Στον απόηχο των αποκαλύψεων του σκανδάλου σεξουαλικής παρενόχλησης με πρωταγωνιστή τον μεγαλοπαραγωγό ταινιών του Χόλιγουντ Γουάινστιν, ανακύπτει μια σειρά ερωτημάτων. Πώς είναι δυνατόν επί τρεις δεκαετίες να μη γνώριζε κανείς ότι σε επαγγελματικές συναντήσεις με τον ισχυρό παράγοντα του Χόλιγουντ πολλές γυναίκες είχαν έρθει αντιμέτωπες με τις σεξουαλικές προτροπές και τους υπαινιγμούς του; Για να τις αναγκάσει να ενδώσουν, ο Γουάινστιν άφηνε να υπονοηθεί ότι θα μπορούσε να επηρεάσει ευνοϊκά ή αρνητικά την καριέρα των γυναικών αυτών, ως επί το πλείστον νεοεισερχόμενων στην αμερικανική βιομηχανία του θεάματος. Πώς για τόσα χρόνια ούτε έστω και ένα από τα θύματα, αλλά και τόσοι άλλοι που προφανώς γνώριζαν αλλά σιωπούσαν, δεν βγήκε ανοιχτά να καταγγείλει αυτή την απαράδεκτη και βαθιά προσβλητική συμπεριφορά του Γουάινστιν;

Μόνο ύστερα από ένα δημοσίευμα των «New York Times» (στην ίδια εφημερίδα στην οποία φέρεται να είχε αποτραπεί η δημοσίευση παρόμοιων αποκαλύψεων πριν από δέκα χρόνια) ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός γυναικών, κάποιες από αυτές γνωστά ονόματα της χολιγουντιανής βιομηχανίας του θεάματος, άρχισε να «σπάει» τη σιωπή του. Μίλησαν δημόσια για την οδυνηρή εμπειρία τους και την προσβλητική μεταχείρισή τους από τον Γουάινστιν, ως νεαρών που φιλοδοξούσαν να κάνουν καριέρα στον χώρο, στον οποίο ο ίδιος δέσποζε. Εξωδικαστικοί συμβιβασμοί με χρηματικό αντάλλαγμα, αλλά και ο φόβος ότι θα τις εμποδίσει να ανελιχθούν επαγγελματικά στον ιδιαίτερα σκληρό και ανταγωνιστικό αυτόν χώρο, εξηγούν εν μέρει γιατί πέρασαν δεκαετίες έως ότου προχωρήσουν στις αποκαλύψεις που πρόσφατα πήραν τη μορφή χιονοστιβάδας.

Παρότι η (σχεδόν) καθολική δημόσια κατακραυγή αποτελεί έστω και καθυστερημένα μια δικαίωση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η υπόθεση αυτή είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η σεξουαλική παρενόχληση στους χώρους εργασίας είναι ένα φαινόμενο πολύ διαδεδομένο, όπως δείχνουν οι έρευνες. Μπορεί να πάρει διάφορες μορφές – σωματική, ψυχολογική, λεκτική αλλά και οπτική -, ενώ συνέχειά της είναι ο βιασμός. Προέρχεται από άτομα που βρίσκονται σε ιεραρχικά ανώτερη επαγγελματική βαθμίδα, τα οποία προτρέπουν ή εξαναγκάζουν (άμεσα ή έμμεσα) τις υφιστάμενές τους να υπομείνουν σωματική παρενόχληση που μπορεί να φτάσει ακόμα και σε σεξουαλική επαφή. Ανάλογη παρενόχληση μπορεί βεβαίως να γίνεται και από γυναίκα προς άντρα. Κατά κανόνα όμως προέρχεται από άντρες και στοχεύει σε νεότερες γυναίκες με υψηλό μορφωτικό και επαγγελματικό επίπεδο.

Η σεξουαλική παρενόχληση δημιουργεί ένα κλίμα εκφοβισμού, εχθρότητας και προσβολής στον εργασιακό χώρο. Αποτελεί απότοκο μιας αντίληψης ότι οι γυναίκες είναι εξ ορισμού διαθέσιμες, ή ακόμα και υποχρεωμένες, να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες και τις ορμές «ισχυρών» ανδρών. Το έτος 2002 η Ευρωπαϊκή Ενωση αναγνώρισε τη σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας ως μια μορφή διάκρισης με βάση το φύλο και υποχρέωσε τα κράτη-μέλη να θεσπίσουν ένα νομικό πλαίσιο για την απαγόρευση και την αντιμετώπισή της.

Παρά τη θέσπιση νόμων που απαγορεύουν τη σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας, το φαινόμενο εξακολουθεί να είναι διαδεδομένο. Η γυναίκα που έρχεται αντιμέτωπη με τις σεξουαλικές προτροπές και τα σεξουαλικά υπονοούμενα του προϊσταμένου της συχνά βιώνει ταυτόχρονα αισθήματα αγανάκτησης, προσβολής και  ντροπής. Αυτά τα συναισθήματα προκαλούν αναστάτωση και ανησυχία και συχνά αποτρέπουν το άτομο-θύμα από το να προβεί σε καταγγελία. Ετσι επιλέγει τη σιωπή, συχνά λόγω και αδυναμίας να συγκεντρώσει αποδεικτικά στοιχεία.

Πάνω απ’ όλα όμως, η σεξουαλική παρενόχληση στηρίζεται σε μια βαθιά και διάχυτη στην κοινωνία αμφιθυμία γύρω από τη συμπεριφορά αυτή: αποτελεί μια εξουσιαστική πράξη, μια πράξη ψυχολογικού καταναγκασμού και εκφοβισμού σε βάρος της γυναίκας-θύματος ή, αντίθετα, είναι μια συμπεριφορά την οποία προκάλεσε η ίδια η γυναίκα ή συναίνεσε (σιωπηρά) σε αυτήν; Παρά την καθιέρωση της νομικής ισότητας των φύλων, οι παραδοσιακές αντιλήψεις για τη «φύση» και τον ρόλο της γυναίκας εξακολουθούν να είναι βαθιά ριζωμένες στην κοινωνία. Παραδόξως, οι αντιλήψεις αυτές επιβιώνουν παρά την έμπρακτη χειραφέτηση μεγάλου αριθμού εργαζόμενων γυναικών, με πολλές από αυτές να διαπρέπουν σε παραδοσιακά ανδροκρατούμενους επαγγελματικούς χώρους.

Αυτή η βαθιά και διαδεδομένη στην κοινωνία αμφιθυμία είναι το υπέδαφος πάνω στο οποίο εξακολουθούν να επιβιώνουν οι πατριαρχικές δομές στις σύγχρονες κοινωνίες. Ο μόνος τρόπος για να την καταπολεμήσουμε είναι να μιλήσουμε ανοιχτά για τη σεξουαλική παρενόχληση, και να υποστηρίξουμε ενεργά προσπάθειες για να αναγνωριστεί από όλους ο εξουσιαστικός αλλά και βαθιά προσβλητικός για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια χαρακτήρας της συμπεριφοράς αυτής.

Πηγή: Το Βήμα της Κυριακής