• Τα ενεργειακά παιχνίδια και η εδαφικοποίηση των θαλάσσιων ζωνών είναι οι κύριοι λόγοι για την αναζωπύρωση της κούρσας των εξοπλισμών και του περιφερειακού ανταγωνισμού στην Ανατολική Μεσόγειο
  • Η Ανατολική Μεσόγειος φιλοξενεί αρκετά διαφορετικούς στόλους από άποψη δυνατοτήτων και τεχνολογίας
  • Το Ισραήλ είναι τοπικός πρωταθλητής ως προς τις δυνατότητες στον τομέα των μη επανδρωμένων αεροσκαφών, ενώ η Τουρκία είναι μια ανερχόμενη δύναμη, με τους υπόλοιπους περιφερειακούς δρώντες να υστερούν.
  • Τα κορυφαία τεχνολογικά προϊόντα που κατασκευάζονται κυρίως από την αμερικανική αεροναυπηγική βιομηχανία είναι είτε πολύ ακριβά είτε περιορίζονται σε τοπικούς δρώντες, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια το Ισραήλ και κατά συνέπεια η Τουρκία να έχουν αναπτύξει ιδιαίτερα εξαγώγιμες εγχώριες ικανότητες.
  • Παρόλο που η ρωσική εισβολή και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν επισκιάσει κατά κάποιο τρόπο τις αυξανόμενες εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο (με αποκορύφωμα την αντιπαράθεση των ελληνοτουρκικών στόλων μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου 2020), εξακολουθούν να υπάρχουν ζητήματα προς επίλυση που απορρέουν άμεσα από τη στρατιωτική συγκέντρωση και την ισορροπία ισχύος που έχει διαταραχθεί σοβαρά.
  • Η Ελλάδα έχει ήδη επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου για να καλύψει το χαμένο έδαφος τόσο αριθμητικά όσο και τεχνολογικά. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι σήμερα οι προσπάθειες αυτές έχουν αποδειχθεί ελλιπείς για δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, οι συμφωνίες που έχουν υπογραφεί μέχρι σήμερα περιλαμβάνουν ελάχιστη ή καθόλου μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας, και δεύτερον, οι τοπικές δυνατότητες τόσο της ναυπηγικής όσο και της αεροναυπηγικής βιομηχανίας πάσχουν από τις διαχρονικές ασθένειες του ελληνικού κράτους.
  • Η επένδυση σε τοπικές τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης και η επίλυση του «γόρδιου δεσμού» σε ό,τι αφορά τα ναυπηγεία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη περιφερειακά ανταγωνιστικών τοπικών υποδομών σε βάθος χρόνου.

Το Κείμενο Πολιτικής υπογράφει ο Βασίλης Νέδος, Διπλωματικός και αμυντικός ανταποκριτής, Καθημερινή, Διδάκτωρ Ευρωπαϊκής Ιστορίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Διαβάστε το εδώ σε μορφή pdf.


Εισαγωγή

Αυτή συνδέεται αναμφίβολα με ενεργειακά παιχνίδια, αλλά δεν περιορίζεται εκεί. Συνδέεται επίσης με τη στάση εξωτερικής πολιτικής χωρών όπως η Τουρκία, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις θεωρεί τις θαλάσσιες ζώνες ως περιοχές άσκησης κυριαρχίας.

Την τελευταία δεκαετία μια σειρά από εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου είχαν ως αποτέλεσμα τη συνακόλουθη αλλαγή του γεωπολιτικού τοπίου. Η άδοξη επέκταση της «Αραβικής Άνοιξης» στην Αίγυπτο και η συντριβή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ο εμφύλιος πόλεμος στη Λιβύη, το λουτρό αίματος στη Συρία, η κατάρρευση του κράτους στο Λίβανο και μια απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία το 2016 που προκάλεσε μια ολοένα και πιο επιθετική περιφερειακή συμπεριφορά με ισλαμιστική-εθνικιστική χροιά είναι μόνο μερικές από τις σημαντικότερες εξελίξεις. Για να κατανοήσουμε τη συνολική εικόνα θα πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την ίδια περίοδο τα ενεργειακά ζητήματα, ιδίως τα υπεράκτια κοιτάσματα φυσικού αερίου, έγιναν παράγοντας δυνητικής συνεργασίας, αλλά και σύγκρουσης. Μια άλλη αναδυόμενη τάση τα τελευταία χρόνια είναι η εδαφικοποίηση των θαλάσσιων ζωνών. Αυτή συνδέεται αναμφίβολα με ενεργειακά παιχνίδια, αλλά δεν περιορίζεται εκεί. Συνδέεται επίσης με τη στάση εξωτερικής πολιτικής χωρών όπως η Τουρκία, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις θεωρεί τις θαλάσσιες ζώνες ως περιοχές άσκησης κυριαρχίας.

Το Ισραήλ είναι τοπικός πρωταθλητής ως προς τις δυνατότητες στον τομέα των UAV, ενώ η Τουρκία είναι μια ανερχόμενη δύναμη, με τους υπόλοιπους περιφερειακούς δρώντες να υστερούν.

Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στην κούρσα εξοπλισμών πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων στην οποία έχουν επιδοθεί οι κύριοι δρώντες της Ανατολικής Μεσογείου και στο πώς αυτή επηρεάζει την εξωτερική πολιτική. Οι δύο κύριοι τομείς ενδιαφέροντος είναι ο ναυτικός πυλώνας, αλλά και ο τεχνολογικός, κυρίως όσον αφορά στην παραγωγή και χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών (UAV) και τη σχετική ανατρεπτική τεχνολογία Τεχνητής Νοημοσύνης που αλλάζει το πεδίο μάχης του 21ου αιώνα. Χώρες εστίασης για την παρούσα σύντομη έκθεση είναι τα παράκτια κράτη της Ανατολικής Μεσογείου, με κύριες περιπτώσεις την Ελλάδα, την Τουρκία, την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Η Λιβύη και η Συρία αναφέρονται έστω και με επιφύλαξη ως προς την αξιοπιστία των υφιστάμενων επίσημων στοιχείων και αριθμών, καθώς οι εν λόγω εμπόλεμες χώρες εξακολουθούν να αποτελούν θέατρα επιχειρήσεων για ξένες δυνάμεις, κυρίως την Τουρκία και τη Ρωσία. Η Κύπρος αποτελεί επίσης μια ξεχωριστή περίπτωση, καθώς το νότιο τμήμα του νησιού αποτελεί ένα διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος, ενώ στο βόρειο τμήμα, κατεχόμενο από το 1974, εδρεύει μια μη αμελητέα τουρκική στρατιωτική δύναμη. Σύμφωνα με συνδυασμό στοιχείων που προέρχονται από ανοικτές πηγές (όπως τα επίσημα στοιχεία που παρέχουν οι εθνικές αμυντικές αρχές των σχετικών χωρών) και την έκθεση “The Military Balance 2021” του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS), τα παράκτια κράτη[1] της Ανατολικής Μεσογείου διαφέρουν αρκετά από πλευράς δυνατοτήτων και τεχνολογίας. Όπως θα τονιστεί στη συνέχεια, το Ισραήλ είναι τοπικός πρωταθλητής ως προς τις δυνατότητες στον τομέα των UAV, ενώ η Τουρκία είναι μια ανερχόμενη δύναμη, με τους υπόλοιπους περιφερειακούς δρώντες να υστερούν.

Ναυτική ισχύς

Τα στοιχεία που ακολουθούν επικεντρώνονται σε μονάδες επιφανείας και υποβρύχια, αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι κυρίως η Τουρκία και η Αίγυπτος, και σε μικρότερο βαθμό το Ισραήλ και η Ελλάδα, διαθέτουν στοιχεία Ναυτικής Αεροπορίας που μπορούν να παρέχουν παρατεταμένη αναγνώριση ενός πιθανού επιχειρησιακού θεάτρου. Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά δεν θα εξεταστούν στην παρούσα εργασία.

Ελλάδα

Η παρατεταμένη συζήτηση για την ανάγκη εκσυγχρονισμού του στόλου των πλοίων επιφανείας διακόπηκε κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων δημοσιονομικής εξυγίανσης που ακολούθησαν την ελληνική δημοσιονομική κατάρρευση.

Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό διαθέτει στόλο 13 κύριων πολεμικών επιφανείας (Principal Surface Combatants – PSC), τα οποία στην προκείμενη περίπτωση είναι φρεγάτες. Εννέα από αυτές είναι ολλανδικής κλάσης Kortenaer Batch 2 (Έλλη) και 4 γερμανικής κλάσης MEKO 200 (Ύδρα). Οι φρεγάτες κλάσης Έλλη άρχισαν να δραστηριοποιούνται στο Πολεμικό Ναυτικό στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ενώ οι φρεγάτες κλάσης Ύδρα ενσωματώθηκαν στον στόλο μεταξύ των τελών της δεκαετίας του ’80 και του ‘90. Η παρατεταμένη συζήτηση για την ανάγκη εκσυγχρονισμού του στόλου των πλοίων επιφανείας διακόπηκε κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων δημοσιονομικής εξυγίανσης που ακολούθησαν την ελληνική δημοσιονομική κατάρρευση. Τον Σεπτέμβριο του 2021, η ελληνική και η γαλλική κυβέρνηση συμφώνησαν για την προμήθεια 3 φρεγατών κλάσης FDI που θα κατασκευαστούν από τη “Naval Group” στο Lorient της Γαλλίας, σε μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού του στόλου των πλοίων επιφανείας. Τα τρία πλοία θα κοστίσουν συνολικά 3,23 δισ. ευρώ και τα δύο πρώτα αναμένεται να παραδοθούν το 2025. Αυτό θα οδηγήσει στη σταδιακή απόσυρση των φρεγατών της κλάσης Έλλη. Η Ελλάδα έχει επίσης ανακοινώσει το ενδιαφέρον της για την προμήθεια νέων κορβετών με κόστος δύο δισεκατομμύρια ευρώ. Δεν έχει καταστεί ακόμη σαφές εάν η χρηματοδότηση αυτή περιλαμβάνει τον εκσυγχρονισμό των 4 φρεγατών κλάσης Ύδρα. Μέχρι στιγμής, στο τραπέζι βρίσκονται βρετανικές, αμερικανικές, ιταλικές, γαλλικές και ολλανδικές προτάσεις και σύμφωνα με δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν πριν από το τέλος του καλοκαιριού του 2022. Ο στόλος του Πολεμικού Ναυτικού περιλαμβάνει επίσης 4 υποβρύχια κλάσης Παπανικολής (γερμανικού τύπου 214) αναερόβιας πρόωσης (AIP), 1 εκσυγχρονισμένο Ποσειδών (γερμανικού τύπου 209/1200) εξοπλισμένο με τεχνολογία AIP, 3 Ποσειδών (τύπου 209/1200) και 3 Γλαύκος (γερμανικού τύπου 209/1100). Συνολικά το Πολεμικό Ναυτικό μπορεί να αναπτύξει 34 περιπολικά και μαχητικά διαφόρων τύπων, συμπεριλαμβανομένων πυραυλακάτων, (Super Vita, La Combattante IIIB, III, Tiger, Combattante IIIB, Osprey και NOR Nasty), 3 ναρκαλιευτικών (2 Hunt, 1 Osprey), 5 πλοίων αμφίβιας απόβασης, 15 αποβατικών και 25 σκαφών εφοδιασμού και υποστήριξης. Για την ενίσχυση του στόλου της, η Ελλάδα συμφώνησε να προμηθευτεί 3 μεταχειρισμένα περιπολικά σκάφη κλάσης “Island” από την Ακτοφυλακή των ΗΠΑ και 6 ναρκαλιευτικά κλάσης “Alkmaar” από το Βασιλικό Ολλανδικό Ναυτικό.

Αίγυπτος

Οι Αιγυπτιακές Ναυτικές Δυνάμεις (ENF) έχουν υποστεί σημαντική αναβάθμιση, ιδίως τα τελευταία χρόνια, μία ένδειξη της βούλησης του Καΐρου για προβολή ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό είναι εμφανές στον στόλο PSC των αιγυπτιακών δυνάμεων. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών η Αίγυπτος απέκτησε 3 φρεγάτες κλάσης FREMM (μία γαλλική και δύο ιταλικές), οι οποίες προστέθηκαν στις υπάρχουσες 6 (4 κλάσης Oliver Hazard Perry και 2 κλάσης Knox αμερικανικής προέλευσης). Έχει επίσης αναπτύξει 4 κορβέτες κλάσης Gowind 2500 (FR), δίπλα σε παλαιότερους τύπους κορβετών, 1 κλάσης Pohang (Νότια Κορέα) και 2 κλάσης Descubierta (Ισπανία). Το αιγυπτιακό ναυτικό μπορεί να παρατάξει 8 υποβρύχια, 4 τύπου 033 (από Κίνα) και 4 εκσυγχρονισμένα τύπου 209/1400 (από Γερμανία), και 53 περιπολικά, συμπεριλαμβανομένων πυραυλακάτων που ανήκουν σε μια σειρά τύπων (Ambassador MK III, Molniya, October, Type 024, Osa ΙΙ, Ramadan, Combattante IIA, Type 062 και Type 037). Το αιγυπτιακό ναυτικό μπορεί να αναπτύξει 14 ναρκαλιευτικά (τύποι T-43, Natya, Osprey και Dat Assawari), 12 αποβατικά και 1 για υλικοτεχνική υποστήριξη. Το αιγυπτιακό ναυτικό έχει προσθέσει στις δυνατότητές του τα τελευταία χρόνια 2 ελικοφόρα αποβατικά σκάφη (LHD) της κλάσης Mistral (FR), ενώ διατηρεί ένα στόλο 6 αποβατικών σκαφών. Το Κάιρο είναι πρόθυμο να επενδύσει περισσότερο προκειμένου να επεκτείνει τις δυνατότητες του ναυτικού, όπως φαίνεται από τις πρόσφατες πληροφορίες για αιγυπτιακό ενδιαφέρον σχετικά με την αγορά των σχεδίων του υποβρυχίου κλάσης Barracuda, το οποίο αρχικά επρόκειτο να εξαχθεί από τη Naval Group (Γαλλία) στην Αυστραλία.

Ισραήλ

Η ανακάλυψη υπεράκτιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου ώθησε επίσης το Ισραήλ, μια χώρα χωρίς σημαντική ναυτική παράδοση, να αυξήσει τις δυνατότητές του αργά αλλά σταθερά.

Η ανακάλυψη υπεράκτιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου ώθησε επίσης το Ισραήλ, μια χώρα χωρίς σημαντική ναυτική παράδοση, να αυξήσει τις δυνατότητές του αργά αλλά σταθερά. Το Ισραηλινό Ναυτικό (INC) μπορεί να αναπτύξει ένα στόλο 7 κορβετών (4 κλάσης Magev και 3 κλάσης Eilat) και 8 πυραυλακάτων κλάσης Hetz. Μπορεί επίσης να παρατάξει συνολικά 6 υποβρύχια (GER) τύπου Dolhpin και Dolphin II (εξοπλισμένα με τεχνολογία AIP). Οι δυνάμεις του Ισραήλ διαθέτουν επίσης δύο πλοία υποστήριξης (τύπου 765) και 39 περιπολικά. Δύο από αυτά τα περιπολκά είναι μη επανδρωμένα οχήματα επιφανείας (USV) “Rafael Protector”, σχεδιασμένα κυρίως για την αντιμετώπιση τρομοκρατικών απειλών.

Τουρκία

 Σε γενικές γραμμές, η Τουρκία έχει δεσμευτεί να αυξήσει το αποτύπωμα της εγχώριας βιομηχανίας όπλων της, ενσωματώνοντας σταδιακά σε όλα τα πλοία της εγχώριους πυραύλους (ATMACA της τοπικής βιομηχανίας όπλων RoketSan). Η τουρκική προεδρία αμυντικών βιομηχανιών (SSB) ανακοίνωσε επίσης ότι εντός του 2022 η εγχώρια βιομηχανία θα είναι σε θέση να ξεκινήσει τη μαζική παραγωγή μη επανδρωμένων οχημάτων επιφανείας (USV).

Η Τουρκία διαθέτει έναν από τους πιο ποικιλόμορφους στόλους πολεμικών πλοίων, τόσο ως προς την προέλευση όσο και ως προς τον τύπο, ενώ ένα μέρος του περιλαμβάνει εγχώριες δυνατότητες. Οι Τουρκικές Ναυτικές Δυνάμεις (TNF) μπορούν να αναπτύξουν συνολικά 16 φρεγάτες, 8 εκ των οποίων είναι κλάσης MEKO 200 (Γερμανία) και 8 κλάσης Oliver Hazard Perry (ΗΠΑ). Επίσης 10 κορβέτες (6 γαλλικές d’Estienne d’Orves και 4 εγχώριες MILGEM) και 19 πυραυλακάτους συνολικά. Οι δυνατότητες υποβρυχίων περιλαμβάνουν συνολικά 12 μονάδες (4 τύπου 209/1200 και 8 τύπου 209/1400), όλες κατασκευασμένες στη Γερμανία. Συνολικά έξι υποβρύχια τύπου 214 AIP (κλάση Reis) κατασκευάζονται επίσης στα ναυπηγεία Golcuk. Το πρώτο έχει ήδη παραδοθεί, ενώ τα υπόλοιπα πέντε προβλέπεται να καθελκυσθούν μέχρι το 2027. Το τουρκικό ναυτικό διαθέτει επίσης συνολικά 18 ναρκαλιευτικά και έναν εξέχοντα αριθμό 32 αποβατικών πλοίων συνολικά. Οι τουρκικές δυνάμεις χρησιμοποιούν επίσης δύο πετρελαιοφόρα ανεφοδιασμού τύπου AKAR που είναι ακόμη ενεργά, ενώ έχουν επίσης αναπτύξει δύο πλοία πληροφοριών που έχουν σχεδιαστεί για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων SIGINT (Signal Intelligence) και ELINT (Electronic Intelligence). Η Τουρκία αναπτύσσει επίσης το TCG Anadolu, μια πλατφόρμα LHD ισπανικής τεχνολογίας, η οποία βρίσκεται επίσης υπό κατασκευή στα ναυπηγεία της Κωνσταντινούπολης. Παρόλο που ο αρχικός σχεδιασμός του TCG Anadolu ήταν να μεταφέρει ελικόπτερα σε ένα πιθανό θέατρο επιχειρήσεων, φαίνεται ότι οι τουρκικές δυνάμεις έχουν εγκρίνει τροποποιήσεις που θα τους επιτρέψουν να ενσωματώσουν αντ’ αυτού πλατφόρμες UAV Bayraktar TB3. Σε γενικές γραμμές, η Τουρκία έχει δεσμευτεί να αυξήσει το αποτύπωμα της εγχώριας βιομηχανίας όπλων της, ενσωματώνοντας σταδιακά σε όλα τα πλοία της εγχώριους πυραύλους (ATMACA της τοπικής βιομηχανίας όπλων RoketSan). Η τουρκική προεδρία αμυντικών βιομηχανιών (SSB) ανακοίνωσε επίσης ότι εντός του 2022 η εγχώρια βιομηχανία θα είναι σε θέση να ξεκινήσει τη μαζική παραγωγή μη επανδρωμένων οχημάτων επιφανείας (USV), το έργο ULAQ, μια κοινοπραξία μεταξύ του ναυπηγείου ARES και της Meteksan Defense.

Κυπριακή Δημοκρατία, παράνομα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, Συρία, Λίβανος και Λιβύη

Τα υπόλοιπα παράκτια κράτη της Ανατολικής Μεσογείου διαθέτουν μάλλον περιορισμένες Ναυτικές Δυνάμεις, αν διαθέτουν καθόλου. Η Κυπριακή Διοίκηση Ναυτικού διαθέτει μια ποικιλία από 21 μικρά περιπολικά σκάφη. Θεωρητικά, οι Θαλάσσιες Δυνάμεις του Λιβάνου (LSF) αναπτύσσουν 10 περιπολικά σκάφη και 2 αποβατικά πλοία. Ακόμη πιο επισφαλή είναι τα στοιχεία για το Συριακό Αραβικό Ναυτικό (SAN). Μετά από χρόνια πολέμου και περιχαράκωσης του καθεστώτος Άσαντ, τα ναυτικά μέσα του συριακού ναυτικού έχουν υποστεί σοβαρή απαξίωση. Τα περισσότερα από τα πλοία σοβιετικής τεχνολογίας είναι είτε παροπλισμένα, είτε υποβαθμισμένα. Συγκεκριμένα το συριακό ναυτικό μπορεί να αναπτύξει 13 πυραυλάκατους κλάσης Osa, 20 περιπολικά, 2 αποβατικά και 6 ναρκαλιευτικά. Πριν από το 2011, οι Ναυτικές Δυνάμεις της Λιβύης (LNF) μπορούσαν να αναπτύξουν έναν στόλο 29 πλοίων συνολικά (3 πυραυλακάτους, 25 περιπολικά και 1 αποβατικό πλοίο), αλλά κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου οι περισσότερες από αυτές τις μονάδες είτε υπέστησαν ζημιές και δεν επισκευάστηκαν, είτε εγκαταλείφθηκαν είτε απλώς υποστηρίχθηκαν. Τέλος, η κατεχόμενη Βόρεια Κύπρος διαθέτει 27 περιπολικά και πυραυλάκατους.

Μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV) στην Ανατολική Μεσόγειο

Τα κορυφαία τεχνολογικά προϊόντα που κατασκευάζονται κυρίως από την αμερικανική αεροναυπηγική βιομηχανία είναι είτε πολύ ακριβά, είτε περιορίζονται σε τοπικούς δρώντες, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια το Ισραήλ και κατά συνέπεια η Τουρκία να έχουν αναπτύξει εξαιρετικά εξαγώγιμες εγχώριες δυνατότητες.

Η χρήση των UAV έχει καταστεί όλο και πιο σημαντική, ιδίως όσον αφορά στη διεξαγωγή επιχειρήσεων πληροφοριών, παρακολούθησης και αναγνώρισης (ISR). Η τεχνολογία που εμπλέκεται στην ανάπτυξη αυτών των εναέριων πλατφορμών δεν είναι δαπανηρή αλλά είναι σημαντική. Τα κορυφαία τεχνολογικά προϊόντα που κατασκευάζονται κυρίως από την αμερικανική αεροναυπηγική βιομηχανία είναι είτε πολύ ακριβά, είτε περιορίζονται σε τοπικούς δρώντες, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια το Ισραήλ και κατά συνέπεια η Τουρκία να έχουν αναπτύξει εξαιρετικά εξαγώγιμες εγχώριες δυνατότητες.

Ισραήλ

Εκτός από όπλα και εργαλεία επιχειρήσεων ISR, τα ισραηλινά UAV έχουν πρωτίστως συμβάλει σημαντικά στην αύξηση των ετήσιων αμυντικών εξαγωγών του Ισραήλ τα τελευταία χρόνια, με ετήσιο ποσοστό τουλάχιστον 5%.

Το Ισραήλ ακολουθεί μια πολύ αυστηρή πολιτική όσον αφορά στην ανταλλαγή ευαίσθητων πληροφοριών σχετικά με το οπλοστάσιό του. Παρ’ όλα αυτά, η Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία (IAF) διαθέτει μεγάλη ποικιλία UAV που μπορούν να εκτελέσουν τόσο αποστολές ISR όσο και βομβαρδιστικές αποστολές. Η IAF μπορεί να αναπτύξει έναν απροσδιόριστο αριθμό UAV τοπικής παραγωγής, όπως τα HERON TP (Eitan), HERON-1, Hermes 900 (περισσότερα από 22) και Hermes 450. Ορισμένοι παλαιότεροι τύποι UAV που αναπτύχθηκαν από την Israel Aerospace Industries (IAI), όπως το RQ-5A, εξακολουθούν να βρίσκονται σε υπηρεσία, ενώ η IAF χρησιμοποιεί επίσης περιφερόμενα πυρομαχικά Harpy. Εκτός από όπλα και εργαλεία επιχειρήσεων ISR, τα ισραηλινά UAV έχουν πρωτίστως συμβάλει σημαντικά στην αύξηση των ετήσιων αμυντικών εξαγωγών του Ισραήλ τα τελευταία χρόνια, με ετήσιο ποσοστό τουλάχιστον 5%.Το γεγονός ότι η τοπική ισραηλινή βιομηχανία μη επανδρωμένων αεροσκαφών πιέζει την κυβέρνηση να άρει τους περιορισμούς του καθεστώτος ελέγχου πυραυλικής τεχνολογίας (MTCR) είναι ενδεικτικό. Παρότι περίπου το 6% των 8,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων των συνολικών ισραηλινών αμυντικών εξαγωγών (για το 2020) ήταν μη επανδρωμένα αεροσκάφη, η τοπική βιομηχανία πιθανόν να αισθάνεται την πίεση του ανταγωνισμού από έναν άλλο περιφερειακό παράγοντα, όλο και πιο ανταγωνιστικό τόσο σε τιμές όσο και σε δυνατότητες, την Τουρκία.

Τουρκία

Τα τελευταία χρόνια η Baykar Tech, ο τοπικός πρωταθλητής της βιομηχανικής αεροναυπηγικής, αλλά και η τουρκική αεροδιαστημική βιομηχανία (TUSAS) έχουν αναπτύξει μια σειρά από εξαιρετικά αποδοτικά συστήματα UAV που θα χρησιμοποιηθούν από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, αλλά και θα εξαχθούν σε διάφορες χώρες.

Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (TAF) ήταν ένας από τους πρώτους εισαγωγείς της ισραηλινής τεχνολογίας, καθώς χρησιμοποιεί εδώ και χρόνια τα HERON και Harpy. Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια η Baykar Tech, ο τοπικός πρωταθλητής της βιομηχανικής αεροναυπηγικής, αλλά και η τουρκική αεροδιαστημική βιομηχανία (TUSAS) έχουν αναπτύξει μια σειρά από εξαιρετικά αποδοτικά συστήματα UAV που θα χρησιμοποιηθούν από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, αλλά και θα εξαχθούν σε διάφορες χώρες. Η ανάπτυξη των δυνατοτήτων καθώς και του αριθμού των UAV που επιχειρούν για την τουρκική πολεμική αεροπορία (TuAf), τις τουρκικές χερσαίες δυνάμεις (TLF), αλλά και τη χωροφυλακή παρουσιάζει δυναμικές τάσεις. Σύμφωνα με τους πιο πρόσφατους υπολογισμούς, ένας αριθμός κοντά στα 200 UAV λειτουργεί για τους τρεις κλάδους της πολεμικής αεροπορίας και της Χωροφυλακής. Η πλειονότητα είναι τύπου TB-2 Bayraktar, ενώ οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις διαθέτουν τουλάχιστον 28 του τύπου ANKA-S και μικρότερο αριθμό Gnat 750, καθώς και ισραηλινά HERON, όπως προαναφέρθηκε. Η Baykar Tech έχει κατασκευάσει το εξελιγμένο UAV τύπου Akinçi, ένα UAV μεγάλου ύψους και μεγάλης αντοχής (HALE) με πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες από τα TB-2 που ήδη επιχειρούν κατά δεκάδες για την τουρκική αεροπορία. Τρεις μονάδες του τύπου Akinçi έχουν ενσωματωθεί στην πολεμική αεροπορία, ωστόσο ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη γραμμή παραγωγής τους. Οι κινητήρες για το Akinçi κατασκευάστηκαν από την ουκρανική εταιρεία “MotorSich” στα περίχωρα της πόλης Ζαπορίζια, θέατρο του πολέμου που ξέσπασε λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη έχουν χρησιμοποιηθεί στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, στη Λιβύη, αλλά και από τις ουκρανικές δυνάμεις κατά των ρωσικών δυνάμεων εισβολής από τις 24 Φεβρουαρίου 2022.

Εκτός από τις δυνατότητες που προσφέρονται στην τουρκική αεροπορία, το εγχώριο πρόγραμμα UAV και drone παρέχει στην Τουρκία μια ιστορία εξαγωγικής επιτυχίας. Ο τύπος TB-2 Bayraktar έχει πωληθεί στην Ουκρανία, το Κατάρ, το Αζερμπαϊτζάν, την Πολωνία, το Μαρόκο, το Τουρκμενιστάν, την Αιθιοπία και το Κιργιστάν, ενώ υπάρχουν συζητήσεις για πιθανές εξαγωγές στον Νίγηρα και την Αλβανία. Ορισμένοι εκτιμούν ότι από τα 3,2 δισεκατομμύρια δολάρια των αμυντικών εξαγωγών της Τουρκίας, ένα ποσό 700 εκατομμυρίων προέρχεται από τις πωλήσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών και UAV. Ορισμένοι αναλυτές προτείνουν ήδη μια εξαγωγική πολιτική με ηθικό κώδικα συμπεριφοράς, δεδομένου ότι τα περισσότερα από τα τουρκικής κατασκευής UAV έχουν χρησιμοποιηθεί σε συγκρούσεις που σίγουρα προξένησαν απώλειες ζωών αμάχων. Τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη έχουν χρησιμοποιηθεί στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, στη Λιβύη, αλλά και από τις ουκρανικές δυνάμεις κατά των ρωσικών δυνάμεων εισβολής από τις 24 Φεβρουαρίου 2022. Η αποτελεσματικότητα των τουρκικής κατασκευής TB-2 των ουκρανικών δυνάμεων μένει να εκτιμηθεί, μέχρι να επιβεβαιωθούν οι αναφορές για την αποτελεσματικότητά τους στο πεδίο της μάχης.

Αίγυπτος

Καταβάλλεται σημαντική προσπάθεια από την αιγυπτιακή βιομηχανία για την ανάπτυξη εγχώριων UAV και μη επανδρωμένων αεροσκαφών-στόχων.

Οι περιφερειακές φιλοδοξίες της Αιγύπτου είναι επίσης εμφανείς στην προμήθεια και ανάπτυξη UAV. Οι Αιγυπτιακές Ένοπλες Δυνάμεις (EAF) μπορούν να αναπτύξουν μια σειρά από UAV αμερικανικής και κινεζικής προέλευσης και μη επανδρωμένα αεροσκάφη από το Ηνωμένο Βασίλειο. Ταυτόχρονα, καταβάλλεται σημαντική προσπάθεια από την αιγυπτιακή βιομηχανία για την ανάπτυξη εγχώριων UAV και μη επανδρωμένων αεροσκαφών-στόχων. Τέσσερις ακόμη τύποι εγχώριων μη επανδρωμένων αεροσκαφών και UAV αναπτύσσονται. Επί του παρόντος η αιγυπτιακή αεροπορία χρησιμοποιεί για επιχειρήσεις παρακολούθησης τους τύπους RQ-20B Puma AE II (ΗΠΑ), ASN-209 (Κίνα), Al-Saber (Camcopter S-100 που κατασκευάστηκε από τα ΗΑΕ), Wing Loong I (Κίνα), Adcom Yabhon Flash 20 “Ejune-30 SW” (ΗΑΕ) και Meggit Banshee (Ηνωμένο Βασίλειο). Οι περισσότεροι από τους παλαιότερους τύπους, όπως τα R4E-50 SkyEye (ΗΠΑ) και TR-324 Scarab (ΗΠΑ), έχουν παροπλιστεί.

Ελλάδα

Τα αεροσκάφη Πήγασος υστερούν σε τεχνολογία και δυνατότητες καθώς σχεδιάστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Το ίδιο ισχύει και για τα 4 γαλλικά UAV Sperwer που εξακολουθούν να πετούν για τον Ελληνικό Στρατό. Η ανάγκη για επιχειρήσεις ISR στο Αιγαίο οδήγησε σε σύμβαση μίσθωσης δύο ισραηλινών συστημάτων HERON που εδρεύουν στο νησί της Σκύρου.

Η ιστορία των UAV των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων είναι παρόμοια με αυτή που έχει αναφερθεί προηγουμένως για τον στόλο επιφανείας. Παρόλο που ο Στρατός και η Αεροπορία ήταν από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν UAV πριν από σχεδόν 20 χρόνια, η δημοσιονομική κρίση του 2010 ακύρωσε τόσο τις επενδύσεις όσο και τις συζητήσεις για την ανάπτυξη εγχώριων UAV. Η Μοίρα μη επανδρωμένων αεροσκαφών της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας ιδρύθηκε το 2003 και έκτοτε δύο παρτίδες UAV εγχώριας σχεδίασης Πήγασος I και II έχουν χρησιμοποιηθεί σε αποστολές ISR. Παρ’ όλα αυτά, τα αεροσκάφη Πήγασος υστερούν σε τεχνολογία και δυνατότητες καθώς σχεδιάστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Το ίδιο ισχύει και για τα 4 γαλλικά UAV Sperwer που εξακολουθούν να πετούν για τον Ελληνικό Στρατό. Η ανάγκη για επιχειρήσεις ISR στο Αιγαίο οδήγησε σε σύμβαση μίσθωσης δύο ισραηλινών συστημάτων HERON που εδρεύουν στο νησί της Σκύρου. Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας Νίκος Παναγιωτόπουλος δήλωσε ότι η κυβέρνησή του έχει ζητήσει UAV από τις αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις, χωρίς να διευκρινίσει τους τύπους ή τον τρόπο αγοράς, δηλαδή απευθείας αγορά ή μέσω προγραμμάτων Foreign Military Funding ή Excess Defense Articles του Πενταγώνου. Σημειώνεται ότι το 2019 η Ελλάδα είχε ενδιαφερθεί να μισθώσει για μικρό χρονικό διάστημα δύο MQ-9A Reaper που βρίσκονταν στην αεροπορική βάση της 110 Πτέρυγας Μάχης στη Λάρισα.

Η Συρία, η Λιβύη, ο Λίβανος και η Κυπριακή Δημοκρατία

Η Κύπρος αγόρασε μια παρτίδα τεσσάρων ισραηλινών UAV τύπου IAI Aerostar με κόστος 13 εκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με πληροφορίες, για την παρακολούθηση της ΑΟΖ της.

Από αυτές τις τέσσερις χώρες, οι δύο με καταγεγραμμένες δυνατότητες UAV είναι η Συρία και η Κυπριακή Δημοκρατία. Σύμφωνα με την έκθεση “Military Balance 2021”, οι Συριακές Ένοπλες Δυνάμεις το 2021 χρησιμοποιούσαν μεσαία UAV Mohajer III και Mohajer IV και ελαφρά UAV τύπου Ababil, όλα σχεδιασμένα και κατασκευασμένα στο Ιράν. Η Κύπρος αγόρασε μια παρτίδα τεσσάρων ισραηλινών UAV τύπου IAI Aerostar με κόστος 13 εκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με πληροφορίες, για την παρακολούθηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της. Παρότι η Λιβύη αποτέλεσε το έδαφος για τις επιχειρήσεις των τουρκικών TB-2, ειδικά όταν οι δυνάμεις του Εθνικού Στρατού της Λιβύης αντιμετώπισαν τις προελαύνουσες στρατιές του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ, υπάρχει βεβαιότητα πως τις πλατφόρμες χειριζόταν προσωπικό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.

Συμπεράσματα-προτάσεις

Είναι προφανές πως τα παράκτια κράτη της Ανατολικής Μεσογείου έχουν ξεκινήσει μια κούρσα εξοπλισμών με στοιχεία που συνδυάζουν την παραδοσιακή ανάγκη για προβολή ισχύος στις θάλασσες με την παράλληλη τάση επένδυσης σε UAV, τα οποία συμβάλλουν σε επιχειρήσεις ISR, ενισχύοντας έτσι τις προσπάθειες ελέγχου του θαλάσσιου χώρου. Για την Τουρκία, η όλη ιδέα του δόγματος “Mavi Vatan” (Γαλάζια Πατρίδα) ευθυγραμμίζεται με τις προσπάθειες για τη δημιουργία ισχυρότερων ναυτικών δυνατοτήτων. Στις περιπτώσεις της Αιγύπτου και του Ισραήλ, ο κύριος σκοπός είναι η διασφάλιση ανεμπόδιστων δραστηριοτήτων υπεράκτιας γεώτρησης και εξαγωγής φυσικού αερίου. Ωστόσο, στην περίπτωση της Αιγύπτου ο ρόλος της περιφερειακής δύναμης προβάλλεται προς μια σειρά κατευθύνσεων, κυρίως προς την Τουρκία, η οποία συμπεριφέρεται ως αναδυόμενος διεκδικητικός παράγοντας στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η ανάγκη επενδύσεων εστιάζεται κυρίως στη διαφύλαξη των εθνικών συμφερόντων στο Αιγαίο, καθώς και στην προβολή ευρωπαϊκής ισχύος στην περιοχή, μέσω της περαιτέρω ενίσχυσης των δεσμών με παραδοσιακούς αμυντικούς εταίρους, όπως οι ΗΠΑ, αλλά κυρίως με τη Γαλλία.

Παρόλο που η ρωσική εισβολή και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν επισκιάσει κατά κάποιο τρόπο την αυξανόμενη ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο (με κορυφαία στιγμή την αντιπαράθεση ελληνοτουρκικών στόλων μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου 2020), υπάρχουν ακόμη ζητήματα προς επίλυση που απορρέουν άμεσα από τη στρατιωτική ενίσχυση και την ισορροπία ισχύος που έχει διαταραχθεί σοβαρά.

Η Ελλάδα έχει ήδη επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου για να καλύψει το χαμένο έδαφος τόσο αριθμητικά όσο και τεχνολογικά. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι σήμερα οι προσπάθειες αυτές έχουν αποδειχθεί ελλιπείς για δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, οι συμφωνίες που έχουν υπογραφεί μέχρι στιγμής περιλαμβάνουν ελάχιστη ή καθόλου μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας, και δεύτερον, οι τοπικές δυνατότητες τόσο της ναυπηγικής όσο και της αεροναυπηγικής βιομηχανίας πάσχουν από τις διαχρονικές ασθένειες του ελληνικού κράτους (παροπλισμένα ναυπηγεία με περίπλοκο νομικό καθεστώς και αναποτελεσματικότητα που προκύπτει από την αδυναμία δημιουργίας συνεργειών μεταξύ κράτους και ιδιωτικού τομέα). Προφανώς, η επένδυση σε τοπικές τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης και η επίλυση του «γόρδιου δεσμού» σε ό,τι αφορά τα ναυπηγεία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη περιφερειακά ανταγωνιστικών τοπικών υποδομών σε βάθος χρόνου. Θα πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι ο ανταγωνισμός είναι ήδη πολύ τεταμένος, καθώς το Ισραήλ και η Τουρκία εξάγουν ήδη αμυντικό εξοπλισμό τοπικής παραγωγής αξίας 8 και 3 δισεκατομμυρίων ετησίως (2021).

Ένα τέτοιο πλαίσιο πρέπει να περιλαμβάνει την ταυτόχρονη ουσιαστική αλλαγή φιλοσοφίας και δομής των ελληνικών στρατιωτικών σχολών όλων των κλάδων. Τέλος, δεδομένου ότι η ΕΕ αποφάσισε να αυξήσει την αμυντική χρηματοδότηση, υπάρχει μια χρυσή ευκαιρία για την Ελλάδα να επιτύχει επιτέλους τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων στρατιωτικών δυνατοτήτων, δημιουργώντας παράλληλα νέες, ειδικά στους τομείς ενδιαφέροντος των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες επικεντρώνονται στο θαλάσσιο πεδίο.

[1] The International Institute for Strategic Studies, The Military Balance 2021, Annual assessment of Global military capabilities and defense economics, London 2021