SOTIROPOULOS D 2Στο ερώτημα ποια είναι τα αίτια της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, η τυπική απάντηση αποτελείται από δύο συνδεόμενα μεταξύ τους μέρη. Το πρώτο μέρος αναφέρεται στην παγκόσμια οικονομική κρίση μετά το 2008, η οποία προφανώς δεν θα άφηνε ανεπηρέαστη την ελληνική οικονομία. Το δεύτερο μέρος της απάντησης για τα αίτια της κρίσης συνήθως περιλαμβάνει δοξασίες του τύπου «τα έφαγαν οι πολιτικοί», «η κρίση οφείλεται στις τράπεζες» ή «τα μνημόνια φταίνε για την κρίση». Παρότι υπάρχουν ψήγματα αλήθειας σε αυτές τις διατυπώσεις, η αλήθεια, όπως τεκμηριώνεται στο τελευταίο βιβλίο του Τάσου Γιαννίτση, είναι ότι το Ασφαλιστικό έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη γένεση της κρίσης και η διαχείριση της κρίσης επιδείνωσε το Ασφαλιστικό.

Ο συγγραφέας δεν παραγνωρίζει τα λάθη σχεδιασμού εκ μέρους της τρόικας ούτε τις κοινωνικά άδικες επιλογές διαδοχικών κυβερνήσεων από το 2010 ως σήμερα. Πολλές αιτίες οδήγησαν στον οικονομικό εκτροχιασμό της χώρας μας και σε κακές επιλογές στη διαχείριση του εκτροχιασμού. Ωστόσο, από το πλήθος στοιχείων του Γιαννίτση για το μερίδιο ευθύνης που πρέπει να αποδώσουμε στο Ασφαλιστικό, συγκρατώ δύο: η συνολική κρατική δαπάνη για τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων του ιδιωτικού τομέα και τις συντάξεις του Δημοσίου έφθασε συνολικά τα 133,4 δισ. ευρώ μεταξύ 2000-2009 και τα 96,4 δισ. ευρώ μεταξύ 2010-2014. Αν στην προηγούμενη δεκαετία τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων είχαν διατηρηθεί στο ύψος του 2000, όταν ήδη έφθαναν στο 3,2% του ΑΕΠ, τότε το θηριώδες δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009 (15,2% του ΑΕΠ), το οποίο μάς οδήγησε στο πρώτο Μνημόνιο, θα ήταν μικρότερο σχεδόν κατά το ένα τρίτο.

Η αιτία αυτής της οφθαλμοφανούς επιδείνωσης του Ασφαλιστικού, που σε μεγάλο βαθμό προκάλεσε την κρίση, ήταν ο συνδυασμός της ηρωικής αντίστασης σε οποιαδήποτε δομική αλλαγή του Ασφαλιστικού (το «ηρωολατρικό μοντέλο», κατά τον Γιαννίτση) με τον τρόμο διαδοχικών κυβερνήσεων μπροστά στο πολιτικό κόστος της μεταρρύθμισης. Μόνο που, όπως σημειώνει ο Γιαννίτσης, με το ξέσπασμα της κρίσης το κόστος της μη μεταρρύθμισης, δηλαδή της απραξίας, αποδείχθηκε «σημαντικά μεγαλύτερο».

Κριτήρια αξιολόγησης

Το βιβλίο εκδόθηκε μόλις είχε δημοσιευθεί η κυβερνητική πρόταση για το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, αλλά δεν αξιολογεί αυτή την πρόταση. Νομίζω ότι κάνει κάτι σημαντικότερο, προσφέρει τρία κριτήρια για να αξιολογήσουμε οποιαδήποτε πρόταση αφαλιστικής μεταρρύθμισης.

Πρώτο κριτήριο είναι το αν η μεταρρύθμιση επικεντρώνεται μόνο σε αλλαγές στο Ασφαλιστικό ή συνδυάζεται με μέτρα οικονομικής μεγέθυνσης. Εφόσον συνεχίζεται η υποχώρηση ή στασιμότητα της μεγέθυνσης, τότε ακόμη και το καλύτερο δυνατό ασφαλιστικό νομοσχέδιο θα ήταν καταδικασμένο.  Χωρίς οικονομική μεγέθυνση, λόγω των μειωμένων εσόδων του ασφαλιστικού συστήματος, θα διανέμονται όλο και μικρότερες συντάξεις σε ένα διογκούμενο αριθμό συνταξιούχων. Οπως σχολιάζει έμμεσα ο Γιαννίτσης: «Δεν έχει νόημα να λέει κανείς ότι θέλει μεγέθυνση, αλλά ταυτόχρονα να αρνείται να επιλέξει πολιτικές που θα οδηγήσουν σε αυτήν, πόσω μάλλον να επιλέγει πολιτικές που την αντιστρατεύονται». Είναι ήπιο σχόλιο, που δεν μνημονεύει ευθέως τη συστηματική πλέον παρακώλυση των ιδιωτικών επενδύσεων και τη μεταφορά πόρων από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα μέσω της αύξησης φόρων και εισφορών, ώστε να εξυπηρετηθούν οι αυξημένες εφέτος δημόσιες δαπάνες (π.χ. για εξοπλισμούς).

Το δεύτερο κριτήριο είναι το αν το σχέδιο μεταρρύθμισης δρομολογεί τη μερική έστω μετάβαση από το τρέχον δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης σε κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Με το πρώτο, δηλαδή το σύστημα αλληλεγγύης των γενεών, όσοι καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές καλύπτουν τις ανάγκες όσων είναι ήδη συνταξιούχοι. Με το κεφαλαιοποιητικό, το οποίο έχουν υιοθετήσει ακόμη και αλλεργικές στις μεταρρυθμίσεις χώρες (π.χ. η Ιταλία), ο ασφαλισμένος καταβάλλει «εισφορές που θα καλύψουν τις δικές του ανάγκες, όταν έρθει η ώρα». Παλαιότερα ο Γιαννίτσης δεν ήταν υπέρ του κεφαλαιοποιητικού συστήματος, αλλά να τι τον έκανε να αλλάξει γνώμη: «Η έγνοια για τον δημόσιο χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης οφείλεται στο ότι η χρήση πόρων των ασφαλιστικών ταμείων, για να απονεμηθούν αυθαίρετα δωρεάν πρόσοδοι σε κατηγορίες ή πρόσωπα που διαφορετικά δεν θα τις έπαιρναν ποτέ, δίνει την πολιτική ευχέρεια να μεταφερθεί το πρόβλημα στο μέλλον».

Ηρωική αντίσταση

Και αυτό είναι ήπιο σχόλιο, αν διαβάσει κανείς τον Πίνακα 3 του βιβλίου, με τα ελλείμματα ασφαλιστικών ταμείων που καλύφθηκαν από τον κρατικό Προϋπολογισμό το 2000-2014. Ιδού οι τρεις πρωταθλητές της απόσπασης κρατικών πόρων για την καταβολή συντάξεων, αφού τα δικά τους ασφαλιστικά έσοδα δεν επαρκούσαν: πρώτος ο ΟΓΑ, ο οποίος το 2000-2014 προικοδοτήθηκε με 46,5 δισ. ευρώ, δεύτερο το ΙΚΑ, που όμως έχει πολύ περισσότερους ασφαλισμένους, με 21,8 δισ. και τρίτο το ταμείο των ελεύθερων επαγγελματιών (ΟΑΕΕ), με 13,8 δισ., αλλά συγκριτικά λιγότερους ασφαλισμένους. Λογικό είναι οποιαδήποτε ιδέα για αλλαγή στο καθεστώς αυτό να οδηγεί τους αγρότες να στήνουν «μπλόκα», τους μισθωτούς να απεργούν και τους ελεύθερους επαγγελματίες να διοργανώνουν διαδηλώσεις και συναυλίες διαμαρτυρίας.

Βέβαια η σειρά των ασφαλιστικών ταμείων-πρωταθλητών στην απόσπαση πόρων του προϋπολογισμού θα άλλαζε, αν υπήρχε πίνακας με το ύψος της κρατικής επιδότησης ανά συνταξιούχο. Είναι δύσκολη η ανεύρεση στοιχείων σε βάθος χρόνου, αλλά έτσι θα διαπίστωνε κανείς ποιον ωφέλησαν περισσότερο οι χρόνιες αυθαιρεσίες στην απονομή ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Ενδεικτικά, με βάση τον Πίνακα 3, το 2000-2014 το κράτος μοίρασε στα ασφαλιστικά ταμεία δύο μόνο επιχειρήσεων (ΟΤΕ, ΔΕΗ), με λίγες δεκάδες χιλιάδες ασφαλισμένους το καθένα, αντιστοίχως 6,5 και 6,8 δισ. ευρώ.

Το τρίτο κριτήριο είναι το αν το σχέδιο μεταρρύθμισης υποστηρίζει την αναδιανομή πόρων υπέρ των πιο αδύναμων μερίδων του πληθυσμού. Προφανώς δεν υπηρετούν την κοινωνική δικαιοσύνη, ούτε η αναδιανομή των συντάξεων υπέρ μικρών και μάλιστα των ίδιων κάθε φορά ομάδων συνταξιούχων ούτε η αναδιανομή υπέρ των τωρινών συνταξιούχων και σε βάρος όλων των επόμενων γενιών συνταξιούχων. Αυτοί ήταν οι πραγματικοί αλλά αποκρυπτόμενοι στόχοι της πολυετούς ηρωικής αντίστασης κατά της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Το συμπέρασμα του αναγνώστη είναι ότι οι ήρωες αυτής της αντίστασης, καθώς και οι πολιτικοί πάτρονές τους, είναι ένοχοι.

Πηγή: Βήμα της Κυριακής