thanos dokosΕίναι πλέον σαφές ότι η εξελισσόμενη κρίση στην Ουκρανία χαρακτηρίστηκε έντονα από εσφαλμένες εκτιμήσεις και άστοχες επιλογές τόσο από την Ευρώπη όσο και από τη Ρωσία, αν και όχι υποχρεωτικά στον ίδιο βαθμό. Κατά γενική ομολογία ο Βλαντιμίρ Πούτιν κέρδισε τον πρώτο γύρο και η Κριμαία θα πρέπει να θεωρείται παρελθόν για την Ουκρανία. Η Δύση υποτίμησε τη ρωσική αντίδραση, αλλά και ο Πούτιν δείχνει να υπερτιμά τη ρωσική ισχύ και την ευρωπαϊκή αδυναμία στο πλαίσιο της συγκεκριμένης σύγκρουσης, αλλά και γενικότερα. Πέρα όμως από τον εντοπισμό σφαλμάτων, βασική προτεραιότητα θα πρέπει να αποτελέσει η επιτυχημένη περαιτέρω διαχείριση της κρίσης και η αποφυγή μιας σοβαρής επιδείνωσης των ευρωρωσικών σχέσεων, κάτι που θα είχε σημαντικό κόστος και για τις δύο πλευρές. Το κόστος ουσιαστικών οικονομικών κυρώσεων δεν θα ήταν ευκαταφρόνητο για μια Ευρώπη που προσπαθεί να εξέλθει από την κρίση, ενώ η ενεργειακή εξάρτηση (στον τομέα του φυσικού αερίου) από τη Ρωσία δεν είναι κάτι που μπορεί να μεταβληθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Επιπλέον, η διπλωματική διευθέτηση δύο εξαιρετικά σημαντικών ζητημάτων στη Μέση Ανατολή, του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και –ιδιαίτερα– της εμφύλιας σύρραξης στη Συρία, θα είναι εξαιρετικά δυσχερής χωρίς την ενεργό εμπλοκή της Μόσχας. Δεν θα ήταν όμως ιδιαίτερα χαμηλό το κόστος μιας κλιμακούμενης αντιπαράθεσης και για τη Ρωσία, η οικονομία της οποίας παραμένει εξαρτημένη από την εξαγωγή ενεργειακών προϊόντων και δεν θα μπορούσε να αντέξει τη μείωση της εξαγωγής φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Οι δε ανησυχίες ορισμένων πρώην σοβιετικών δημοκρατιών με σημαντικές ρωσικές μειονότητες σχετικά με το ενδεχόμενο εφαρμογής από τη Μόσχα του «μοντέλου της Κριμαίας» και σε άλλες περιοχές του πρώην σοβιετικού χώρου αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τις σχέσεις των χωρών αυτών με τη Ρωσία. Τέλος, η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ –που βρίσκονται σε φάση υλοποίησης της στρατηγικής μετατόπισης προς την Ασία– για την Ανατολική Ευρώπη και τη Μαύρη Θάλασσα δεν θα αποτελούσε ευχάριστη εξέλιξη για τη Μόσχα.

Φαίνεται να μπαίνουμε στο στάδιο των ουσιαστικών διπλωματικών επαφών και διαπραγματεύσεων μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ. Παρά τη μάλλον αρνητική χρονική συγκυρία λόγω ευρωεκλογών και αλλαγής προσώπων στα κύρια θεσμικά αξιώματα της Ε.Ε., η Ευρώπη θα πρέπει να συμφωνήσει το ταχύτερο δυνατό σε μια στρατηγική απέναντι στη Μόσχα και να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις. Μια τέτοια στρατηγική δεν μπορεί παρά να παίρνει αποστάσεις από ακραίες τοποθετήσεις για υπερβολική σκλήρυνση της ευρωπαϊκής στάσης έναντι της Μόσχας. Θα πρέπει να βρεθεί, όμως, κάποιος τρόπος να συνειδητοποιήσει η Μόσχα ότι περαιτέρω αποσταθεροποίηση της Ανατολικής Ουκρανίας ή άλλη προσπάθεια αλλαγής συνόρων με τη χρήση στρατιωτικής ισχύος δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Σε επίπεδο μεγάλων δυνάμεων, θα πρέπει να συμφωνηθεί ότι το Κόσοβο και η Κριμαία αποτελούν εξαιρέσεις σε έναν κανόνα που συνέβαλε σημαντικά στη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και σταθερότητας τις τελευταίες δεκαετίες. Για τη δε Ουκρανία, θα μπορούσε να αναζητηθεί ένα μοντέλο Αυστρίας ή Φινλανδίας, σύνδεσης δηλαδή με την Ε.Ε. αλλά όχι ένταξης στο ΝΑΤΟ.

ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ