Η αποτίμηση της θερινής τουριστικής περιόδου βρίσκει τη συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κρατών να μην έχουν ανακάμψει ακόμη σε σύγκριση με την προ-κορονοϊού περίοδο. Ο αριθμός των εμπορικών πτήσεων που προσγειώθηκαν στα αεροδρόμια των 25 από τα 27 κράτη μέλη ήταν μικρότερος τον περασμένο Αύγουστο από ό,τι τον αντίστοιχο μήνα του 2019. Οι δύο μοναδικές εξαιρέσεις ήταν το Λουξεμβούργο και η Ελλάδα.

Οι αφίξεις στα ελληνικά αεροδρόμια ήταν κατά 5% αυξημένες σε σχέση με τον Αύγουστο του 2019. Τα δε αεροδρόμια Κέρκυρας και Σαντορίνης σημείωσαν αύξηση ρεκόρ (22% και 30% αντίστοιχα). Το ελληνικό τουριστικό προϊόν αντιστάθηκε στην εκτόξευση του ενεργειακού κόστους και τις συνακόλουθες πληθωριστικές πιέσεις που αναμφίβολα συμπίεσαν το διαθέσιμο εισόδημα και οδήγησαν σε ασθενή κίνηση στην υπόλοιπη Ευρώπη το πρώτο καλοκαίρι χωρίς περιορισμούς κατά της πανδημίας.

Η δυναμική ανάκαμψη του τουρισμού μετά από δύο χρόνια αδράνειας αναμένεται να δώσει ισχυρή ώθηση στην πορεία της ελληνικής οικονομίας. Παραδοσιακά ο τουρισμός αποτελεί τον ισχυρότερο πυλώνα του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου, συνεπώς η συνεισφορά στο ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου αναμένεται να είναι σημαντική. Γεγονός που θα ενισχύσει μία ήδη ισχυρή πορεία: το ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου (μέχρι Απρίλιος-Ιούνιος 2022) σημείωσε απρόσμενη αύξηση 7,7% σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕλΣτατ.

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε περίοδο που έχει απόλυτη ανάγκη από καλά νέα. Η ανάκαμψη του τουρισμού θα ενισχύσει τα εισοδήματα και θα αυξήσει τα φορολογικά έσοδα. Ο χειμώνας αναμένεται να είναι δύσκολος, με το κόστος της ενέργειας να έχει εκτοξευθεί για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις, και εμμέσως τις κυβερνήσεις (αφού, όπως αναλύσαμε σε προηγούμενα δελτία, όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν υιοθετήσει μέτρα ενίσχυσης που εν μέρει επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό).

Οι συνέπειες των παραπάνω για την ακολουθητέα δημόσια πολιτική είναι διττές. Από τη μία, για να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμο το τουριστικό προϊόν της χώρας απαιτεί ιδιαίτερη φροντίδα, ώστε να αποτραπεί η υπερεκμετάλλευση που θα οδηγήσει σε απώλεια της αξίας του.  Από την άλλη, η υπερβολική εξάρτηση της εθνικής οικονομίας από έναν μόνο κλάδο ενέχει κινδύνους. Η μετάβαση σε ένα εξαγωγικό παραγωγικό μοντέλο, όπως έχει προτείνει η Επιτροπή Πισσαρίδη, και έχει αποδεχθεί η κυβέρνηση, προϋποθέτει ισόρροπη ανάπτυξη με στροφή στη μεταποίηση και σε άλλους δυναμικούς κλάδους.

Το In focus στη μόνιμη στήλη του Οικονομικού Ταχυδρόμου, 15.09.2022.