Η οικονομική κρίση που προέκυψε ως αποτέλεσμα της πανδημίας του Covid-19 κατά το προηγούμενο έτος ήταν πρωτοφανής. Εξίσου πρωτοφανή ήταν τα πακέτα οικονομικής ενίσχυσης που προώθησαν οι Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για να αποτρέψουν τις καταστροφικές συνέπειες τις κρίσης στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Ωστόσο, τόσο ο αριθμός των μέτρων οικονομικής ενίσχυσης που πάρθηκαν, όσο και το μέγεθος της δημοσιονομικής τόνωσης, παρουσίασαν μεγάλο βαθμό διαφοροποίησης μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών. Σε τι οφείλεται αυτή η διαφοροποίηση; Το ύψος της οικονομικής ενίσχυσης καθορίστηκε από τις οικονομικές δυνατότητες της εκάστοτε οικονομίας ή έπαιξε ρόλο η ένταση της πανδημίας;

Προκειμένου να απαντήσουμε σε αυτή την ερώτηση ανατρέχουμε στα δεδομένα του Fiscal Monitor του ΔΝΤ και συγκεκριμένα στη βάση δεδομένων των δημοσιονομικών μέτρων για την πανδημία του Covid-19. Εστιάζουμε σε Ευρωπαϊκές χώρες και χρησιμοποιούμε τον δείκτη «above the line measures», δηλαδή μέτρα που αναφέρονται σε αυξήσεις των δημοσίων δαπανών και μειώσεις των φορολογικών εσόδων που επηρεάζουν άμεσα την οικονομική δραστηριότητα μέσω φορολογικών πολλαπλασιαστών. Παρότι το  ύψος της δημοσιονομικής τόνωσης δεν δύναται να αποτυπώσει την αποτελεσματικότητα των μέτρων στην αντιμετώπιση της ύφεσης, μας δίνει μια καλή εικόνα για το πόσο γενναία ήταν τα οικονομικά μέτρα, που περιλαμβάνουν μέτρα αναπλήρωσης του απολεσθέντος εισοδήματος των νοικοκυριών μέσω κρατικών ενισχύσεων, μέτρα ελάφρυνσης των φόρων και χρεών των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, έκτακτα επιδόματα που έχουν δοθεί, αλλά και δαπάνες στον τομέα της υγείας, μεταξύ άλλων.

Το ύψος της επιπρόσθετης δημοσιονομικής ενίσχυσης ως ποσοστό του ΑΕΠ αποτυπώνεται στον κάθετο άξονα του διαγράμματος. Αντιπαρατίθεται με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ των οικονομιών, με το τελευταίο να αντανακλά την οικονομική δυνατότητα της κάθε οικονομίας. Επιπλέον, οι κύκλοι που αντιπροσωπεύουν κάθε χώρα παρουσιάζουν διαφορετικό μέγεθος ανάλογα με την ένταση της πανδημίας, υπολογισμένοι ως ο αριθμός των κρουσμάτων ανά 100,000 κατοίκους με κυλιόμενο μέσο όρο 14 ημερών. Όσο μεγαλύτερος είναι ο κύκλος, τόσο μεγαλύτερος ήταν ο μέσος όρος του ημερήσιου αριθμού των κρουσμάτων ανά τον πληθυσμό κατά το 2020.

Παρατηρείται μια σχετικά ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της οικονομικής ευημερίας όπως μετριέται από το κατά κεφαλή  ΑΕΠ και τον δείκτη οικονομικής ενίσχυσης. Με άλλα λόγια, σε γενικές γραμμές οι πλουσιότερες χώρες προέβησαν σε γενναιότερες οικονομικές πολιτικές και πιο γενναιόδωρα οικονομικά πακέτα από τις φτωχότερες οικονομίες. Έτσι, στο πάνω άκρο του κάθετου άξονα παρατηρούμε χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Αυστρία και η Γερμανία, ενώ πολύ χαμηλά βρίσκονται χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Σλοβακία. Επίσης, ο βαθμός οικονομικής ενίσχυσης δεν φαίνεται να συσχετίζεται με την ένταση της πανδημίας, όπως αυτός αποτυπώθηκε από τον αριθμό των κρουσμάτων: χώρες όπως η Σουηδία, η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Ισπανία, παρουσίασαν υψηλό αριθμό κρουσμάτων κατά τη διάρκεια της χρονιάς, ωστόσο δεν προέβησαν σε γενναίες οικονομικές πολιτικές, τουλάχιστον ως ποσοστό του ΑΕΠ τους. Τέλος, παρουσιάζονται ορισμένες ενδιαφέρουσες εξαιρέσεις όπως η Ελλάδα και η Πολωνία, με αρκετά γενναιόδωρες πολιτικές για τις δυνατότητές τους, και από την άλλη πλευρά η Ιρλανδία, με λιγότερο γενναιόδωρες πολιτικές  παρά την οικονομική της ευμάρεια.

Σημείωση: Τα στοιχεία για τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα είναι ανανεωμένα μέχρι και τον Οκτώβριο του 2020.