Πρόσφατα ξαναείδα την καταπληκτική ταινία “Eye in the Sky” (“Αόρατος Εχθρός” στα ελληνικά). Μια ταινία που θέτει με τρόπο βασανιστικό τα ηθικά διλήμματα της εποχής μας σε ό,τι αφορά την δημόσια ασφάλεια και ιδίως σε σχέση με την τρομοκρατία. Εν συντομία, βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, σε συνεργασία με αμερικανικές, αναλαμβάνουν να αποτρέψουν τρομοκρατικό χτύπημα της σομαλικής οργάνωσης Al-Shabab στην Κένυα. Καλούνται, όμως, να ζυγίσουν πολύ προσεκτικά, με επιχειρησιακά, νομικά και πολιτικά κριτήρια, τον αντίκτυπο του εξ αέρος πλήγματος που σχεδιάζουν, όπως και τον περιορισμό των αναπόφευκτων παράπλευρων απωλειών που θα προκαλέσει αυτό.

Οι έντονες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις μεταξύ διαφόρων συντελεστών συνθέτουν ένα συνεχές τραμπάλισμα. Από την μία, αναδεικνύεται η αδήριτη ανάγκη για την πρόληψη ενός βέβαιου εγκλήματος, καθώς παρακολουθούμε τους βομβιστές ζωσμένους με τα εκρηκτικά να αναχωρούν για ένα εμπορικό κέντρο, με πιθανολογούμενο αριθμό θυμάτων περί τα 80 άτομα. Από την άλλη, τονίζονται οι απαραίτητες διασφαλίσεις, ηθικές και ανθρωπιστικές, ώστε η επιχείρηση των μυστικών υπηρεσιών να μην προκαλέσει θύματα ανάμεσα σε αθώους πολίτες, όπως είναι ένα μικρό κοριτσάκι που πουλάει ψωμί λίγα μέτρα από το κτίριο με τους τρομοκράτες.

Η ταινία δεν δίνει απαντήσεις και δεν προτείνει λύσεις. Το μόνο συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι στα θέματα αυτά δεν έχουν όλα τα ερωτήματα απαντήσεις. Και δεν έχουν όλα τα προβλήματα λύσεις. Ή, ακριβέστερα, δεν έχουν τις επιθυμητές και ανώδυνες λύσεις που θα προτιμούσε κανείς. Πολύ συχνά οι δυνάμεις ασφαλείας καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε λύσεις που είναι από κακές έως κάκιστες. Και η λογική που επικρατεί κατά την αξιολόγησή τους είναι το γνωστό “μη χείρον βέλτιστον”, με γνώμονα τις λιγότερες ανθρώπινες απώλειες και το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον.

Η εν λόγω ταινία παρουσιάζει και μια άλλη διάσταση των ηθικών διλημμάτων που σχετίζονται με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας – την χρήση προηγμένων τεχνολογιών που είναι πλέον αναπόσπαστο μέρος της εποχής μας. Είτε μάς αρέσει είτε όχι, η ασφάλεια στα μεγάλα αστικά κέντρα, σε γήπεδα, συναυλίες, αεροδρόμια, λιμάνια κι άλλους πολυσύχναστους χώρους μπορεί να παρασχεθεί μόνο με υπερσύγχρονα μέσα παρακολούθησης και καταγραφής, όπως και με τεράστιες βάσεις δεδομένων, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι πιθανότητες πραγματοποίησης τρομοκρατικών επιθέσεων.

Το ηθικό δίλημμα σ’αυτό το σημείο αφορά την δύσκολη εξίσωση ανάμεσα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων και την αναγνώριση επίδοξων τρομοκρατών, ει δυνατόν πριν την τέλεση εγκληματικών ενεργειών. Εκ των πραγμάτων, όμως, είναι αδύνατον να αποφευχθεί η χρήση αυτών των τεχνολογιών παρακολούθησης, προκειμένου να αποφευχθούν τραγωδίες, όπως στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης (2001), στο Μπεσλάν της Ρωσίας (2004), στο θέατρο Μπατακλάν στο Παρίσι (2015) ή πολλές άλλες τρομοκρατικές επιθέσεις που έχουν εκδηλωθεί τα τελευταία χρόνια. Και, προφανώς, είναι αδύνατον να αποφευχθεί η δράση των ειδικών υπηρεσιών, έναντι των οποίων οι πολίτες συχνά έχουν μια ενστικτωδώς αρνητική στάση, αλλά την ίδια στιγμή θεωρούν την ασφάλειά τους αυτονόητο χρέος του κράτους.

Αλήθεια, αποβαίνει η καταπολέμηση της τρομοκρατίας εις βάρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών; Εχουμε χάσει, ως κοινωνία, τον ηθικό μας μπούσουλα; Εχουμε παραδοθεί στην τρομολαγνεία και έχουμε αποδεχθεί εκπτώσεις σε θεμελιώδεις αξίες μας; Εχουν αμβλυνθεί τα ανθρωπιστικά μας ένστικτα; Οχι απαραίτητα.

Αρκεί να συμφωνήσουμε σε κάποια ελάχιστα πράγματα. Αυτό προϋποθέτει να λάβουμε υπόψη μας κάποια αντικειμενικά δεδομένα και να ιεραρχήσουμε τις προτεραιότητες.

– Πρώτον, η προστασία της ανθρώπινης ζωής αποτελεί απόλυτη αξία και η ασφάλεια είναι πολύτιμο δημόσιο αγαθό. Στο θέμα αυτό κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το ηθικό υπόβαθρο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.

– Δεύτερον, απεριόριστη ελευθερία δεν υπάρχει – η ελευθερία του ενός φτάνει μέχρι εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Κατ’επέκταση, οι επιλογές κάποιων πολιτών δεν πρέπει να αποβαίνουν εις βάρος της ελευθερίας και της ασφάλειας άλλων πολιτών. Στις περιπτώσεις που τα όρια αυτά παραβιάζονται και κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωες, είναι βασική αποστολή του κράτους να υπερασπιστεί τους πολίτες του και να παρέμβει με όλα τα διαθέσιμα μέσα.

– Τρίτον, η έννοια της τρομοκρατίας – και αντιστοίχως της ασφάλειας – διευρύνεται συνεχώς, καθώς πολλαπλασιάζονται οι προκλήσεις στον 21 αιώνα. Εκτός από εκρηκτικούς μηχανισμούς, η τρομοκρατία χρησιμοποιεί πλέον και χημικά και βιολογικά όπλα, ενώ αυξάνονται και οι μορφές υβριδικού πολέμου (π.χ. με στοιχεία δολιοφθοράς ή κυβερνοπολέμου). Συνεπώς, αυξάνονται και οι ανάγκες για προληπτική δράση των δυνάμεων ασφαλείας μέσω παρακολούθησης πιθανών τρομοκρατών.

Τα δημοκρατικά και ανθρωπιστικά εχέγγυα για την νόμιμη και αποτελεσματική καταπολέμηση της τρομοκρατίας παρέχονται από το ίδιο το κράτος δικαίου. Αυτό, με την σειρά του, απαιτεί την συνεχή επικαιροποίηση του νομικού πλαισίου, με την ενσωμάτωση προβλέψεων για τις νέες απειλές που εμφανίζονται ή ενδέχεται να εμφανιστούν. Παράλληλα, το νομικό πλαίσιο θέτει και τα όρια δράσης των δυνάμεων ασφαλείας, προκειμένου να διασφαλιστούν πλήρως τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι ατομικές ελευθερίες των πολιτών σε αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις.

Ταυτόχρονα, όμως, απαιτείται ένας συνεχής και ειλικρινής διάλογος με την κοινωνία για τις προκλήσεις του μέλλοντος, μεταξύ των οποίων – σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις – συγκαταλέγεται και η αύξηση της βίας, με αποκορύφωμα την τρομοκρατία. Η εθελοτυφλία ή η αναπόληση περασμένων ειδυλλιακών εποχών δεν προσφέρουν καμία απολύτως λύση.