Ήδη από το μήνα Σεπτέμβριο οι αυξημένες τιμές ενέργειας έχουν αρχίσει να δείχνουν τις επιπτώσεις τους στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της Eurostat, ανάμεσα στα συστατικά του γενικού δείκτη τιμών, η ενέργεια παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση (17,4%), οδηγώντας τον πληθωρισμό σε ένα υψηλό δεκαετίας: 3,4%.
Η Ευρώπη λοιπόν βρίσκεται στη δίνη ενός φαινομένου με αβέβαιη διάρκεια και ένταση. Όσον αφορά στη διάρκεια, οι μετεωρολογικές προγνώσεις προβλέπουν ένα βαρύ χειμώνα, ενώ η ένταση και οι διαστάσεις που μπορεί να λάβει η πληθωριστική τάση εξαρτώνται από σύνθετες γεωπολιτικές δυναμικές καθώς και την πορεία της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας.
Μέχρι στιγμής οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσανατολίζονται στην παροχή κρατικών ενισχύσεων προς τα πληττόμενα νοικοκυριά. Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο στο Bloomberg, η Γαλλία έχει υιοθετήσει μέτρα ύψους 580 εκατ. ευρώ προς τα φτωχότερα νοικοκυριά, ενώ επίσης έχει θεσπίσει πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, το οποίο θα επιβαρύνει τη Γαλλική κυβέρνηση με πάνω από 4 δισ. ευρώ. Στην ίδια γραμμή, Ιταλία και Ισπανία διοχετεύουν 3 και 2,6 δισ. ευρώ αντίστοιχα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της αυξημένης τιμής ενέργειας στα νοικοκυριά. Ωστόσο, το μέγεθος των κρατικών ενισχύσεων ωχριά μπροστά στην επιβάρυνση των νοικοκυριών, το οποίο υπολογίζεται να ανέλθει στα 100 δισ. ευρώ σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Αναλυτές που ειδικεύονται στον τομέα της ενέργειας επισημαίνουν πως οι κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει να στοχεύουν τόσο στην προστασία των καταναλωτών, όσο και στην εξοικονόμηση ενέργειας. Συνεπώς οι ενισχύσεις θα πρέπει να επιβραβεύουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις με μειωμένη κατανάλωση ενέργειας συγκριτικά με προηγούμενα έτη. Με τον τρόπο αυτό, η Ευρώπη θα καταφέρει τη διατήρηση της ζήτησης ενέργειας σε χαμηλά επίπεδα ώστε να ισορροπήσει την περιορισμένη προσφορά.
Το ενεργειακό πρόβλημα με το οποίο έρχεται αντιμέτωπη η Ευρώπη απειλεί να επιβραδύνει την ανάκαμψη από την πανδημία. Ταυτόχρονα, παρουσιάζεται και ένα δομικό πρόβλημα, που αφορά την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από παραγωγούς ενέργειας πέρα από τα σύνορά της. Ήδη η γηραιά ήπειρος έχει επιδείξει ενδιαφέρον για στροφή προς την πράσινη ενέργεια, η οποία όμως θα πάρει χρόνο για να εξασφαλίσει την αυτάρκεια. Μέχρι τότε η ευρωπαϊκή οικονομία θα παραμένει ευάλωτη στις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών ενέργειας, γεγονός που επιτάσσει τη θέσπιση δημιουργικών μέτρων τόσο για τον περιορισμό των οικονομικών επιπτώσεων όσο και για τη μείωση της ενεργειακής της επιβάρυνσης.