Η Ευρώπη αντιμετωπίζει ραγδαία μείωση του πληθυσμού της που βρίσκεται σε παραγωγική ηλικία, σε συνδυασμό με τις σημαντικές και διαρκείς ελλείψεις δεξιοτήτων και εργατικού δυναμικού, οι οποίες κυμαίνονται από επαγγέλματα χαμηλής ειδίκευσης, όπως οι κατασκευαστικές δραστηριότητες, σε επαγγέλματα μεσαίας ειδίκευσης, όπως η περίθαλψη, και τέλος σε επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης, όπως η πληροφορική. Αυτές οι ελλείψεις, σε συνδυασμό με τις συνεχώς αυξανόμενες οικονομικές ανάγκες της Ευρώπης, οδηγούν σε αυξημένη ζήτηση για μετανάστευση εργατικού δυναμικού από τρίτες χώρες.
Η πανδημία του COVID-19, σε συνδυασμό με την αυξημένη εφαρμογή αυτοματισμού, επίσης πυροδότησαν μια αλλαγή στην αγορά εργασίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επηρεάζοντας την εργασιακή ευπάθεια των εργαζομένων χαμηλής και μεσαίας ειδίκευσης. Συνεπώς, οι υπήκοοι της ΕΕ επέδειξαν μια μεγαλύτερη εστίαση σε επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης και στην επιδίωξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, διευρύνοντας ακόμη περισσότερο το υφιστάμενο χάσμα. Λόγω του περιορισμένου και κατακερματισμένου νομικού κεκτημένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της μετανάστευσης, η δυνατότητα προσχώρησης επαγγελματιών με χαμηλές και μεσαίες επαγγελματικές δεξιότητες στα κράτη μέλη της ΕΕ είχε, μέχρι πρόσφατα, παραβλεφθεί.
Το παρόν κείμενο προσφέρει μια επισκόπηση των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων και πρακτικών στη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία. Οι τρείς, αυτές, χώρες επιλέχθηκαν για δύο λόγους: ο πρώτος είναι ότι έχουν προβεί σε πρόσφατες μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των σημαντικών ελλείψεων εργατικού δυναμικού, και ο δεύτερος ότι και οι τρεις έχουν ενσωματώσει τη μετανάστευση στην εξωτερική τους πολιτική για να προσελκύσουν ξένο εργατικό δυναμικό.
Το Κείμενο Εργασίας υπογράφει η Ευαγγελία Γεωργίου, Βοηθός Έρευνας στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
Διαβάστε το εδώ σε μορφή pdf.