Tο Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής διοργάνωσε συζήτηση-ανταλλαγή απόψεων με θέμα τις Σχέσεις Δικαιοσύνης-Κυβέρνησης στην Τουρκία, την Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2010 στα γραφεία του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Κατά την τελευταία τριετία έχει σημειωθεί στην Τουρκία μία σημαντική μεταβολή: η μείωση της επιρροής του στρατού στη διακυβέρνηση της χώρας και η ταυτόχρονη αύξηση της ουσιαστικής επιρροής της δικαστικής εξουσίας. Στη συζήτηση  αναπτύχθηκαν τα αίτια και τις συνέπειες της μεταβολής αυτής με έναυσμα την αποτροπή του πραξικοπήματος της Εργκένεκον και τη δίκη για την απαγόρευση της λειτουργίας του σημερινού κυβερνώντος κόμματος.

Η δομή και ο ρόλος της δικαστικής εξουσίας στην Τουρκία

Σε αντίθεση με τις Ένοπλες Δυνάμεις, όπου μετά τα γεγονότα της 27ης Απριλίου του 2007 και την αποτροπή του πραξικοπήματος της Εργκένεκον παρατηρείται μία ουσιαστική τάση αναζήτησης ενός τρόπου συνύπαρξης (modus Vivendi) με την κυβέρνηση, το δικαστικό σώμα προβάλλεται πλέον ως ο βασικός εκφραστής και υπερασπιστής των αξιών του κοσμικού κεμαλικού κράτους. Παράλληλα η φύση της δικαστικής εξουσίας (ως η μία εκ των τριών ανεξάρτητων εξουσιών), καθώς και η συγκεντρωτική ιεραρχική διάρθρωση των δικαστηρίων της Τουρκίας, σημαίνουν ότι ένας μικρός αριθμός ατόμων μπορεί να έχει τον έλεγχο ολόκληρου του δικαστικού σώματος. Στο ανώτατο επίπεδο του HCJP (Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων), το Υπουργείο Δικαιοσύνης μπορεί να ελέγξει τις πράξεις του δικαστηρίου μόνο με έμμεσο τρόπο, και κυρίως μέσα από την πολιτική της ‘άδειας καρέκλας’, με δεδομένο ότι η παρουσία του Υπουργού ή του Υφυπουργού είναι υποχρεωτική για τη λήψη αποφάσεων .

Τέλος, πολλαπλά παραδείγματα περιπτώσεων, με χαρακτηριστικότερο τη σύνθεση της εισαγγελικής ομάδας για την υπόθεση Εργκένεκον, καταδεικνύουν τη διαφορετική κουλτούρα της δικαιοσύνης στην Τουρκία, όπου ως ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας εκλαμβάνεται η δικαιοδοσία των ανώτατων δικαστών να ορίζουν ελεύθερα τα μέλη του δικαστικού σώματος και να κατευθύνουν τις δίκες προς την κατεύθυνση που θεωρούν σκόπιμη.

Πρόοδος και αντιθέσεις στην πορεία των μεταρρυθμίσεων

 

Η ιδιαίτερη αυτή δομή της δικαστικής εξουσίας στην Τουρκία καθώς και ο αυτόκλητος ρόλος μερίδας δικαστών ως υπερασπιστές της κοσμικής δημοκρατίας έχει ως συνέπεια οι υψηλόβαθμοι δικαστικοί της Τουρκίας  να αποτελούν το ‘φρένο’ στις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για το άνοιγμα του 23ου ενταξιακού κεφαλαίου που αφορά τη Δικαιοσύνη, την καταπολέμηση της διαφθοράς και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ιδιαίτερη αντίθεση αποτελεί η τάση δικαστικών να αναγάγουν την προάσπιση του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους ως προτεραιότητα ανώτερη της διαφύλαξης του Κράτους Δικαίου. Ακόμα, η δυνατότητα που παρέχεται σε ένα εισαγγελέα να κινήσει διαδικασία απαγόρευσης ενός κόμματος, καθιστά την πολιτική εξουσία ιδιαίτερα τρωτή και αποτελεί ένα από σημεία αδυναμίας του συστήματος της Τουρκίας όπως εντοπίστηκαν από την Επιτροπή της Βενετίας. Καθώς το κεφάλαιο αυτό είναι ιδιαίτερο σημαντικό για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εντάξει την εκπαίδευση των δικαστικών ως βασική της προτεραιότητα με απτά αποτελέσματα κυρίως ανάμεσα σε νεότερα μέλη του Σώματος. Βασική πρόκληση όμως για την ένταξη της Τουρκίας συνολικά αποτελεί να συμφωνηθεί τόσο με την Τουρκία, όσο και ανάμεσα στα ίδια τα κράτη-μέλη, ποιο είναι το πολιτικό κεκτημένο στα ανθρώπινα δικαιώματα και πώς αυτό μπορεί να μεταφραστεί στην πράξη.

Με γνώμονα τις εξελίξεις των τελευταίων ετών, βασικό συμπέρασμα είναι ότι μερίδα της δικαστικής εξουσίας έχει αντικαταστήσει το ρόλο του Στρατού ως ο κύριος ανασταλτικός παράγοντας στην πορεία των μεταρρυθμίσεων. Γεγονός είναι όμως πως η Τουρκία βρίσκεται σήμερα σε μία περίοδο μετάβασης που γεννάει μεν αντιθέσεις, αλλά οδηγεί τη χώρα σταθερά προς μία θετική κατεύθυνση στην ενταξιακή της πορεία.