Έφυγε από τη ζωή ο Ευάγγελος Κωφός.
Έγραψε ο Καθηγητής Θάνος Βερέμης, Αντιπρόεδρος Δ.Σ. του ΕΛΙΑΜΕΠ:
“Αποδήμησε πρόσφατα ο ιστορικός Ευάγγελος Κωφός ο οποίος υπήρξε σύμβουλος εμπειρογνώμων στο Υπουργείο Εξωτερικών με το βαθμό του Πρέσβη. Ασχολήθηκε κυρίως με θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας στο Υπουργείο πάνω από 30 χρόνια. Οι σπάνιες γνώσεις του για το Μακεδονικό ζήτημα τον έκαναν απαραίτητο αρωγό όχι μόνον στο έργο του Υπουργείου αλλά και στις έρευνες συγχρόνων και νεότερών του ιστορικών.
Για τις πνευματικές του επιδόσεις παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικος. Έγραψε πολλά βιβλία ελληνικά και αγγλικά για την πολιτική και διπλωματική ιστορία της Ελλάδος και υπήρξε ο δάσκαλος πολλών ιστορικών που σήμερα αποδίδουν τους καρπούς της σχέσης τους με τον Κωφό. Στο ΕΛΙΑΜΕΠ ο Ευάγγελος Κωφός εθήτευσε ως Ειδικός Σύμβουλος με τη γνωστή του προθυμία να συντρέξει κάθε ερευνητική προσπάθεια.”
Έγραψε ο Καθηγητής Βασίλης Γούναρης:
“Τον Δεκέμβριο του 1998 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος απένειμε στον Ευάγγελο Κωφό τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικος, σε αναγνώριση του συνολικού έργου και των διακεκριμένων υπηρεσιών του στην πατρίδα. Είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς κάποιον Έλληνα πολίτη, που να κέρδισε πιο επάξια τη μεγάλη αυτή διάκριση. Ο ρόλος του ως εμπειρογνώμονα των βαλκανικών θεμάτων στο Υπουργείο των Εξωτερικών για πάνω από τριάντα χρόνια (1962-1995) τον ενέπλεξε σε όλες τις περιπέτειες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ειδικά στον χειρισμό του Μακεδονικού Ζητήματος, δίπλα σε γενεές διπλωματών και υπουργών. […]
Ο Κωφός ήταν γέννημα και θρέμμα της Μακεδονίας, γόνος οικογένειας της Έδεσσας αναμεμιγμένης για δύο γενιές στους εθνικούς αγώνες. Όμως ο δικός του αγώνας ήταν ακαδημαϊκός. Μολονότι ανδρώθηκε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου και των εσωτερικών παθών που αναμοχλεύτηκαν, κατάφερε να αποφύγει τις κακοτοπιές του εθνικισμού και του αντικομμουνισμού, ακόμα και σε εποχές που οι δυνάμεις αυτές ήταν ισχυρότατες. Μελέτησε τα φαινόμενα αυτά σε βάθος, αλλά δεν παρασύρθηκε στη δίνη τους. Δεν τον ενδιέφερε η προπαγάνδα. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι το κλασικό έργο του Nationalism and Communism δεν μεταφράστηκε ποτέ στα ελληνικά. Έριξε όλο το βάρος του στη νηφάλια ιστορική έρευνα και τη βοήθησε να ανθίσει ειδικά στη Θεσσαλονίκη. Υποστήριξε με κάθε μέσο τα ερευνητικά ιδρύματά της και συνέβαλλε στην ανάδειξη μιας νέας γενιάς ιστορικών, ειδικών στα βαλκανικά θέματα. Μετά το Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, με το οποίο συνδέθηκε στενά για χρόνια, ιδιαίτερα επένδυσε στο Ίδρυμα του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, του οποίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Βοήθησε σημαντικά στην αναβάθμισή του ως επιστημονικού φορέα και εκεί κατέθεσε το αρχείο του. Μετά την αφυπηρέτησή του συνεργάστηκε στενά με το ΕΛΙΑΜΕΠ, με το μάτι στραμμένο πλέον στις σύγχρονες και επικίνδυνα κλιμακούμενες βαλκανικές περιπλοκές. Προϊόντα των συνεργασιών αυτών υπήρξαν αρκετοί συλλογικοί τόμοι, τους οποίους συνεπιμελήθηκε και όπου φαίνεται πόσο ευρεία ήταν η επιστημονική οπτική γωνία του. Καταλάβαινε τη σημασία των αρχείων και των επιχειρημάτων, αλλά επίσης των συμβόλων και, βέβαια, των ταυτοτήτων –με την έννοια που εξετάζουν το θέμα οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι– ενός παράγοντα που εμφανίζεται όλο και περισσότερο στα ύστερα κείμενά του.
Οι νεκρολογίες του είδους αυτού, λόγω των αναγκαίων βιογραφικών τους στοιχείων, αδικούν τους αποβιώσαντες. Γιατί ο Ευάγγελος Κωφός δεν ήταν μόνον ο πατριάρχης των μακεδονικών σπουδών στην Ελλάδα, ένας έγκριτος Βαλκανιολόγος και η ζωντανή μνήμη του Υπουργείου των Εξωτερικών. Ήταν ένας κοσμοπολίτης με χιούμορ, ένας άνθρωπος οξυδερκής αλλά και ζεστός, που ήξερε πώς να βγάζει από όλους τον καλύτερό τους εαυτό, προσιτός και ενθαρρυντικός στους νέους επιστήμονες, με όραμα και πάθος για ό,τι καταπιανόταν, μάλιστα για τη Μακεδονία. Θα τον σκεπάσει στοργικά το χώμα της γενέτειράς του Έδεσσας –ήταν η επιθυμία του- αλλά η ακαδημαϊκή κληρονομιά του δεν θα ξεχαστεί ποτέ.“