Το «ελληνικό ζήτημα» όπως αποκαλούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης την ελληνική δημοσιονομική κρίση, αποτελεί από το 2010 ένα από τα κυρίαρχα θέματα δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος στη διεθνή επικαιρότητα. Χαρακτηριστικά, από τα 57.000 δημοσιεύματα που εντοπίζονται στο διεθνή τύπο κατά τη διάρκεια του 2010 με αναφορά στην Ελλάδα, τα 34.000 αφορούν αποκλειστικά την ελληνική οικονομία. Δεν είναι, όμως, αυτονόητο το πώς η δημοσιογραφική κάλυψη επηρεάζει την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό και ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες της κάλυψης αυτής στην προσπάθεια ανάκαμψης της χώρας. Σε μια προσπάθεια συμβολής σε αυτό το διάλογο το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής και η Ένωση Ακολούθων Τύπου διοργάνωσαν την Τρίτη 31 Μαΐου ανοιχτή συζήτηση με θέμα «ΜΜΕ και εθνική εικόνα την ώρα της οικονομικής κρίσης» με τη συμμετοχή των: Γιάννη Στουρνάρα, Καθηγητή Οικονομικών Πανεπιστημίου Αθηνών και Γενικού Δ/ντή του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)· Martin Knapp – Γενικού Δ/ντή του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού  Επιμελητηρίου· Μαρίας ΧούκληΔημοσιογράφου· Αλεξίας Κεφαλά Δημοσιογράφου, Ανταποκρίτριας Ξένου Τύπου και Γιώργου Τζογόπουλου Ερευνητή ΕΛΙΑΜΕΠ, Μεταδιδακτορικού υπότροφου Ιδρύματος Μποδοσάκη. Τη συζήτηση συντόνισε ο Κώστας Μαυροειδής, Πρόεδρος της Ένωσης Ακολούθων Τύπου.

Η εικόνα της Ελλάδας στον ευρωπαϊκό τύπο και η αναπαραγωγή στερεοτύπων

Από το τέλος του 2009 και μέχρι σήμερα το ενδιαφέρον των βασικών ευρωπαϊκών εφημερίδων επικεντρώνεται καταρχήν στην ανάδειξη του προβλήματος χρέους της Ελλάδας και στη συνέχεια στην την προσπάθεια εφαρμογής των μέτρων ανάκαμψης. Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Τζογόπουλο, η δημοσιογραφική κάλυψη επεκτείνεται στον, αρνητικό κυρίως, σχολιασμό τόσο της ελληνικής οικονομίας όσο και του ευρύτερου  κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι της χώρας, αναδεικνύοντας τις χρόνιες παθογένειες του ελληνικού συστήματος. Πολλά δημοσιεύματα δε, χαρακτηρίζονται από υπεραπλουστεύσεις και αναπαραγωγή στερεοτύπων, ενώ στην περίπτωση εφημερίδων «κίτρινου τύπου» όπως η γερμανική BILD, η σκόπιμη αναζήτηση αρνητικών ειδήσεων αποτέλεσε πάγια πολιτική της εφημερίδας.

Το ζήτημα της διαμόρφωσης και αναπαραγωγής στερεοτύπων αποτελεί κυρίαρχο σημείο προβληματισμού καθότι σε πολλές περιπτώσεις δύναται να οδηγούν σε ανακριβή κάλυψη γεγονότων ή ακόμα και στην αποσιώπηση στοιχείων που δε συμβαδίζουν με την εικόνα που ένα μέσο επιχειρεί να διαμορφώσει. Με άλλα λόγια ο τρόπος μετάδοσης πληροφοριών αλλάζει ουσιαστικά τη σημασία και τις συνέπειες μίας είδησης ενώ διαμορφώνει παράλληλα και το ‘κοινό αίσθημα’. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ανταλλαγής δημοσιευμάτων στο γερμανικό και τον ελληνικό τύπο όπου, όπως υπογράμμισε ο κ. Martin Knapp, οδήγησαν στον εκτροχιασμό της ανάλυσης και στη μάταιη αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων. Η ευρύτερη στάση των μέσων στη Γερμανία ανέδειξε την άποψη πως το πρόβλημα της κρίσης της ζώνης του ευρώ προέρχεται αποκλειστικά από τις επιμέρους χώρες με προβλήματα κακοδιαχείρισης, ενώ αντίστοιχα στην Ελλάδα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης σε πολλές περιπτώσεις μετακύλιαν το πρόβλημα στις ενέργειες των ευρωπαϊκών κρατών και κυρίως της Γερμανίας. Η ελληνική τηλεόραση, ενώ ομολογουμένως κάλυψε τα γεγονότα, το έπραξε με τρόπο ρηχό και υπεραπλουστευμένο συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση μιας ως επί το πλείστον αρνητικής εικόνας για τον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης αλλά και των Ελλήνων στο εξωτερικό. Η ευθύνη επομένως της διαμόρφωσης αλλά και της κατάλυσης των στερεοτύπων επαφίεται τόσο στις επιλογές των μέσων ενημέρωσης στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα.

Το «ελληνικό ζήτημα» και η κρίση στην ευρωζώνη

Υπό το πρίσμα της υπεραπλούστευσης και της επιλεκτικής παρουσίασης στοιχείων παρουσιάστηκε στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη τόσο η ελληνική κρίση αυτόνομα, όσο και σε σχέση με την ευρύτερη κρίση της ζώνης του ευρώ. Η περίπτωση της Ελλάδας, με αιχμή του δόρατος την αμφιλεγόμενη «απογραφή», μονοπώλησε το ενδιαφέρον του διεθνή τύπου, υπερκαλύπτοντας τις περιπτώσεις άλλων χωρών της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν αντίστοιχες προκλήσεις με την ελληνική. Σύμφωνα με τον Καθηγ. Γιάννη Στουρνάρα ακόμα και ο τρόπος παρουσίασης του ίδιου του ζητήματος της ‘απογραφής’ ή περιπτώσεων όπως η εμπλοκή της Goldman Sachs δεν είναι ολοκληρωμένος καθώς στην πραγματικότητα η Ελλάδα μπήκε στην ΟΝΕ με στοιχεία του 1999 και όχι με τα ‘παραποιημένα’, όπως παρουσιάζονται, στοιχεία του 2001. Αντίστοιχα, περιπτώσεις αλλαγής στοιχείων έχουν παρατηρηθεί σε πολλές χώρες της ευρωζώνης η οποία χαρακτηρίζεται από βασικές δομικές αδυναμίες. Η διαπόμπευση όμως της Ελλάδας, αν και ως επί το πλείστον αβάσιμη, τις επισκιάζει οδηγώντας το μέσο ευρωπαίο σε λανθασμένες διατυπώσεις και συμπεράσματα.

Η εικόνα επομένως που διαμορφώνουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για μία χώρα αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη διαμόρφωση της ‘κοινής γνώμης’, αλλά επίσης και της απρόσκοπτης διαμόρφωσης και υιοθέτησης πολιτικών. Στην Ελλάδα, τόσο το ‘πολιτικό μάρκετινγκ’ όσο και η πραγματική ανάλυση της πληροφορίας στα μέσα μαζικής επικοινωνίας παραμένει ακόμα σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο, ζημιώνοντας τη χώρα και την εικόνα της προς τα έξω. Η χαρακτηριστική απουσία μίας ουσιαστικής συζήτησης για τις πιθανές συνέπειες της πολλάκις αναφερόμενης ‘χρεωκοπίας, οι διαρροές κατά τη διάρκεια πολιτικών διαπραγματεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η επιλεκτική αναπαραγωγή πληροφορίων από τα ΜΜΕ οδηγούν στη διαστρέβλωση της πραγματικότητας και συμβάλλουν στη δημιουργία της αρνητικής εικόνας της χώρας.

Γεγονός είναι, όμως, πως το βασικό πρόβλημα αλλά και η λύση του δε βρίσκονται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης -που μπορεί πράγματι να αποτελούν μέρος του συνολικότερου γρίφου του ‘ελληνικού ζητήματος’- αλλά στο χώρο της πολιτικής.