρώπης. Είναι πολύ ισχυρό στον Βόρειο Ατλαντικό, τις Σκανδιναβικές χώρες και μερικές περιοχές στη Μεσόγειο (περιλαμβανομένων ελληνικών θαλασσών). Οι χώρες που σήμερα επενδύουν σε ΑΠΕ θα αποκτήσουν σημαντικότερο γεωπολιτικό ρόλο στο μέλλον, ενώ οι χώρες της Ευρώπης με υψηλό ηλιακό και αιολικό δυναμικό έχουν καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης. Η Ελλάδα διαθέτει σε αφθονία και τα δύο. Ειδικότερα το θαλάσσιο αιολικό δυναμικό είναι πολύ ισχυρό, το Αιγαίο βρίσκεται μεταξύ των πιο ευνοημένων περιοχών της Ευρώπης και μια μεγάλης κλίμακας αιολική ανάπτυξή του, σε συνδυασμό με μεταφορά ηλεκτρισμού στην Δυτική Ευρώπη, θα ενίσχυε τα μέγιστα την γεωπολιτική του ασφάλεια.

“Οι χώρες που σήμερα επενδύουν σε ΑΠΕ θα αποκτήσουν σημαντικότερο γεωπολιτικό ρόλο στο μέλλον, ενώ οι χώρες της Ευρώπης με υψηλό ηλιακό και αιολικό δυναμικό έχουν καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης.”

Ήδη έχει εξαγγελθεί ένα πρόγραμμα εγκατάστασης ανεμογεννητριών σε νησιά του Αιγαίου και στην Κρήτη, συνολικής ισχύος άνω των 2 GW μέχρι το 2030 (η εγκατεστημένη αιολική ισχύς στην Ελλάδα έφθανε τα 2.8 GW στο τέλος του 2018). Τα μεγέθη αυτά είναι μικρά, σε σχέση με το υπάρχον θαλάσσιο αιολικό δυναμικό.  Κλειδί για την ταχεία επίτευξη των στόχων ΑΠΕ με ορίζοντα το 2030 αποτελεί η δημιουργία μεγάλων αιολικών πάρκων στο Αιγαίο, ιδιαίτερα σε Κυκλάδες και Κρήτη. Κρίσιμη παράμετρος για την περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου με νέα έργα σε θάλασσα και στεριά συνιστούν οι υποθαλάσσιες διασυνδέσεις, τόσο μεταξύ των νησιών όσο και με την ηπειρωτική χώρα.

Τα υπεράκτια αιολικά πάρκα είναι μια νέα βιομηχανία που ξεκίνησε το 1991, όταν οι  πρώτες ανεμογεννήτριες εγκαταστάθηκαν έξω από τις ακτές της Δανίας. Το υπεράκτιο αιολικό δυναμικό είναι τεράστιο, μπορεί π.χ. να καλύψει επτά φορές τη ζήτηση ενέργειας στην Ευρώπη. Η ραγδαία πτώση του κόστους της τεχνολογίας και η ταχεία μετάβαση σε παγκόσμιο επίπεδο σε μεγάλες εμπορικές εφαρμογές, δημιουργούν σημαντική ευκαιρία για να αναπτύξει έγκαιρα η Ελλάδα την αναγκαία εφοδιαστική αλυσίδα, που εμπλέκει λιμάνια, ναυπηγεία, βιομηχανίες καλωδίων και τσιμέντου, την αντίστοιχη μελετητική υποδομή και τεχνογνωσία, ενώ μπορούν να δημιουργηθούν άφθονες θέσεις εργασίας.

Μέχρι σήμερα, όλα σχεδόν τα υπεράκτια αιολικά πάρκα του πλανήτη έχουν εγκατασταθεί σε ρηχά νερά, σε μικρή απόσταση από την ακτή. Η επιλογή των περιοχών οδηγείται κυρίως από το βάθος της θάλασσας, διότι η τεχνολογία έχει εστιάσει στη λύση της θεμελίωσης στο βυθό, σε βάθη περιορισμένα στα 40-50 m. Διάφορες βελτιώσεις μπορούν να αυξήσουν το όριο θεμελίωσης μέχρι βάθους 120 m, με χρήση συμβατικής τεχνολογίας. Υπάρχει όμως η τεχνική δυνατότητα για πλωτές ανεμογεννήτριες, που μπορούν να εγκατασταθούν, με αγκύρωση, σε νερά βάθους πολλών εκατοντάδων μέτρων, δηλαδή πρακτικά στις περισσότερες ελληνικές θάλασσες. Μεγάλης κλίμακας ανάπτυξη ανταγωνιστικών πλωτών ανεμογεννητριών σε πολλά μέρη του κόσμου είναι ένα ρεαλιστικό σενάριο για την περίοδο 2030-2050.

“…η οικονομική σημασία ζητημάτων ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας αποκτά νέες διαστάσεις εν όψει του 2030 και της αναμενόμενης ωρίμανσης της τεχνολογίας των πλωτών αιολικών πάρκων.”

Έχουν γίνει σχέδια για υπεράκτια αιολικά πάρκα ρηχών νερών (θεμελιωμένα στο βυθό) με συνολική ισχύ 2,681 GW σε Αλεξανδρούπολη, Πόρτο Λάγος, Λήμνο, Αντίρριο, Οθωνούς, Διαπόντια νησιά, Πεταλιούς, Κύμη, Ναύπακτο κ.λπ.. Δεν είναι γνωστές εκτιμήσεις για την συνολική ισχύ μελλοντικών πλωτών πάρκων στις ελληνικές θάλασσες, αλλά πιθανότατα θα αποδειχθεί πολλαπλάσια της συνολικής ισχύος των ήδη μελετημένων θέσεων υπεράκτιων αιολικών πάρκων ρηχών νερών (περίπου 5 GW). Οι αρνητικές αντιδράσεις κατά των ανεμογεννητριών στα νησιά είναι προς το παρόν σημαντικές, ωστόσο, μεσοπρόθεσμα, καλαίσθητες αιολικές μηχανές εγκατεστημένες σε νησιωτικά βουνά ή σε θαλάσσια χωρικά ύδατα μπορεί να παράγουν άφθονη ηλεκτρική ενέργεια για ντόπια κατανάλωση αλλά και ως εξαγώγιμο προϊόν υψηλής αξίας προς την Δυτική Ευρώπη. Οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις με την ήπειρο θα καταργούσαν τις πανάκριβες και ρυπογόνες μονάδες πετρελαίου στα νησιά. Η ταύτιση των ενεργειακών ζητημάτων με τα ορυκτά καύσιμα είναι σήμερα οπισθοδρομική και θα υποχωρεί συνεχώς, άρα και η αντίστοιχη οικονομική σημασία ζητημάτων ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας θα μειώνεται. Από την άλλη, σε ένα νέο αναπτυξιακό πλαίσιο, η οικονομική σημασία ζητημάτων ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας αποκτά νέες διαστάσεις εν όψει του 2030 και της αναμενόμενης ωρίμανσης της τεχνολογίας των πλωτών αιολικών πάρκων. Είναι σημαντικό να πραγματοποιηθούν εγκαίρως όλες οι αντίστοιχες επιστημονικές αναλύσεις των σχετικών ανεμολογικών, ενεργειακών και γεωπολιτικών ζητημάτων.