SOTIROPOULOS D 2Για όσους ανησυχούν για τις επιπτώσεις της διαχείρισης της οικονομικής κρίσης πάνω στη δημοκρατία, ο κατακλυσμός δημοσκοπήσεων που προέκυψε μετά την προκήρυξη των εκλογών της 20ής Σεπτεμβρίου είναι ενοχλητικά μεγάλος. Πρώτον, ειδικά σε αυτές τις εκλογές η ποσότητα και η συχνότητα των δημοσκοπήσεων είναι αντιστρόφως ανάλογες της απόστασης που χωρίζει τις απόψεις  των σημαντικότερων κομμάτων. Οι δημοσκοπήσεις είναι πάρα πολλές και συχνότατες, ενώ  οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων που ήδη έχουν συναινέσει με την ψήφο τους στην προηγούμενη Βουλή στην εφαρμογή του τρίτου Μνημονίου είναι πολύ μικρές.

Δεύτερον, οι  πολιτικοί και οι αναλυτές  δεν ασχολούνται τόσο με τις μικρές αποκλίσεις μεταξύ των κομμάτων που έχουν ψηφίσει το τρίτο Μνημόνιο όσο με τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Επί ώρες στις ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές καλούν πολιτικούς και ακροατές να σχολιάσουν τις δημοσκοπήσεις συγκρίνοντας τη μία με την άλλη όταν γίνονται ταυτόχρονα, καθώς και τις προγενέστερες με τις μεταγενέστερες δημοσκοπήσεις. Η ενασχόληση των πολιτικών αναλυτών και των υποψήφιων βουλευτών με τις στάσεις και αντιλήψεις των πολιτών για τα προεκλογικά προγράμματα, αντί για την ουσία των ίδιων των προγραμμάτων, είναι γνώριμο και αποδεκτό  χαρακτηριστικό των σύγχρονων δημοκρατιών. Πάντοτε συνέβαινε αυτό, όπως υποστηρίζει η βιβλιογραφία διεθνώς αλλά και στη χώρα μας (π.χ., έρευνες των Ηλ. Νικολακόπουλου, Γ. Τσίρμπα, Γ. Μαυρή).

Ο αντίλογος σε όλα αυτά είναι ότι τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων δεν είναι παρά μια πρόσθετη πληροφορία την οποία συνεκτιμά ο ψηφοφόρος μαζί με την τυχόν ιστορική ταύτισή του με κάποιο κόμμα, τα προγράμματα των κομμάτων, το προφίλ των υποψηφίων και τις κυβερνητικές επιδόσεις των κομμάτων που πρόσφατα δοκιμάστηκαν στην εξουσία (αναδρομική ψήφος). Ωστόσο, σε συνθήκες ταυτόχρονα ρευστότητας της ψήφου και έλλειψης ουσιαστικού διακυβεύματος ως προς το περιεχόμενο των μέτρων πολιτικής, όπως οι τρέχουσες  συνθήκες, οι δημοσκοπήσεις ίσως  αποκτήσουν μεγαλύτερο διαμορφωτικό ρόλο από αυτόν που είχαν στο παρελθόν.

Ο νομοθέτης ίσως υπήρξε σοφότερος όταν απαγόρευε τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των δημοσκοπήσεων κατά το τελευταίο δεκαπενθήμερο προ των εκλογών, η οποία απαγόρευση ίσχυσε – με μικρές εξαιρέσεις – ως και τις εκλογές του 2012, παρά όταν τις επέτρεψε σχεδόν απεριόριστα, όπως συνέβη με τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές του Μαΐου 2014 και τις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου 2015. Η απελευθέρωση των χρονικών ορίων δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων των δημοσκοπήσεων αύξησε τη δημοσιογραφική ύλη και τον όγκο εργασιών των σχετικών ιδιωτικών εταιρειών, αλλά δεν βελτίωσε την ποιότητα της δημοκρατίας, του δημόσιου διαλόγου και της αντιπαράθεσης πριν από τις εκλογές.

Προφανώς δεν τίθεται θέμα να απαγορευθεί ξανά η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των δημοσκοπήσεων κατά την προεκλογική περίοδο. Αλλωστε οι πολιτικοί επιστήμονες διαφωνούν ως προς το αν η διάδοση προκατασκευασμένων έστω αποτελεσμάτων δημοσκοπήσεων ως την Κυριακή των εκλογών προξενεί μικρότερη ή μεγαλύτερη ζημιά στη δημοκρατία από τη διάδοση ψιθύρων και φημών σχετικά με αποτελέσματα δημοσκοπήσεων που θα διεξάγονταν ως την τελευταία στιγμή, χωρίς όμως να δημοσιοποιούνται λόγω κάποιας απαγόρευσης.

Στην εποχή του Internet, το οποίο καταλαμβάνει ήδη μεγάλο τμήμα της «δημόσιας σφαίρας», είναι πρακτικά αδύνατον να επιβληθούν τέτοιου είδους απαγορεύσεις. Είναι επίσης ευτυχώς αδύνατον πλέον να περιοριστεί η ελευθερία της έκφρασης και διάχυσης πολιτικών ιδεών, περιλαμβανομένων και των δημοσκοπήσεων.

Πιο εφικτό θα ήταν οι πολίτες, οι πολιτικοί και οι αναλυτές να συνειδητοποιήσουν ότι τα ερωτήματα των δημοσκοπήσεων στα οποία συνήθως επικεντρώνεται η δημόσια συζήτηση (πρόθεση ψήφου, δημοφιλία πολιτικών αρχηγών) μπορεί να συσκοτίζουν άλλα, κρισιμότερα ερωτήματα. Στις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου τέτοιο ερώτημα που θα έπρεπε ήδη να μας απασχολεί είναι το εξής: πώς θα αναστραφεί ο αναχωρητισμός των πολιτών, η εθελουσία έξοδός τους από τη δημοκρατία, η οποία θα εκδηλωθεί με τη διαφαινόμενη μεγάλη αποχή από τις εκλογές ή με την κοροϊδευτική ψήφο υπέρ μικρών γραφικών κομμάτων. Στο μεταξύ, ας ελπίσουμε ότι οι παραγωγοί δημοσκοπήσεων και όσοι τις παραγγέλνουν θα αυτοσυγκρατηθούν και ότι οι υπόλοιποι θα τις καταναλώνουμε με μέτρο.

Πηγή: Βήμα της Κυριακής