Οι προβλέψεις για την εξέλιξη της πανδημίας και τις (υφεσιακές) συνέπειες των μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας είναι, εκ των πραγμάτων, αναξιόπιστες. Οι κεντρικές τράπεζες και οι εθνικές κυβερνήσεις, ωστόσο, έθεσαν ταχέως σε εφαρμογή ογκώδη προγράμματα νομισματικής διευκόλυνσης και δημοσιονομικής επέκτασης. Στην ευρωζώνη, ειδικότερα, η ΕΚΤ αναλαμβάνει ρόλο που, κατά μία έννοια, τείνει στα όρια της νομισματικής χρηματοδότησης των δημοσίων ελλειμμάτων, ενώ ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας -που όμως δεν υποκαθιστά κάποιο εργαλείο αμοιβαιοποίησης χρεών- πρόκειται, πιθανότατα, να συνεισφέρει χρηματοδοτικώς στις δημόσιες δαπάνες των εθνικών κυβερνήσεων, ιδίως για την ενίσχυση των υπηρεσιών υγείας. Ο οικονομικός εθνικισμός, πάντως, ενθαρρύνεται – και στην ΕΕ η εσωτερική αγορά, σε ορισμένο βαθμό, κερματίζεται. Η (οψέποτε) προσδοκώμενη ανάκαμψη θα συνοδεύεται, πιθανώς, από την εκτίναξη των ρυθμών πληθωρισμού, μάλλον με την ανοχή των κεντρικών τραπεζών – μεταξύ άλλων αποβλέποντας στην μείωση της πραγματικής αξίας του χρέους. Η ανάσχεση της παγκοσμιοποίησης θα αμβλύνει τους περιορισμούς στην δημοσιονομική σταθεροποίηση των οικονομιών και στην νομισματική πολιτική. Στον δυτικό κόσμο, ειδικότερα, είναι πιθανή η αναβίωση της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων, ιδίως η ενδυνάμωση του κράτους ευημερίας.
Το κείμενο υπογράφει ο Νίκος Κουτσιαράς, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Πατήστε εδώ για το πλήρες κείμενο.