Σήμερα, όπως και σε άλλες σχετικά πρόσφατες περιόδους, για παράδειγμα την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2009, επί κυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας, και στην αρχή του  χειμώνα του 2009-2010, επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ, πολλοί Έλληνες πολίτες δεν είχαμε την ακριβή εικόνα των προβλημάτων της χώρας, ούτε καν μια εικόνα σε αδρές γραμμές. Τότε, το 2009-2010, πολλοί δεν είχαμε συνειδητοποιήσει το αυτονόητο, ότι δηλαδή σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού μια χώρα που διατηρεί για πολύ χρόνο διπλά ελλείμματα, έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού και έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών, κάποια στιγμή θα αναγκαστεί να υιοθετήσει πρόγραμμα αυστηρής οικονομικής λιτότητας και θα υποστεί τη συνακόλουθη ύφεση της εθνικής οικονομίας.

Σήμερα απλώς ξέρουμε ότι ίσως τελειώσουν τα χρήματα στο ταμείο του κράτους. Δεν είμαστε πλήρως ενημερωμένοι ως προς την αληθινή κατάσταση της εθνικής οικονομίας, ως προς τις ελάχιστες διαθέσιμες εναλλακτικές λύσεις και ως προς τι διακυβεύεται. Αυτό που προφανώς διακυβεύεται είναι το περιεχόμενο του νέου Μνημονίου (ή έστω της «συμφωνίας ανάπτυξης»).

Ακόμα και αν βρεθούν τα χρήματα για τις οφειλές της χώρας προς τους δανειστές, καθώς και για μισθούς και συντάξεις, τους επόμενους μήνες, δεν μπορεί να αναβληθεί η ανάληψη οδυνηρών αποφάσεων για νέα, παρατεταμένη λιτότητα. Αυτή τη φορά, σε αντίθεση με το 2010, ο σχεδιασμός των μέτρων πρέπει να αφορά στη στροφή σε νέο παραγωγικό μοντέλο, γιατί το παλιό εξέπνευσε. Επιπλέον ο σχεδιασμός των άμεσων μέτρων λιτότητας δεν μπορεί να είναι πρόχειρος ούτε τόσο άδικος όσο εκείνος του πρώτου Μνημονίου.

Επιπλέον, οι δανειστές μας είναι πλέον έμπειροι. Δεν θα αρκεστούν στη νέα συμφωνία για οδυνηρή λιτότητα. Θα παρακολουθούν πολύ πιο στενά την εφαρμογή της και θα παρακρατούν τις υπεσχημένες δόσεις χρημάτων, ώστε να αποτραπεί το φαινόμενο της περιόδου 2010-2014, δηλαδή η εναλλαγή περιόδων προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας με περιόδους χαλάρωσης, ανάλογα με τους μικροκομματικούς υπολογισμούς του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος. Τελείωσαν τα ψέματα, περίσσεψαν οι ψευδαισθήσεις.

Αντί για διάλυση των ψευδαισθήσεων, διαχέεται από την κυβέρνηση προς το λαό μια στάση αντιμετώπισης των σημερινών βαρύτατων προβλημάτων «ελαφρά τη καρδία», ακόμα και ως προς τα μη οικονομικά προβλήματα. Η ελαφρά στάση εκδηλώνεται με εξίσωση της πολύ κακής οικονομικής κατάστασης σήμερα, με τη χείριστη οικονομική κατάσταση που θα προκύψει μετά τη χρεοκοπία. Εκδηλώνεται επίσης με την κυβερνητική αδιαφορία για τα μη αμιγώς οικονομικά προβλήματα. Αυτά τα τελευταία δεν λύνονται με πρόσθετη χρηματοδότηση.

Πιο συγκεκριμένα, η ελαφρά και στενά οικονομική στάση της κυβέρνησης στηρίζεται στη νωπή λαϊκή εντολή, αλλά είναι δυσανάλογη προς τα τρέχοντα μη αμιγώς οικονομικά προβλήματα. ‘Οπως είναι γνωστό, υπάρχει δραματική κατάσταση όχι μόνο στα δημόσια οικονομικά και στην αγορά, αλλά και στην καθημερινή ζωή στο κέντρο των μεγάλων πόλεων, στα θαλάσσια σύνορα της χώρας, στα δημόσια νοσοκομεία, στη σχολική εκπαίδευση και στα Πανεπιστήμια, στις φυλακές και στα δικαστήρια. Πρόσφατα, στις φυλακές Κορυδαλλού είχαμε δύο νεκρούς και δεκάδες τραυματίες, ενώ στα Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛΠΕ) τρεις νεκρούς σε εργατικό δυστύχημα. Στις αρχές της τελευταίας εβδομάδας του Μαΐου, στην Κω, μέσα σε διάστημα δύο ημερών, αποβιβάστηκαν 1.200 πρόσφυγες από τη Μέση Ανατολή και την Ασία. Προβλέπεται ότι τις επόμενες εβδομάδες θα αποβιβαστούν χιλιάδες άλλοι στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, δίνοντας αυτή τη φορά στην έννοια «ανθρωπιστική κρίση» το πραγματικό της νόημα.

Η απάντηση σε όλα αυτά, ότι δηλαδή θα δοθεί συνολική «πολιτική λύση» μέσω διαπραγματέσεων της Ελλάδας με τους θεσμούς (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΔΝΤ), είναι σαθρή. Δημιουργεί φρούδες ελπίδες ενώπιον οικονομικών και μη οικονομικών προβλημάτων που οξύνονται εβδομάδα με την εβδομάδα. Με το πρώτο στραβοπάτημα, αυτή η ελαφρά στάση, που η κυβέρνηση μοιράζεται με πολλούς πολίτες, εύκολα μπορεί να μετατραπεί σε στάση βίαιης και ανεξέλεγτης κοινωνικής οργής εκ μέρους των πολιτών. Η οργή θα είναι αποτέλεσμα ματαιωμένων υποσχέσεων και θα ξεσπάσει «επί δικαίων και αδίκων».

Συνοπτικά, όπως και να τα ονομάσει κανείς (νέο μνημόνιο, συμφωνία ανάπτυξης  ή κάτι άλλο), σύντομα θα ληφθούν σκληρά μέτρα σε περισσότερους από έναν τομέα δημόσιας πολιτικής. Σε αντίθεση με το πρόσφατο παρελθόν, ο επιμερισμός του κοινωνικού κόστους των νέων μέτρων, που θα διαρκέσουν πολύ, πρέπει επί τέλους να είναι κοινωνικά δίκαιος.

Τέλος, παρ’ ότι ορισμένα επίθετα δεν έχουν συγκριτικό ή υπερθετικό βαθμό, υπάρχει μια «πιο κόκκινη» από τις κόκκινες γραμμές. Δεν είναι είναι αυτή που θέτει η εκάστοτε κυβέρνηση, ακόμα και αν απολαμβάνει ευρύτατης λαϊκής υποστήριξης, όπως η σημερινή κυβέρνηση. Είναι η κόκκινη γραμμή που έρχεται από το παρελθόν: εδώ και τέσσερις δεκαετίες, στην πλειονότητά του, ο ελληνικός λαός ήθελε και συνεχίζει να θέλει να ζει μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι έξω από αυτήν. Η ζωή έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε οικονομική δυσπραγία και διπλωματική απομόνωση, την ώρα που ανάβουν διαρκώς φωτιές γύρω από την Ελλάδα, στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, θα είναι μια κόλαση για εμάς τους Έλληνες. Δεν μας αξίζει αυτό, δεν υπάρχει λαϊκή εντολή για αυτό.

Πηγή: The Book’s Journal

Κατηγορίες: Όλες οι δημοσιεύσεις
Αναλυτές
Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος Κύριος Ερευνητής, Καθηγητής πολιτικής επιστήμης, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Δημόσια διοίκηση, Κοινωνία πολιτών, Εκδημοκρατισμός, Νότιος Ευρώπη και Βαλκάνια