Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει καταβάλει προσπάθειες για την προώθηση της «ανταγωνιστικότητας» του οπτικοακουστικού της τομέα και της ευρωπαϊκής κινηματογραφικής βιομηχανίας (EKB), που αναπτύσσονται στη διασταύρωση της οικονομίας και του πολιτισμού, λαμβάνοντας υπόψη το εξελισσόμενο τεχνολογικό πλαίσιο και λοιπές σημαντικές αλλαγές που έχουν σημειωθεί με την πάροδο των ετών. Η ΕΕ επιδίωξε επίσης να ενσωματώσει μια προσέγγιση «πολιτιστικής πολυμορφίας» στις δράσεις της που απευθύνονται στην EKB και την οπτικοακουστική βιομηχανία. Η ανταγωνιστικότητα και η πολιτιστική πολυμορφία θεωρούνται από καιρό ότι αντανακλούν ορισμένες αγοραίες και μη αγοραίες αξίες, αντίστοιχα, στη χάραξη της ενωσιακής πολιτικής. Εντούτοις, οι δυο έννοιες συνδέθηκαν σταδιακά μεταξύ τους, ενώ έχουν αποδειχθεί πολυδιάστατες. Το γεγονός αυτό επιτρέπει τη δημιουργία περίπλοκων συνεργειών μεταξύ τους, όταν οι εν λόγω έννοιες συνδυάζονται, αντιπαραβάλλονται και αξιοποιούνται μαζί. Η ανταγωνιστικότητα και η πολιτιστική πολυμορφία εξακολουθούν να θεωρούνται ενίοτε συγκρουσιακές κατά τη χάραξη της ενωσιακής πολιτικής. Υπό αυτό το πρίσμα, διαφαίνεται ένα κενό στην άσκηση πολιτικής της ΕΕ όσον αφορά την εξεύρεση τρόπων επίλυσης πιθανών συγκρούσεων μεταξύ των δύο εννοιών. Οι πιθανές συγκρούσεις δεν τυγχάνουν πάντοτε ιδιαίτερης προσοχής στα νομοθετικά και πολιτικά μέτρα της ΕΕ. Ωστόσο, όταν συμβαίνει αυτό, σπανίως παρέχονται λύσεις βάσει μιας προσπάθειας ορθής εξισορρόπησης· αντιθέτως, ο ένας στόχος έχει προτεραιότητα έναντι του άλλου – συνήθως η ανταγωνιστικότητα έναντι της πολιτιστικής πολυμορφίας, αλλά και αντιστρόφως. Η ΕΕ πρέπει να διασφαλίσει ότι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οπτικοακουστικής βιομηχανίας της δεν θα έχει ως κόστος την πολιτιστική της πολυμορφία, καθώς και το αντίστροφο.