Αυτό το κείμενο πολιτικής αναλύει την εξέλιξη της χρήσης drones στο πεδίο της μάχης από την Τουρκία, εξέλιξη που καθορίζεται από την επιθετική εξωτερική πολιτική και πολιτική εθνικής ασφαλείας της γείτονος. Το κείμενο θα συνδέσει αυτή την έκφανση της πολεμικής δεξιότητας της Τουρκίας με τον επιστημονικό διάλογο για την επίπτωση των drones στο σύγχρονο πεδίο της μάχης και στις συγκρουσιακές σχέσεις μεταξύ χωρών. Η περιορισμένη ανάπτυξη των drones και των σχετικών αντίμετρων από τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα τεθεί εντός του πλαισίου της δημοσιονομικής κρίσης της χώρας και της ανεπαρκούς αξιοποίησης των συμμαχιών της Ελλάδας, της γεωγραφικής της θέσης, και του οικοσυστήματος Έρευνας και Ανάπτυξης. Η ανάλυση θα επιχειρήσει να αναδείξει τις παραμέτρους και διαδικασίες που μπορούν να επιταχύνουν την ικανότητα των Ελληνικών Ένοπλων Δυνάμεων να απαντήσουν στις προκλήσεις που θέτει ο επιθετικός της γείτονας, συμπεριλαμβανόμενης και της πρόκλησης των drones.

Το Κείμενο Πολιτικής υπογράφει ο Αντώνης Καμάρας, Επιστημονικός Συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ. Μπορείτε να το διαβάσετε εδώ σε pdf.


Εισαγωγή

Οπλισμένα drones της Τουρκίας εμφανίστηκαν για πρώτη φορά το 1995, η παραγωγή τους όμως ήρθε για τα καλά στο προσκήνιο τα τελευταία πέντε χρόνια. Η πενταετής αυτή εξέλιξη εγκαινιάστηκε με τη χρήση οπλισμένων drones εναντίον Κούρδων αυτονομιστών εντός της Τουρκίας το 2016, και κορυφώθηκε στον πόλεμο Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν το 2020. Εκεί η εκτεταμένη χρήση drones, πολλά εκ των οποίων τουρκικής προέλευσης, αποδείχθηκε κρίσιμη για την έκβαση του πολέμου.

Κατά την ίδια περίοδο, στην Ελλάδα δεν είχε τεθεί σε προτεραιότητα είτε η παρακολούθηση των τουρκικών εξελίξεων στην τεχνολογία των drones, είτε η ανάπτυξη εκτεταμένων αντιμέτρων προς τη χρήση οπλισμένων drones. Το παρόν Κείμενο Πολιτικής εξετάζει τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα καθυστέρησε να λάβει μέτρα παρακολούθησης ή εξουδετέρωσης της εξέλιξης των drones στην Τουρκία, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου προοδευτικά αυξανόμενων στρατιωτικών εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών, και καταλήγει σε προτάσεις.

Πρώτον, θα γίνει μία αποτίμηση της μετεξέλιξης της Τουρκίας σε φιλόδοξη και καινοτόμο δύναμη ως προς τη χρήση οπλισμένων drones, καθώς και της συμβιωτικής σχέσης που έχει δημιουργηθεί μεταξύ των drones και  μίας ολοένα και πιο επιθετικής τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής εθνικής ασφάλειας.

“…χώρες οι οποίες διαθέτουν σμήνη οπλισμένων drones θα είναι όλο και συχνότερα σε θέση να θέτουν τους όρους προς αντίπαλα κράτη τα οποία δεν έχουν αναπτύξει ουσιαστικές δυνατότητες χρήσης drones, ούτε έχουν υιοθετήσει αποτελεσματικά αντίμετρα.”

Δεύτερον, η μετεξέλιξη της Τουρκίας σε καινοτόμο χρήστη drones για στρατιωτικούς σκοπούς θα ενταχθεί στον διεθνή διάλογο για τον αντίκτυπο των drones στο σύγχρονο πεδίο μάχης. Ειδικότερα, θα εξετάσουμε δύο κύρια σημεία: πρώτον, τι απαιτείται από τις ένοπλες δυνάμεις μιας χώρας για την επιτυχή ενσωμάτωση drones στις επιχειρήσεις τους, και δεύτερον, τις προκλήσεις που θέτει η αντιμετώπιση των drones στους σύγχρονους στρατούς. Σχετικά με τα παραπάνω, θα εξετάσουμε την θέση περί «παραθύρου ευκαιρίας» ως απότοκου της χρήσης των drones, σύμφωνα με την οποία χώρες οι οποίες διαθέτουν σμήνη οπλισμένων drones θα είναι όλο και συχνότερα σε θέση να θέτουν τους όρους προς αντίπαλα κράτη τα οποία δεν έχουν αναπτύξει ουσιαστικές δυνατότητες χρήσης drones, ούτε έχουν υιοθετήσει αποτελεσματικά αντίμετρα.

Τρίτον, το κείμενο θα παρουσιάσει τα περιορισμένα μέχρι στιγμής μέτρα που έχουν λάβει οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις σχετικά με τα drones, καθώς και την τρέχουσα δημόσια συζήτηση που έχει προκαλέσει στην Ελλάδα η χρήση στρατιωτικών drones από την Τουρκία.

Τέταρτον, το κείμενο θα απαριθμήσει λόγους που μπορούν να εξηγήσουν την καθυστέρηση σχεδιασμού πολιτικής στην Ελλάδα ως προς την υλοποίηση ενός συνεκτικού προγράμματος χρήσης drones και αντιμέτρων.

Στο πέμπτο τμήμα, το κείμενο περιλαμβάνει προτάσεις πολιτικής σχετικά με τους τρόπους έγκαιρης αντιμετώπισης από την πολιτική  και την ένστολη ηγεσία  απειλών προς τη δυνατότητα αποτροπής της χώρας , οι οποίες προέρχονται από την υιοθέτηση καινοτόμων οπλικών συστημάτων και τακτικών από τον σημαντικότερο στρατηγικό αντίπαλο της χώρας.

Εξέλιξη και χρήση των τουρκικών drones: ιστορικό και σημεία καμπής

Η Τουρκία υπήρξε μεταξύ των πρώτων χωρών που υιοθέτησαν τη χρήση drones, με τις πρώτες αγορές από αμερικανική εταιρεία να λαμβάνουν χώρα το 1995, ενώ ακολούθησαν αντίστοιχες από το Ισραήλ το 2005. Κύριος λόγος αυτής της επιλογής ήταν η χρήση σε επιχειρήσεις καταστολής, αρχικά για την παρακολούθηση κουρδικών αντάρτικων μονάδων και την καθοδήγηση των επιθέσεων των δυνάμεων του στρατού ή της αεροπορίας εναντίον τους. Ύστερα από την ρήξη της Τουρκίας με το Ισραήλ το 2010, οι εξαγωγές drones από το τελευταίο διακόπηκαν, ενώ οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να μεταφέρουν τα drones Reaper και Predator στην Τουρκία. Ως αποτέλεσμα, η Τουρκία αποφάσισε να αποκτήσει αυτόνομη δυνατότητα εξέλιξης και χρήσης drones.

Από το 2000 και μετά ανατέθηκαν συμβάσεις ανάπτυξης και παραγωγής drones τόσο σε εδραιωμένες όσο και νεοφυείς τουρκικές εταιρείες. Η πιο αξιόλογη περίπτωση ήταν το οπλισμένο ΤΒ2, το οποίο παραδόθηκε για πρώτη φορά το 2016 και το οποίο χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα σε επιχειρήσεις καταστολής, συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων κατά ανταρτών σε Τουρκία και Συρία[1].

Στη συνέχεια η Τουρκία αναβάθμισε τη δυνατότητά της, χρησιμοποιώντας τα drones της, είτε η ίδια είτε μέσω αντιπροσώπων (κατά πάσα πιθανότητα όμως με την άμεση εμπλοκή των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και υποδομών διοίκησης και ελέγχου), σε εμπόλεμες καταστάσεις με την συμμετοχή ημισυμβατικών ή εξ ολοκλήρου συμβατικών δυνάμεων σε τρεις περιπτώσεις, μέσα σε διάστημα δύο ετών.

“… η Τουρκία έγινε η πρώτη χώρα που χρησιμοποίησε οπλισμένα drones σε μία μαζικά συντονισμένη επίθεση σε συμβατικό πεδίο μάχης, εξαπολύοντας επίθεση κατά συριακών αρμάτων, τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού και αντιαεροπορικών συστημάτων.”

Στη Λιβύη η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας χρησιμοποίησε το 2019 τουρκικά drones για να πλήξει τις γραμμές ανεφοδιασμού του αντίπαλου Λιβυκού Εθνικού Στρατού και για να μπορέσει να καταλάβει πόλεις κοντά στην Τρίπολη. Τον Μάρτιο του 2020, η Τουρκία έγινε η πρώτη χώρα που χρησιμοποίησε οπλισμένα drones σε μία μαζικά συντονισμένη επίθεση σε συμβατικό πεδίο μάχης, εξαπολύοντας επίθεση κατά συριακών αρμάτων, τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού και αντιαεροπορικών συστημάτων. Αξίζει να σημειωθεί πως τα drones χρησιμοποιήθηκαν σε διάφορους ρόλους, όπως ως ανιχνευτές προς υποστήριξη του πυροβολικού, για την επίθεση κατά εχθρικών θέσεων και την κάλυψη σε δυνάμεις επί του εδάφους.

“…drones χρησιμοποιήθηκαν με τέτοια αποτελέσματα ακριβώς επειδή είχαν ενταχθεί επιτυχώς σε συνδυασμένες επιχειρήσεις.”

Αρκετούς μήνες μετά, drones τουρκικής αλλά και ισραηλινής προέλευσης χρησιμοποιήθηκαν με καταστρεπτική αποτελεσματικότητα κατά τη διάρκεια του πολέμου 44 ημερών μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν για τη διαφιλονικούμενη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Τα drones επηρέασαν και βοήθησαν τις επιχειρήσεις επί του εδάφους βοηθώντας στην πλήξη στόχων από το πυροβολικό, την αναγνώριση εν όψει επιθέσεων επί του εδάφους κ.ο.κ. Την ενσωμάτωση των drones στο συνολικό σχέδιο μάχης είναι ευρύτερα αντιληπτό ότι ανέλαβε τουρκικό προσωπικό με εμπειρία στη στρατιωτική χρήση drones. Τα αρμενικά αντιαεροπορικά αμυντικά συστήματα εδάφους ρωσικής προέλευσης, όντας σχεδιασμένα για χρήση κατά μαχητικών αεροσκαφών, δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν και να καταρρίψουν τα drones αυτά, ενώ πολλά εξ αυτών καταστράφηκαν από οπλισμένα αζερικά drones[2]. Θέλουμε να υπογραμμίσουμε πως τα drones χρησιμοποιήθηκαν με τέτοια αποτελέσματα ακριβώς επειδή είχαν ενταχθεί επιτυχώς σε συνδυασμένες επιχειρήσεις, κάτι που σημαίνει πως άλλες μονάδες του αζερικού στρατού, όπως οι ειδικές δυνάμεις και το πυροβολικό, διέθεταν επαρκείς δυνατότητες για να εκμεταλλευτούν τα πλεονεκτήματα που προσέφερε η χρήση των drones[3].

Τοιουτοτρόπως, η Τουρκία όχι μόνο δεν αισθάνεται ενοχές για την εξαγωγή drones σε εμπόλεμες ζώνες, αλλά αντιθέτως υποστηρίζει ενεργά την παράταξη ή τη χώρα που προμηθεύεται την δική της τεχνολογία drones προς χρήση στο πεδίο της μάχης. Το γεγονός αυτό αναβαθμίζει τη δυνατότητά της να καινοτομεί στη στρατιωτική χρήση drones, ενώ ισχυροποιεί και τις συμμαχίες της με αγοραστές της τεχνολογίας της, όπως στις περιπτώσεις της Λιβύης και του Αζερμπαϊτζάν.

“…τα drones δεν επωφελούνται μόνο από την επιταχυνόμενη εξέλιξη στο πεδίο της μάχης, αλλά και λειτουργούν καταλυτικά στην ένοπλη σύρραξη.”

Είναι ξεκάθαρο πως οι δυνατότητες ανάπτυξης drones της Τουρκίας έχουν εξελιχθεί παράλληλα με την τρέχουσα εξωτερική πολιτική και πολιτική εθνικής ασφάλειας της τουρκικής ηγεσίας, η οποία συνδυάζει την πάταξη των κουρδικών αποσχιστικών τάσεων, την αναβάθμιση του γεωπολιτικού και γεωοικονομικού ρόλου της Τουρκίας και την άνοδο της δημοτικότητας στο εσωτερικό μέσω της σχετικής προβολής ισχύος[4]. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως σε αυτήν τη συμβιωτική σχέση τα drones δεν επωφελούνται μόνο από την επιταχυνόμενη εξέλιξη στο πεδίο της μάχης, αλλά και λειτουργούν καταλυτικά στην ένοπλη σύρραξη. Η αποτελεσματική χρήση drones αυξάνει την πιθανότητα νίκης της Τουρκίας ή/και των συμμάχων της με αποδεκτό οικονομικό κόστος και με ελάχιστες απώλειες του στρατεύματος (οι οποίες μειώνονται ακόμα περισσότερο με τη μερική εναλλαγή απωλειών μεταξύ Τούρκων στρατιωτών και Σύριων μισθοφόρων, τόσο στην ίδια τη Συρία, όσο και τη Λιβύη)[5].

Επιπροσθέτως, η Τουρκία ταιριάζει στο παράδειγμα χωρών που είναι εξίσου σε θέση να κάνουν οι ίδιες χρήση των drones αλλά και να τα εξάγουν. Ως ολοένα και πιο αυταρχική χώρα, η Τουρκία ανταποκρίνεται στην τυπολογία ενός χρήστη drone, καθώς οι αυταρχικές χώρες τείνουν να αντιμετωπίζουν εσωτερικές συγκρούσεις και η χρήση drones μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματική σε καταστάσεις εμφύλιων συγκρούσεων. Οι αυταρχικές χώρες τείνουν επίσης να θέτουν λιγότερους περιορισμούς σχετικά με το πού θα εξάγουν τα drones τους, ενώ και αυτή η περίπτωση περιλαμβάνει τον τρόπο δράσης της Τουρκίας με την εξαγωγή drones σε άλλες αυταρχικές χώρες ή/και καθεστώτα, εν μέσω ενόπλων συγκρούσεων[6].

“…τόσο οι ειδικές περιστάσεις στην Τουρκία, όσο και τα γενικά χαρακτηριστικά της υποδηλώνουν πως η ανάδειξή της σε δύναμη ως προς τη χρήση drones δεν είναι περιστασιακή, αλλά μάλλον άρρηκτα συνδεδεμένη με τη γενική της πορεία.”

Συνολικά, τόσο οι ειδικές περιστάσεις στην Τουρκία, όσο και τα γενικά χαρακτηριστικά της υποδηλώνουν πως η ανάδειξή της σε δύναμη ως προς τη χρήση drones δεν είναι περιστασιακή, αλλά μάλλον άρρηκτα συνδεδεμένη με τη γενική της πορεία, με το στάτους αυτό να συνεχίζει να αποτελεί εξέχοντα παράγοντα ως προς την προβολή ισχύος της Τουρκίας, όσο η πορεία της διατηρείται εντός της τρέχουσας δυναμικής.

Τούτων λεχθέντων, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε πως υπάρχουν και περιορισμοί σχετικά με την ικανότητα της Τουρκίας να διατηρήσει και να εξελίξει τη θέση της ως δύναμη στη χρήση drones. Η εξάρτηση του τουρκικού κλάδου παραγωγής drones από εισαγόμενα εμπορικά διαθέσιμα εξαρτήματα (COTS) ή εξαρτήματα στρατιωτικής χρήσης σημαίνει πως όσο περισσότερους εχθρούς δημιουργεί η Τουρκία με την επιθετική χρήση των drones, τόσο μεγαλύτεροι περιορισμοί θα επιβάλλονται στη διαθεσιμότητα αυτών των εξαρτημάτων, κάτι που κατέστη εμφανές ύστερα από τη σύγκρουση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ[7]. Έτσι, μετά τον πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, ο Καναδάς απαγόρευσε την εξαγωγή στην Τουρκία κρίσιμων συστημάτων απόκτησης στόχου για drones.

Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι το καθεστώς μεσαίου εισοδήματος της Τουρκικής οικονομίας και η μέτρια δυνατότητα καινοτομίας καθιστά αμφίβολη τη δυνατότητα εξέλιξης της επόμενης γενιάς drones. Η εξέλιξη των drones στο εγγύς μέλλον θα αποτελέσει ολιγοπώλιο εξαιτίας των απαιτήσεων για μεγαλύτερη πολυπλοκότητα (π.χ. ενσωμάτωση δυνατοτήτων μη ανιχνεύσιμης λειτουργίας, stealth,  ή την προσομοίωση των δυνατοτήτων επανδρωμένων μαχητικών αεροσκαφών). Τέτοια επίπεδα πολυπλοκότητας μπορούν να επιτευχθούν μόνο από ορισμένες χώρες ή πολυεθνικούς ομίλους, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία και η Ευρωπαϊκή Ένωση[8]. Όπως και στην περίπτωση της πολεμικής της αεροπορίας, οι περιορισμοί εξαγωγής τεχνογνωσίας και εξαρτημάτων που αποφάσισε το αμερικανικό Κογκρέσο ως αποτέλεσμα της απόκτησης από την Τουρκία των S400 θα σημάνουν τη στασιμότητα και του προγράμματος των drones[9], εκτός εάν η Τουρκία αποκαταστήσει τις σχέσεις της με τους Δυτικούς συμμάχους της ή κάνει αποφασιστική κίνηση προς την Κίνα ή τη Ρωσική Ομοσπονδία.

Αναπτύσσοντας και αντιμετωπίζοντας ένα σύστημα drones

Αναλυτές έχουν επισημάνει πως τα drones, όπως κάθε άλλη στρατιωτική καινοτομία, έχουν καταστεί αποτελεσματικά όχι ως μεμονωμένες μονάδες αλλά μέσω απαιτητικών αλλαγών σχετικά με την αναδιαμόρφωση της διάταξης της ισχύος, του δόγματος, της εκπαίδευσης και της υποστήριξης της τεχνολογικής υποδομής, οι οποίες ενσωματώνουν την καινοτομία στην ευρύτερη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων. Κάτι τέτοιο αφορά ιδιαίτερα την περίπτωση των drones, τα οποία απαίτησαν σημαντικές αναβαθμίσεις στη συγκέντρωση και τη διάχυση των πληροφοριών που παρείχαν τα drones προς άλλες μονάδες, είτε εναέριες, είτε επί του εδάφους, μέσω αποτελεσματικών υποδομών C4 (Command, Communications, Controls και Computers).

“…η χρήση των drones έχει καταστήσει αναγκαίες σημαντικές και κατά συνέπεια δύσκολες αναβαθμίσεις δεξιοτήτων, καθώς απαιτεί από το προσωπικό την άρτια εκμάθηση της χρήσης της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας επικοινωνιών.”

Επιπλέον, η χρήση των drones έχει καταστήσει αναγκαίες σημαντικές και κατά συνέπεια δύσκολες αναβαθμίσεις δεξιοτήτων, καθώς απαιτεί από το προσωπικό την άρτια εκμάθηση της χρήσης της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας επικοινωνιών[10]. Δεδομένου πως η χρήση των drones περνά από την πειραματική στη θεσμοθετημένη φάση, χώρες με ίδια υποδομή έρευνας και τεχνολογίας για τα drones θα επωφεληθούν επίσης από τους κύκλους ανατροφοδότησης, από το πεδίο μάχης στη γραμμή παραγωγής, μία διαδικασία στην οποία έχει αριστεύσει το Ισραήλ και στην οποία η Τουρκία έχει πραγματοποιήσει επίσης σημαντική πρόοδο[11].

“Φαίνεται να υπάρχει ομοφωνία ως προς το συμπέρασμα πως οι ένοπλες δυνάμεις καμίας χώρας, των ΗΠΑ συμπεριλαμβανομένων, δεν είναι ακόμη σε θέση να χρησιμοποιήσουν ένα σύνολο πλήρως αποτελεσματικών αντιμέτρων στη στρατιωτική χρήση των drones.”

Φαίνεται να υπάρχει ομοφωνία ως προς το συμπέρασμα πως οι ένοπλες δυνάμεις καμίας χώρας, των ΗΠΑ συμπεριλαμβανομένων, δεν είναι ακόμη σε θέση να χρησιμοποιήσουν ένα σύνολο πλήρως αποτελεσματικών αντιμέτρων στη στρατιωτική χρήση των drones. Συζητείται το κατά πόσο υπάρχοντα οπλικά συστήματα αέρος-εδάφους και ραντάρ, είτε των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων είτε των αμερικανικών, μπορούν να προσαρμοστούν επαρκώς για την αντιμετώπιση της απειλής των drones, δεδομένης και της διαφαινόμενης αδυναμίας τέτοιων συστημάτων να πετύχουν κάτι τέτοιο στη Λιβύη, τη Συρία και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Επιπλέον (αν και αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση), αναλυτές έχουν σημειώσει την αδυναμία των προηγμένων αμυντικών συστημάτων αμερικανικής, γαλλικής και ελβετικής προέλευσης να υπερασπιστούν μια σαουδαραβική εγκατάσταση διυλιστηρίου εναντίον μιας περίπλοκης επίθεσης από drones, πιθανόν ιρανικής προέλευσης, το 2019[12].

Σχετικά με την ανάπτυξη αποτελεσματικών αντιμέτρων, φαίνεται να υπάρχει ομοφωνία πως μόνο συνολικές αλλαγές θα έχουν αποτέλεσμα, με την εισαγωγή νέων ή υπαρχόντων ειδικά προσαρμοσμένων αντιαεροπορικών πυραύλων μικρού βεληνεκούς (όπως ορίζει και η φράση «δυνατότητα χρήσης νέων δεδομένων από παλαιά συστήματα»), την υιοθέτηση αμυντικών συστημάτων ειδικά εναντίων drones από άρματα και αλλαγές στην εκπαίδευση των δυνάμεων εδάφους ως προς τη χρήση παραλλαγής, ελιγμών και ενίσχυσης αμυντικών θέσεων. Τέτοιες αλλαγές περιλαμβάνουν επίσης την αναδιοργάνωση των μονάδων στρατού σε μικρότερες σε μέγεθος αλλά με καλύτερες δυνατότητες άμυνας, ή/και την εκ νέου δημιουργία ειδικών μονάδων αεράμυνας σε επίπεδο ταξιαρχίας. Τέτοιες δυνάμεις αεράμυνας θα πρέπει να είναι σε θέση να προστατεύουν την ταξιαρχία τους από επιθέσεις από drones και ταυτόχρονα να ενημερώνουν την ηγεσία της ταξιαρχίας σχετικά με τακτικές μάχης  με στόχο την ελαχιστοποίηση των απωλειών από τις επιθέσεις των drones[13]. Όπως είπαν και Αμερικανοί στρατιωτικοί αναλυτές, αυτό που απαιτείται είναι «μία συνολική προσέγγιση που θα συνδέει τον στρατιώτη, το υλικό και τις εφαρμογές λογισμικού»[14].

Δεδομένων όλων των ανωτέρω, ακόμη και οι πιο προηγμένοι στρατοί χρειάζεται να αναπτύξουν κοστοβόρες και τεχνολογικά απαιτητικές δυνατότητες αντιμετώπισης των drones. Κατά συνέπεια, υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν πως τα drones έχουν καταστεί όπλο και γενικότερα αποτελούν έναν τρόπο διεξαγωγής του σύγχρονου πολέμου, ο οποίος μπορεί να αναγκάσει τον αντίπαλο να παραδοθεί ή να ηττηθεί[15]. Όπως οποιοδήποτε άλλο οπλικό σύστημα που ενισχύει την επίθεση εις βάρος της άμυνας, τα drones θεωρούνται ως παράγοντες που αυξάνουν τις πιθανότητες  ένοπλης σύγκρουσης. Συνολικά, το ζήτημα αποκτά δυαδική δυναμική, καθώς η χώρα που δεν κατέχει drones θα αναγκαστεί να καινοτομήσει ή να μιμηθεί, αποκτώντας δυνατότητες χρήσης και άμυνας κατά των drones.

Συνεπεία των παραπάνω και σε περίπτωση που μια τέτοια εξέλιξη δεν λάβει χώρα, η Τουρκία φαίνεται να επιβεβαιώνει τη θέση περί «παραθύρου ευκαιρίας» έναντι όσων αντιπάλων της δεν διαθέτουν τις ίδιες δυνατότητες ανάπτυξης και χρήσης drones και δεν είναι σε θέση να εξουδετερώσουν αυτό το πλεονέκτημα της Τουρκίας μέσω πειστικών και συνολικών αντιμέτρων[16]. Η σύγκρουση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ φαίνεται να επιβεβαιώνει αυτή τη θέση, υπό την έννοια ότι το Αζερμπαϊτζάν σχεδίασε ξεκάθαρα μία σύγκρουση όπου τα drones του θα διαδραμάτιζαν αποφασιστικό ρόλο. Και πράγματι τα drones επαλήθευσαν τις προσδοκίες, βοηθώντας το Αζερμπαϊτζάν να καταφέρει στρατιωτική νίκη.

Η ανταπόκριση της Ελλάδας στο πρόγραμμα ένοπλων μη επανδρωμένων αεροσκαφών της Τουρκίας και στη σχετική δημόσια συζήτηση

“…η απόκτηση εξαιρετικά προηγμένων drones έγινε από το 2011 και μετά, σύμφωνα με πηγή, κορυφαία προτεραιότητα για την ένστολη ηγεσία της Ελλάδας.”

Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είχαν εκτιμήσει τις δυνατότητες των drones από νωρίς με τους Επιτελάρχες να πραγματοποιούν την πρώτη τους αξιολόγηση για την χρησιμότητα των drones το 1998. Η Ελλάδα είχε αγοράσει σημαντικό αριθμό γαλλικών αεροσκαφών  Sperwer το 2002, με σκοπό την ενίσχυση στρατιωτικών μονάδων, και του πυροβολικού ειδικότερα, με τακτική υποστήριξη Παρακολούθησης και Αναγνώρισης Πληροφοριών (Intelligence Surveillance and Reconnaissance – ISR).  Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Sperwer ενσωματώθηκαν στους σχηματισμούς επίγειων δυνάμεων πρώτης γραμμής στην παραμεθόρια περιοχή του Έβρου και στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου[17]. Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Sperwer, ωστόσο, θεωρούνται ξεπερασμένα πλέον  και θα έπρεπε να έχουν αντικατασταθεί εδώ και αρκετό καιρό[18]. Περίπου την ίδια χρονική  περίοδο, το 2003, η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία σχημάτισε την πρώτη της μονάδα drones αναπτύσσοντας τα δικά της, επίσης μη οπλισμένα, μη επανδρωμένα αεροσκάφη Pegasus, τα οποία αναβαθμίστηκαν αρκετά χρόνια αργότερα[19]. Καθώς τα drones έγιναν όλο και πιο εμφανή στην ανάπτυξη και στις δυνατότητές τους παγκοσμίως, η απόκτηση εξαιρετικά προηγμένων drones έγινε από το 2011 και μετά, σύμφωνα με πηγή, κορυφαία προτεραιότητα για την ένστολη ηγεσία της Ελλάδας[20].

Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την σχεδόν εικοσαετή ενασχόληση με μη επανδρωμένα αεροσκάφη του στρατού και της πολεμικής αεροπορίας, καθώς και την αυξανόμενη θέση ισχύος των drones της Τουρκίας, δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε πρόσφατα να μισθώσει ισραηλινά αεροσκάφη Heron για σκοπούς ISR, τα οποία θα διοικούνται από την Ελληνική Πολεμική Αεροπορία από το νησί της Σκύρου.

Όσον αφορά την υιοθέτηση ολοκληρωμένων μέτρων κατά των μη επανδρωμένων αεροσκαφών, μέχρι στιγμής δεν έχουν ανακοινωθεί σημαντικές πρωτοβουλίες από το Υπουργείο Άμυνας (το οποίο βέβαια δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν υπάρχουν). Ο σημερινός Υπουργός Άμυνας μίλησε για μέτρα «εξουδετέρωσης» που θα εγκριθούν σε μελλοντική ημερομηνία για την αντιμετώπιση των τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών, τα οποία μπορεί να σημαίνουν ή όχι την έγκριση ηλεκτρονικών αντιμέτρων. Άτυπες ενημερώσεις αναφέρουν ακόμη ότι εκπαιδευτικά ελικοφόρα αεροπλάνα  της πολεμικής αεροπορίας μπορεί να μετατραπούν, με τη βοήθεια του Ισραήλ, σε καταδιωκτικά drones.

“Μεταγενέστερες άτυπες ενημερώσεις έχουν ενισχύσει την προσδοκία ότι η Ελλάδα θα αποκτήσει σύντομα μια προηγμένη ικανότητα αντι-drone.”

Ο Υπουργός Άμυνας συναντήθηκε επίσης με τέσσερις ελληνικές εταιρείες που έχουν λάβει χρηματοδοτική στήριξη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας για την ανάπτυξη λύσεων που σχετίζονται με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και γνωστοποίησε στα στελέχη των εταιρειών αυτών ότι το Υπουργείο θα υποστηρίξει τις προσπάθειές τους[21]. Επιπλέον, έχει ξεχωρίσει την Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) που σχετίζεται με τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη ως τομέα όπου οι ερευνητικές και επιχειρηματικές κοινότητες της Ελλάδας μπορούν να έχουν μια ιδιαίτερα γόνιμη συνεργασία με τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας και στο πλαίσιο των ροών χρηματοδότησης και των συνεργασιών που δημιουργούνται από τη Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία της ΕΕ (PESCO) και το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα βιομηχανικής ανάπτυξης στον τομέα της άμυνας (EDIDP)[22]. Είναι σημαντικό ότι μια αναφορά σε άρθρο του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Πρωθυπουργού της Ελλάδας θα μπορούσε κάλλιστα να προμηνύει μια φιλόδοξη προσπάθεια της πολιτικο-στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας να αναπτύξει όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη απάντηση στην προηγμένη ανάπτυξη των drones της Τουρκίας και μάλιστα το δυνατόν ταχύτερα[23]. Μεταγενέστερες άτυπες ενημερώσεις έχουν ενισχύσει την προσδοκία ότι η Ελλάδα θα αποκτήσει σύντομα μια προηγμένη ικανότητα αντι-drone[24].

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη  των μη επανδρωμένων αεροσκαφών καθοδηγείται ιστορικά από τις ίδιες τις ένοπλες δυνάμεις, με την πολιτική ηγεσία να ευθυγραμμίζεται ολοένα και περισσότερο κατά τον τελευταίο χρόνο με την ένστολη ηγεσία στην αξιολόγηση της σημασίας των μη επανδρωμένων αεροσκαφών.

Για να το θέσω πιο ήπια, η Ελλάδα δεν έχει βιώσει κάτι παρόμοιο με την πολιτική διαμάχη για το «χάσμα των πυραύλων», που έλαβε χώρα στις ΗΠΑ κατά την κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου. Κατ’ αναλογία, η συνειδητοποίηση της υστέρησης δυνατοτήτων drones σε σχέση με την Τουρκία θα γινόταν ένα καθοριστικό πολιτικό ζήτημα[25].  Ο δημόσιος διάλογος και η πολιτική συζήτηση στην Ελλάδα για τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη εν γένει, καθώς και για την αυξανόμενη ισχύ της ικανότητας drone της Τουρκίας ειδικότερα, ήταν πάντοτε περιορισμένα. Εξειδικευμένες αμυντικές έντυπες ή διαδικτυακές εκδόσεις έχουν ασχοληθεί με στενά τεχνικές πτυχές των δυνατοτήτων των drones, είτε των ελληνικών χερσαίων δυνάμεων είτε της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας, αλλά η ανάλυση αυτή δεν έχει διαδοθεί στα πολιτικά σημαντικά, ποιοτικά έντυπα μέσα.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τουλάχιστον από το 2018 έχουμε μια εκτενή ανάλυση των δυνατοτήτων των drones της Τουρκίας και των μελλοντικών στόχων της, που είναι διαθέσιμη στα αγγλικά και δημοσιεύτηκε από γνωστό τουρκικό ίδρυμα. Αυτή η ανάλυση του τρόπου λειτουργίας των drones της Τουρκίας, εξ όσων γνωρίζω, δεν έχει προκαλέσει αντίστοιχης πυκνότητας παραγωγή αναλύσεων στην κοινότητα των ανεξάρτητων Ελλήνων αμυντικών αναλυτών και εμπειρογνωμόνων[26]. Υπήρξαν ωστόσο ορισμένες σχετικές αναλύσεις και δημοσιεύσεις στα ΜΜΕ, που ανοίγουν το δρόμο για προβληματισμό προς την κατεύθυνση αυτή. Το ελληνικό ρεπορτάζ, στον ποιοτικό Τύπο, σχετικά με την ικανότητα των τουρκικών drones και τη συμβολή των μη επανδρωμένων αεροσκαφών στην έκβαση της σύγκρουσης του Ναγκόρνο Καραμπάχ επικεντρώθηκε κυρίως στην αποστολή επιτήρησης των ελληνικών drones, κυρίως στο Αιγαίο Πέλαγος. Τα διδάγματα που αντλήθηκαν από το Ναγκόρνο Καραμπάχ αφορούσαν μεταξύ άλλων την αμφισβήτηση της εξάρτησης από υποεκπαιδευόμενους κληρωτούς σε ένα τόσο αμείλικτο  πεδίο μάχης ή τη σύγκρουση ως ένδειξη ισχύος των Τουρκικών drones, κατευθύνοντας προς έναν αντίστοιχο προβληματισμό για τον αντίστοιχο εξοπλισμό των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων[27].

Πολύ εκτενέστερη ήταν η κάλυψη από τον Τύπο, που διαμορφώθηκε από άτυπες ενημερώσεις του Υπουργείου Άμυνας, το 2020 σχετικά με την απόδοση του ναυτικού και της πολεμικής αεροπορίας της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ισχύς που θα περιέλθει στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις με την απόκτηση των μαχητικών αεροσκαφών Rafales και των ακόμα μη-επιλεγμένων φρεγατών του Ναυτικού έχει επίσης καλυφθεί εκτεταμένα από τα μέσα ενημέρωσης[28].

Γιατί η Ελλάδα δεν έχει αναπτύξει ούτε μια συνολική drone ικανότητα  ούτε μια συνολική αντι-drone ικανότητα;

“…τα διδάγματα για την καταλυτική χρήση των drones στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ είναι πολύ πρόσφατα.”

Για να είμαστε δίκαιοι, όπως αναφέραμε παραπάνω, τα διδάγματα για την καταλυτική χρήση των drones στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ είναι πολύ πρόσφατα. Προηγούμενα περιστατικά αποτελεσματικής χρησιμοποίησης drones που υπερέβαιναν επαγγελματικούς στρατούς και εξελιγμένα συστήματα αεροπορικής άμυνας ήταν περιορισμένης έκτασης, όπως έχουμε αναφέρει παραπάνω. Πράγματι, ένοπλες δυνάμεις, όπως των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου, φάνηκαν μόνο πρόσφατα να τίθενται  σε εγρήγορση για την απειλή που μπορεί να θέσουν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη για τις δυνάμεις τους[29].

Ωστόσο, όταν μετατοπίζουμε την εστίασή μας από τα αντίμετρα ενάντιων των drones στην ανάπτυξη drones σε θέση μάχης, βλέπουμε ότι  ένοπλες δυνάμεις- τόσο ποικιλόμορφες όσο αυτές της Ιταλίας και της Σουηδίας- έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στη χρήση των drones για το δικό τους στρατό, όσον αφορά  ενέργειες  προστασίας δυνάμεων  (force protection measures) και συνδυασμένες επιχειρήσεις. Αυτό ισχύει κυρίως λόγω της έκθεσης αυτών των ενόπλων δυνάμεων σε συγκρούσεις όπως του Αφγανιστάν και του Μάλι[30]. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ελλάδα είναι ο πιο εξελιγμένος στρατηγικός αντίπαλος της Τουρκίας, θα μπορούσαμε να αναμένουμε ότι η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας θα είναι πρωτοπόρα, όσον αφορά το έγκαιρο  της απάντησής της, στις επιπτώσεις της εμπειρίας της Τουρκίας σε πολεμικές επιχειρήσεις όπου τα drones έχουν σημαίνοντα ρόλο. Στο βαθμό που αυτό δεν συνέβη τουλάχιστον για μια πενταετή περίοδο, μπορούμε να διακρίνουμε διάφορους λόγους.

“…η δημοσιονομική κρίση δεν κατέστησε δυνατή την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδας, καθώς οι πολιτικοί φορείς ανέλαβαν να διοικήσουν τη δομή που κληρονόμησαν.”

Πρώτον, η δημοσιονομική κρίση δεν κατέστησε δυνατή την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδας, καθώς οι πολιτικοί φορείς ανέλαβαν να διοικήσουν τη δομή που κληρονόμησαν με βασική διαφορά τα μειωμένα επίπεδα δαπανών. Αυτό συνέβη πράγματι σε άλλους κρατικούς τομείς, όπως η δημόσια υγεία και η εκπαίδευση, όπου οι διψήφιες ποσοστιαίες δημοσιονομικές περικοπές δεν οδήγησαν επίσης στον εξορθολογισμό και τη μεταρρύθμιση[31]. Στην εθνική άμυνα, οι λειτουργικές περιττές εγκαταστάσεις δεν έκλεισαν. Τα ξεπερασμένα οπλικά συστήματα και εγκαταστάσεις διατηρήθηκαν ως έχουν. Δεν δημιουργήθηκε κανένας ‘κουμπαράς’  για να επενδύσει σε νέας τεχνολογίας έξυπνα (smart) οπλικά συστήματα, που θα ενίσχυαν την αμυντική ή επιθετική ισχύ των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, όπως η ανάπτυξη drones ή αντίμετρα drones[32]. Οι κακοδιαχειριζόμενες κρατικές αμυντικές επιχειρήσεις δεν αναδιαρθρώθηκαν, έτσι ώστε να εισρεύσουν σχετικά  με την ανάπτυξη drone και αντι-drone κεφάλαια και τεχνογνωσία. Ενδεικτική της αδιαφορίας του πολιτικού συστήματος στην καινοτόμο εφαρμογή πολιτικής κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης, ήταν η απόφαση να κλείσει το (ομολογουμένως προβληματικό) ινστιτούτο αμυντικών μελετών του Υπουργείου Άμυνας. Κάποιος θα σκεφτόταν ότι θα ήταν ακριβώς σε ένα περιβάλλον δραστικών δημοσιονομικών περικοπών όπου  η πρωτοποριακή σκέψη θα ήταν πραγματικά σημαντική για την αμυντική πολιτική της Ελλάδας.

Δεύτερον, μια κουλτούρα προστασίας δυνάμεως και ασφάλειας προσωπικού με κάθε κόστος, σε συνδυασμό με μια ιστορική προκατάληψη για την εδαφική άμυνα, οδήγησε την Ελλάδα να συμμετάσχει με την ελάχιστη δυνατή διακινδύνευση σε απαιτητικές επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης, όπως η αποστολή της Διεθνούς Δύναμης Βοήθειας Ασφάλειας (ISAF) στο Αφγανιστάν[33]. Η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας είτε αγνόησε είτε δεν εκτιμούσε τον θετικό αντίκτυπο που θα είχαν τέτοιες συμμετοχές, σε περιβάλλοντα υψηλότερου κινδύνου, για τον συνολικό εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης της έγκαιρης εκτίμησης της σημασίας της απόκτησης και ανάπτυξης των drones[34]. Ο φόβος της εγχώριας αντιπολίτευσης, καθώς και ο κίνδυνος τρομοκρατικών αντίποινων, σήμαινε ότι η ελληνική κυβέρνηση  είχε περιορισμένη επιρροή στο να ζητήσει την πώληση οπλισμένων drones από τις ΗΠΑ, επιτρέποντας σε αντάλλαγμα σε αμερικανικά drones που εδρεύουν στην Ελλάδα να διεξάγουν  επιθέσεις στη  Μεσόγειο και αλλού. Ακόμη και η παραχώρηση του να επιτρέψει στις ΗΠΑ να λειτουργούν μη οπλισμένα drones από την Ελλάδα προέκυψε μετά από παρατεταμένες διαπραγματεύσεις διάρκειας πέντε ετών, με τα drones MQ-9 Reaper των ΗΠΑ να προσγειώνονται για πρώτη φορά στην αεροπορική βάση της Λάρισας το 2018[35]. Η τάση αποφυγής διακινδύνευσης από πλευράς κυβερνήσεων, που αυξήθηκε κατά την περίοδο της δημοσιονομικής κρίσης, καθίσταται ακόμα σαφέστερη εάν λάβει κανείς υπόψη ότι κατά την περίοδο 2012-2015 επικεφαλής της χώρας ήταν ο κεντροδεξιός Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, οπαδός μιας «σκληρής γραμμής» στην εξωτερική πολιτική, που θα έπρεπε να ήταν συγκριτικά προθυμότερος να αναπτύξει τη στρατιωτική αποτρεπτική δύναμη και ετοιμότητα της χώρας.

“Η σύγκριση και η αντίθεση με τον γείτονα της Ελλάδας, την Ιταλία, δεν θα μπορούσε να είναι πιο έντονη.”

Η σύγκριση και η αντίθεση με τον γείτονα της Ελλάδας, την Ιταλία, δεν θα μπορούσε να είναι πιο έντονη. Η Ιταλία επέτρεψε την εκκίνηση επιθέσεων, κατά περίπτωση, από ένοπλα drones των ΗΠΑ που εδρεύουν στον Ναυτικό Αεροπορικό Σταθμό Sigonella της Σικελίας, με αντάλλαγμα την άδεια αγοράς οπλισμένων drone MQ-9 Reaper των ΗΠΑ τον Φεβρουάριο του 2015[36]. Φυσικά δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι Ιταλοί πολιτικοί και ένστολοι φορείς χάραξης πολιτικής είχαν ενσωματώσει την αξία της ικανότητας μη επανδρωμένων αεροσκαφών ήδη από το 2005 και το 2007, στο Ιράκ και το Αφγανιστάν αντίστοιχα, όπου τα άοπλα drones Predator, που είχε αγοράσει η Ιταλία χρησιμοποιήθηκαν για την υποστήριξη ιταλικών στρατευμάτων σε αυτά τα δύο περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου. Εν ολίγοις, η Ιταλία, σε αντίθεση με την Ελλάδα, διακινδύνευσε και υπέστη απώλειες σε επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης (53 στρατιώτες της Ιταλίας έχασαν τη ζωή τους στο Αφγανιστάν) και δεν άφησε τους φόβους για τρομοκρατική αντεπίθεση να αρνηθούν στις ΗΠΑ τη χρήση των ιταλικών βάσεων για ένοπλες επιθέσεις drones. Σε συνδυασμό, αυτές οι αποφάσεις επέτρεψαν στις ιταλικές ένοπλες δυνάμεις να ενσωματώσουν εξελιγμένα drones στις επιχειρήσεις τους, καθώς και να παρέχουν την απαραίτητη επιρροή στην ιταλική κυβέρνηση για να απαιτήσει από τις ΗΠΑ την πώληση ένοπλων drones.

“…η Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Επενδύσεων και Εξοπλισμών (ΓΔΑΕΕ) δεν ήταν, και εξακολουθεί, πιθανότατα, να μην είναι έτοιμη να ανταποκριθεί γρήγορα στην αυξανόμενη απειλή των drones.”

Τρίτον, η Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Επενδύσεων και Εξοπλισμών (ΓΔΑΕΕ) δεν ήταν, και εξακολουθεί, πιθανότατα, να μην είναι έτοιμη να ανταποκριθεί γρήγορα στην αυξανόμενη απειλή των drones, είτε μέσω της ταχείας απόκτησης ικανότητας drone και αντι-drone από το εξωτερικό είτε μέσω αλληλεπίδρασης με το οικοσύστημα Ε&Α (R&D) της Ελλάδας. Όπως επεσήμανε ο πρώην αρχηγός της ΓΔΑΕΕ, η Διεύθυνση: α) δεν ακολουθεί τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές, καθώς το προσωπικό της δεν είναι μόνιμοι τεχνοκράτες, αλλά μάλλον αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων που αποσπώνται στην ΓΔΑΕΕ για τριετή θητεία · β) εργάζεται σε ένα δυσλειτουργικό νομοθετικό πλαίσιο, που υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης ως αντίδραση σε προηγούμενα σκάνδαλα αμυντικών προμηθειών, το οποίο  προκαλεί σημαντικές καθυστερήσεις ή υψηλούς δείκτες αποτυχίας κατά την ολοκλήρωση των διαγωνισμών, ενώ δεν επιβοηθά τις συνεργασίες R&D με αμυντικές εταιρείες και ερευνητικά ιδρύματα· γ) δεν διαθέτει εξειδικευμένο γραφείο αφιερωμένο στη συνεργασία με το ελληνικό οικοσύστημα R&D· δ) η όλη διαδικασία σύναψης συμβάσεων υποφέρει από την έλλειψη δημοσιευμένου μακροπρόθεσμου σχεδιασμού προμηθειών άμυνας και από ad hoc αποφάσεις προμηθειών που έχουν ληφθεί από την πολιτική ηγεσία χωρίς προηγούμενη ουσιαστική αλληλεπίδραση με τη Διεύθυνση και το ΓΕΕΘΑ[37].

Τέταρτον, μια υποσιτισμένη ερευνητική κοινότητα δεν μπορούσε να παράσχει ιδέες σε πολιτικές ηγεσίες που ιστορικά είχαν συνηθίσει να επιλέγουν το status quo και να υποστηρίζουν πελατειακές ομάδες που επλήγησαν από την κρίση[38]. Είναι πολύ πιθανό ότι οι ομάδες εργασίας του Υπουργείου Άμυνας για την ανάπτυξη drones πραγματοποίησαν εξαιρετικές και έγκαιρες αναλύσεις των επιπτώσεων των πολεμικών επιχειρήσεων με την συμμετοχή drones για την αποτρεπτική δύναμη της Ελλάδας. Το θέμα παραμένει, ωστόσο, η ανεπαρκής δημόσια και εξειδικευμένη συζήτηση σχετικά με την ισχύ των τουρκικών drones, όταν δεν φαίνεται να υπάρχει μια κρίσιμη μάζα αναλυτών και μελετητών που μπορούν να προκαλέσουν την μεταρρύθμιση και καινοτομία στην ελληνική αμυντική πολιτική. Μια τέτοια  κρίσιμη μάζα αναλυτών και μελετητών θα ενίσχυε σίγουρα την επιρροή των πλέον διορατικών αξιωματικών στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Άμυνας κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης έτσι ώστε, κατά την στερεότυπη έκφραση, «να μετατραπεί η κρίση σε ευκαιρία».

Πέμπτον, οι ενσωματωμένες προκαταλήψεις σε περιόδους αφθονίας, για την απόκτηση όμοιων (σε σχέση με την Τουρκία) υψηλού κύρους και αναγνωρισιμότητας  οπλικών συστημάτων, αρμάτων μάχης, φρεγατών και μαχητικών αεροσκαφών , έχει οδηγήσει σε χαμηλότερο ενδιαφέρον των πολιτικών ηγεσιών του Υπουργείου Άμυνας, για λιγότερο εμφανή αλλά όχι λιγότερο σημαντικά οπλικά συστήματα και υποδομές. Υποδομές που είναι λιγότερο απτές και πιο δύσκολο να αξιολογηθούν ως προς την αποτελεσματικότητά τους, ιδίως όταν συνδυάζονται με την ανάπτυξη drones, όπως τα συστήματα C4, δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένες[39].  Οι πολιτικές ηγεσίες θα ήταν ίσως ικανοποιημένες να τσεκάρουν τα αντίστοιχα κουτάκια αποτρεπτικής δύναμης της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας – π.χ. έχουν X μαχητικά αεροσκάφη, έχουμε Y μαχητικά και ούτω καθεξής – χωρίς να εμβαθύνουν στην ουσία της αποτρεπτικής δύναμης της Ελλάδας σε όλη της την πολυπλοκότητα, δυναμική εξέλιξη και αναπόφευκτη αβεβαιότητα.

Μαθήματα για το μέλλον

Η ανάπτυξη μιας αξιόλογης και καινοτόμου ικανότητας drones από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δημιουργεί σημαντική πρόκληση αποτροπής για την Ελλάδα. Αυτή η πρόκληση είναι τόσο βραχυπρόθεσμη όσο και μακροπρόθεσμη. Η βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη πρόκληση συνίσταται  στο ότι η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδας πρέπει να αναβαθμίσει γρήγορα και να αναπτύξει, αντίστοιχα, μια ικανότητα drone και αντι-drone.

Η μακροπρόθεσμη πρόκληση, και με την υπόθεση ότι το τουρκικό πρόγραμμα drones είναι απλώς προάγγελος μελλοντικών εξελίξεων, είναι η θεσμοθέτηση μιας μεταρρυθμιστικής νοοτροπίας, σε οργανωτικούς και τεχνολογικούς όρους, τόσο εντός όσο και εκτός του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Μόνο μια τέτοια νοοτροπία θα επιτρέψει στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις να αναπτύξουν έγκαιρες και αποτελεσματικές λύσεις, ώστε να αποτρέψουν τις δυναμικές και εξαιρετικά περίπλοκες απειλές που δεν έχουν ακόμη προκύψει στην εθνική ασφάλεια της Ελλάδας από τον κύριο στρατηγικό αντίπαλό της, την Τουρκία.

Ένας  Έλληνας πρωθυπουργός με τεχνοκρατική όσο και  διεθνή αντίληψη, η καταστροφική ήττα των Αρμενίων στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και ο ολοένα και πιο στρατιωτικά επιθετικός γείτονας, η Τουρκία, αυτές οι τρείς παράμετροι εγγυώνται ίσως ότι το Υπουργείο Άμυνας θα επιταχύνει κατά τους μήνες και τα χρόνια που ακολουθούν την απόκτηση μιας drone και anti-drone ικανότητας.

“Μια τέτοια ειδική ομάδα (task force) θα πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο τον στρατό και την αεροπορία, οι οποίοι έχουν ήδη εμπειρία στην ανάπτυξη μη επανδρωμένων αεροσκαφών, αλλά και το ναυτικό.”

Λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος της πρόκλησης, ίσως ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να εξουσιοδοτήσει, στο Υπουργείο Άμυνας, έναν υψηλόβαθμο αξιωματικό για την ανάπτυξη της ικανότητας drones  και αντι-drone. Αυτή η ενδυνάμωση συνεπάγεται ενισχυμένες αρμοδιότητες, επαρκείς οικονομικούς  πόρους και αυστηρή, από άποψη χρονοδιαγράμματος, δομή υποβολής εκθέσεων που θα περιλαμβάνει τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Μια τέτοια ειδική ομάδα (task force) θα πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο τον στρατό και την αεροπορία, οι οποίοι έχουν ήδη εμπειρία στην ανάπτυξη μη επανδρωμένων αεροσκαφών, αλλά και το ναυτικό, καθώς όλο και περισσότερο τα drones εντάσσονται στις πιο προηγμένες ναυτικές δυνάμεις του κόσμου[40].

Σημειώνουμε επίσης εδώ ότι ενώ, πράγματι, αξιωματικοί  και όχι η πολιτική ηγεσία  ήταν η κύρια κινητήρια δύναμη στην απόκτηση μιας ικανότητας drone στην Ελλάδα κατά τα τελευταία 20 χρόνια, στο μέλλον η πολιτική ηγεσία ίσως χρειαστεί να γείρει προς όφελος ενός μετασχηματισμού των ενόπλων δυνάμεων προς την κατεύθυνση ανάπτυξης των drones. Αυτό θα ισχύει ιδιαίτερα εάν ένας τέτοιος μετασχηματισμός θέτει αυξανόμενες απαιτήσεις, με δεδομένους τους πεπερασμένους  πόρους, και επιβάλλει ριζικές μεταρρυθμίσεις δομής ισχύος. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα απαιτούσε από την πολιτική ηγεσία να πάρει το μέρος των αξιωματικών που υποστηρίζουν  την συνολική ενσωμάτωση των drones, σε αντίθεση με τους πιο συντηρητικούς αξιωματικούς που έχουν κατοχυρωθεί στο status-quo όσον αφορά οπλικά συστήματα και δομές δυνάμεων.

Κάτω από ένα αυστηρό χρονοδιάγραμμα, και επαρκώς χρηματοδοτούμενο, θα μπορούσε να διοριστεί μια ειδική anti-drone ομάδα εργασίας που θα μπορούσε επίσης να λειτουργήσει ως καταλύτης όσον αφορά την κινητοποίηση της ερευνητικής κοινότητας και των πιο καινοτόμων αμυντικών εταιρειών προς ενίσχυση της στρατιωτικής αποτρεπτικής δύναμης της χώρας. Σίγουρα, θα ήταν δύσκολο να σκεφτούμε μια πιο κινητήρια  πρόκληση, λαμβάνοντας υπόψη τη διττή ιδιότητα  της Τουρκίας ως την μοναδική στρατηγική αντίπαλο της Ελλάδας και ως διεθνή δύναμη στη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων   μέσω drones.

Όσον αφορά τις χερσαίες δυνάμεις της Ελλάδας που αποκτούν ικανότητα drone, το Υπουργείο Άμυνας μπορεί να εφαρμόσει με σύνεση τεχνολογίες, δόγματα και επιχειρήσεις από έναν ή περισσότερους από τους στρατηγικούς  συμμάχους μας – το Ισραήλ θα ήταν ο κορυφαίος υποψήφιος από την άποψη αυτή, έχοντας μακρά και δοκιμασμένη σε μάχες, εμπειρία σε αυτόν τον τομέα. Η Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να αντιγράψει την Τουρκία παράγοντας σε σύντομο χρονικό διάστημα ένα φτηνό αλλά αποτελεσματικό οπλισμένο drone, παρόμοιο  με το TB2, που βασίζεται σε εισαγόμενα με άμεσα διαθέσιμα στο εμπόριο ανταλλακτικά (Commercial off-the-shelf – COTS) καθώς και σε άλλο άμεσα διαθέσιμο εξοπλισμό στρατιωτικής χρήσης.

“…καθώς τα drones μοιάζουν όλο και περισσότερο με τα επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη αναφορικά με την πολυπλοκότητα και τις δυνατότητές τους, η μόνη εφικτή επιλογή θα ήταν οι ελληνικές κρατικές και ιδιωτικές εταιρείες να συνεχίσουν ή/και να συμμετάσχουν στις σχετικές ευρωπαϊκές κοινοπραξίες.”

Μακροπρόθεσμα, καθώς τα drones μοιάζουν όλο και περισσότερο με τα επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη αναφορικά με την πολυπλοκότητα και τις δυνατότητές τους, η μόνη εφικτή επιλογή θα ήταν οι ελληνικές κρατικές και ιδιωτικές εταιρείες να συνεχίσουν ή/και να συμμετάσχουν στις σχετικές ευρωπαϊκές κοινοπραξίες αντί να ξοδέψουν πολύτιμο χρόνο και πόρους στη χίμαιρα της αυτάρκειας. Με αυτόν τον τρόπο οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις θα απολαμβάνουν πρόσβαση σε drones επόμενης γενιάς και οι ελληνικές εταιρείες θα είναι σε θέση να αναπτύξουν κρίσιμες δεξιότητες , τόσο για την πολιτική όσο και για την στρατιωτική χρήση των drones. Σχετικές πρωτοβουλίες της ΕΕ επιταχύνουν εξελίξεις προς αυτήν την κατεύθυνση[41] και ελληνικές εταιρείες και πανεπιστήμια έχουν ενταχθεί στο παιχνίδι[42]. Ωστόσο, πρέπει να αναπτυχθεί ένας συνεκτικός οδικός χάρτης από το Υπουργείο Άμυνας ώστε να βελτιστοποιηθούν αυτές οι προσπάθειες[43].

“Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να προσπαθήσει να επιβραδύνει το τουρκικό εξοπλιστικό ρολόι.”

Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να προσπαθήσει να επιβραδύνει το τουρκικό εξοπλιστικό ρολόι. Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση πρέπει να εφαρμόσει μια έντονη προσπάθεια πίεσης για την προώθηση εμπάργκο, τουλάχιστον εντός της ΕΕ, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Βόρειας Αμερικής, στην εξαγωγή τεχνολογιών που σχετίζονται με τα drones στην Τουρκία. Μέχρι στιγμής, η ελληνική κυβέρνηση έχει επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην προώθηση εμπάργκο στις πωλήσεις από τη Γερμανία, την Ισπανία και την Ιταλία σημαντικών εξοπλισμών όπως υποβρύχια, ελικοπτεροφόρα πλοία  και ελικόπτερα επιθετικού τύπου[44]. Καθώς τα τουρκικά drones έχουν δείξει τη στρατηγική τους σημασία στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, οι εξαγωγές βασικών εξαρτημάτων drones πρέπει να αντιμετωπίζονται με την ίδια βαρύτητα με αυτά τα μεγάλα οπλικά συστήματα, όσον αφορά την πιθανή απειλή που αντιπροσωπεύουν τα drones της Τουρκίας σε ένα άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ και ευρωατλαντικό σύμμαχο. Επιπλέον, το εμπάργκο στην εξαγωγή εξαρτημάτων drones έχει το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι είναι οικονομικά ανώδυνη απόφαση για τις ενδιαφερόμενες χώρες. Σε σύγκριση με την ακύρωση συμβάσεων για μεγάλα οπλικά συστήματα αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ που  επηρεάζουν την απασχόληση σε βασικούς κατασκευαστές όπλων, τα εξαρτήματα που σχετίζονται με τα drones έχουν αμελητέα  αξία τόσο όσον αφορά τα έσοδα όσο και την απασχόληση εταιρειών στις χώρες που παράγονται .

Τα μακροπρόθεσμα μέτρα πρέπει κυρίως να στοχεύουν στη δημιουργία μιας ισχυρής συμμαχίας  υπέρ των στρατιωτικών μεταρρυθμίσεων εντός και εκτός του Υπουργείου Εθνικής  Άμυνας. Μια τέτοια συμμαχία  πρέπει, ενδεικτικά, να χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα οκτώ στοιχεία δράσης:

  1. Ο ριζικός μετασχηματισμός της νομικής και οργανωτικής οργάνωσης της ΓΔΑΕΕ που περιλαμβάνει: α) την υιοθέτηση ενός νομικού πλαισίου που ακολουθεί τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές που επιτρέπουν μια αποτελεσματική διαδικασία υποβολής προσφορών και μια παραγωγική σχέση με το ελληνικό οικοσύστημα R&D β) την πρόσληψη κορυφαίων μη ένστολων επιστημόνων ή ακόμη και τη δημιουργία μιας δομής καριέρας , που θα επιτρέπει στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας να εντάξει στο σώμα αξιωματικών, και ειδικότερα στην ΓΔΑΕΕ, υψηλής ποιότητας επιστήμονες και τεχνοκράτες στο μέσο της  σταδιοδρομίας τους (mid-career)[45]· γ) τη δημιουργία στην ΓΔΑΕΕ ενός ειδικού γραφείου αφιερωμένου στην καλλιέργεια μιας αποτελεσματικής σχέσης με το ελληνικό οικοσύστημα έρευνας και ανάπτυξης.
  2. Συμμετοχή σε απαιτητικές επιχειρήσεις διατήρησης της ειρήνης και άλλες πολυμερείς επιχειρήσεις, προκειμένου να αναπτυχθεί μια ομάδα αξιωματικών που είναι εξοικειωμένοι με τον πιο προηγμένο, παγκόσμιο, εξοπλισμό πεδίου, το δόγμα και την τακτική επιχειρήσεων. Η συμμετοχή στο Αφγανιστάν των ελληνικών ειδικών δυνάμεων, θα ενίσχυε τόσο την πολιτική όσο και τη στρατιωτική συνειδητοποίηση της αποτελεσματικότητας των μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη διευκόλυνση των συνδυασμένων επιχειρήσεων και την επίγνωση της κατάστασης (situational awareness) που είναι κρίσιμη για την προστασία δυνάμεων. Έτσι, ένα πρότυπο για τον μετασχηματισμό των επιχειρήσεων με γνώμονα τα drones, θα είχε καταστεί κτήμα του σώματος των Ελλήνων αξιωματικών. Σε αυτό το πλαίσιο, η συμμετοχή των ελληνικών ειδικών δυνάμεων στην αποστολή υπό την ηγεσία της Γαλλίας στο Μάλι θα ήταν μια πολύ κατάλληλη πρώτη αρχή, που θα χαίρει  πολιτικής  νομιμοποίησης μια που η Γαλλία έχει  πολύπλευρα ενισχύσει την αποτρεπτική ισχύ της Ελλάδας.
  3. Η δέσμευση για τη δημοσίευση από το Υπουργείο Άμυνας τετραετών κειμένων Δομής Ισχύος και Εθνικής Στρατηγικής Ασφάλειας έτσι ώστε: (α) η ερευνητική κοινότητα να μπορεί να ελέγχει τις παραδοχές του Υπουργείου και, μέσω διαλόγου και αμφισβήτησης πολιτικής, να βελτιώνει το παίγνιο τόσο των πολιτικών, όσο και του στρατιωτικού προσωπικού επιφορτισμένο με την εθνική άμυνα της χώρας· (β) Το εγχώριο οικοσύστημα έρευνας και ανάπτυξης θα μπορούσε να επενδύσει χρόνο και προσπάθεια για να γίνει αποτελεσματικός εταίρος του Υπουργείου Εθνικής Αμυνας έχοντας ως σημείο αναφοράς τέτοιες δημοσιευμένες, εθνικές αμυντικές προτεραιότητες. Μια δημοσιευμένη δομή δυνάμεων και ένα κείμενο  εθνικής ασφάλειας, π.χ. το 2016, θα είχαν ως αποτέλεσμα προηγμένοι μελετητές και αναλυτές, στην Ελλάδα και από τη διασπορά, να προειδοποιήσουν τους Έλληνες πολιτικούς να μην υποτιμήσουν τη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων  δια των drones και την σημασία των drones για την ελληνική αποτρεπτική ισχύ.
  4. Η δημιουργία και χρηματοδότηση ενός ή περισσοτέρων Τμημάτων αμυντικών μελετών στα πανεπιστήμια της Ελλάδας, ώστε να δημιουργηθεί ένα νέο κράμα πολιτικών και στρατιωτικών μελετητών και τεχνοκρατών που στη συνέχεια θα ενημερώνουν τόσο τον δημόσιο όσο και τον εξειδικευμένο διάλογο πολιτικής. Μια κρίσιμη ομάδα μελετητών στην Ελλάδα θα είχε υποβάλει σε αυστηρή κριτική την απροθυμία  των διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης, να υιοθετήσουν  εξορθολογιστικές και εκσυγχρονιστικές πολιτικές, προκειμένου να επικαιροποιήσουν την αποτρεπτική δύναμη των ενόπλων δυνάμεων σε δημοσιονομικά χαλεπούς  καιρούς. Είναι επίσης επιτακτική η ανάγκη η ελληνική έρευνα  για τις πολιτικo-στρατιωτικές σχέσεις(Civil Military Relations – CMR) να μην περιορίζεται στην εξέταση της εξέλιξης αυτών των σχέσεων  υπό την οπτική της εδραίωσης της δημοκρατίας στην Ελλάδα. Οι Έλληνες μελετητές πρέπει να επεκτείνουν τον ορίζοντά τους για να αντιμετωπίσουν το ζήτημα του πώς έχουν επηρεάσει οι πολιτικο-στρατιωτικές σχέσεις  τόσο ιστορικά όσο και στο παρόν, την ελληνική αμυντική πολιτική και την αποτελεσματικότητα στο πεδίο της μάχης των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδας. Κατ’ εξοχήν άλλωστε, η καθυστερημένη υιοθέτηση μιας ικανότητας drone και αντί-drone στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις είναι μια μελέτη περίπτωσης πολιτικοστρατιωτικών σχέσεων, όπως αναδείξαμε παραπάνω[46].
  5. Πρέπει να σπάσει το πολιτικό ταμπού της ΈρεΥνας και Ανάπτυξης προσανατολισμένης στην άμυνα στα τμήματα μηχανικών, πληροφορικής και άλλων υψηλής τεχνολογίας τμημάτων πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων της χώρας μέσω της δημιουργίας γραφείων σύνδεσης του Υπουργείου Άμυνας με τις μονάδες μεταφοράς τεχνολογίας αυτών των ιδρυμάτων[47]. Επιπλέον, η κατανομή χρηματοδοτικών πόρων του Υπουργείου Άμυνας στην βασική και εφαρμοσμένη έρευνα, έτσι ώστε η ερευνητική κοινότητα της Ελλάδας να γίνει η ίδια αναπόσπαστο στοιχείο της μεταρρυθμιστικής ατζέντας στην άμυνα  μέσω της ικανότητάς της να καινοτομεί με τρόπο που να σχετίζεται με την εθνική άμυνα. Ιδιαίτερα στην Τεχνολογία Πληροφοριών και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), που είναι ένας πολύ σημαντικός τομέας για την ανάπτυξη μιας ικανότητας drone και αντί-drone, τα πανεπιστημιακά τμήματα και τα ερευνητικά ιδρύματα της Ελλάδας έχουν αναπτύξει μια κρίσιμη μάζα γνώσης. Αυτή η γνώση, με την παροχή ανταγωνιστικής και μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην ικανότητα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων να προωθούν καινοτόμες ικανότητες drone και αντι-drone και άλλες πρωτοποριακές στρατιωτικές τεχνολογίες.
  6. Αξιοποίηση προγραμμάτων και προτεραιοτήτων πολιτικής της ΕΕ, τόσο στον στρατιωτικό όσο και στον πολιτικό τομέα, προκειμένου να αναπτυχθούν σχετικές με τις εθνικές αμυντικές Ε&Α ικανότητες. Για παράδειγμα, η αποτελεσματική συμμετοχή της Ελλάδας στη στρατηγική drone 2.0 της ΕΕ, καθώς και κατάλληλα σχεδιασμένες δράσεις που θα χρηματοδοτηθούν από το Ελληνικό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μπορούν να εμβαθύνουν τις ικανότητες που θα αναπτυχθούν προς όφελος των εφαρμογών που σχετίζονται με την άμυνα.
  7. Ο εξορθολογισμός των κρατικών αμυντικών επιχειρήσεων και η επιτυχής αξιοποίηση συμφωνιών αντιστάθμισης, έτσι ώστε η χώρα να αποκτήσει ένα μελλοντικό στρατιωτικό και βιομηχανικό πλέγμα (military & industrial complex) και, σε συνεργασία με την επιστημονική κοινότητα, να γίνει επίσης ένας αποτελεσματικός παράγοντας αδιάκοπου εκσυγχρονισμού στις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας. Οι πρόσφατες εισροές αλλοδαπού κεφαλαίου στις ελεγχόμενες από το κράτος αμυντικές επιχειρήσεις της Ελλάδας είναι ενθαρρυντικές, αλλά οι νέοι ιδιοκτήτες ή/και εταίροι κοινοπραξίας εταιρειών πρέπει να ανταμείβονται με συμβάσεις του Υπουργείου Άμυνας μέσω τεχνικά απαιτητικών προσφορών που θα αμείβουν όχι μόνο την αποτελεσματικότητα αλλά και καινοτόμες λύσεις σε κρίσιμους τομείς όπως η διεξαγωγή επιχειρήσεων δια των drones.

Συμπέρασμα

“…οι τουρκικές καινοτομίες στον πόλεμο με μη επανδρωμένα αεροσκάφη έχουν ενθαρρύνει την ηγεσία της Τουρκίας να καταφύγει στον πόλεμο.”

Η πορεία της Τουρκίας στην διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων μέσω drones συνίσταται στην αλληλεπίδραση μεταξύ μιας νέας στρατιωτικής τεχνολογίας και ενός έθνους-κράτους που: (α) υποτροπιάζει ταυτόχρονα σε έναν ιστορικό κανόνα, δηλαδή την εσωτερική καταστολή της κουρδικής μειονότητας, ενώ (β) αποκλίνει από έναν άλλο ιστορικό κανόνα, δηλαδή τον Δυτικό προσανατολισμό της και την συνετή πολιτική  εθνικής ασφάλειας και εξωτερική πολιτική που είχαν συντελέσει στην  αποφυγή στρατιωτικών εμπλοκών  (με εξαίρεση την εισβολή του 1974 στην Κύπρο, η οποία, ωστόσο, περιελάβανε τους ομοεθνείς της στην νήσο). Τόσο η υποτροπή  στον έναν κανόνα όσο και η απόκλιση από τον άλλον  έχουν προωθήσει την Τουρκία, ως δύναμη πολεμικής καινοτομίας στον τομέα των drones, στο διάστημα 5 ετών πυκνών σε γεγονότα, από το 2016 έως το 2020: ξεκινώντας από τη Νοτιοανατολική Τουρκία και μετά μετακινώντας το κέντρο βάρους στη Συρία, τη Λιβύη και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Σε μια δυναμική  ανατροφοδότησης, οι τουρκικές καινοτομίες στον πόλεμο με μη επανδρωμένα αεροσκάφη έχουν ενθαρρύνει την ηγεσία της Τουρκίας να καταφύγει στον πόλεμο, είτε άμεσα, είτε μέσω αντιπροσώπων και συμμάχων της, επιδιώκοντας διάφορους εγχώριους και εξωτερικούς στόχους.

Γιατί η Ελλάδα καθυστέρησε να ανταποκριθεί σε αυτήν την εξέλιξη,  παρότι είναι ένας από τους πιο εξελιγμένους στρατηγικούς αντιπάλους της Τουρκίας και κατέχει σημαντικές ένοπλες δυνάμεις; Διότι, από το 2016 έως το 2019, περίπου το δεύτερο μισό της σοβαρής δημοσιονομικής κρίσης της χώρας, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας δεν αποτέλεσε  την εξαίρεση. Στην αμυντική πολιτική, το πολιτικό σύστημα αναδείχθηκε το ίδιο απρόθυμο να ανταποκριθεί σε μια δραματική πτώση των δημοσιονομικών δαπανών μέσω επιθετικών μέτρων εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού όσο και σε άλλους τομείς δημόσιας πολιτικής, όπως η δημόσια υγεία και η εκπαίδευση. Το μάθημα που αντλήθηκε σε αυτό το χρονικό πλαίσιο είναι ότι η διαρκής ανεπάρκεια της μεταρρυθμιστικής ικανότητας και έφεσης  της χώρας επεκτείνεται, με δυνητικά βαρύτατες συνέπειες, και  στην εθνική μας άμυνα. Έτσι, δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε, είτε ως μελετητές είτε ως πολίτες, την μεταρρύθμιση των ενόπλων δυνάμεων από τη συνολική διαδικασία μεταρρύθμισης της χώρας.

Στην κρίσιμη εποχή του 2019-2020 έχουμε τη σύμπτωση της στρατιωτικοποιημένης πρόκλησης της Τουρκίας προς την Ελλάδα και την περιοχή να φτάνει σε πρωτοφανή ένταση, με την πρώτη ελληνική κυβέρνηση μετά τη δημοσιονομική κρίση να αναλαμβάνει την εξουσία. Προβλέπουμε, και λόγω της επιφανούς επίδρασης της χρήσης drones στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ότι η τρέχουσα ελληνική κυβέρνηση, εντός του 2021, θα καταστήσει συγκεκριμένο το πρόγραμμα απόκτησης ικανότητας drone και αντι-drone.

“…δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε, είτε ως μελετητές είτε ως πολίτες, την μεταρρύθμιση των ενόπλων δυνάμεων από τη συνολική διαδικασία μεταρρύθμισης της χώρας.”

Το καθεστώς της Ελλάδας ως δημοκρατικής χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ, που διαθέτει ακόμη ισχυρά πολιτικοδιπλωματικά ερείσματα και ικανές και ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, παρά την πτώση των αμυντικών δαπανών και τις θεσμικές αδυναμίες, έχει συμβάλει σίγουρα στην αποτροπή ένοπλης σύγκρουσης  με την Τουρκία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου στρατιωτικοποίησης της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Αυτό σημαίνει ότι έχει δοθεί ο χρόνος στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της Ελλάδας να εξοικειωθούν και με τις δυνατότητες των τουρκικών drones.

Έτσι, τώρα είναι η ώρα για την ηγεσία της χώρας να επιδείξει τη σοφία και την αποφασιστικότητα να αντιμετωπίσει τα κενά των ενόπλων δυνάμεων , όσον αφορά την ικανότητά τους για drone και αντι-drone επιχειρήσεις, με τις ήττες άλλων, και κυρίως της Αρμενίας στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, να έχουν αναδείξει τον κίνδυνο αυτών των κενών. Με τον τρόπο αυτό, η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο θα εξουδετερώσει ένα κρίσιμο πλεονέκτημα της Τουρκίας στο πεδίο μάχης, αλλά θα αποδείξει επίσης στην Τουρκία ότι ένα τέτοιο πλεονέκτημα θα είναι πάντα φευγαλέο λόγω των εγγενών δυνατοτήτων της Ελλάδας και της προνομιακής της πρόσβασης στην κρίσιμη  τεχνογνωσία και εξειδίκευση των Δυτικών σύμμαχων της – των ίδιων σύμμαχων που η Τουρκία έχει κάνει τόσο πολλά για να τους αποξενώσει  μέσω της πολιτικής εθνικής ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής της.

Ενώ καταβάλλει αυτή την προσπάθεια, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να θέσει τα θεμέλια έτσι ώστε η Ελλάδα να μην εξαρτηθεί ξανά από την εκμάθηση από προηγούμενες, καταστροφικές περιπτώσεις όπως η Αρμενία στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Σε τελική ανάλυση, η αυξανόμενη αυτονομία και επιθετικότητα της Τουρκίας σημαίνει ότι θα συνεχίσει να έχει το κίνητρο  στο μέλλον να καινοτομεί στη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων. Άρα η Ελλάδα δεν θα είναι πάντα σε θέση να «αγοράσει» από τους συμμάχους της, και σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, έτοιμο (off-the-self) εξοπλισμό, δόγμα και επιχειρήσεις για να αντιμετωπίσει αυτήν την συνεχώς εξελισσόμενη και sui generis απειλή. Η Ελλάδα πρέπει, συνεπώς, να βελτιώσει τον δυναμισμό των μεταρρυθμίσεων των δικών της ενόπλων δυνάμεων, να ενισχύσει με σύνεση την Ε&Α που σχετίζεται με την άμυνα, ώστε να παρέχει αποτελεσματικές, εξειδικευμένες, και γηγενείς λύσεις σε απειλές που προέρχονται από την Τουρκία όταν κάτι τέτοιο  καταστεί αναγκαίο· και, μέσω της συμμετοχής σε δύσκολες και με αναπόφευκτη διακινδύνευση των επαγγελματιών στρατιωτών της, πολυμερείς αποστολές διατήρησης της ειρήνης, να αναπτύξει ένα σώμα αξιωματικών με ιδιαίτερη έφεση  στην στρατιωτική καινοτομία.

[1] Βλ., Brownsword, S., Turkey’s unprecedented ascent to drone superpower status, www.dronewarsnet, 15 Ιουνίου  2020 και Kasapoglou, C. and Krdemir, B., The Rising Drone Power: Turkey on the eve of its military breakthrough, EDAM-Foreign Policy and Security, 2018/4

[2] Βλ. Gressel, G., Military lessons from Nagorno-Karabakh: Reasons for Europe to worry, European Council of Foreign Relations, 24 Νοεμβρίου 2020

[3] Το παρακάτω άρθρο διαφωτίζει την επίπτωση των drones στο πλαίσιο αποτελεσματικών συνδυαζόμενων επιχειρήσεων, Chan, E. What Taiwan’s Military can learn from the Armenia-Azerbaijan war, The Diplomat, 9 Δεκεμβρίου  2020

[4] Για μια δυεισδειτική εκτίμηση της Τουρκικής στρατιωτικής επιθετικότητας, των κινήτρων της, ευκαιριών και κινδύνων της βλ.   Kardas, S., 2020, Understanding Turkey’s Coercive diplomacy, German Marshall Fund, On Turkey / No 7.

[5] Για μια αξιολόγηση της παραμέτρου της ελαχιστοποίησης του κόστους με όρους ‘αίματος και χρήματος’ μέσω της διεξαγωγής επιχειρήσεων με drones βλ. Lin Greenberg, E. 2020. Wargame of Drones: Remotely Piloted Aircraft and Crisis Escalation,  Available at SSRN: https://ssrn.com/abstract=3288988

[6] Horowitz, M.C., Schwartz, J.A., Fuhrmann, M., 2020. Who is prone to drone? A global time-series analysis of armed uninhabited aerial vehicle proliferation, Conflict Management and Peace Science, 1-24.

[7] βλ. https://ahvalnews.com/armenia-turkey/armenia-finds-canadian-tech-turkish-drone-calls-global-embargo

[8] Βλ. Gilli, A., and Gilli, M., the diffusion of drone warfare? Industrial, organizational and infrastructural constraints, Security Studies, 2016, 25:1, 50-84.

[9] Βλ. σχετικώς την ενδιαφέρουσα σύγκριση με την μοίρα της πολεμικής αεροπορίας του Ιράν μετά την πτώση του Σάχη, Iddon, P. How the future of Turkey’s air force could resemble Iran’s Experience, Forbes, 9 February 2021.

[10] Βλ., Gilli, A., and Gilli, M., the diffusion of drone warfare? Industrial, organizational and infrastructural constraints, Security Studies, 2016, 25:1, 50-84.

[11] Βλ. για αυτό το θέμα  σχετικά με το Ισραήλ τον  Borg, S. 2020 Assembling Israeli drone warfare: Loitering surveillance and operational sustainability, Security & Dialogue, 2020 και για την Τουρκία τον Farook, U. 2019 The second drone age – How Turkey defied the U.S. and became a killer drone power, The Intercept.

[12] Byen, S., Has the UAV defined he modern battlespace?, accessed at   http://www.bryensblog.com/has-the-uav-defined-the-modern-battlespace/

[13] Η παρακάτω συζήτηση ειδικών που οργανώθηκε από το   International Institute  for Strategic Studies (IISS) παρέχει μια χρήσιμη εισαγωγή στην συζήτηση για την υιοθέτηση αντι-drone μέσων https://www.iiss.org/events/2020/12/the-nagorno-karabakh-conflict-military-lessons-for-middle-powers

[14] Guelfi, E.A., Jayamaha, B., Robison, T. 2020, The imperative for the US Military to develop a counter UAS strategy, JFQ, 97, 2ND Quarter.

[15] Βλ. Zegart, A., 2020 Cheap fights, credible threats: the future of armed drones and coercion, Journal of Strategic Studies, 43:1, 6-46  και Lin Greenberg E. 2020 Wargame of Drones: Remotely Piloted Aircraft and Crisis Escalation,  διαθέσιμο στο SSRN: https://ssrn.com/abstract=3288988

[16] Βλ., Zegart, A. 2020 Cheap fights, credible threats: the future of armed drones and coercion, Journal of Strategic Studies, 43:1, 6-46.

[17] Βλ. Δημάκης, Λ.  Έλληνας  «Ιπτάμενος κατάσκοπος», Τα Νέα, 15 Ιουνίου 2002.

[18] Βλ. Νικήτας, Γ., Αποκλειστικό: Το πρόγραμμα του ΕΣ για τον εκσυγχρονισμό των UAV Sperwer, defencereview.gr, 13 Αυγούστου 2019.

[19] Ο παρακάτω σύνδεσμος της Πολεμικής Αεροπορίας παρέχει το σύντομο ιστορικό της μοίρας drones,  https://www.haf.gr/structure/ata/110pm/mmeaf/

[20] Σύμφωνα με αυτή την πηγή η ένστολη ηγεσία σε βάθος χρόνου σταθερά ζητούσε από την πολιτική ηγεσία να επιβοηθήσει για να αποκτήσουν οι ένοπλες δυνάμεις εξελιγμένα drones και Αμερικανικές φρεγάτες Arleigh Burke.

[21] Ενημέρωση από υψηλόβαθμο αξιωματούχο.

[22] Ο Υπουργός έκανε αυτή την αναφορά στην Ε&Α των drones σε συνάντηση με εκπροσώπους του αμυντικού κλάδου και της ερευνητικής κοινότητας, βλ.  
http://www.mod.mil.gr/anakoinoseis-typoy/symmetohi-kai-kateythynseis-yetha-nikolaoy-panagiotopoyloy-sti-synantisi

[23] Αξίζει να παραθέσουμε το σχετικό χωρίο, για τις αμυντικές προτεραιότητες, στο σύνολο του: «η ταχεία επένδυση σε νέες τεχνολογίες (συμπεριλαμβανομένων  UAVs  &  anti-drone systems, με ανάπτυξη εθνικής ικανότητας) και λύσεις χαμηλού κόστους- υψηλής αποτρεπτικής  ικανότητας» στο δημοσίευμα Ντόκος, Θ.Π. Ελληνική Εθνική Ασφάλεια, απολογισμός και προκλήσεις, Καθημερινή, 24 Ιανουαρίου  2021.

[24] Βλ. Ενδεικτικά αμυντικό ρεπορτάζ  σχετικά με τις προσπάθειες που κάνει η Ελλάδα να αποκτήσει αντι-drone ικανότητα από το Ισραήλ, Νέδος Β., Καθημερινή, 21 Φεβρουαρίου 2021.

[25] Το εκλαμβανόμενο ‘χάσμα των πυραύλων’ των ΗΠΑ έναντι τις ΕΣΣΔ κατέστη βασική κριτική του Τ.Φ.Κένεντυ προς την Δίοικηση  Αισενχάουερ  βλ. Zelizer, J.E. 2010 Arsenal of Democracy – The Politics of National Security from World War II to the war on terrorism, Basic Books. Αυτό το χάσμα αποδείχθηκε, σε αντίθεση με το χάσμα της Ελλάδας έναντι  της Τουρκίας στα drones, ανυπόστατο. Το ενδιαφέρον είναι ότι η αντίληψη του χάσματος   των πυραύλων απέκτησε προβολή εξαιτίας πραγματικών γεγονότων. Δηλαδή δη της εκτόξευσης από την ΕΣΣΔ του Sputnik αλλά και από πορίσματα μιας Προεδρικής Επιτροπής και από μια ομάδα ειδικών που εργάστηκαν με την υποστήριξη του  Rockefeller Brothers Fund.

[26] Βλ, Kasapoglou, C. and Kirdemir, B., 2018, The Rising Drone Power: Turkey on the eve of its military breakthrough, EDAM – Foreign Policy and Security, 4.

[27] Βλ. Κανέλλη, Β.Σ., Ο πόλεμος των drones  στο Αιγαίο, Τα Νέα, 17-18 Οκτωβρίου 2020, που εστιάζει στην ικανότητα των drones για εναέρια εποπτεία στην θάλασσα, Ψυγογιός, Δ., Μαθήματα από την Αρμενία, Τα Νέα, 12 Οκτωβρίου 2020, για μια κριτική του θεσμού των κληρωτών, Χαραλαμπάκη, Μ. Ο άγνωστος πόλεμος των drones, Τα Νέα, 19 Νοεμβρίου 2020, που παρουσιάζει τις υφιστάμενες και μελλοντικές ικανότητες της Ελλάδας, εστιάζοντας στις ικανότητες παρακολούθησης παρόλο που αναφέρεται τον ρόλο των τουρκικών drones σε πολεμικές επιχειρήσεις. Επίσης, ο ναύαρχος ε.α. Α. Διακόπουλος, Μαθήματα από τον πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, Τα Νέα, 14-15 Νοεμβρίου 2020, τονίζει την αποτυχία της Αρμενίας να συμβιβαστεί   όταν μπορούσε, καταγράφοντας έτσι πολύ μεγαλύτερες απώλειες στο πεδίο της  μάχης, εξαιτίας της στρατιωτικής της αδυναμίας, από ότι θα υφίστατο μέσω της διπλωματικής  οδού. Μια από τις λίγες αναλύσεις του ρόλου των drones  που παρήγαγε την νίκη για το Αζερμπαϊτζάν στο Ναγκόρνο Καραμπάχ στον ποιοτικό ελληνικό τύπο αποτελεί μετάφραση ενός άρθρου στο Reuters, βλ. Οι τρεις παράγοντες της νίκης των Αζέρων, Καθημερινή, 22 Νοεμβρίου 2020.  Τέλος, ο Β. Νέδος αναφέρεται στη διερεύνηση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας της δυνατότητας μετατροπής των ελικοφόρων εκπαιδευτικών αεροσκαφών Τ6 σε καταδιωκτικά drones, βλ. Νέδος, Συμφωνία Μαμούθ με το Ισραήλ για την Καλαμάτα, Καθημερινή, 6 Ιανουαρίου  2021.

[28] Βλ. ενδεικτικά Γκασιάνης, Μ. ,Μαθήματα υπεροχής… πάνω από το Αιγαίο, Το Βήμα, 6 Σεπτεμβρίου 2020, Χαραλαμπάκης, Μ. Τώρα όλοι υπερηφανεύονται    για τα αόρατα υποβρύχια, Τα Νέα, 14-15 Νοεμβρίου 2020, Στούπας, Κ. Ταγίπ, μια χαρά τα κατάφερες, Capital.gr, 28 Ιανουαρίου 2021, αντιστοίχως, για τις επιδόσεις των ελληνικών μαχητικών αεροσκαφών και υποβρυχίων στην αντιπαράθεση το Φθινόπωρο του 2020 μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και τα πλεονεκτήματα που αποδίδει στην ελληνική πλευρά η απόκτηση των Γαλλικών αεροσκαφών Rafales.

[29] Βλ. για παράδειγμα Sabbagh, D., UK wants new drones in wake of Azerbaijan military success, The Guardian, 19 Δεκεμβρίου 2020

[30] Βλ., Borg,S., Below the radar. Examining a small state’s usage of tactical unmanned aerial vehicles, Defence Studies, 20:3, 185-201 και Cottigia, F. και Moro, N.M., 2016 Learning from others? Emulation and change in the Italian Armed Forces since 2001, Armed Forces & Society, 42:4, 696-718.

[31] Για μια κριτική των άτολμων μέτρων εξορθολογισμού, που αποδυναμώθηκαν από πελατειακές πιέσεις, στον κρίσιμο τομέα της ανώτατης παιδείας κατά την διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης βλ. Γρυσπολάκης, Ι. Η χωροταξική αναδιάρθρωση  των ΑΕΙ και το σχέδιο ΑΘΗΝΑ, Athens Voice, 8 Αυγούστου 2013.

[32] Μια συνολική μεταρρυθμιστική ατζέντα για τις ένοπλες δυνάμεις, ακόμη πιο επίκαιρη λόγω της δημοσιονομικής κρίσης, ήταν ήδη διαθέσιμη το 2016, βλ. Θ. Ντόκος, Επιμέλεια, Λευκή Βίβλος για την Ελληνική  Εξωτερική Πολιτική Άμυνα και Ασφάλεια, ΕΛΙΑΜΕΠ, Εκδ. Σιδέρης, 2016. Αυτή η ατζέντα εστιάζει, μεταξύ άλλων θεμάτων, τον εξορθολογισμό των αμυντικών    εγκαταστάσεων (στρατόπεδα, βάσεις),  μια δομή δυνάμεως  που θα καθορίζεται  από την επιχειρησιακή επιταγή και όχι από την ανάγκη να ικανοποιηθούν ισομερώς και τα τρία όπλα,   και την υιοθέτηση μιας αποτελεσματικής διαδικασίας οπλικών συστημάτων. Ακολούθως,  ένας καλά πληροφορημένος εφοπλιστής και σημαίνων ευεργέτης στο Πολεμικό Ναυτικό και ένας εν αποστρατεία πολιτικός, ο Πάνος Λασκαρίδης και ο Στέφανος Μάνος αντίστοιχα, σε μιά σειρά  άρθρων γνώμης έχουν παράσχει αξιόπιστες, ουσιαστικά ‘εκ των έσω’ πληροφορίες για τις αποτυχίες στην απόκτηση οπλικών συστημάτων και τον εξορθλογισμό των ενόπλων δυνάμεων κατά την διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης, β. ενδεικτικά Μάνος, Σ., Αμυντικές δαπάνες: οδηγίες εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού, Καθημερινή, 4 Δεκεμβρίου 2017, και Λασκαρίδης, Π. Οι σχέσεις μας την Τουρκία και η εθνική άμυνα: Είμαστε σοβαροί; Καθημερινή, 30 Σεπτεμβρίου 2019, Αυταπόδεικτες αλήθειες, Καθημερινή, 12 Ιουλίου.

[33] Ο παρακάτω σύνδεσμος του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας  περιγράφει την φύση της Ελληνικής συμμετοχής στην ISAF, https://geetha.mil.gr/en/afghanistan-isaf/

[34]Οι Ιταλικές Ένοπλες Δυνάμεις μέσω της συμμετοχής τους σε ειρηνευτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν υποχρεώθηκαν να ανταποκριθούν σε απαιτητικές συνθήκες διαλειτουργικότητας με τις δυνάμεις των ΗΠΑ και άλλων χωρών  κατακτώντας, μεταξύ άλλων δεξιοτήτων, την ικανότητα να συμβάλλουν και να επωφεληθούν από μια κοινή  επιχειρησιακή εικόνα, παράγωγη των   drones και άλλων πηγών παραγωγής πληροφόρησης,  βλ. Cottigia, F. και Moro, N.M. 2016 Learning from others? Emulation and change in the Italian Armed Forces since 2001, Armed Forces & Society, 42:4, 696-718.

[35] Αθανασόπουλος, Α.Α., Αμερικανικά drones στην Λάρισα, Το Βήμα, 23 Μαρτίου 2018. 

[36] Βλ. Cecolli, S. και Crosston, M., 2019, Diffusion and policy transfer in armed UAV proliferation: The cases of Italy and Germany, Policy Studies, 40:2, 111-130.

[37] Βλ. την αποκαλυπτική συνέντευξη του Ναυάρχου Κυριάκου Κυριακίδη (εν αποστρατεία)  που ηγήθηκε της ΓΔΑΕΕ σχεδόν για πέντε χρόνια από το 2015 και έπειτα,  https://www.militaire.gr/kyriakos-kyriakidis-exoplismoi/

[38] Η αρνητική διάδραση μεταξύ της περιορισμένης αναλυτικής ικανότητας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και τις περιορισμένης κοινότητας μελετητών της άμυνας έχει διερευνηθεί από τον συγγραφέα αυτού του κειμένου, βλ.  Kamaras, A. 2020 Establishing Defence Studies in Greece? It is high time…, ELIAMEP, Policy Paper 41.

[39]Για αυτές τις παθογένειες του συστήματος  προμηθειών οπλικών συστημάτων στην Ελλάδα βλ. Ειδικός Συνεργάτης, Τα λάθη στα εξοπλιστικά προγράμματα 1996-2004, Ελληνική Άμυνα & Τεχνολογία, Οκτώβριος 2020.

[40] Βλ. ενδεικτικά, Royal Navy’s Puma drone gets its claws into maiden deployment, Royal Navy, 9 Οκτωβρίου 2020.

[41] Βλ. ενδεικτικά τις παρακάτω δύο πρωτοβουλίες της EDIDP και PESCO αντίστοιχα,    https://www.flightglobal.com/defence/eurodrone-project-gets-formal-go-in-advance-of-2021-contract-award/141556.article  και   https://pesco.europa.eu/project/european-medium-altitude-long-endurance-remotely-piloted-aircraft-systems-male-rpas-eurodrone/

[42] Η EAΒ, η δημόσια βιομηχανία στρατιωτικής αεροπορίας της χώρας ήδη συμμετάσχει σε ένα τέτοιο consortium, see https://www.haicorp.com/el/products-el/rd-el/neuron.  Σε ένα άλλο  consortium συμμετέχουν ιδιωτικές Ελληνικές επιχειρήσεις και δημόσια πανεπιστήμια και αλλοδαποί εταίροι, βλ. https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/en/fs_20_1086.

[43] Για ένα υπόδειγμα του πόσο ολιστική και συνολική μια ανάπτυξη μιας στρατιωτικής ικανότητας μπορεί να είναι βλ. την πρόσφατα δημοσιευμένη στρατηγική του Πενταγώνου για την ανάπτυξη αντιμέτρων κατά μικρών drones, https://media.defense.gov/2021/Jan/07/2002561080/-1/-1/1/DEPARTMENT-OF-DEFENSE-COUNTER-SMALL-UNMANNED-AIRCRAFT-SYSTEMS-STRATEGY.PDF

[44] Για τις προσπάθειες της Ελλάδας να επιβληθεί ένα εμπάργκο από την Ευρωπαϊκή Ένωση  στην Τουρκία βλ. Kamaras, A. 2020 Greece’s call for an embargo  on weapons sale to Turkey: a seminal step for the EU’s collective defence identity? ELIAMEP Policy Paper 44.

[45] Ο συγγραφέας οφείλει αυτή την ιδέα σε έναν Έλληνα της διασποράς που υπηρετεί στις ένοπλες δυνάμεις της διασποράς, βλ. Vlachos, A. Benefits of Australian Defense Force recruitment system, Kathimerini, 15 Νοεμβρίου 2020 (Αγγλική έκδοση).

[46] Δεν αποτελεί έκπληξη ότι η πιο πρόσφατη  δημοσίευση για τις πολιτικο-στρατιωτικές σχέσεις στην Ελλάδα εστιάζει στην επίπτωση αυτών των σχέσεων στον εκδημοκρατισμό της χώρας, 46 χρόνια μετά από την μετάβαση στην δημοκρατία, βλ.   Tsarouhas, D. 2021 Greece: From overt military activism to democratic normality, Oxford Research Encyclopedia of Politics.  Σχετικώς ένας κορυφαίος Έλληνας πολιτικός επιστήμονας εξετάζει πως αδυναμίες στην διακυβέρνηση της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Στρατού, του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, έχει στερήσει από τον διάλογο πολιτικής στην Ελλάδα μια ιστορική κατανόηση της ικανότητας των Ελληνικών   Ενόπλων Δυνάμεων να αντιμετωπίσουν στο πεδίο της μάχης τον Τουρκικό στρατό, βλ. Μαυροκορδάτος, Γ.Θ., Χρήση και κατάχρηση της στρατιωτικής ιστορίας, Καθημερινή, 28 Ιουλίου 2020.

[47] Σχετικός ο Υφυπουργός Παιδείας Άγγελος Συρίγος αποκάλυψε στο ελληνικό Κοινοβούλιο ότι ιδεολογική αντίδραση, υποστηριζόμενη  από την πραγματική απειλή βίας στο πανεπιστημιακό χώρο, στην σχετική με την άμυνα έρευνα έχει αποθαρρύνει πανεπιστημιακούς στα τμήματα μηχανικών να διεξάγουν έρευνα σχετική με drones, βλ. Μπόκας, Χ. Συρίγος: Καθεστώς τρομοκρατίας σε συγκεκριμένα πανεπιστήμια – Καθηγητές στοχοποιούνται και αυτολογοκρίνονται, Πρώτο Θέμα, 2 Φεβρουαρίου 2020.