Tsakiris ThΤέσσερα περίπου χρόνια μετά την ανατροπή του καθεστώτος Μουμπάρακ τον Φεβρουάριο του 2011 η νέα αιγυπτιακή κυβέρνηση που προέκυψε το καλοκαίρι του 2013 ως αποτέλεσμα της ανάσχεσης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα νέο περιβάλλον προκλήσεων ασφαλείας. Συγκριτικά με την περίοδο πρίν από την ανατροπή Μουμπάρακ οι κίνδυνοι που καλείται να εξουδετερώσει ο στρατηγός Σίσι διαφέρουν ως προς το γεγογός ότι το επίκεντρο της προσοχής του είναι στραμμένο στο εσωτερικό της χώρας του παρά στο εξωτερικό.

Παρά την απομάκρυνση του Μόρσι το δίκτυο της κοινωνικής και πολιτικό-οικονομικής ισχύος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που λειτουργούσε παράλληλα και πολλές φορές αναπληρωματικά των κρατικών δομών επί δεκαετίας φαίνεται να διατηρεί την ισχύ του. Το εσωτερικό πολιτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση Σίσι μεγενθύνεται από τα οικονομικά δεινά που δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα της παρ’ολίγον κατάρρευσης του 2011. Όλες οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν προσπάθησαν να διευρύνουν τη νομιμοποιητική τους βάση καταφεύγοντας σε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα επιδοτήσεων στα αγαθά ευρείας κατανάλωσης συμπεριλαμβανομένων των βασικών ενεργειακών προϊόντων. Είναι ενδεικτικό ότι οι ενεργειακές επιδοτήσεις μόνο για τον τομέα των καυσίμων το οικονομικό έτος 2013/2014 ανήλθαν στα $14,3 δις αναλογώντας περίπου στο 1/6 των εξόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Αν και η αιγυπτιακή παραγωγή πετρελαίου διατηρήθηκε αξιοσημείωτα σταθερή μετά το 2011 στα περίπου 720.000 βαρέλια/ημέρα, οι επιδοτήσεις στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου έφεραν το ενεργειακό σύστημα της χώρας στα πρόθυρα της κατάρρευσης το β’ εξάμηνο του 2013.

Η κατάρρευση αυτή αποσοβήθηκε χάρις στη μαζική εξαγωγή υγροποιημένου αερίου και πετρελαιοειδών από τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (Η.Α.Ε.) και το Κουβεΐτ που παράλληλα ανέλαβαν τη δομική υποστήριξη της αιγυπτιακής οικονομίας μέσω μιας πιστωτικής γραμμής που ξεπέρασε τα $12 δισεκατομμύρια. Αυτή η αλλαγή δεν είναι παροδική και συνειγορεί υπέρ της μεσομακροπρόθεσμης μετατροπής της Αιγύπτου σε καθαρό εισαγωγό αερίου την ώρα που μέχρι το 2010 αποτελούσε τη μεγαλύτερη εξαγωγό της Βόρειας Αφρικής μετά την Αλγερία. Αυτή η μετατροπή ωστόσο δημιούργησε και τη σημαντική εμπορική ευκαιρία για την εξαγωγή κυπριακού και ισραηλινού αερίου στην αγορά της Αίγυπτου και στα δύο ανενεργά τερματικά υγροποίησης στο Idku και τη Damietta.

Η πρόκληση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και η υποστήριξη που αυτή λαμβάνει πρωτίστως από την Τουρκία και το Κατάρ μπορεί να επιτείνεται από τα οικονομικά προβλήματα της Αιγύπτου αλλά η αμεσότερη απειλή για το Κάιρο συνδέεται με τη συνεχιζόμενη εδραίωση ισλαμιστικών/τζιχαντιστικών ομάδων τόσο στο Σινά όσο και την Κυρηναϊκή: Η Ισλαμικοποίηση της Κυρηναϊκής: Το ενδεχόμενο “Ταλιμπανοποίησης” της Κυρηναϊκής που αποτελούσε παραδοσιακά το επίκεντρο (Βεγγάζη) των ισλαμιστικών/τζιχαντιστικών κινημάτων της Λιβύης ακόμη και επί Καντάφι, αποτελεί ένα εφιαλτικό σενάριο και για την αιγυπτιακή κυβέρνηση και για το σύνολο των Μοναρχιών του Αραβικού Κόλπου που υποστηρίζουν τον στρατηγό Σίσι με την εξαίρεση του Κατάρ. Η κατ’ουσίαν αυτονόμηση της Κυρηναϊκής από τον έλεγχο της Τρίπολης αποτελεί ένα γεγονός που ισχύει ήδη από τα μέσα του 2012. Ωστόσο, η συσπείρωση της ισχύος των διαφόρων ισλαμιστικών πολιτοφυλακών γύρω από τον Συμβούλιο της Shura των Επαναστατών της Βεγγάζης στα τέλη του 2013 δημιούργησε μια “ιερή συμμαχία” που συμπεριλαμβάνει τις “τοπικές αντιπροσωπείες” της Al-Qaeda (Ansar Al-Sharia) και του ISIS, οι δυνάμεις του οποίου κατέλαβαν τη Ντέρνα, γειτονική πόλη του Τομπρούκ, τον Οκτώβριο του 2014. Αυτό το ετερογενές ισλαμιστικό συνοθήλευμα που ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της Βεγγάζης, κατέλαβε το αεροδρόμιο της Τρίπολης τον Αύγουστο του 2014, ελέγχοντας μέσω του δικτύου των συμμαχιών του περίπου το 1/4 της χώρας συμπεριλαμβανομένης της Τρίπολης, ενώ η μη-ισλαμιστική “αντιπολίτευση” έχει βρεί καταφύγιο στο Τομπρούκ. Ταυτόχρονα τα πιο ακραία τζιχαντιστικά στοιχεία αυτού του συνοθηλεύματος συσπειρώνονται υπό τη σημαία του ISIS και ελέγχουν τμήματα της ευρύτερης περιοχής της Βεγγάζης, τη Ντέρνα, τη Σύρτη, πατρίδα της φυλής του Καντάφι, και αντιμάχονται με όλες τους τις δυνάμεις την “κυβέρνηση” του Τομπρούκ.

Μία ωστόσο βασική επίπτωση αυτής της κατάστασης είναι ότι μετά -ιδίως- την ανατροπή Μόρσι το πορρώδες σύνορο Αιγύπτου-Λιβύης έχει καταστεί μια απο τις βασικότερες διόδους μεταφοράς οπλισμού προς την παράνομη πλέον Μουσουλμανική Αδελφότητα της Αιγύπτου αλλά και της φυγάδευσης μελών της προς τη Λιβύη. To καλοκαίρι του 2014 σημειώθηκε σειρά επιθέσεων εναντίον αιγυπτιακών φυλακίων εξαιτίας της υποστήριξης που φέρεται να προσφέρει o Σίσι στις αντι-ισλαμικές δυνάμεις της κυβέρνησης του Τομπρούκ. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι φαίνεται να υπήρξαν πλήγματα των ισλαμιστικών θέσεων κατά την πολιορκία του αεροδρομίου της Τρίπολης τον Αύγουστο του 2014 από δυνάμεις της αεροπορίας της Αιγύπτου και των Η.Α.Ε. Σε κάθε περίπτωση η εμπλοκή της Αιγύπτου στο Λιβυκό εμφύλιο “επισημοποιήθηκε” στα μέσα Φεβρουαρίου όταν η αιγυπτιακή αεροπορία έπληξε στόχους των δυνάμεων του ISIS ως αντίποινα για τον αποκεφαλισμό 21 κόπτων χριστιανών της Αιγύπτου που εργάζονταν στη Λιβύη.

Η Ισλαμικοποίηση του Σινά: Η απειλή που θέτει για την Αίγυπτο η δυναμική ισλαμικοποίησης της Κυρηναϊκής δεν θα ήταν τόσο σοβαρή εάν η κυβέρνηση Σίσι δεν είχε να αντιμετωπίσει έναν πολέμο χαμηλής έντασης εναντίον ισλαμιστικών και άλλων αντι-κυβερνητικών ομάδων που ενεργούν στο Σινά. Ο αγωγός Tras-Arabian Gas Pipeline που τροφοδοτούσε με αέριο την Ιορδανία, τη Συρία και το Λίβανο τέθηκε εκτός λειτουργίας και διότι βομβαρδίστηκε δεκάδες φορές μέσα στο 2011 και το 2012 από αυτές ακριβώς τις ομάδες, που από το 2013 περιλαμβάνουν και την συνδεόμενη με το ISIS οργάνωση Ansar Bayt al-Maqdis. Η οργάνωση αυτή που από το 2011 εκδήλωνε τη δημόσια υποταγή της στην Al-Qaeda, φέρνει την ευθύνη για δεκάδες πολύνεκρες επιθέσεις εναντίον αιγυπτίων στρατιωτικών μονάδων και φυλακίων που είναι διάσπαρτα στη Χερσόνησο.

Οι ομάδες αυτές δεν έχουν ακόμη αποδείξει ότι μπορούν να διακόψουν την ασφάλεια του διάπλου μέσα από τη Διώρυγα του Σουέζ και το δίκτυο των αγωγών αργού πετρελαίου και πετρελαϊκών προϊόντων SUMED που ενώνει την Ερυθρά Θάλασσα με την Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, εάν το ISIS εδραιωθεί στη Συρία και το Κάιρο δεν βοηθηθεί για να θέσει υπό τον έλεγχό του το σύνολο του Σινά, τότε η δυνητική απειλή στις ενεργειακές υποδομές της Αιγύπτου θα παραμείνει υπαρκτή και ενδεχομένως να αυξηθεί σε επικινδυνότητα. Υπενθυμίζεται απλώς ότι μέσω του πετρελαϊκού συστήματος της Διώρυγας διέρχονται κυρίως προς την Ευρώπη περί τα 4,6 εκβ/η αργού πετρελαίου και προϊόντων που αναλογούν στο 5,6% του παγκόσμιου πετρελαϊκού εμπορίου για το 2013, το 50% του συνόλου των ευρωπαϊκών εισαγωγών Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ) και το 100% του αραβικών εξαγωγών ΥΦΑ που πηγαίνουν από τον Κόλπο στην Ευρώπη.

Είναι αξιοσημείωτο ότι οι επιχειρησιακές δυνατότητες των εν λόγω οργανώσεων φαίνεται ότι επεκτείνονται καθώς στις 12 Νοεμβρίου 2014 μέλη της Ansar Bayt al-Maqdis έθεσαν υπό τον έλεγχό τους για μερικές ώρες ένα πυραυλικό σκάφος του αιγυπτιακού ναυτικού κοντά στη ναυτική βάση της Damietta, όπου βρίσκεται και το προαναφερθέν τερματικό υγροποίησης. Στόχος τους ήταν να καταλάβουν ένα μεγάλο πλοίο επιφανείας του ισραηλινού ναυτικού προκειμένου να απελευθερώσουν Παλαιστήνιους αιχμαλώτους. Τον Σεπτέμβριο του 2014 οι ηγέτες της Ansar, που έχουν υπό τον έλεγχο τους 1.000-2.000 μαχητές στο Σινά, ανακοίνωσαν ότι η οργάνωση ενσωματώνεται στο δυναμικό του ISIS μετονομαζόμενη σε “Επαρχία του Σινά του Ισλαμικού Κράτους”. Στα τέλη Ιανουαρίου 2015 η al-Maqdis οργάνωσε βομβιστικές επιθέσεις σε τρείς διαφορετικούς στόχους στο Βόρειο Σινά, συμπεριλαμβανομένου του στρωτιωτικού διοικητηρλιου στο Ελ-Αρίς, σκοτώνοντας σχεδόν 50 ανθρώπους.

Η διεθνής οικονομική σύνοδος που έλαβε χώρα στο Σάρμ Ελ-Σέΐχ την προηγούμενη εβδομάδα υποδηλώνει τη συνεχιζόμενη στρατηγική σπουδαιότητα της Αιγύπτου για την ασφάλεια και σταθερότητα της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Η Ελλάδα και η Κύπρος αποτέλεσαν τις πρώτες ευρωπαϊκές δυνάμεις που αναγνώρισαν αυτήν την πραγματικότητα από την αρχή της διακυβέρνησης Σίσι, όταν όλοι οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι και οι ΗΠΑ κρατούσαν αποστάσεις “ασφαλείας”. Η Ρωσία και πιο πρόσφατα η Γαλλία αναγνώρισαν την ανάγκη να στηριχθεί η κυβέρνηση Σίσι συμβάλλοντας στην ενδυνάμωση των στρατιωτικών και αντιτρομοκρατικών δυνατοτήτων της αιγυπτιακής κυβέρνησης που έχει αναδειχθεί εκ νέου σε σημαντικότερο περιφερειακό εταίρο ασφαλείας για το Ισραήλ κάτι που διεφάνη με σαφήνεια κατά τον πλέον πρόσφατο πόλεμο της Γάζα το καλοκαίρι του 2014. Η μόνη δύναμη που φαίνεται ότι εξακολουθεί να κωφεύει είναι η Ουάσινγκτον…

Αθήνα και Λευκωσία πρέπει να επιτείνουν την έμπρακτη συνεργασία τους με την Αίγυπτο τόσο σε ενεργειακό όσο πρωτίστως σε στρατιωτικό επίπεδο αναβαθμίζοντας περαιτέρω το επίπεδο της στρατιωτικής μας διπλωματίας με το Κάιρο. Η συμβολικότητα μιας τέτοιας πρωτοβουλίας, όπως έδειξε και η τριμερής του Καΐρου τον Νοέμβριο του 2014, δεν πρόκειται να υποτιμηθεί από τους Αιγύπτιους εταίρους μας.

Πηγή: energypress.gr