Στην ετήσια Ειδική Έκδοση “Προβλέψεις για το 2023”, δεκαπέντε αναλυτές συνεργάτες του ΕΛΙΑΜΕΠ αξιολογούν τον απολογισμό του 2022 και καταθέτουν τις προβλέψεις τους για το 2023, τις κύριες προκλήσεις και τάσεις, τους κινδύνους και τις πιθανές ευκαιρίες του νέου έτους, για την Ελλάδα, την Ευρώπη, τη Μεσόγειο και τον κόσμο.

Περιεχόμενα:

  • Εισαγωγή (Γιώργος Παγουλάτος)
  • Οι προκλήσεις Εθνικής Ασφαλείας για το 2023 (Αλέξανδρος Διακόπουλος)
  • Ελληνοτουρκικές σχέσεις (Παναγιώτης Τσάκωνας)
  • Προοπτικές για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη (Ιωάννης Αρμακόλας)
  • Κρίσιμα ζητήματα για την Τουρκία το 2023 (Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης)
  • Εξελίξεις στη Μεσόγειο 2023 (Ronald Meinardus)
  • Ευρωμεσογειακές σχέσεις και πολιτική Νότιας Γειτονίας της ΕΕ (Δημήτρης Κούρκουλας)
  • Το τοπίο της ενέργειας στην Ελλάδα και τη ΝΑ Μεσόγειο (Μαρίκα Καραγιάννη)
  • Μετανάστευση 2023 (Μαρία Γαβουνέλη)
  • Ευρωπαϊκή Ένωση και εξελίξεις στην Ευρώπη το 2023 (Γιώργος Παγουλάτος)
  • Η Ευρωπαϊκή Ένωση στον Κόσμο το 2023 (Λουκάς Τσούκαλης)
  • Η οικονομία το 2023 στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο (Μάνος Ματσαγγάνης)
  • ΗΠΑ και διατλαντικές σχέσεις (Κατερίνα Σώκου)
  • Η Κίνα το 2023 (Γιώργος Τζογόπουλος)
  • H αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης το 2023 (Εμμανουέλα Δούση)
  • Εξελίξεις στο πεδίο της τεχνολογίας και ρύθμισης (Μιχάλης Κρητικός)

Διαβάστε τις προβλέψεις του ΕΛΙΑΜΕΠ για το 2023, εδώ.


Εισαγωγή

Γιώργος Παγουλάτος

Tο 2022 ήταν έτος που συντάραξε την Ευρώπη και τον κόσμο. Η βάρβαρη εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία διέλυσε την μεταψυχροπολεμική προσδοκία συμπερίληψης της Ρωσίας σε μια Ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας και κατέδειξε τα όρια της οικονομικής αλληλεξάρτησης ως μέσου εξασφάλισης της ειρήνης. Ο πόλεμος στην Ουκρανία σήμανε ένα «τέλος εποχής» για τις φιλοδοξίες της pax Europaea, επέφερε την αναβάθμιση της Δύσης ως ενιαίου στρατηγικού υποκειμένου και την είσοδό της σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο μέσω ενός –θερμότατου— πολέμου με ωμότητα Δεύτερου Παγκοσμίου. Σήμανε ακόμα την διεθνή περιέλευση της Ρωσίας του Πούτιν σε κράτος-παρία, με βαρύτατες οικονομικές και στρατηγικές επιπτώσεις για την ίδια, το βάθος των οποίων δεν έχει ακόμα πλήρως εκδηλωθεί. Σήμανε επίσης μια δραματική αλλαγή προτεραιοτήτων για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιμέτωπη όχι μόνο με μια γεωπολιτική πραγματικότητα ρωσικής απειλής για αρκετά από τα μέλη της αλλά και με μια οξεία ενεργειακή και οικονομική κρίση με άρωμα στασιμοπληθωρισμού του ’70.

Τι θα απομείνει λοιπόν από τις φετινές μας προβλέψεις για το 2023; Και ποια  κληρονομιά αφήνει η χρονιά που κλείνει;

Στις περσινές μας «Προβλέψεις για το 2022», ακριβώς ένα χρόνο πριν, γράφαμε: «Στην περίπτωση της κρίσης με την Ουκρανία, η Ρωσία δείχνει διάθεση να διατηρήσει την ένταση δοκιμάζοντας την αξιοπιστία των ΗΠΑ και την εσωτερική συνοχή της Ε.Ε, και εκθέτοντας τα όρια της Ατλαντικής Συμμαχίας. Αμερικανική στρατιωτική επέμβαση έχει ήδη αποκλειστεί. Η πιθανότερη απάντηση σε ρωσική κλιμάκωση παραμένει, εκτός από βαριές κυρώσεις (όπως αποκλεισμός της Ρωσίας από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT), η μετακίνηση ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων στα ευρωπαϊκά σύνορα με την Ουκρανία, αλλά όχι πόλεμος». Δεν διαψευσθήκαμε, παρότι δεν αναμέναμε κι εμείς μια τέτοια ολικού χαρακτήρα μαζική πολεμική εισβολή.

Τι θα απομείνει λοιπόν από τις φετινές μας προβλέψεις για το 2023; Και ποια κληρονομιά αφήνει η χρονιά που κλείνει;

Σε αυτή την Ειδική Έκδοση «Προβλέψεις για το 2023», διπλάσια σε έκταση από την περσυνή, 15 αναλυτές, συνεργάτες του ΕΛΙΑΜΕΠ, σκιαγραφούν το νέο έτος, τις κύριες προκλήσεις και τάσεις για το 2023, τους κινδύνους, τις πιθανές ευκαιρίες και τα σημεία καμπής της χρονιάς που ανοίγεται μπροστά μας.

Ξεκινώντας με τις προκλήσεις εθνικής ασφάλειας για το 2023, ο Αλέξανδρος Διακόπουλος εκτιμά ότι η Ελλάδα ενδέχεται να αντιμετωπίσει ένα ευρύτατο φάσμα προκλήσεων, από την άμεση πρόκληση της τουρκικής απειλής, τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, την περιφερειακή αστάθεια και τους κλυδωνισμούς του διεθνούς συστήματος μέχρι μια νέα «πολυκρίση».

Εστιάζοντας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο Παναγιώτης Τσάκωνας αποτιμά τον κίνδυνο περαιτέρω κλιμάκωσης της έντασης σε συνάρτηση με τις αβεβαιότητες των τουρκικών εκλογών, και τη θετική δυναμική που θα μπορούσε να έχει μια, υπό Ευρωπαϊκή αιγίδα, πολυμερής Διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο.

Εξετάζοντας τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ο Γιάννης Αρμακόλας υπογραμμίζει ότι η ευαλωτότητα στα Βαλκάνια, μετά τη ρωσική εισβολή, ενεργοποίησε μια πιο αποφασιστική ευρωπαϊκή διπλωματία, επισημαίνει όμως επίσης τα προβλήματα που δημιουργούν οι εντάσεις σε Κόσοβο και Βοσνία-Ερζεγοβίνη, και το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό σε Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία.

Έτος διπλών εκλογών και υψηλών ιστορικών συμβολισμών το 2023 για την Τουρκία, και ο Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης αναλύει τα πιθανά σενάρια, εκτιμά ότι η αντιμετώπιση των ακραίων οικονομικών ανισορροπιών δεν μπορεί να αναβάλλεται επ’ άπειρον, και επίσης ότι η Τουρκία θα κληθεί να φανεί πιστή στις υποχρεώσεις της προς το ΝΑΤΟ.

Για τις εξελίξεις στη Μεσόγειο το 2023 γράφει ο Ronald Meinardus, που επικεντρώνεται στις κύριες εστίες διαμάχης και απαισιόδοξα προβλέπει ότι η νότια γειτονιά της Ευρώπης, που εκτείνεται από την Τουρκία στα ανατολικά έως το Μαγκρέμπ στα δυτικά, θα παραμείνει μια ζώνη αστάθειας και αυξανόμενων εντάσεων.

Τα όρια της ήπιας ισχύος χαρτογραφεί ο Δημήτρης Κούρκουλας στην ανάλυσή του για τις Ευρωμεσογειακές σχέσεις και την Ευρωπαϊκή πολιτική Νότιας Γειτονίας, και προβλέπει κοινωνικό αναβρασμό υπό την άνοδο του κόστους  ενέργειας και τροφίμων, όξυνση των εντάσεων ανάμεσα στις χώρες της περιοχής και πίεση προς την ΕΕ να αναβαθμίσει την προτεραιότητα της ασφάλειας στην περιοχή.

Το πεδίο της ενέργειας σε Ελλάδα και Νοτιοανατολική Μεσόγειο ανιχνεύει η Μαρίκα Καραγιάννη, αναδεικνύοντας τη σημαντική κινητοποίηση σε διασυνοριακές ηλεκτρικές διασυνδέσεις, με στόχο τη δημιουργία κόμβου διακίνησης και εμπορίας καθαρής και πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας, μια «διπλωματία των καλωδίων», που θα συνυπάρχει με το φυσικό αέριο ως καύσιμο μετάβασης.

Στη μετανάστευση το 2023 αναφέρεται η Μαρία Γαβουνέλη, διαβλέποντας τρεις κεντρικές τάσεις στην ευρωπαϊκή και εθνική μεταναστευτική πολιτική: την μετακίνηση από την ανθρωπιστική προστασία στην πολιτική ασφάλειας, τη διευρυμένη (και με νέα τεχνολογικά μέσα) εποπτεία των συνόρων, και την προσθήκη της παραμέτρου της νόμιμης μετανάστευσης στη συζήτηση.

Τις προκλήσεις του 2023 για την Ευρώπη χαρτογραφεί ο Γιώργος Παγουλάτος, αναδεικνύοντας ως κορυφαία ζητήματα της ΕΕ την αντιμετώπιση του κόστους της ενέργειας, την ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας, την διαχείριση των κοινωνικών επιπτώσεων της οικονομικής επιδείνωσης και την προστασία της ευρωπαϊκής βιομηχανίας απέναντι στον αμερικανικό και κινεζικό προστατευτισμό.

Τα κομβικά διλήμματα μιας ΕΕ αντιμέτωπης με απανωτές κρίσεις αναλύει ο Λουκάς Τσούκαλης, εστιάζοντας στην επόμενη μέρα του πολέμου στην Ουκρανία, την ενότητα των ευρωπαϊκών χωρών, την εκκρεμή ατζέντα της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας, τις διατλαντικές σχέσεις, την αναγκαία προσαρμογή του ευρωπαϊκού μοντέλου σε έναν κόσμο αντιπαράθεσης Μεγάλων Δυνάμεων.

Την κατάσταση της οικονομίας το 2023 στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο συζητά ο Μάνος Ματσαγγάνης, εκτιμώντας ότι η άνοδος του πληθωρισμού μπορεί τελικά να αποδειχθεί όντως σχετικά παροδική, και υπογραμμίζοντας την ευκαιρία αναβάθμισης παραγωγικού μοντέλου που συνιστούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, για την Ελλάδα και την ΕΕ.

Στις ΗΠΑ και τις διατλαντικές σχέσεις αναφέρεται η ανάλυση της Κατερίνας Σώκου, εκτιμώντας ότι η υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ουκρανία θα συνεχιστεί, οι αμυντικές δαπάνες θα αυξηθούν, εστιάζοντας τόσο στην Ουκρανία όσο και στην Ταϊβάν, η αμερικανική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο θα εδραιωθεί, το ίδιο και η στενή συνεργασία με την Ελλάδα.

Στην κατάσταση και τις προοπτικές της Κίνας το 2023 αναφέρεται το κείμενο του Γιώργου Τζογόπουλου, εστιάζοντας στην πολιτική αντιμετώπισης του Covid-19 και την αναμενόμενη συνέχιση της έντασης στις σινοαμερικανικές σχέσεις, και εκτιμώντας ότι η Κίνα θα επιδιώξει να βελτιώσει την διεθνή της εικόνα μεταξύ άλλων με ένα τρίτο διεθνές συνέδριο για τον Δρόμο του Μεταξιού.

Για τις πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης γράφει η Εμμανουέλα Δούση, ξεκινώντας με έναν απολογισμό των μεικτών εξελίξεων του 2022, και εκτιμώντας ότι οι κυβερνήσεις δύσκολα θα αναπροσαρμόσουν τους κλιματικούς τους στόχους εντός του 2023 ώστε να μειωθεί το χάσμα των παγκόσμιων εκπομπών σε ένα επίπεδο συμβατό με τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού.

Τις εξελίξεις, τέλος, στο πεδίο της τεχνολογίας και ρύθμισης αποτιμά ο Μιχάλης Κρητικός, προβλέποντας για το 2023 σημαντικές επενδύσεις στον τομέα των τεχνολογιών κυβερνοασφάλειας καθώς και στις τεχνολογικές λειτουργίες που ενισχύουν την ιδιωτικότητα συγκεκριμένων τεχνολογικών εφαρμογών.

Οι Προκλήσεις Εθνικής Ασφαλείας για το 2023 

Αλέξανδρος Διακόπουλος

Στην περίοδο ρευστότητας και γεωπολιτικής αβεβαιότητας που ζούμε, μπορούμε να πούμε για τις προκλήσεις ασφάλειας, παραφράζοντας τον Donald Rumsfeld, ότι υπάρχουν αυτές που γνωρίζουμε ότι τις γνωρίζουμε (known knowns), αυτές που γνωρίζουμε ότι δεν τις γνωρίζουμε (known unknowns) και επίσης αυτές που δεν γνωρίζουμε ότι δεν τις γνωρίζουμε (unknown unknowns). Το βέβαιο είναι ότι στο εγγύς μέλλον οι παράμετροι αστάθειας και οι παράγοντες κινδύνου θα είναι αυξημένοι.

Το 2022 σημαδεύτηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε ριζικά το ευρωπαϊκό τοπίο ασφάλειας καθώς μια σύγκρουση με συμβατικά και υβριδικά μέσα διεξάγεται στην καρδιά της ευρωπαϊκής ηπείρου χωρίς να διαφαίνεται τέλος. Το σημαντικότερο είναι πως διακυβεύεται όχι μόνο η δυνατότητα της Δύσης να υποστηρίξει και να επιβάλλει μια παγκόσμια τάξη που θα βασίζεται σε κανόνες, αλλά και αυτή η ίδια η αρχή της μη επέμβασης, του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Αυτός ο πόλεμος λειτουργεί ως καταλύτης στην διαμόρφωση ενός νέου και πιο επικίνδυνου, πολυπολικού Κόσμου.

Αν σε όλα αυτά συνυπολογίσουμε και τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό της Αμερικής με την Κίνα καταλαβαίνουμε ότι το εγγύς μέλλον προοιωνίζεται γεωπολιτική αστάθεια και ρευστότητα, σε παγκόσμια κλίμακα. Οι ευρωπαϊκοί και ευρωατλαντικοί θεσμοί λοιπόν, αντιμετωπίζουν άνευ προηγουμένου προκλήσεις, όπως και η Ελλάδα που αποτελεί μέρος τους και η οποία εκτός του ότι περιβάλλεται από εστίες αστάθειας έχει να αντιμετωπίσει και τον επιθετικό αναθεωρητισμό της Τουρκίας.

Για την Ελλάδα, η μεγαλύτερη πρόκληση ασφάλειας παραμένει η Τουρκία, στόχος της οποίας είναι να αναθεωρήσει στη πράξη τη Συνθήκη της Λωζάνης.

Για την Ελλάδα, η μεγαλύτερη πρόκληση ασφάλειας παραμένει η Τουρκία, στόχος της οποίας είναι να αναθεωρήσει στη πράξη τη Συνθήκη της Λωζάνης. Θέλει τον έλεγχο του μισού Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου και δεν πρόκειται να παραιτηθεί από τις επιδιώξεις της. Κάθε νέα διεκδίκηση (γκρίζες ζώνες, αμφισβήτηση κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων, κλπ) έρχεται για να μείνει και απλώς προστίθεται στις προηγούμενες. Αυτό που λοιπόν προστέθηκε μέσα στο 2022, ήταν η ευθεία και απροκάλυπτη απειλή του Προέδρου Ερντογάν, πως «θα έρθουν ξαφνικά ένα βράδυ». Η απειλή αυτή, η οποία επαναλαμβάνεται σε τακτική βάση, σηματοδοτεί και μια νέα φάση στη δυναμική των σχέσεων των δύο Κρατών. Φαίνεται καθαρά πλέον ότι η Τουρκία συμπεριλαμβάνει επίσημα και ανοιχτά την «στρατιωτική επιλογή» στις πιθανές μεθόδους «επίλυσης» των διαφορών της με την Ελλάδα. Η Άγκυρα επιχειρεί να στριμώξει την Αθήνα, θέτοντάς την ενώπιον του διλήμματος να προσέλθει, είτε στο τραπέζι (των διαπραγματεύσεων για όλα τα θέματα που έχει κατά καιρούς εγείρει), είτε στο πεδίο (της σύγκρουσης).  Σε κάθε περίπτωση το «θα έρθουμε ξαφνικά ένα βράδυ», δεν είναι ένα λεκτικό πυροτέχνημα αλλά ήρθε για να μείνει.

Η Άγκυρα δημιουργεί και διατηρεί ένα πλέγμα πολλαπλών εστιών έντασης, μέσω των οποίων ασκεί καταναγκαστική διπλωματία εις βάρος της Ελλάδας.

Η Άγκυρα δημιουργεί και διατηρεί ένα πλέγμα πολλαπλών εστιών έντασης, όπως σεισμικές έρευνες, τουρκολιβυκό μνημόνιο, αποστρατικοποίηση νησιών, εργαλειοποίηση μεταναστευτικού, υπερπτήσεις και παραβιάσεις ελληνικής κυριαρχίας, μουσουλμανική μειονότητα, κλπ, μέσω των οποίων ασκεί καταναγκαστική διπλωματία (coercive diplomacy) εις βάρος της Ελλάδας. Η Τουρκία κτίζει μεθοδικά, μέσω αυτών των εστιών έντασης, ένα αφήγημα που την εμφανίζει ως «αμυνόμενη» απέναντι στις ελληνικές προκλήσεις και παραβιάσεις των συνθηκών ενώ έχει ήδη προσχεδιάσει τις ενέργειές της. Υπό το φως των παραπάνω είναι πιθανό να δούμε τουρκικά πολεμικά πλοία να παρεμποδίζουν ενδεχόμενη μεταφορά στρατευμάτων ή υλικού στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

Καθώς το 2023 θα είναι εκλογική χρονιά και για τις δύο χώρες, όπου καμία Κυβέρνηση δεν θέλει να φανεί αδύναμη ή υποχωρητική, ένα τυχαίο ή και προσχεδιασμένο γεγονός μπορεί να πάρει δυσανάλογες διαστάσεις.

Με δεδομένο ότι το 2023 θα είναι εκλογική χρονιά και για τις δύο χώρες, όπου καμία Κυβέρνηση δεν θέλει να φανεί αδύναμη ή υποχωρητική, ένα τυχαίο ή και προσχεδιασμένο γεγονός μπορεί να πάρει δυσανάλογες διαστάσεις. Ο κίνδυνος μιας ανάφλεξης είναι μικρός αλλά υπαρκτός.

Τέλος, σε σημαντική πρόκληση ασφάλειας για τη χώρα μας εξελίσσεται η κατάσταση στη Λιβύη. Η Κυβέρνηση της Τρίπολης είναι ολοκληρωτικά υποχείριο της Τουρκίας. Η εξάρτησή της από την Άγκυρα δεν είναι εξάρτηση συμφέροντος αλλά επιβίωσης. Μέσω των συμφωνιών  της με την Τρίπολη η Τουρκία μπορεί να δημιουργήσει μια εστία έντασης νότια της Κρήτης, όποτε το κρίνει σκόπιμο, περισφίγγοντας έτσι περισσότερο τον κλοιό της καταναγκαστικής της διπλωματίας.

Στο Κυπριακό η Τουρκία, έχοντας εγκαταλείψει κάθε ιδέα και κάθε προσπάθεια επίλυσης, κινείται πλέον σε μια λογική διχοτόμησης, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα και την επιρροή της προς αυτή τη κατεύθυνση.

Παράλληλα, στο Κυπριακό η Τουρκία, έχοντας εγκαταλείψει κάθε ιδέα και κάθε προσπάθεια επίλυσης, κινείται πλέον σε μια λογική διχοτόμησης, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα και την επιρροή της προς αυτή τη κατεύθυνση. Αυτή η σκλήρυνση της στάσης της Άγκυρας αυξάνει τις τριβές και την ένταση. Ενδεχόμενη προσάρτηση της Αμμοχώστου θα παροξύνει την ένταση, θα επιφέρει μεγαλύτερη αστάθεια και θα δημιουργήσει ένα νέο πεδίο αντιπαράθεσης.

Η κατάσταση στα Δυτικά Βαλκάνια αποτελεί μια ακόμα εν δυνάμει πρόκληση ασφάλειας για την Ελλάδα. Οι κίνδυνοι της αποσταθεροποίησης είναι μεγάλοι και συνεχείς. Η περιοχή κινδυνεύει να διολισθήσει ξανά σε εκτεταμένη αστάθεια και ίσως ανοιχτή σύγκρουση. Η κατάσταση στο Κόσσοβο είναι έκρυθμη και στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη σοβεί η κρίση, η οποία μπορεί να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή και με οποιαδήποτε αφορμή. Ο ανταγωνισμός του σερβικού με το αλβανικό στοιχείο και τα προσκόμματα που θέτει η Βουλγαρία στην ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας, τροφοδοτούν περαιτέρω μια κατάσταση αβεβαιότητας και αστάθειας. Η απουσία μίας συνεκτικής και ρεαλιστικής στρατηγικής της Ε.Ε. για την περιοχή, επέτρεψε την συντήρηση ενός γεωπολιτικού κενού, το οποίο σπεύδουν να καλύψουν η Ρωσία και η Τουρκία, που έχουν ισχυρά ερείσματα στην περιοχή, αλλά και η Κίνα. Όσο καθυστερεί η ενεργοποίηση της διαδικασίας ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων τόσο αυξάνουν οι δυνατότητες παρέμβασης των τρίτων.

Στα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε και τις πολλαπλές δευτερογενείς κρίσεις ασφάλειας, που είτε προκλήθηκαν άμεσα από τον πόλεμο στην Ουκρανία, είτε επιδεινώθηκαν από αυτόν, όπως η ενεργειακή, η επισιτιστική και η μεταναστευτική. Οι κρίσεις αυτές αλληλεπιδρούν μεταξύ τους με αποτέλεσμα η συνολική τους  επίδραση να είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα των επιμέρους επιδράσεων. Είναι η κατάσταση αυτή που ο ιστορικός Adam Tooze αποκάλεσε «πολυκρίση».

Η Ελλάδα λοιπόν μέσα στο 2023 ενδέχεται να αντιμετωπίσει ένα ευρύτατο φάσμα προκλήσεων που περιλαμβάνει από την άμεση πρόκληση της τουρκικής απειλής, τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, την περιφερειακή αστάθεια και τους κλυδωνισμούς του διεθνούς συστήματος και φτάνει μέχρι την «πολυκρίση». Υπό το πρίσμα των παραπάνω, είναι καλό το ότι η βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο επεξεργασίας η εκπόνηση μιας «Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας», η οποία φαίνεται σήμερα περισσότερο από ποτέ απαραίτητη.

Ελληνοτουρκικές σχέσεις 

Παναγιώτης Τσάκωνας

Στο αντίστοιχο περσινό αφιέρωμα όπου φιλοξενήθηκαν οι προβλέψεις μας για το επερχόμενο 2022 σημειώναμε ότι η Τουρκία δεν θα παραμείνει μόνον η σημαντικότερη απειλή για την ασφάλεια της Ελλάδας αλλά και ότι οι εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις που θα συνέχιζε να δέχεται το «καθεστώς Ερντογάν» –και οι οποίες θα εντείνονταν— δεν θα συνεπάγονταν ούτε την αναδίπλωση της στάσης της Τουρκίας έναντι των ΗΠΑ ή/και της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά ούτε και την υιοθέτηση μιας λιγότερο επιθετικής ή/και διαλλακτικότερης στάσης έναντι της Ελλάδας ή πολύ περισσότερο έναντι της Κύπρου. Επισημαίναμε έτσι ότι, παρότι το 2021 έκλεινε με σαφώς μικρότερη ή/και ελεγχόμενη ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το 2022 κάθε άλλο παρά εξασφάλιζε την επιστροφή της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης στην ιδιαίτερη κανονικότητα μιας «συγκρουσιακής ομαλότητας».

Δυστυχώς ο πρόεδρος Ερντογάν δεν αρκέστηκε μόνον στην επαλήθευση των επιφυλάξεών μας αλλά φρόντισε να τις ενισχύσει και μάλιστα με τον πλέον δυναμικό τρόπο. Πράγματι, καθ’ όλη την διάρκεια της χρονιάς που τελειώνει οι ελληνοτουρκικές σχέσεις χαρακτηρίστηκαν από μεγάλη ένταση ενώ η συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας κινήθηκε σε πρωτοφανή επίπεδα ακραίας ρητορικής. Έτσι, στο πλαίσιο του ευρύτερου αναθεωρητικού αφηγήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», η Τουρκία παρέμεινε πιστή στην πολιτική της δημιουργίας και διατήρησης πολλών και παράλληλων εστιών ελεγχόμενης έντασης στις σχέσεις της με την Ελλάδα. Επιπλέον, εντός του 2022, προχώρησε στην αμφισβήτηση όχι μόνον των κυριαρχικών δικαιωμάτων αλλά και της ίδιας της κυριαρχίας της Ελλάδας επί συγκεκριμένων νησιών και νησίδων στο Αιγαίο αναπτύσσοντας ένα αφήγημα που την εμφανίζει ως τάχα αμυνόμενη απέναντι στην παράνομη και επιθετική συμπεριφορά της Ελλάδας (η οποία εξοπλίζει ορισμένα νησιά απειλώντας την Τουρκία) ενώ παράλληλα καταπιέζει συστηματικά την μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη. Ήταν μάλιστα ο ίδιος ο Πρόεδρος Ερντογάν που απείλησε την Ελλάδα ότι μπορεί «να έρθει ξαφνικά ένα βράδυ» ή ακόμα ότι ο τουρκικής κατασκευής βαλλιστικός πύραυλος μπορεί να έχει στόχο την ελληνική πρωτεύουσα. Δυστυχώς, η συγκεκριμένη πολιτική διατήρησης παράλληλων μετώπων ελεγχόμενης έντασης δεν αναμένεται να εγκαταλειφθεί στη χρονιά που έρχεται καθώς εξασφαλίζει στον πρόεδρο Ερντογάν την πρωτοβουλία των κινήσεων και τη δυνατότητα αυξομείωσης της έντασης με την Ελλάδα σε χρόνο και σημείο που εκείνος κάθε φορά επιλέγει.

Η επιθετική και προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας συνδυάστηκε με την περαιτέρω «αυτονόμησή» της από τη Δύση και κυρίως διευκολύνθηκε από την αναβάθμιση της θέσης της λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Η επιθετική και προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας συνδυάστηκε με την περαιτέρω «αυτονόμησή» της από τη Δύση (ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση) και κυρίως διευκολύνθηκε από την αναβάθμιση της θέσης της λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Πράγματι, ο πόλεμος στην Ουκρανία –ο οποίος ενίσχυσε δραματικά την υφιστάμενη γεωπολιτική αστάθεια σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο— προσέφερε στην Τουρκία την ευκαιρία εκμετάλλευσης της σημαντικής γεωπολιτικής της θέσης, τόσο σε σχέση με τον έλεγχο των Στενών όσο  και με τη γειτνίαση και την στενή σχέση και με τις δύο εμπόλεμες πλευρές, προκειμένου να «πουλήσει» στη Δύση, κυρίως στις ΗΠΑ, υπηρεσίες διαμεσολάβησης στην προοπτική τερματισμού του πολέμου. Όμως η δυνατότητα ανάληψης διαμεσολαβητικού ρόλου –όπως απέδειξε η συμφωνία για την μεταφορά των σιτηρών από την Ουκρανία και τη Ρωσία στις χώρες της Αφρικής και η αποσόβηση μιας παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης— δεν είναι μόνον συμβατή με τη γενικότερη προσπάθεια «αυτονόμησης» της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Έχει ταυτόχρονα καταστήσει την Τουρκία έναν «χρήσιμο εταίρο» για τη Δύση, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ (τη συνοχή του οποίου η Τουρκία είχε σοβαρά κλονίσει λόγω της αγοράς του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400) καθώς και για την Ε.Ε., ιδιαίτερα συγκεκριμένα κράτη-μέλη της Ε.Ε. με οικονομικά συμφέροντα στην Τουρκία. Στη χρονιά που έρχεται, και ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, η Τουρκία θα συνεχίσει να αποτελεί έναν χρήσιμο αλλά ταυτόχρονα προβληματικό εταίρο για τη Δύση ή όπως πολύ εύστοχα είχε επισημάνει ο τέως Αμερικανός πρέσβης στο ΝΑΤΟ: «το μοναδικό κράτος με το οποίο η Δύση είναι πολύ δύσκολο να ζει μαζί του και σχεδόν αδύνατο να ζεις χωρίς αυτό».

Ο πόλεμος στην Ουκρανία προσέφερε στην Τουρκία την ευκαιρία εκμετάλλευσης της σημαντικής γεωπολιτικής της θέσης, τόσο σε σχέση με τον έλεγχο των Στενών όσο και με τη γειτνίαση και στενή σχέση και με τις δύο εμπόλεμες πλευρές.

Η «πολυεστιακή» πολιτική ελεγχόμενης έντασης έναντι της Ελλάδας αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής «εξαναγκαστικής διπλωματίας» που αφορά αρκετές ακόμα χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, κυρίως την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Η στρατηγική αυτή αποσκοπεί στην ανατροπή τετελεσμένων που η Τουρκία θεωρεί ότι έχουν δημιουργηθεί εις βάρος της μέσω της άσκησης διπλωματικής και στρατιωτικής πίεσης σε συγκεκριμένα κράτη της περιοχής. Παρότι η στρατηγική αυτή δεν απέφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα μέχρι σήμερα είναι εν τούτοις απίθανο να εγκαταλειφθεί το 2023, τη χρονιά συμπλήρωσης εκατό χρόνων από την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάνης, η οποία έθεσε τα όρια του του σύγχρονου τουρκικού κράτους και την οποία ο ιδρυτής της «Νέας Τουρκίας» έχει δηλώσει ότι επιθυμεί διακαώς να αναθεωρήσει.

Μεγάλη δημοσκοπική διαφορά και το σοβαρό ενδεχόμενο ήττας του Ερντογάν μπορεί να τον ωθήσει στη μεταφορά της ακραίας ρητορικής στο «πεδίο», στην Ανατολική Μεσόγειο ή/και στο Αιγαίο.

Μέσα στο πρώτο εξάμηνο του νέου έτους (από τον Φεβρουάριο μέχρι και τον Μάϊο) πρόκειται να διεξαχθούν «παράλληλες» εκλογικές αναμετρήσεις στην Κύπρο, την Ελλάδα και την Τουρκία. Κομβικό σημείο για τις αποφάσεις του τούρκου Προέδρου έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου θα αποτελέσουν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων μετά την ανακοίνωση του ονόματος του αντιπάλου του στις προεδρικές εκλογές. Μικρή διαφορά και το ενδεχόμενο επανεκλογής του θα συνεπάγεται μάλλον την συνέχιση της υψηλής ρητορικής και των ακραίων δηλώσεων. Μεγάλη όμως διαφορά και το σοβαρό ενδεχόμενο ήττας του μπορεί να τον ωθήσει στη μεταφορά της ακραίας ρητορικής στο «πεδίο», στην Ανατολική Μεσόγειο ή/και στο Αιγαίο.

Πέρα από την αυτονόητη προετοιμασία αποτροπής ενός θερμού επεισοδίου ή/και νέων τετελεσμένων στην Ανατολική Μεσόγειο, η ελληνική στρατηγική εξισορρόπησης μιας –αναμφίβολα αναβαθμισμένης, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία— Τουρκίας θα μπορούσε να καταστεί αποτελεσματικότερη εάν εμπλουτιστεί με διεθνείς πρωτοβουλίες που θα υποχρεώσουν την Τουρκία να μετρά το κόστος από τη συνέχιση της υφιστάμενης επιθετικής συμπεριφοράς της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο ενώ παράλληλα θα υποδεικνύουν το όφελος από ενδεχόμενη αλλαγή της συμπεριφοράς της.

Είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας οι μέχρι τώρα διμερείς συμφωνίες οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Ιταλία, την Αλβανία και την Αίγυπτο, καθώς και η επιχειρούμενη προσπάθεια οριοθέτησης ΑΟΖ με τη Λιβύη, να ενταχθούν στο προταθέν από την Ε.Ε. πολυμερές πλαίσιο της Διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο.

Είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας οι μέχρι τώρα διμερείς συμφωνίες οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Ιταλία, την Αλβανία και την Αίγυπτο, καθώς και η επιχειρούμενη προσπάθεια οριοθέτησης ΑΟΖ με τη Λιβύη, να ενταχθούν στο προταθέν από την Ε.Ε. πολυμερές πλαίσιο της Διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο. Η ανάληψη πρωτοβουλίας από την Ελλάδα για την αναζωογόνηση της συγκεκριμένης ευρωπαϊκής πρότασης και τη συν-διαμόρφωση της ατζέντας της Διάσκεψης μπορεί –ακόμα και εάν δεν ευοδωθεί πλήρως— να λειτουργήσει ως «δίχτυ ασφαλείας» για την Ελλάδα και την Κύπρο όσον αφορά στον περιορισμό της συμπεριφοράς της Τουρκίας κατά τους πρώτους έξη μήνες της δυσκολότερης ίσως χρονιάς στην ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Προοπτικές για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη 

Ιωάννης Αρμακόλας 

Στις προβλέψεις για το 2022 ορθώς προβλέψαμε τάσεις αποσταθεροποίησης στην περιοχή, κυρίως στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Κόσοβο, αλλά και πολιτικές κρίσεις σε Βόρεια Μακεδονία, Μαυροβούνιο και Βουλγαρία. Το κοινωνικοπολιτικό κόστος ήταν η συνέχιση της μαζικής μετανάστευσης από την περιοχή και η οπισθοχώρηση σε ζητήματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αυξάνει την ευαλωτότητα και αβεβαιότητα στα Βαλκάνια, γίνεται ωστόσο έναυσμα για πιο αποφασιστική ευρωπαϊκή διπλωματία. Υπήρξαν, άλλωστε, θετικές ενδείξεις: η ενεργοποίηση της Γαλλίας στη διαφορά Βουλγαρίας-Βόρειας Μακεδονίας, αλλά και η γαλλική πρωτοβουλία για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα, η επιτυχής τσέχικη προεδρία, με την προώθηση εκκρεμών ευρωπαϊκών ζητημάτων με Βοσνία-Ερζεγοβίνη και Κόσοβο, η δραστηριοποίηση στο ζήτημα του Κοσόβου· η επανενεργοποίηση της «Διαδικασίας του Βερολίνου» από τη κυβέρνηση Scholz και κυρίως, η επανεμφάνιση της Διεύρυνσης ως ισχυρού «εργαλείου» εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε., μέσω της υποψηφιότητας Ουκρανίας και Μολδαβίας.

H σερβική ηγεσία φαίνεται να πιστεύει ότι μπορεί να συνεχίσει την περιφερειακή της αναβάθμιση μέσω παραχωρήσεων προς τη Μόσχα και εκμεταλλευόμενη την εντεινόμενη αβεβαιότητα στα Βαλκάνια.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε ξεκάθαρα το «πρόβλημα Σερβία». Το Βελιγράδι βρίσκεται σε αδιέξοδο, καθώς στο νέο περιβάλλον ασφάλειας, δυσχεραίνεται η προσπάθειά του να συνεχίσει το παιχνίδι ίσων αποστάσεων μεταξύ Δύσης, Ε.Ε και των γεωπολιτικών τους ανταγωνιστών. Η Ε.Ε. υπόσχεται ένα ευρωπαϊκό μέλλον για τη Σερβία. Αλλά, η σερβική ηγεσία φαίνεται να πιστεύει ότι μπορεί να συνεχίσει την περιφερειακή της αναβάθμιση μέσω παραχωρήσεων προς τη Μόσχα και εκμεταλλευόμενη την εντεινόμενη αβεβαιότητα στα Βαλκάνια. Χαρακτηριστικά, υποδαυλίζει ή ανέχεται συνεχείς ενέργειες αποσταθεροποίησης σε Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο και Κόσοβο. Υπάρχουν, όμως, ενδείξεις ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της μπορεί να αμφισβητηθεί προσεχώς, λόγω της μη ευθυγράμμισής της με την εξωτερική πολιτική της ΕΕ.

Στο Βόρειο Κόσοβο, το κενό ασφαλείας λόγω απουσίας των κοσοβαρικών δομών διοίκησης, ισχυρής διεθνούς δύναμης και διεθνοτικής συνεργασίας είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο.

Επίκεντρο της έντασης εδώ και πολλούς μήνες είναι το Κόσοβο με την κυβέρνηση Κούρτι αποφασισμένη να επεκτείνει την κρατική κυριαρχία στο σύνολο της χώρας. Οι κινήσεις της, όμως, λόγω της ενεργητικής αντίστασης του Βελιγραδίου και ακραίων στοιχείων της σερβικής κοινότητας του Κοσόβου έχουν ως αποτέλεσμα επανειλημμένες κρίσεις. Η Πρίστινα ενίοτε κάνει τακτικές υποχωρήσεις, αλλά δεν θα αλλάξει τη στρατηγική της, γιατί υπάρχει η πεποίθηση ότι επί 15 χρόνια, οι προσπάθειες κατευνασμού του Βελιγραδίου έχουν ισχυροποιήσει τη σερβική επιρροή στο βορρά και έχουν αποδυναμώσει το Κόσοβο στο εξωτερικό.  Στο Βόρειο Κόσοβο, το κενό ασφαλείας λόγω απουσίας των κοσοβαρικών δομών διοίκησης, ισχυρής διεθνούς δύναμης και διεθνοτικής συνεργασίας είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο. Κινήσεις για επιβολή της τάξης ή για επέκταση της δράσης της μιας ή της άλλης πλευράς αποτελούν εν δυνάμει θρυαλλίδα βίαιων εξελίξεων. Γερμανία και Γαλλία εντείνουν την προσπάθεια για μια συμφωνία έως την άνοιξη, γεγονός που αυξάνει την πίεση στο Βελιγράδι, που γνωρίζει ότι θα βρεθεί σε δεινή θέση, εάν δεν την αποδεχθεί.

Στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη η κρίση βαθαίνει, καθώς έχουν ισχυροποιηθεί οι τρεις εθνοτικοί πυλώνες στη χώρα. Η διεθνής κοινότητα, παραμένει χωρίς σαφή κατεύθυνση και συνοχή, με αυξανόμενη όμως παρεμβατικότητα στα πολιτικά πράγματα της χώρας.  Η ευχάριστη είδηση της απόδοσης καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας από την Ε.Ε. θα μείνει κενό γράμμα, χωρίς όραμα για μακροπρόθεσμη συνεννόηση των αντιμαχόμενων πλευρών, συνεργασία Σερβίας και Κροατίας και επιτάχυνση διαδικασίας ένταξης των Βαλκανίων στην Ε.Ε.

Στη Βόρεια Μακεδονία, η διαδικασία του screening θα ολοκληρωθεί το φθινόπωρο,όμως η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση δεν έχει την απαραίτητη πλειοψηφία για Συνταγματική Αναθεώρηση, βασική προϋπόθεση για την έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων.

Στη Βόρεια Μακεδονία, η διαδικασία του screening θα ολοκληρωθεί το φθινόπωρο, όμως η Σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση δεν έχει την απαραίτητη πλειοψηφία για Συνταγματική Αναθεώρηση, βασική προϋπόθεση για την έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων. Την αναθεώρηση αρνείται να υποστηρίξει η εθνικιστική αντιπολίτευση του VMRO-DPMNE, αναμένοντας να κερδίσει τις επόμενες εκλογές, εκμεταλλευόμενη την απογοήτευση των πολιτών από τα συνεχή σκάνδαλα διαφθοράς και τον συμβιβασμό με τη Βουλγαρία. Η μη-έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων πάντως δεν θα οδηγήσει σε κατάρρευση την κυβέρνηση Kovachevski, που θα επιχειρήσει να παραμείνει στην εξουσία έως το τέλος της θητείας της, το 2024.

Λόγω και της γεωπολιτικής ευθυγράμμισης με τη Δύση, η Αλβανία αναδεικνύεται «ελκυστική» στους Ευρωπαίους εταίρους, που την επέλεξαν για τη διοργάνωση της Συνόδου της «Διαδικασίας του Βερολίνου» το 2023, αλλά και την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ -Δυτικών Βαλκανίων.

Στην Αλβανία, η ενωμένη αντιπολίτευση στοχεύει σε επιτυχίες στις δημοτικές εκλογές την άνοιξη. Η ενωμένη αντιπολίτευση κατηγορεί τον Αλβανό Πρωθυπουργό για υπονόμευση του κράτους δικαίου και σχέσεις με το οργανωμένο έγκλημα. Ο Rama έχει πλεονέκτημα την υποστήριξη δυτικών εταίρων και βασικά, τον ευρωπαϊκό δρόμο της χώρας. Το φθινόπωρο αναμένεται να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις, με αναμενόμενα προβλήματα, στα ζητήματα κράτους δικαίου και αυτονομίας των κρατικών θεσμών, αλλά δεν θα παρακωλυθούν από διμερείς διαφορές (η επίλυση των οποίων με την Ελλάδα καταγράφεται ξεκάθαρα στο διαπραγματευτικό πλαίσιο). Λόγω και της γεωπολιτικής ευθυγράμμισης με τη Δύση, η Αλβανία αναδεικνύεται «ελκυστική» στους Ευρωπαίους εταίρους, που την επέλεξαν για τη διοργάνωση της Συνόδου της «Διαδικασίας του Βερολίνου» το 2023, αλλά και την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής Ε.Ε.-Δυτικών Βαλκανίων, για πρώτη φορά σε χώρα της περιοχής. Γεγονότα, που ο Rama θα κεφαλαιοποιήσει πολιτικά στο εσωτερικό επικοινωνώντας έναν αέρα «σύγχρονης, ευρωπαϊκής Αλβανίας».

Και η ελληνική εξωτερική πολιτική στα Βαλκάνια; Συμπληρώνονται 20 χρόνια από την ιστορική ‘Σύνοδο της Θεσσαλονίκης’. Το ζητούμενο δεν είναι να υπενθυμίσει η Αθήνα τη σημαντικότατη διπλωματική της επιτυχία, αλλά να στείλει σήμα ότι επιστρέφει δυναμικά στην περιοχή. Απαιτούνται θαρραλέες πρωτοβουλίες: σύμπηξη μετώπου με χώρες υπέρ της Διεύρυνσης, ταχύτερη ενίσχυση δεσμών με την Αλβανία, αναγνώριση του Κοσόβου, στήριξη της μεταρρυθμιστικής πορείας της Βόρειας Μακεδονίας, συμμετοχή σε ευρωπαϊκές ενέργειες αποτροπής περαιτέρω αποσταθεροποίησης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Σαφείς κινήσεις εξασφάλισης μιας δυτικόστροφης πορείας και του τέλους της οικονομικής δυσπραγίας, δημοκρατικής οπισθοδρόμησης και γεωπολιτικής αβεβαιότητας της περιοχής. Χρειάζεται ωστόσο όραμα, στρατηγική προτεραιοποίηση των Βαλκανίων και αποφασιστικές ενέργειες: Αμφίβολο σε μια εκλογική χρόνια. Αλλά και λόγω των χρόνιων «αγκυλώσεων» της ελληνικής διπλωματίας.

Κρίσιμα ζητήματα για την Τουρκία το 2023 

Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία προσέφερε μια ανέλπιστη ευκαιρία τόσο για την διπλωματική αναβάθμιση της Τουρκίας αλλά και για την ενίσχυση της τουρκικής οικονομίας. Οι ανέλπιστες εισροές ρευστότητος λόγω των εξαιρετικών συνθηκών συνέβαλαν στην ελάφρυνση των δυσκολιών διαχειρίσεως των δημοσιονομικών προβλημάτων και διευκόλυναν την απόφαση αποφυγής προώρων εκλογών εντός του 2022. Σε τούτη την απόφαση συνέβαλαν επίσης και οι εισροές κεφαλαίων από κράτη όπως το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Κίνα και η Νότιος Κορέα. Η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος ξεκίνησε μεν αλλά όχι για την μετατροπή του προεδρικού συστήματος σε κοινοβουλευτικό. Εκμεταλλευόμενος την πρόταση νόμου του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος για την προστασία του δικαιώματος στην ισλαμική μαντήλα ο Τούρκος πρόεδρος υπερθεμάτισε προτείνοντας την αναθεώρηση του Συντάγματος με σκοπό την προστασία του δικαιώματος στο ανώτατο δυνατό επίπεδο.

Το 2023 ως έτος προεδρικών και κοινοβουλευτικών εκλογών και -πιθανώς- συνταγματικού δημοψηφίσματος συμπίπτει με την εκατονταετηρίδα από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης την 24η Ιουλίου 1923 και την ανακήρυξη της Δημοκρατίας της Τουρκίας την 29η Οκτωβρίου 1923. Είναι αναπόφευκτη η χρήση ιστορικών συμβολισμών εν όψει εκλογικών αναμετρήσεων ιστορικής σημασίας για το μέλλον της Τουρκίας.

Ενώ η πιθανότητα επανεκλογής του Προέδρου Ερντογάν έχει ενισχυθεί κατά τους τελευταίους μήνες, τούτο δεν σημαίνει ότι είναι πιθανότερη και η επικράτηση του κυβερνητικού συνασπισμού στις βουλευτικές εκλογές οι οποίες θα λάβουν χώρα μαζί με τις προεδρικές.

Ενώ η πιθανότητα επανεκλογής του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει ενισχυθεί κατά τους τελευταίους μήνες, συνεπεία των ευμενών για τον ίδιο διεθνών εξελίξεων αλλά και της πανθομολογουμένης δυστοκίας της αντιπολιτεύσεως, τούτο δεν σημαίνει ότι είναι πιθανότερη και η επικράτηση του κυβερνητικού συνασπισμού στις βουλευτικές εκλογές οι οποίες θα λάβουν χώρα μαζί με τις προεδρικές. Η αναμενόμενη ισχυρή παρουσία του φιλοκουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (Halkların Demokratik Partisi-HDP) ή του διαδόχου του -αν υποτεθεί ότι το HDP απαγορευθεί με δικαστική απόφαση εν όψει των εκλογών- πιθανότατα θα στερήσει την πλειοψηφία στον κυβερνητικό συνασπισμό και θα ενισχύσει την πιθανότητα συνταγματικής κρίσεως την επαύριον των εκλογών. Μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε ένα μοντέλο συγκατοικήσεως που θα έθετε σε δοκιμασία την εφαρμογή του μάλλον κακογραμμένου Συντάγματος του Απριλίου 2017. Ενώ το Σύνταγμα αναγνωρίζει ευρύτατες εξουσίες στον πρόεδρο, οι ασάφειες του κειμένου θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε οξείες πολιτικές αντιπαραθέσεις, καθώς ο Τούρκος πρόεδρος πιθανότατα θα διεκδικούσε το δικαίωμα να διοικεί μέσω προεδρικών διαταγμάτων αγνοώντας το κοινοβούλιο.

Δεδομένης της αυξανόμενης επιρροής του HDP εντός της κουρδικής μειονότητος της Τουρκίας αλλά και πέραν αυτής, είναι πολύ πιθανόν να αποφασισθεί η δικαστική απαγόρευση του κόμματος, ώστε να διευκολυνθεί ο προσεταιρισμός μέρους έστω της κουρδικής ψήφου από τον κυβερνητικό συνασπισμό.

Δεδομένης της αυξανόμενης επιρροής του HDP εντός της κουρδικής μειονότητος της Τουρκίας αλλά και πέραν αυτής, είναι πολύ πιθανόν να αποφασισθεί η δικαστική απαγόρευση του κόμματος, ώστε να διευκολυνθεί ο προσεταιρισμός μέρους έστω της κουρδικής ψήφου από τον κυβερνητικό συνασπισμό. Αν και ανάλογες απόπειρες κατά το παρελθόν όχι μόνον δεν εστέφησαν από επιτυχία αλλά είχαν τα αντίθετα των επιδιωκομένων αποτελέσματα, η δαιμονοποίηση του HDP εν όψει και των σχεδιαζομένων νέων επιχειρήσεων του τουρκικού στρατού εναντίον του PYD-YPG στην Συρία θα καταστήσει την απαγόρευση μονόδρομο για τον κυβερνητικό συνασπισμό.

Η πορεία της τουρκικής οικονομίας εντός του 2023 είναι δυνατόν να επιβάλει μια αλλαγή πορείας στην τουρκική κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επικείμενες προεδρικές εκλογές.

Μπορεί η τουρκική κυβέρνηση να ξιφουλκεί εναντίον των διεθνών οικονομικών οργανισμών και να θεωρεί την αποπληρωμή των δανείων προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ως μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της που συνέβαλαν στην πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία της Τουρκίας και την άνοδό της στο διεθνές διπλωματικό στερέωμα. Η πορεία της τουρκικής οικονομίας εντός του 2023 είναι δυνατόν να επιβάλει μια αλλαγή πορείας στην τουρκική κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επικείμενες προεδρικές εκλογές. Η αντιμετώπιση των σοβαρών δημοσιονομικών προβλημάτων μπορεί με διάφορα τεχνάσματα να ανασταλεί μέχρι τις εκλογές, δεν είναι όμως δυνατόν να αναβάλλεται επ’ άπειρον. Τα απρόσμενα οικονομικά οφέλη για την τουρκική οικονομία το 2022 λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και η εισροή ρευστότητος στην Τουρκία μέσω διακρατικών συμφωνιών  δεν είναι βέβαιο ότι θα επαναληφθούν και το 2023. Η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μπορεί να απορρίπτεται μετά βδελυγμίας από την κυβέρνηση Ερντογάν αλλά και την αντιπολίτευση. Δεν θα είναι όμως η πρώτη φορά η τουρκική κυβέρνηση θα έκανε στροφή 180 μοιρών σε ένα ζήτημα μείζονος σημασίας. Έχουν προηγηθεί οι προσπάθειες εξομαλύνσεως των σχέσεων με την Ρωσία, την Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Εξάλλου σε περίπτωση νίκης του υποψηφίου της αντιπολιτεύσεως στις προεδρικές εκλογές, θα μπορεί να επικαλεσθεί και το επιχείρημα ότι αγνοούσε το μέγεθος των προβλημάτων της τουρκικής οικονομίας και «παρέλαβε χάος.»

H πιθανή επικράτηση του υποψηφίου της αντιπολιτεύσεως θα μπορούσε να δώσει ώθηση σε μια νέα πρωτοβουλία αποκαταστάσεως των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την Δύση.

Αν και από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η τουρκική ουδετερότητα έγινε ανεκτή από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση και παρουσιάσθηκε ως εργαλείο για την αναβάθμιση του περιφερειακού ρόλου της Τουρκίας ως προνομιακού διαμεσολαβητή, οι εξελίξεις μπορεί να δυσχεράνουν την συνέχιση αυτής της στάσεως εντός του 2023. Η Τουρκία θα κληθεί επομένως να φανεί πιστή στις υποχρεώσεις της στο ΝΑΤΟ και να εγκαταλείψει την στρατηγικού χαρακτήρα συνεργασία με την Ρωσία.  Η άρση του τουρκικού βέτο για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ θα αποτελούσε πρόκριμα για την αναθεώρηση αποφάσεων όπως η προμήθεια των συστοιχιών πυραύλων S-400. H πιθανή επικράτηση του υποψηφίου της αντιπολιτεύσεως θα μπορούσε να δώσει ώθηση σε μια νέα πρωτοβουλία αποκαταστάσεως των σχέσεων της Τουρκίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Δύση.

Εξελίξεις στη Μεσόγειο 2023 

Ronald Meinardus

Η νότια γειτονιά της Ευρώπης, είναι μια ζώνη αστάθειας και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό θα αλλάξει στο ορατό μέλλον. Αντιθέτως, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι εντάσεις και οι διαμάχες θα αυξηθούν τα επόμενα χρόνια. 

Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας επισκιάζει άλλες εστίες κρίσης και συγκρούσεων. Η περιοχή της Μεσογείου μπορεί να χαρακτηριστεί και ως παράπλευρη απώλεια του πολέμου του Πούτιν. Στο σταυροδρόμι της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, η Μεσόγειος αποτελούσε ανέκαθεν κομβικό σημείο της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής, έχοντας μια μοναδική πυκνότητα πολιτικών συγκρούσεων. Το νότιο χείλος της είναι μια κατ’ εξοχήν ζώνη διενέξεων. Από την άλλη πλευρά, με λίγες εξαιρέσεις στα Δυτικά Βαλκάνια, οι μεσογειακές χώρες του Βορρά ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και απολαμβάνουν υψηλό βαθμό σταθερότητας. Η νότια γειτονιά της Ευρώπης, που εκτείνεται από την Τουρκία στα ανατολικά έως το Μαγκρέμπ στα δυτικά, είναι μια ζώνη αστάθειας και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό θα αλλάξει στο ορατό μέλλον. Αντιθέτως, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι εντάσεις και οι διαμάχες θα αυξηθούν τα επόμενα χρόνια.

Μοναχικό ελπιδοφόρο γεγονός καθίσταται η συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών Ισραήλ-Λιβάνου (δυο χώρες χωρίς καν διπλωματικές σχέσεις) για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων τους, το οποίο δημιουργεί ένα θετικό για τη Μεσόγειο προηγούμενο μιας αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας.

Τα κράτη του Νότου μοιράζονται τον ανελεύθερο χαρακτήρα της πολιτικής τους τάξης. “Καμία άλλη περιοχή δεν έχει τόσο υψηλή συγκέντρωση αυταρχικών καθεστώτων με τόσο περιορισμένη εμπειρία δημοκρατικής διακυβέρνησης”, γράφει η Επετηρίδα 2022 του Ευρωπαϊκού Μεσογειακού Ινστιτούτου (IEMed) αναφερόμενη στη νότια γειτονιά της Ευρώπης. Η αυταρχική εκτροπή στην Τυνησία, που κάποτε ήταν ο φάρος της “Αραβικής Άνοιξης”, είναι μια ιδιαίτερα απογοητευτική εξέλιξη. Μοχλός του πολιτικού αυταρχισμού υπήρξε και εδώ η οικονομική κατάρρευση. Έτσι και στον Λίβανο, όπου η κοινωνικοοικονομική παρακμή είναι ιδιαίτερα δραματική. Άλλοτε το “Μαργαριτάρι της Ανατολής”, το πολυεθνικό αυτό κράτος παραμένει θύμα ενός λανθάνοντος εμφυλίου πολέμου, της πολύπλευρης ξένης παρέμβασης και μιας καταστροφικής διακυβέρνησης με πλήρη απουσία λογοδοσίας. Στην Αίγυπτο, ο νέος (παλιός) αυταρχισμός συνοδεύεται από μια κλιμακούμενη οικονομική κρίση. Η πολυπληθέστερη χώρα του αραβικού κόσμου, όμως, ξέρει να εργαλειοποιεί τη στρατηγική της σημασία. Για την Ευρώπη και τις ΗΠΑ ισχύει εκεί πάνω απ’ όλα ο κανόνας: Η Αίγυπτος είναι πολύ μεγάλη για να αποτύχει.  Και στις τρεις χώρες, Τυνησία, Λίβανο και Αίγυπτο, τα πράγματα αναμένεται να χειροτερέψουν πριν βελτιωθούν – και σίγουρα όχι σε σύντομο χρονικό διάστημα το 2023. Μοναχικό ελπιδοφόρο γεγονός καθίσταται η συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών Ισραήλ-Λιβάνου (δυο χώρες χωρίς καν διπλωματικές σχέσεις) για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων τους, το οποίο δημιουργεί ένα θετικό για τη Μεσόγειο προηγούμενο μιας αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας.

Oι ισραηλινές στρατιωτικές επιθέσεις κατά των συμμάχων του Ιράν στη Συρία συνεχίζονται και η Τουρκία εξακολουθεί να καταλαμβάνει συνοριακές περιοχές στη βόρεια Συρία εν μέσω απειλών για μια ακόμη χερσαία επίθεση.

Η εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, το Μαρόκο και το Σουδάν έχει αλλάξει ριζικά τον πολιτικό χάρτη της ευρύτερης περιοχής. Με τις Συμφωνίες του Αβραάμ, και χάρη στη μαζική υποστήριξη των ΗΠΑ, το Ισραήλ κατάφερε να εξομαλύνει τις σχέσεις του με σημαίνουσες αραβικές χώρες (2020) χωρίς πρώτα να επιλύσει το παλαιστινιακό ζήτημα. Ένας στρατηγικός αναπροσανατολισμός στις μοναρχίες του Κόλπου, με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, δρομολόγησε αυτή τη στροφή. Για τους Σουνίτες ηγέτες, το Ιράν αποτελεί πλέον την κύρια απειλή. Αυτή η γεωστρατηγική αντίληψη θα ισχύσει και το 2023 και ύστερα. Στις νέες ισραηλοαραβικές συμμαχίες, η τύχη των Παλαιστινίων παίζει αμελητέο ρόλο και με την ένταξη ακροδεξιών στην νέα ισραηλινή κυβέρνηση οι πιθανότητες για μια διευθέτηση στην Παλαιστίνη απομειώνονται ακόμα περισσότερο. Στη γειτονική Συρία, επίσης, δεν υπάρχουν σημάδια πολιτικής λύσης στη σύγκρουση που μαίνεται για περισσότερο από μια δεκαετία. Ενώ η ένταση των εχθροπραξιών έχει υποχωρήσει, οι πολιτικές προσπάθειες του ΟΗΕ δεν προχωρούν. Το σχήμα της Αστάνα, στο πλαίσιο του οποίου η Ρωσία, το Ιράν και η Τουρκία συναντώνται τακτικά για να συζητήσουν για τη Συρία, δεν φαίνεται να είναι σε θέση να προωθήσει μια πολιτική λύση. Εν τω μεταξύ, οι ισραηλινές στρατιωτικές επιθέσεις κατά των συμμάχων του Ιράν στη Συρία συνεχίζονται και η Τουρκία εξακολουθεί να καταλαμβάνει συνοριακές περιοχές στη βόρεια Συρία εν μέσω απειλών για μια ακόμη χερσαία επίθεση. Την ίδια στιγμή, οι Ρώσοι πιέζουν τους Τούρκους να συμφωνήσουν σε μια συνάντηση κορυφής μεταξύ του Ερντογάν και του Σύρου δικτάτορα Άσαντ. Ωστόσο, ενόψει των τουρκικών εκλογών η Άγκυρα μπορεί κάλλιστα να επιλέξει τη στρατιωτική εναλλακτική. Σε όλες αυτές τις μείζονος διεθνούς σημασίας εξελίξεις στο κατώφλι της, η Ευρωπαϊκή Ένωση παίζει μικρό ρόλο.

Στη Λιβύη η ύπαρξη δύο κυβερνήσεων αυξάνει τον κίνδυνο διχοτόμησης. Το πόσο οι «ελεύθερες και δίκαιες» εκλογές θα φέρουν μια πρόωρη λύση φαίνεται αβέβαιο.

Βλέπουμε μια παρόμοια εικόνα και στη Λιβύη, όπου η ύπαρξη δύο κυβερνήσεων αυξάνει τον κίνδυνο διχοτόμησης. Το πόσο οι «ελεύθερες και δίκαιες» εκλογές, που απαιτούν πάνω απ’ όλα οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα φέρουν μια πρόωρη λύση φαίνεται αβέβαιο. Ενώ στην Ανατολική Μεσόγειο οι εντάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αναμένεται να συνεχιστούν ενόψει των εκλογών σε Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο, η διαμάχη μεταξύ Μαρόκου και Αλγερίας για το μέλλον της Δυτικής Σαχάρας συνεχίζει να αποσταθεροποιεί την περιοχή του Μαγκρέμπ, με ευρύτερες διεθνείς προεκτάσεις. Η Αλγερία από τη μια υποστήριζε εξαρχής την απελευθερωτική οργάνωση Πολισάριο και το δικαίωμα των Σαχραουί στην αυτοδιάθεση. Για το Ραμπάτ από την άλλη, η έρημος στις ακτές του Ατλαντικού αποτελεί μέρος της επικράτειάς της. Εντούτοις, το Μαρόκο πέτυχε έναν πολιτικό θρίαμβο στα πλαίσια ενός sui generis διπλωματικού συμβιβασμού: Με αντάλλαγμα την εξομάλυνση των σχέσεων του Ραμπάτ με το Ισραήλ, η Ουάσιγκτον αναγνώρισε τη Μαροκινή κυριαρχία στη Δυτική Σαχάρα. Ως απάντηση, η Αλγερία επέκτεινε τη συνεργασία της με τη Ρωσία – μεταξύ άλλων και στον στρατιωτικό τομέα. Αυτό άνοιξε την πόρτα στην παρέμβαση της Μόσχας σε μια χώρα μεγάλης στρατηγικής σημασίας και για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αργά ή γρήγορα, ο πόλεμος στην Ουκρανία αναμένεται να τελειώσει. Οι εντάσεις και διαμάχες στον Νότο της Μεσογείου θα συνεχίζονται με αρνητικές προεκτάσεις για τα συμφέροντα της Ευρώπης το νέο έτος και πέρα από αυτό.

Ευρωμεσογειακές σχέσεις και Ευρωπαϊκή πολιτική Νότιας Γειτονίας: τα όρια της ήπιας ισχύος 

Δημήτρης Κούρκουλας

Όταν πριν τρείς σχεδόν δεκαετίες η Ευρωπαϊκή Ένωση εγκαινίαζε μια φιλόδοξη ευρω-μεσογειακή πολιτική που ονομάστηκε «διαδικασία της Βαρκελώνης» οραματίστηκε την Μεσόγειο σαν μια θάλασσα ειρήνης, σταθερότητας, συνεργασίας και ευημερίας για όλους τους λαούς της περιοχής και κατανόησης μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου.

Η σημερινή πραγματικότητα στη νότια γειτονιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται στον αντίποδα των φιλόδοξων στόχων της Βαρκελώνης. Η νότια όχθη της Μεσογείου βρίσκεται στη δίνη ενός εντεινόμενου χάους. Αντί της σύγκλισης μεταξύ μεσογειακού βορρά και νότου που θα μπορούσε να επιτευχθεί με τον «εξευρωπαϊσμό» του Νότου στην πραγματικότητα συνεχίζεται, εδώ και αρκετά χρόνια, μια πορεία απόκλισης που έχει ήδη δημιουργήσει ένα σχεδόν αγεφύρωτο χάσμα και επικίνδυνες ανισορροπίες στην οικονομία, στην δημογραφική εξέλιξη, στον πολιτισμό και στον τρόπο διακυβέρνησης.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία κατέστησε τη Μαύρη Θάλασσα επίκεντρο της στρατηγικής αντιπαράθεσης της Δύσης με τη Ρωσία αλλά παράλληλα αναβάθμισε  τη σημασία της Ανατολικής Μεσογείου που λειτουργεί ως προθάλαμος της Μαύρης Θάλασσας.

Η επιτάχυνση των γεωπολιτικών ανακατατάξεων ανάδειξε με τρόπο ανάγλυφο την μειωμένη πλέον επιρροή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις χώρες της περιοχής και την αυξανόμενη «αυτονόμηση»  χωρών που παραδοσιακά ακολουθούσαν τις στρατηγικές επιλογές της Ευρώπης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Τουρκία που δεν ακολουθεί τις δυτικές κυρώσεις έναντι της Μόσχας αλλά και το Μαρόκο που απέχει από την καταδίκη της ρωσικής εισβολής στις ψηφοφορίες στον ΟΗΕ.

Στις περισσότερες χώρες της νότιας γειτονιάς μας η αστάθεια και η επιδείνωση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών θα συνεχισθεί και  το 2023. Όσο απομακρύνεται ο  ορίζοντας για ένα καλύτερο μέλλον για τους πληθυσμούς της περιοχής τόσο θα εντείνεται η απογοήτευση και η απελπισία που δίνουν τροφή σε εξτρεμιστικές ιδεολογίες αυξάνοντας το αντιδυτικό και αντιευρωπαϊκό συναίσθημα που υποδαυλίζεται και από χώρες που προσπαθούν να ανακτήσουν επιρροή στην περιοχή όπως η Τουρκία και η Ρωσία.

Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή κανένα θετικό σημάδι για το 2023. Οι χώρες της νότιας γειτονίας θα συνεχίσουν να υφίστανται ακόμα πιο έντονα την διπλή πίεση από την άνοδο του κόστους της ενέργειας και του κόστους βασικών πρώτων υλών και τροφίμων. Το σύστημα επιδοτήσεων βασικών ειδών διατροφής όπως το αλεύρι και το ψωμί που αποτελεί βασικό εργαλείο εξασφάλισης διατροφικής επάρκειας σε πολλές αραβικές χώρες κινδυνεύει να καταρρεύσει λόγω της αλματώδους αύξησης των διεθνών τιμών. Οι προβλέψεις για την αύξηση της φτώχειας είναι ανησυχητικές. Με εξαίρεση δυο χώρες που διαθέτουν μεγάλες ενεργειακές πηγές, την Αλγερία και τη Λιβύη, οι περισσότερες χώρες της Βόρειας Αφρικής δεν είναι σε θέση να αποτρέψουν την φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού με απροσδιόριστες επιπτώσεις και κινδύνους κοινωνικών εκρήξεων.

Ο γενικευμένος κοινωνικός αναβρασμός που παρατηρείται σε πολλές αραβικές χώρες οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε μια συσσωρευμένη αγανάκτηση και απογοήτευση γιατί οι αραβικές εξεγέρσεις του 2011 και του 2019 όχι μόνο δεν έφεραν τις προσδοκώμενες αλλαγές αλλά αντιθέτως οδήγησαν σε οπισθοχώρηση σε ζητήματα ελευθερίας και διαφάνειας. Σε πολλές χώρες της περιοχής, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Τουρκία, δημιουργείται σήμερα ένα εκρηκτικό ιδεολογικό μείγμα μεταξύ εθνικισμού και ισλαμισμού με σαφώς αντιδυτικό και αντιευρωπαϊκό υπόβαθρο.

Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που αναμένεται να επιδράσει αρνητικά στην κατάσταση που θα επικρατήσει στο νότιο υπογάστριο της Ευρώπης είναι η όξυνση των σχέσεων ανάμεσα στις χώρες της περιοχής. Η σύγκρουση μεταξύ σιιτικού και σουνιτικού Ισλάμ και οι επιπτώσεις στις σχέσεις του Ιράν με την Σαουδική Αραβία και τις χώρες του Κόλπου, στην εμπόλεμη σύγκρουση στην Υεμένη και στην πορεία ολικής αποσταθεροποίησης του Λιβάνου δεν δείχνουν κανένα σημάδι ύφεσης που θα μπορούσε να δημιουργήσει συνθήκες σταθεροποίησης για την επόμενη χρονιά. Δεν υπάρχουν προοπτικές αναβίωσης της ειρηνευτικής διαδικασίας ανάμεσα στο Ισραήλ και στους Παλαιστίνιους ενώ η κατάσταση στην Συρία θα συνεχίζει να δημιουργεί συνθήκες «εξαγωγής» αστάθειας προς την Ευρώπη όχι μόνο εξαιτίας των προσφυγικών ροών ή της επανάκαμψης του Ισλαμικού κράτους αλλά κυρίως εξαιτίας της εδραίωσης της μόνιμης στρατιωτικής παρουσίας της Ρωσίας στα παράλια της ανατολικής μεσογείου με την αεροπορική βάση στην Λατάκεια και την ναυτική βάση στην πόλη Ταρτούς.  Εδώ και μια δεκαετία η Ρωσική Ομοσπονδία ενισχύει την στρατιωτική της παρουσία στη Μεσόγειο και την ευρύτερη Μέση Ανατολή με την μόνιμη πλέον παρουσία της στη Συρία, στη Λιβύη και στο Σουδάν αλλά και με την εμπλοκή της στην πυραυλική άμυνα της Τουρκίας.

Η ευκαιρία για υπογραφή συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν που εμφανίστηκε μετά την εκλογή Μπάιντεν και θα είχε οπωσδήποτε σταθεροποιητικά αποτελέσματα, φαίνεται να χάνεται οριστικά.  Οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί πολλών χωρών της περιοχής έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τη στιγμή που νέες εστίες εντάσεων και ενδεχόμενων συγκρούσεων εμφανίζονται: Η ένταση στις σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα και την Κύπρο δεν φαίνεται να υποχωρεί ενώ το μέτωπο Αλγερίας Μαρόκου με επίκεντρο την Δυτική Σαχάρα συνεχίζει να προκαλεί εντάσεις και εξοπλιστικό ανταγωνισμό μεταξύ των δύο χωρών.

Η όξυνση της αστάθειας στη νότια όχθη της Μεσογείου και ενδεχόμενη εξάπλωση των ένοπλων συγκρούσεων θα έχει εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση αφού «εισάγουν» ακόμα μεγαλύτερη αστάθεια στην ήδη ταραγμένη Ευρώπη.

Την νέα χρονιά η Ευρωπαϊκή Ένωση θα κληθεί ενδεχομένως να αντιμετωπίσει, πέραν του Ουκρανικού, νέες προκλήσεις στη Μεσόγειο. Η ψευδαίσθηση που είχε επί  δεκαετίες καλλιεργηθεί στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ότι η «ήπια δύναμη» μπορεί να εγγυηθεί την ευρωπαϊκή ασφάλεια κατέρρευσε ήδη από τον Φεβρουάριο του 2022 με την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οι δυσοίωνες εξελίξεις στη Μεσόγειο ίσως δώσουν την χαριστική βολή σε αυτές τις ψευδαισθήσεις και αναγκάσουν την ΕΕ να προχωρήσει με γοργά βήματα στην ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας αλλά και σε μια πιο ολοκληρωμένη πολιτική αντιμετώπισης της αντιευρωπαϊκής προπαγάνδας που κατακλύζει σήμερα τις χώρες της Μέσης Ανατολής και ολόκληρης της Αφρικής.

Το τοπίο της ενέργειας στην Ελλάδα και τη ΝΑ Μεσόγειο 

Μαρίκα Καραγιάννη

Η Ευρώπη βιώνει μία νέα διττή ενεργειακή κρίση: τιμών και προμηθειών. Τρία σημεία χρήζουν υπογράμμισης: Πρώτον, η κρίση ξεκίνησε το 2021, εξαιτίας της χαμηλής αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη, καθώς η Ε.Ε. στράφηκε απότομα και απόλυτα προς την Πράσινη Μετάβαση, αγνοώντας υπαρκτές και άμεσες ενεργειακές ανάγκες. Δεύτερον, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο 2022 επέτεινε και διόγκωσε την κρίση τιμών σε κρίση προμηθειών, καθώς επιβλήθηκε εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και αναζητείται φόρμουλα για το φυσικό αέριο. Τρίτον και σημαντικότερο, η Ευρώπη, ως εισαγωγέας και όχι παραγωγός υδρογονανθράκων, εξωθείται σε επείγουσες λύσεις με υψηλό κόστος, βλ. εκτίναξη εισαγωγών LNG (κυρίως από ΗΠΑ και Κατάρ), προώθηση κατασκευής νέων τερματικών στη Γερμανία και αναζήτηση εναλλακτικών επενδύσεων πράσινης ενέργειας.

Στην Μεσόγειο, προωθούνται από τα κράτη μέλη Ε.Ε. του Νότου με τις χώρες της Βορείου Αφρικής οι διασυνοριακές ηλεκτρικές διασυνδέσεις, με στόχο την δημιουργία ενός περιφερειακού κόμβου διακίνησης και εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας η οποία, ως επί το πλείστον, θα παράγεται από ΑΠΕ, άρα θα είναι καθαρή και πράσινη ενέργεια.

 Στην Μεσόγειο, προωθούνται από τα κράτη μέλη Ε.Ε. του Νότου με τις χώρες της Βορείου Αφρικής οι διασυνοριακές ηλεκτρικές διασυνδέσεις, με στόχο την δημιουργία ενός περιφερειακού κόμβου διακίνησης και εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας η οποία, ως επί το πλείστον, θα παράγεται από ΑΠΕ, άρα θα είναι καθαρή και πράσινη ενέργεια. Παραδόξως, παρά την ευνοϊκή γεωγραφία της Μεσογείου, υφίστανται μόνο δύο ηλεκτρικές διασυνδέσεις: α) Τα δίκτυα που συνδέουν Τουρκία, Βουλγαρία και Ελλάδα (1,9 GW) και β) το υποθαλάσσιο καλώδιο που συνδέει το Μαρόκο με την Ισπανία (1,4 GW). Επί του παρόντος, η Ε.Ε., στο πλαίσιο των Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCIs) χρηματοδοτεί, τη Διασύνδεση Τυνησίας-Ιταλίας  «ELMED» (600MW), η οποία τελεί υπό κατασκευή και προβλέπεται να τεθεί σε λειτουργία το 2027. Πρόκειται για την πρώτη σύνδεση ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ ενός κράτους μέλους της Ε.Ε. και ενός κράτους της Βόρειας Αφρικής, με στόχο την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της Νότιας Ιταλίας και της Σικελίας.

Ελλάδα και Αίγυπτος προωθούν εντατικά την πόντιση υποθαλάσσιου καλωδίου από την Αίγυπτο ως την Αττική, εντός της συμφωνηθείσας ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών, το οποίο θα μεταφέρει ενέργεια που θα παράγεται από την ηλιακή ενέργεια στην Αίγυπτο.

Στην Ανατολική Μεσόγειο, Ελλάδα, Κύπρος και Ισραήλ προωθούν το υποθαλάσσιο καλώδιο «Euro-Asia Interconnector», (2.000MW σε θαλάσσιο βάθος 3χλμ και έκτασης 1.208 χλμ). Σε έτερο τριμερές πρόγραμμα, Ελλάδα, Κύπρος και Αίγυπτος έχουν υπογράψει το 2021 συμφωνία, που προβλέπει παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ηλιακή στην Αίγυπτο και μεταφορά προς Ευρώπη με πρώτο σημείο εισόδου την Ελλάδα. Το πρωτόκολλο, που υπογράφηκε στην Αθήνα, αναφέρει ότι «Η συγκεκριμένη διασύνδεση ενισχύει τη συνεργασία και την ενεργειακή ασφάλεια, όχι μόνο μεταξύ αυτών των τριών χωρών αλλά και με την Ευρώπη». Επιπλέον, Ελλάδα και Αίγυπτος προωθούν εντατικά το υποθαλάσσιο ηλεκτρικό καλώδιο «GREGY» που αφορά στην πόντιση υποθαλάσσιου καλωδίου μήκους 1.373 χλμ. και ισχύος 3.000 MW, απευθείας από την περιοχή Wadi El Natrun στην Αίγυπτο, έως την Αττική, στην Ελλάδα, εντός της συμφωνηθείσας ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών, το οποίο θα μεταφέρει ενέργεια που θα παράγεται από την ηλιακή ενέργεια στην Αίγυπτο. Το καλώδιο, μελλοντικά, θα έχει και τη δυνατότητα μεταφοράς υδρογόνου. Αν και πρόκειται για έργο, που θα υλοποιηθεί αποκλειστικά από τον ιδιωτικό τομέα, προωθείται έντονα από τις κυβερνήσεις Ελλάδος και Αιγύπτου ως ένα έργο, που συμβάλλει κι αυτό στη διττή στόχευση: αφενός της απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο και της εν μέρει αντικατάστασής του από καθαρή, πράσινη ηλεκτρική ενέργεια και αφετέρου της ενεργειακής και γεωπολιτικής αναβάθμισης των χωρών της περιοχής, ιδιαιτέρως της Αιγύπτου ως εξαγωγέα και της Ελλάδας ως πρώτου σημείου εισαγωγής και ηλεκτρικής ενέργειας (εκτός από φυσικό αέριο) από την Ανατολική Μεσόγειο και την Βόρεια Αφρική προς την Ευρώπη.

Η Βόρεια Αφρική αναδεικνύεται σε περιοχή-κλειδί για την μελλοντική ενεργειακή αυτάρκεια της Ε.Ε., σε ό,τι αφορά την ενεργειακή μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία, μέσω της προώθησης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ.

Με βάση τα παραπάνω, καθώς η λεγόμενη «Διπλωματία των Καλωδίων» ξεδιπλώνεται σταδιακά στην Ανατολική Μεσόγειο, με βασικούς παίκτες σε Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή, την Αίγυπτο, την Ελλάδα, την Κύπρο και τη Σαουδική Αραβία, η Βόρεια Αφρική αναδεικνύεται σε περιοχή-κλειδί για την μελλοντική ενεργειακή αυτάρκεια της Ε.Ε., σε ό,τι αφορά την ενεργειακή μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία, μέσω της προώθησης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σε μια προφανή κίνηση προς χαμηλότερες εκπομπές CO2, καθώς και ανταλλαγή ηλεκτρικής ενέργειας. Σημειωτέον, ότι η Σαουδική Αραβία συμμετέχει ως τρίτο μέρος στα περισσότερα εκ των ανωτέρω επενδυτικά έργα, καθώς το Ριάντ έχει στρέψει τις επενδύσεις του στον τομέα των ΑΠΕ και του υδρογόνου, ως του πλέον καθαρού καυσίμου του μέλλοντος. Επομένως, τα υποθαλάσσια ηλεκτρικά καλώδια σχεδιάζονται για να μεταφέρουν στο άμεσο μέλλον ηλεκτρική ενέργεια από την Βόρεια Αφρική προς την Ευρώπη και (στο μεσοπρόθεσμο μέλλον) υδρογόνο.

Στο πλαίσιο αυτό, και δεδομένων των στρατηγικών σχέσεων που έχει αναπτύξει η Ελλάδα τόσο με την Αίγυπτο όσο και με την Σαουδική Αραβία, το 2023 αναμένεται η προώθηση όλων αυτών των έργων, με σκοπό οι τελικές επενδυτικές αποφάσεις να ληφθούν είτε το 2023 είτε το 2024 και στη συνέχεια να ξεκινήσει η φάση της υλοποίησης – για όσα έργα δεν υλοποιούνται ήδη. Αίγυπτος και Ελλάδα αναδεικνύονται ως οι βασικές χώρες σε αυτή τη διαδικασία, καθώς όλα τα έργα είναι επιλέξιμα για συγχρηματοδότηση από την Ε.Ε.

Το φυσικό αέριο ως καύσιμο μετάβασης θα συνεχίσει να υφίσταται στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα μέχρι το 2050. Ο οργασμός ερευνητικών και γεωτρητικών εργασιών που παρατηρείται παγκοσμίως αναμένεται να συνεχιστεί το 2023.

Σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο: ως καύσιμο μετάβασης (μαζί με την πυρηνική ενέργεια) θα συνεχίσει να υφίσταται στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα μέχρι το 2050. Ο «οργασμός» ερευνητικών και γεωτρητικών εργασιών που παρατηρείται παγκοσμίως, χάρη στις υψηλές τιμές, συνηγορεί προς τούτο και αναμένεται να συνεχιστεί το 2023. Στην Ανατολική Μεσόγειο, ο περιφερειακός Οργανισμός East Med Gas Forum (EMGF) σταδιακά επεκτείνει τον τομέα δράσεών του πέραν της εμπορίας και των αγωγών φυσικού αερίου προς Ευρώπη, π.χ. East Med, στη διακίνηση LNG από υπάρχοντα και μελλοντικά τερματικά, πρωτίστως στην Αίγυπτο, αλλά και στην ανταγωνιστικότητα του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου στην Ευρωπαϊκή αγορά. Επιπλέον,  η σταδιακή μείωση με στόχο την τελική εξάλειψη των διαρροών και της καύσης μεθανίου σε όλη την αλυσίδα παραγωγής, μεταφοράς και κατανάλωσης φυσικού αερίου, θα πρέπει να αποτελέσει κορυφαία προτεραιότητα του Οργανισμού για το 2023 στο πλαίσιο της προσπάθειας για πράσινη μετάβαση.

Μετανάστευση 2023 

Μαρία Γαβουνέλη

Μετά την σημαντική μείωση των αριθμών κατά την διάρκεια της πανδημίας, οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές συνέχισαν να ενισχύονται κατά την διάρκεια του 2022 κατά ποσοστό 55%, αυξητική τάση που παρατηρείται σε όλο το μήκος των ευρωπαϊκών συνόρων. Το κύριο σημείο εισόδου είναι πλέον ο Έβρος και όχι τόσο τα νησιά του Βορείου Αιγαίου ενώ η Ασία: Συρία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, εξακολουθεί να είναι η προέλευση του μεγαλύτερου μέρους των μετακινούμενων πληθυσμών. Την μεγαλύτερη ομάδα αιτούντων άσυλο στη χώρα εξακολουθούν να αποτελούν νέοι άνδρες (ποσοστό 78% του συνόλου), με μικρό αριθμό γυναικών αλλά και ασυνόδευτων ανηλίκων. Στην τελευταία αυτή ομάδα, η συντριπτική πλειοψηφία προέρχεται από την Σομαλία, με το Πακιστάν, το Αφγανιστάν και το Μπαγκλαντές να ακολουθούν. Τα πλήρη στοιχεία μέχρι και τον Οκτώβριο 2022 βρίσκονται στην ιστοσελίδα της Υπηρεσίας Ασύλου.

Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν πλέον τα ζητήματα μεταναστευτικών ροών ως θέμα ασφάλειας και παρακάμπτουν τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα των προσφυγικών ροών, οι οποίες φαίνεται να έχουν σοβαρά περιοριστεί.

Διαβάζοντας κανείς μέσα από τις γραμμές, εντοπίζει τις κεντρικές τάσεις της ευρωπαϊκής και εθνικής μεταναστευτικής πολιτικής, οι οποίες θα συνεχιστούν και στην επόμενη χρονιά.

Δεν φαίνεται να υπάρχει καμία προετοιμασία για τις αυξημένες ροές που προκαλεί και θα προκαλεί με ιδιαίτερη ένταση στο μέλλον η κλιματική αλλαγή: εκατομμύρια νέων ανθρώπων στην Αφρική θα θελήσουν να ξεφύγουν από τον λιμό στις υποσαχάριες πεδιάδες της Σομαλίας, του Τσαντ και του Μαλί και θα βρουν τον δρόμο τους προς την Ευρώπη.

1) Ιδεολογική μετακίνηση του ζητήματος – από την ανθρωπιστική προστασία στην πολιτική ασφάλειας: Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν πλέον τα ζητήματα μεταναστευτικών ροών ως θέμα ασφάλειας και παρακάμπτουν τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα των προσφυγικών ροών, οι οποίες φαίνεται να έχουν σοβαρά περιοριστεί. Η επιλογή αυτή αντανακλάται τόσο στην εσωτερική πολιτική ρητορική, όπου η έμφαση δίνεται πλέον στις διαδικασίες ενσωμάτωσης όσων βρίσκονται ήδη σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, όσο και στις εξωτερικές σχέσεις των κρατών, με την αναγεννώμενη ένταση ως προς τον τελικό προορισμό ευάλωτων ομάδων. Οι τάσεις αυτές εντοπίζονται ήδη στην ένταση μεταξύ Γαλλίας και Ιταλίας ως προς την υποδοχή διασωθέντων από ιδιώτες στην Μεσόγειο αλλά και στην προσπάθεια της Βρετανίας να δημιουργήσει χώρους ελέγχου μεταναστευτικών ροών στην Ρουάντα, πολύ μακριά από την ευρωπαϊκή ήπειρο – με τα βρετανικά δικαστήρια να θεωρούν ότι επί της αρχής η πρακτική αυτή δεν αντιβαίνει στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων. Η αντίθεση με την πρόθυμη αρχική υποδοχή των Ουκρανών που διαφεύγουν από την ταλαιπωρούμενη πατρίδα τους, με την άμεση ενεργοποίηση και ειδικών νομικών εργαλείων όπως ο μηχανισμός της προσωρινής προστασίας, δεν θα μπορούσε να είναι εμφανέστερη. Είναι λογικό να περιμένει κανείς ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί και στην επόμενη χρονιά, αφού δεν φαίνεται να αλλάζουν ουσιωδώς τα δεδομένα του πεδίου. Εις επίρρωση των ανωτέρω φαίνονται να κινούνται και οι ακίνητες διαπραγματεύσεις για την συνολική πολιτική ασύλου και μετανάστευσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντί για ένα ενιαίο συνεκτικό σύστημα διοικητικών διαδικασιών που αποβλέπουν στην προστασία ευάλωτων ανθρώπων χωρίς να προκαλούνται τριγμοί στο κοινωνικό κεκτημένο των ευρωπαϊκών πληθυσμών, η συζήτηση έχει μέχρι σήμερα περιοριστεί στην ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου στα σύνορα αφήνοντας τις ανθρωπιστικές υποχρεώσεις σε ένα σύστημα ‘εθελοντικής και προσωρινής αλληλεγγύης’, στο οποίο πάντως δεν συμφωνήσαμε ακόμη. Και δεν φαίνεται να υπάρχει καμία προετοιμασία για τις αυξημένες ροές που προκαλεί και θα προκαλεί με ιδιαίτερη ένταση στο μέλλον η κλιματική αλλαγή: εκατομμύρια νέων ανθρώπων στην Αφρική θα θελήσουν να ξεφύγουν από τον λιμό στις υποσαχάριες πεδιάδες της Σομαλίας, του Τσαντ και του Μαλί και θα βρουν τον δρόμο τους προς την Ευρώπη.

Το δίπολο «ανθρωπιστική πολιτική και κράτος δικαίου / πολιτική ασφάλειας και δίκαιο της ανάγκης» φέρνει τους Ευρωπαίους μπροστά στον καθρέφτη τους: η εικόνα που βλέπουν δεν τους αρέσει αλλά φαίνεται ότι θα συνεχίσουν να αποστρέφουν το βλέμμα, ελπίζοντας πως οι χώρες πρώτης εισόδου, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, θα κάνουν την βρώμικη δουλειά. 

2) Διευρυμένη εποπτεία των συνόρων: Η αντιμετώπιση των ανθρωπίνων ροών ως στοιχείου της πολιτικής ασφάλειας ενισχύει την υπόρρητη προσπάθεια έντονης εποπτείας των οδών εισόδου, που ενδεχομένως περιλαμβάνει και δραστικές πρωτοβουλίες απώθησης των εισερχομένων, πριν αυτοί αιτηθούν άσυλο και άρα μετατραπούν σε διεθνώς προστατευόμενα πρόσωπα. Η συζήτηση για τις άτυπες αναγκαστικές επιστροφές είναι απολύτως χαρακτηριστική της έντασης μεταξύ των δυο αυτών θεωρήσεων του φαινομένου της μετανάστευσης και καταδεικνύει την εξελισσόμενη διάσταση μεταξύ των αρχών του κράτους δικαίου, που αποτελούν το θεμέλιο της ευρωπαϊκής ιδέας, και της επιθυμίας να προστατευθούν τα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα της καθημερινής ζωής, που αποτελεί την βάση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Το γεγονός ότι η διάσταση μεταξύ λόγων και έργων εντάσσεται στο εσωτερικό, ευρωπαϊκό αλλά και το διεθνές πολιτικό παιχνίδι (βλ. αλλεπάλληλα επεισόδια στα ελληνοτουρκικά σύνορα), έρχεται να ενισχύσει την ένταση της αντιπαράθεσης παρά να την κατευνάσει. Η χρήση επικοινωνιακών εργαλείων μπορεί να προκαλέσει εκρηκτικές καταστάσεις, δυσχερώς διαχειρίσιμες από τις δημοκρατικές κυβερνήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν εκλογικές αναμετρήσεις την χρονιά που έρχεται. Το δίπολο «ανθρωπιστική πολιτική και κράτος δικαίου / πολιτική ασφάλειας και δίκαιο της ανάγκης» φέρνει τους Ευρωπαίους μπροστά στον καθρέφτη τους: η εικόνα που βλέπουν δεν τους αρέσει αλλά φαίνεται ότι θα συνεχίσουν να αποστρέφουν το βλέμμα, ελπίζοντας πως οι χώρες πρώτης εισόδου, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, θα κάνουν την βρώμικη δουλειά.

Το μόνο πραγματικά νέο στοιχείο στο πεδίο της μεταναστευτικής πολιτικής είναι η μικρή αλλά διακριτή συζήτηση για την νόμιμη μετανάστευση, η οποία έλειπε παντελώς στο παρελθόν.

3) Νόμιμη μετανάστευση: Το μόνο πραγματικά νέο στοιχείο στο πεδίο της μεταναστευτικής πολιτικής είναι η μικρή αλλά διακριτή συζήτηση για την νόμιμη μετανάστευση, η οποία έλειπε παντελώς στο παρελθόν. Πρόκειται στην πραγματικότητα για κυκλικές προσωρινές μετακινήσεις ανειδίκευτων εργατών, ιδίως στον αγροτικό τομέα. Το θέμα απέκτησε δημοσιότητα ενόψει των συνθηκών εργασίας των ανθρώπων που έκτισαν τα στάδια στο Κατάρ αλλά καμία από τις χώρες μας δεν έχει λόγο να παινεύεται για τις πρακτικές της, συμπεριλαμβανομένης της πατρίδας η οποία βρέθηκε να καταδικάζεται για παράβαση της απαγόρευσης δουλείας, ειλωτίας και αναγκαστικής εργασίας κατά το άρθρο 4 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου στην πρώτη τέτοια υπόθεση που έφθασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Chowdury & άλλοι κατά Ελλάδος (2017), στην ντροπιαστική υπόθεση της Μανωλάδας. Αν οι πρόσφατες συμφωνίες με το Μπαγκλαντές εξασφαλίζουν και ένα καλύτερο επίπεδο προστασίας για τους μετακινούμενους, μένει να αποδειχθεί. Στο μεταξύ, οι άλλες μέθοδοι νόμιμης μετακίνησης προς εργασία στην Ευρώπη απλώς δεν υπάρχουν: η γαλάζια κάρτα εξακολουθεί να μένει άγνωστη και ανενεργή, με τους γερασμένους πληθυσμούς της Ευρώπης να χάνουν την ευκαιρία να προσελκύσουν νέα, σπινθηροβόλα πνεύματα στην παρακμάζουσα οικονομία και κοινωνία μας.

Ευρωπαϊκή Ένωση και εξελίξεις στην Ευρώπη 

Γιώργος Παγουλάτος

Το 2022 βρήκε την ΕΕ να βγαίνει από την πανδημία, προς ισχυρή ανάκαμψη, οδηγούμενη από πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις, χρηματοδοτούμενη από το NextGenerationEU. Η 24η Φεβρουαρίου αναδιέταξε τα πάντα. Η ρωσική εισβολή ενεργοποίησε το μεγαλύτερο πακέτο κυρώσεων στην ιστορία, απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες, βοήθεια και στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία. Άμυνα και ενεργειακή ασφάλεια προτάχθηκαν, με σειρά ευρωπαϊκών συμφωνιών προμήθειας LNG από τρίτες χώρες. Κορυφαία στην ατζέντα θα παραμείνει η Ουκρανία. Στο τεράστιο κόστος ανοικοδόμησής της (όποτε ξεκινήσει) η Ευρώπη θα έχει τη σημαντικότερη συμβολή.

Το 2022 ήταν έτος ενότητας στην υποστήριξη της Ουκρανίας αλλά και αποδυνάμωσης της ΕΕ, από το γεωπολιτικό, ενεργειακό, οικονομικό κόστος του πολέμου. Το πολιτικό κέντρο της ΕΕ υποχώρησε: ο Μακρόν επανεξελέγη χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία και ο Ντράγκι αντικαταστάθηκε από την πρώτη ακρο-δεξιά κυβέρνηση στην Ιταλία. Η ήδη αδύναμη τρικομματική κυβέρνηση Σολτς ηγείται μιας Γερμανίας σε υπαρξιακή αυτοκριτική για την πολιτική της προς τη Ρωσία, με το ενεργειακό και βιομηχανικό της μοντέλο σε πλήρη αναθεώρηση, αμήχανη στις ηγετικές της ευθύνες στην ΕΕ.

Γαλλία και Γερμανία το 2023 θα επιχειρήσουν να γεφυρώσουν το μεταξύ τους χάσμα τουλάχιστον σε επίπεδο συμβολισμών, ξεκινώντας με μια πανηγυρική συνάντηση κορυφής στις 22 Ιανουαρίου 2023, επέτειο 60 ετών από τη Συνθήκη των Ηλυσίων.

Το κέντρο βάρους της ΕΕ έχει μετατοπιστεί από την «παλαιά Ευρώπη» στα κεντροανατολικά κράτη (Πολωνία-Βαλτικές), που σε πολλά συγκλίνουν με τους Σκανδιναβούς. Γαλλία και Γερμανία το 2023 θα επιχειρήσουν να γεφυρώσουν το μεταξύ τους χάσμα τουλάχιστον σε επίπεδο συμβολισμών, ξεκινώντας με μια πανηγυρική συνάντηση κορυφής στις 22 Ιανουαρίου 2023, επέτειο 60 ετών από τη Συνθήκη των Ηλυσίων των Ντε Γκωλ – Αντενάουερ.

Ο στασιμοπληθωρισμός του 2023 θα δοκιμάσει τις αντοχές κυβερνήσεων και φιλοευρωπαϊκού τόξου. Εθνικολαϊκιστικές δυνάμεις θα σπεύσουν να καλύψουν το κενό. Πολλά θα εξαρτηθούν από το πείραμα Μελόνι, και την δική της αντιμετώπιση της επικείμενης ύφεσης στην ιταλική οικονομία: εάν αντέξει θα βρει μιμητές.

Τον Μάιο 2022 ολοκληρώθηκε η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης, με ένα φιλόδοξο κείμενο που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έσπευσε να υιοθετήσει, καλώντας για μεταρρύθμιση των Συνθηκών. Στο κάλεσμα δεν ανταποκρίθηκε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, και δεν αναμένεται να το κάνει το 2023. Το Qatargate θα περιορίσει τη φιλοδοξία δημοκρατικής εμβάθυνσης της ΕΕ στην αποκατάσταση εμπιστοσύνης στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, ενόψει και των κρίσιμων ευρωεκλογών του 2024.

Σημαντικές εθνικές εκλογές είναι προγραμματισμένες στην Πολωνία, το Νοέμβριο 2023. Θα κρίνουν εάν το υπερσυντηρητικό-εθνικιστικό κόμμα PIS θα συνεχίσει να κυβερνά, αποδυναμώνοντας την Ευρωπαϊκή ενότητα, ή εάν τον έλεγχο θα αποκτήσει μια νέα φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία.

Σημαντικές εθνικές εκλογές είναι προγραμματισμένες στην Πολωνία, το Νοέμβριο 2023. Θα κρίνουν εάν το υπερσυντηρητικό-εθνικιστικό κόμμα PIS θα συνεχίσει να κυβερνά, αποδυναμώνοντας την Ευρωπαϊκή ενότητα, ή εάν τον έλεγχο θα αποκτήσει μια νέα φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία. Εκλογές επίσης σε Τσεχία, Κύπρο, Ελλάδα, Ισπανία. 1η Ιανουαρίου 2023 η Σουηδία θα παραλάβει την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ από την Τσεχία, για να παραδώσει το δεύτερο εξάμηνο στην Ισπανία.

Τα ζητήματα κράτους-δικαίου θα συνεχίσουν να βαραίνουν στην ευρωπαϊκή ατζέντα. Τον Δεκέμβριο η ΕΕ ήρθε σε συμφωνία με τον Ορμπάν, μειώνοντας τις οικονομικές κυρώσεις για παραβιάσεις του κράτους-δικαίου, με αντάλλαγμα την άρση του ουγγρικού βέτο σε κρίσιμες πολιτικές της ΕΕ. Η αντιπαράθεση θα συνεχιστεί.

Το 2022 η ΕΕ απένειμε ιδιότητα υποψήφιου μέλους σε Ουκρανία και Μολδαβία. Μείζον ζήτημα το 2023 (και επέκεινα) θα παραμείνει η διαχείριση της διεύρυνσης (τα Δυτικά Βαλκάνια προηγούνται). Λεπτή η αναζήτηση ισορροπίας ανάμεσα στην προστασία της ΕΕ από νέα μέλη που δεν θα είναι πλήρως έτοιμα να ενσωματωθούν, και την αποφυγή μιας απογοητευτικά ατελείωτης παραμονής στον προθάλαμο, που τρίτες δυνάμεις (Ρωσία, Τουρκία, Κίνα) θα έσπευδαν να εκμεταλλευθούν. Προς το παρόν η μεγάλη διεύρυνση της ΕΕ θα συνεχίζει να έχει ως προϋπόθεση την εμβάθυνση, μετάβαση από την ομοφωνία στην ενισχυμένη πλειοψηφία για την εξωτερική πολιτική, όπως αποσαφήνισε ο καγκελάριος Σολτς στην ομιλία της Πράγας, τον Αύγουστο 2022. Όμως η μετάβαση σε ειδική πλειοψηφία απαιτεί κι εκείνη ομοφωνία, δεν διαφαίνεται άμεσα, και κινδυνεύει να εκληφθεί από τα υποψήφια μέλη ως προσχηματική.

Κορυφαία πρόκληση για την ΕΕ θα παραμείνει η αντιμετώπιση του κόστους ενέργειας. Η ετερογένεια εθνικών «ενεργειακών μειγμάτων» στοίχισε στην ΕΕ ένα 2022 ατολμίας στην αντιμετώπιση του ράλι τιμών, ιδίως σε ό,τι αφορά το περίφημο πλαφόν στο φυσικό αέριο. Πρόοδος διαφαίνεται στην από κοινού προμήθεια φυσικού αερίου, ενώ αμφιλεγόμενη παραμένει η πρόταση ενός κοινού Ταμείου ενεργειακής κρίσης. Το 2023 θα προχωρήσει η αποδέσμευση της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από τις τιμές φυσικού αερίου, κι η προώθηση του υδρογόνου.

Μπαίνοντας στο 2023, το επιχείρημα ενός “Buy European” κερδίζει έδαφος –προτεραιότητα οι επιδοτήσεις στις βιομηχανίες που συμβάλλουν στην ευρωπαϊκή καινοτομία, «κυριαρχία» και ανθεκτικότητα. Όμως οι μικρότερες χώρες δεν θα δεχτούν χωρίς αντάλλαγμα μια κάμψη των κανόνων ανταγωνισμού προς όφελος των ευρωπαϊκών «πρωταθλητών».

Ανταγωνιστικό μειονέκτημα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων το 2023, πλάι στο κόστος ενέργειας, θα είναι οι αμερικανικές επιδοτήσεις, που προστίθενται στις κινεζικές. Η κρίση διχάζει την ΕΕ, θέτοντας τους υποστηρικτές του προστατευτισμού (με επικεφαλής τη Γαλλία) αντιμέτωπους με τους παραδοσιακούς υποστηρικτές του ελεύθερου εμπορίου (Ολλανδία και Βόρειοι), με τη Γερμανία στη μέση. Μπαίνοντας στο 2023, το επιχείρημα ενός “Buy European” κερδίζει έδαφος –προτεραιότητα οι επιδοτήσεις στις βιομηχανίες που συμβάλλουν στην ευρωπαϊκή καινοτομία, «κυριαρχία» και ανθεκτικότητα. Όμως οι μικρότερες χώρες δεν θα δεχτούν χωρίς αντάλλαγμα μια κάμψη των κανόνων ανταγωνισμού προς όφελος των ευρωπαϊκών «πρωταθλητών». Η χρηματοδότηση με επέκταση του νεοπαγούς Ταμείου Ευρωπαϊκής Κυριαρχίας θα βρίσκεται στην ατζέντα το 2023. Το Ταμείο θα αποκτήσει ρόλο στην ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας σε πρώτες ύλες, σπάνιες γαίες και ημιαγωγούς.

Η ασφάλεια θα παραμείνει κορυφαία επιδίωξη της ΕΕ το 2023, σε κάθε πτυχή της. Αναμένουμε πρωτοβουλίες προς αυξημένες αμυντικές δυνατότητες, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ενώ θα εκκρεμεί η φιλοδοξία ανάπτυξης μιας Ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και τεχνολογίας.

Το 2023 η ΕΕ θα εορτάσει την 30ή επέτειο της Ενιαίας Αγοράς. Την αξία της «αποδοτικότητας», που οδήγησε το πρόγραμμα της ενιαίας αγοράς, έχει ήδη διαδεχθεί η προτεραιότητα της «ασφάλειας». Η ασφάλεια θα παραμείνει κορυφαία επιδίωξη της ΕΕ το 2023, σε κάθε πτυχή της. Αναμένουμε πρωτοβουλίες προς αυξημένες αμυντικές δυνατότητες, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ενώ θα εκκρεμεί η φιλοδοξία ανάπτυξης μιας Ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και τεχνολογίας. Για την ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας η ΕΕ θα επιδιώξει να ολοκληρώσει εμπορικές συμφωνίες με φιλικές χώρες όπως Χιλή, Μεξικό, Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία και Ινδία.

Οι προβλέψεις έχουν την αξία τους, αλλά «γεγονότα, αγαπητέ μου, γεγονότα» καταλήγουν να οδηγούν τις εξελίξεις. Οι σεισμικές προκλήσεις της ΕΕ τα τελευταία 3 χρόνια προέκυψαν κι οι δυο από απροσδόκητα γεγονότα: πανδημία το 2020, μαζική εισβολή Πούτιν το 2022. Εξ ορισμού, οι «μαύροι κύκνοι», τα tail risks, είναι εκτός ραντάρ, παρότι περιλαμβάνονται στα δυσμενή σενάρια των υπηρεσιών σχεδιασμού της ΕΕ. Τί άλλη κρίση θα προκύψει στην ΕΕ το 2023; Μια κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, χρήση πυρηνικών, εμπλοκή του ΝΑΤΟ; Επισιτιστική κρίση στην Αφρική, ένας νέος πόλεμος, ένα νέο προσφυγικό κύμα; Το βιβλίο της ευρωπαϊκής «πολυκρίσης» (polycrisis) που εξελίχθηκε σε «μονιμοκρίση» (permacrisis) γράφεται ακόμα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση στον κόσμο το 2023 

Λουκάς Τσούκαλης

Ποιος μπορούσε να προβλέψει την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ή το πώς εξελίχθηκε ο πόλεμος μέχρι σήμερα; Κατέρρευσε βίαια η μεταψυχροπολεμική τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη και ο πόλεμος είναι πια στη γειτονιά μας. Αλλά η Ρωσία δεν φαίνεται να τον κερδίζει, όπως περίμεναν οι περισσότεροι όταν ξεκίνησε η εισβολή. Δεν είναι όμως και χάρτινη τίγρης η Ρωσία, γιατί διαθέτει τεράστιο οπλοστάσιο με πολλά πυρηνικά. Τι μπορεί λοιπόν να σημαίνει μια ενδεχόμενη ήττα της Ρωσίας, και ποια τα όριά της; Προφανώς, η Ουκρανία δεν είναι ούτε Αφγανιστάν ούτε Βιετνάμ. Σε αυτήν την ερώτηση λοιπόν δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, αλλά μπορεί να αρχίσουμε να μαθαίνουμε μερικές του χρόνου.

Οι περισσότεροι στην Ευρώπη θέλουν να τελειώσει ο πόλεμος μια ώρα αρχύτερα, αλλά με ποιους όρους; Οι κόκκινες γραμμές των δύο πλευρών, προς το παρόν τουλάχιστον, καθιστούν την προοπτική μιας ειρηνικής διευθέτησης μάλλον ανέφικτη. Ένα μέτωπο ανοικτό για χρόνια ή, καλύτερα, μια προσωρινή εκεχειρία δείχνουν να έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες. Και οι χώρες της ΕΕ είναι αρκετά αδύναμες να προωθήσουν, πόσο μάλλον να επιβάλουν, λύσεις.

Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο στόχος της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης έμεινε στα αζήτητα, ή τουλάχιστον μπήκε προσωρινά στην κατάψυξη. Γιατί όσο μεγαλώνει ο κίνδυνος εξ ανατολών, αναδεικνύεται η αδυναμία της Ευρώπης και αυξάνεται η εξάρτησή της από το μεγάλο σύμμαχο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο στόχος της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης έμεινε στα αζήτητα, ή τουλάχιστον μπήκε προσωρινά στην κατάψυξη. Γιατί όσο μεγαλώνει ο κίνδυνος εξ ανατολών, αναδεικνύεται η αδυναμία της Ευρώπης και αυξάνεται η εξάρτησή της από το μεγάλο σύμμαχο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Συνάμα, επικρατούν τα γεράκια εντός της συμμαχίας.

Η απότομη απεξάρτηση της Ευρώπης από τις ενεργειακές εξαγωγές της Ρωσίας συνεπάγεται μια αγωνιώδη προσπάθεια να βρεθούν γρήγορα εναλλακτικοί προμηθευτές, που θα συνεχίσει και του χρόνου χωρίς να αποκλείονται σοβαρές ελλείψεις.

Η απότομη απεξάρτηση της Ευρώπης από τις ενεργειακές εξαγωγές της Ρωσίας συνεπάγεται μια αγωνιώδη προσπάθεια να βρεθούν γρήγορα εναλλακτικοί προμηθευτές, που θα συνεχίσει και του χρόνου χωρίς να αποκλείονται σοβαρές ελλείψεις. Συνεπάγεται επίσης μεγάλο κόστος. Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές πληρώνουν ένα βαρύ τίμημα, το ίδιο και οι κρατικοί προϋπολογισμοί, ενώ σημαντικό κομμάτι της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αντιμετωπίζει πλέον υπαρξιακό πρόβλημα. Μαζί με την στρατηγική αυτονομία κινδυνεύει να χαθεί και η ανταγωνιστικότητα.

Είχαν λοιπόν δίκιο όλα αυτά τα χρόνια όσοι μας έλεγαν ότι η Ευρώπη είναι ένα αδειανό πουκάμισο του οποίου η κενότητα γίνεται περισσότερο εμφανής στις μεγάλες κρίσεις; Και που μυρίζει άσχημα, προσθέτουν τώρα μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις διαφθοράς στο Ευρωκοινοβούλιο. Οι απανταχού εθνικιστές χαίρονται, οι σκληροί ρεαλιστές των διεθνών σχέσεων επαναλαμβάνουν χαιρέκακα: «σας τα λέγαμε, δεν είναι έτσι;». Προσπαθούν να απαξιώσουν ένα πολιτικό εγχείρημα που άλλαξε ριζικά την Ευρώπη προς το καλύτερο, με πολλά ψεγάδια σίγουρα και άλλες τόσες αδυναμίες. Αλλά είναι μήπως η διαφθορά θλιβερό προνόμιο των ευρωπαϊκών θεσμών, ή ένα γενικότερο φαινόμενο που συμβαίνει πλέον και στις καλύτερες δημοκρατικές οικογένειες;

Η Ευρώπη άντεξε σε απανωτές κρίσεις τα τελευταία χρόνια. Η σημερινή κρίση όμως πάει πολύ πιο βαθιά από τις προηγούμενες. Είναι και πιο επικίνδυνη. Αφορά βασικές αξίες όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, η αλληλεγγύη. Επηρεάζει άμεσα την οικονομία γενικότερα, την εξωτερική πολιτική και την άμυνα. Βάζει επίσης στο τραπέζι πολύ πιο επιτακτικά το πώς θα διαμορφωθούν στο μέλλον οι σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ: ο ελέφαντας στο δωμάτιο της ατλαντικής συμμαχίας.

Ένα πρώτο ερώτημα είναι πόσο θα αντέξει η ενότητα των ευρωπαϊκών χωρών – και της Δύσης – αν ο πόλεμος συνεχίσει για πολύ.

Ένα πρώτο ερώτημα είναι πόσο θα αντέξει η ενότητα των ευρωπαϊκών χωρών – και της Δύσης – αν ο πόλεμος συνεχίσει για πολύ. Ο Πούτιν πίστευε ότι δεν θα άντεχε περισσότερο από λίγες μέρες, αλλά αποδείχτηκε ένα ακόμη από τα στρατηγικά λάθη του. Οι Ευρωπαίοι καθυστερούν να πάρουν αποφάσεις, αλλά η πείρα θα έπρεπε να μας έχει διδάξει ότι η Ευρώπη αντέχει και διαψεύδει επανειλημμένα τις Κασσάνδρες. Πόσες φορές τα τελευταία χρόνια δεν πρόβλεψαν τη διάλυσή της;

Η ενεργειακή κρίση ήρθε πολύ γρήγορα μετά την  πανδημία και θα είναι δύσκολο για τους Ευρωπαίους να συμφωνήσουν σε κάτι αντίστοιχο με την εξαιρετικά φιλόδοξη πρωτοβουλία που πήραν το 2020. Φανταστείτε τι θα κάναμε εμείς σήμερα αν δεν υπήρχε το Ταμείο Ανάκαμψης. Αλλά τα θαύματα δεν γίνονται κάθε μέρα και φοβάμαι ότι στο ενεργειακό θα πρέπει να κρατάμε μικρό (ευρωπαϊκό) καλάθι για το άμεσο μέλλον.

Σε έναν κόσμο όπου η στρατηγική αντιπαράθεση μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων οξύνεται, αναβιώνει ο εθνικισμός και η ασφάλεια τείνει να υπερισχύει της οικονομίας, το ευρωπαϊκό μοντέλο χρειάζεται και αυτό ριζική αναπροσαρμογή. Πάνε οι εποχές που οι Ευρωπαίοι μπορούσαν να ασχολούνται κυρίως με το πώς θα βελτιώσουν τη δική τους ευημερία, ως μια ήπια δύναμη που πιστεύει (ή απλώς ελπίζει) ότι κάποτε θα της μοιάσει και ο υπόλοιπος κόσμος, αλλά μέχρι τότε αναθέτει την ευθύνη για τη δική της ασφάλεια στο ΝΑΤΟ και πιο συγκεκριμένα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η προσαρμογή στη σημερινή πραγματικότητα συνεπάγεται επαναστατικές αλλαγές για την ΕΕ. Μεταξύ άλλων, βιομηχανική πολιτική στις τεχνολογίες αιχμής και μεγάλες επενδύσεις στην πράσινη οικονομία, γεωπολιτικό ρόλο όχι μόνο στα λόγια, καθώς και ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας που θα περιλαμβάνει την πολεμική βιομηχανία και τα εξοπλιστικά προγράμματα.

Η προσαρμογή στη σημερινή πραγματικότητα συνεπάγεται επαναστατικές αλλαγές για την ΕΕ. Μεταξύ άλλων, βιομηχανική πολιτική στις τεχνολογίες αιχμής και μεγάλες επενδύσεις στην πράσινη οικονομία, γεωπολιτικό ρόλο όχι μόνο στα λόγια, καθώς και ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας που θα περιλαμβάνει την πολεμική βιομηχανία και τα εξοπλιστικά προγράμματα. Η πολιτική ενηλικίωση της Ευρώπης με άλλα λόγια, που θα οδηγεί επίσης σε μια πιο ισόρροπη σχέση μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ εντός της Ατλαντικής συμμαχίας. Γιατί οι Ευρωπαίοι πρέπει κάποτε να αναλάβουν τις ευθύνες τους σε εποχές μεγάλης αστάθειας και διεθνών ανακατατάξεων, αλλά και γιατί τα συμφέροντα των δύο πλευρών δεν ταυτίζονται πάντα. Βλέπε την οξυνόμενη αντιπαράθεση των Ηνωμένων Πολιτειών με την Κίνα, βλέπε επίσης την άνοδο του αμερικανικού προστατευτισμού σε μια βαθιά πολωμένη κοινωνία.

Η διαδικασία της προσαρμογής θα είναι μακρόχρονη. Αν δούμε κάποια ουσιαστική πρόοδο το 2023 σε αυτούς τους τομείς, θα ξέρουμε ότι η Ευρώπη προχωράει, έστω με συμμαχίες των προθύμων και ικανών. Η Γαλλία του Μακρόν, μαζί με μερικές άλλες χώρες, έχουν καταλάβει καλά τι διακυβεύεται. Αρκεί να το καταλάβουν και οι Γερμανοί και να πράξουν αναλόγως.

Η οικονομία το 2023 στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο 

Μάνος Ματσαγγάνης

Στο περυσινό αφιέρωμα της εφημερίδας στις προβλέψεις του ΕΛΙΑΜΕΠ, κάναμε την εκτίμηση ότι «στην Ευρώπη η άνοδος του πληθωρισμού θα είναι σε μεγάλο βαθμό παροδική». Όπως όλοι γνωρίζουν, έναν χρόνο αργότερα ο πληθωρισμός είναι ακόμη εδώ και είναι ακόμη υψηλός, άρα δικαιολογημένα μπορεί οι αναγνώστες να αναλογιστούν το γνωστό ρητό, ότι οι οικονομολόγοι τα καταφέρνουν καλύτερα να προβλέπουν το παρελθόν παρά το μέλλον.

Παραδεχόμαστε την ενοχή μας, αλλά επικαλούμαστε τρία ελαφρυντικά. Το πρώτο είναι ότι δεν διαθέτουμε μαντικές ικανότητες: στην Ευρώπη ο πληθωρισμός οφείλεται κυρίως στη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία, που εκτίναξε τις τιμές της ενέργειας. Να θυμίσουμε ότι μέχρι και τις παραμονές της 24ης Φεβρουαρίου, οι αμερικανικές προειδοποιήσεις ότι ο Πούτιν ετοιμάζει πόλεμο γίνονταν δεκτές με δυσπιστία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Το δεύτερο ελαφρυντικό μας είναι ότι είχαμε καλή παρέα. Παρότι στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός είχε εγχώριες αιτίες, ελάχιστοι οικονομολόγοι πριν από ένα χρόνο προέβλεψαν την κλιμάκωσή του. Η Janet Yellen, υπουργός οικονομικών, και πρώην διοικητής της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας, δεν ήταν ανάμεσά τους. Όπως παραδέχθηκε σε συνέντευξή της στο CNN, «Νομίζω ότι είχα άδικο πέρυσι όσον αφορά την εξέλιξη του πληθωρισμού. Συνέβησαν απρόσμενα και μεγάλα σοκ στην οικονομία που δεν κατανόησα πλήρως τότε.» (Βλ. σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times 1 Ιουνίου 2022.)

Εκ των υστέρων, εύκολα μπορεί να δει κανείς ότι μέχρι πολύ πρόσφατα οι υπεύθυνοι για την οικονομική πολιτική σε όλο τον κόσμο «πολεμούσαν τον προηγούμενο πόλεμο», σαν τους Γάλλους στρατηγούς τις παραμονές της γερμανικής εισβολής του Μαΐου 1940. Η τραυματική εμπειρία της λιτότητας και της ύφεσης πριν δέκα χρόνια, όταν ο Jean-Claude Trichet, διοικητής της ΕΚΤ, αύξησε τα επιτόκια δύο φορές εν μέσω ύφεσης «για να μην ξεφύγει ο πληθωρισμός», κάνοντας έτσι την ύφεση βαθύτερη, έκανε τους σημερινούς υπεύθυνους για την οικονομική πολιτική να κλείσουν τα αυτιά τους στα «γεράκια» που ζητούσαν μέτρα κατά του πληθωρισμού.

Τα νέα από το μέτωπο του πληθωρισμού είναι μάλλον θετικά. Οι προβλέψεις όλων των διεθνών οργανισμών δίνουν αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη το 2023.

Βέβαια, στην προσπάθεια να αποφύγει κανείς ένα λάθος κινδυνεύει να διαπράξει το αντίθετο. Οι κεντρικές τράπεζες κατηγορούνται ότι άργησαν υπερβολικά να αυξήσουν τα επιτόκια. Σε κάθε περίπτωση, η «ανοχή» τους στον πληθωρισμό είναι μεγαλύτερη από ό,τι στο παρελθόν: λίγοι φαίνεται να έχουν το «στομάχι» για πάση θυσία μείωσή του στο 2%, εάν το τίμημα είναι ύφεση και άνοδος της ανεργίας. Εξ άλλου, τα νέα από το μέτωπο του πληθωρισμού είναι μάλλον θετικά. Οι προβλέψεις όλων των διεθνών οργανισμών δίνουν αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη το 2023. Το ΔΝΤ (τον Οκτώβριο) 3-6%. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (τον Νοέμβριο) 6,1%. Η ΕΚΤ (τον Δεκέμβριο) 5,5%. (Το 2022 ο πληθωρισμός φαίνεται ότι θα διαμορφωθεί σε 8,1% στην Ευρωζώνη.) Αυτό είναι το τρίτο και τελευταίο ελαφρυντικό της περυσινής πρόβλεψης: η άνοδος του πληθωρισμού μπορεί τελικά όντως να αποδειχθεί παροδική, απλώς λίγο λιγότερο παροδική από ό,τι νομίζαμε (σχεδόν όλοι).

Κατά τα άλλα, αν και η πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία, υπάρχει έδαφος για (συγκρατημένη) αισιοδοξία.

Κατά τα άλλα, αν και η πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία, υπάρχει έδαφος για (συγκρατημένη) αισιοδοξία. Μέχρι τώρα η ευρωπαϊκή βιομηχανία έχει καταφέρει κάτι που μέχρι τώρα φάνταζε ανέφικτο: να μειώσει την κατανάλωση ενέργειας χωρίς να μειώσει την βιομηχανική παραγωγή. Φυσικά, οι πιο ενεργοβόροι κλάδοι ζορίζονται. Αλλά κατά μέσο όρο, οι ευρωπαϊκές βιομηχανικές επιχειρήσεις έχουν επιδείξει αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα και επινοητικότητα.

Κατά μέσο όρο, οι ευρωπαϊκές βιομηχανικές επιχειρήσεις έχουν επιδείξει αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα και επινοητικότητα. Όμως ο κίνδυνος αποβιομηχάνισης είναι υπαρκτός.

Βέβαια, ο κίνδυνος της αποβιομηχανοποίησης είναι υπαρκτός, ιδίως στην Ευρώπη. Φυσικά, η υποχώρηση του μεριδίου της βιομηχανίας, με αύξηση του ειδικού βάρους των υπηρεσιών, είναι μακροχρόνια τάση, που σχετίζεται με την ανάδυση νέων κέντρων βιομηχανικής παραγωγής (κατά σειρά) στην Ιαπωνία, την Κορέα, την Ταϊβάν, την Κίνα και αλλού. Επιταχύνθηκε όμως από την επικράτηση ενός παραδείγματος οικονομικής πολιτικής που, στο όνομα της όντως τραυματικής εμπειρίας από τη σπάταλη και αποτυχημένη βιομηχανική πολιτική της δεκαετίας του ’70, που φόρτωσε την Ευρώπη με «προβληματικές επιχειρήσεις», κήρυττε την παραίτηση από οποιαδήποτε απόπειρα του κράτους να επηρεάσει την κατεύθυνση της οικονομικής μεταβολής. Τα αποτελέσματα είναι μπροστά μας: ολόκληροι παραγωγικοί κλάδοι έχουν αφεθεί να αποχωρήσουν από τα παλιά βιομηχανικά κέντρα και να μετεγκατασταθούν αλλού, ενώ στο πεδίο της εξασφάλισης κρίσιμων πόρων (ενέργεια, μικροεπεξεργαστές, σπάνιες γαίες), η Δύση αντιμετωπίζει το φάσμα της εξάρτησης από ξένες χώρες, ενίοτε με εχθρικά καθεστώτα.

Η αντίδραση των ΗΠΑ σε αυτό τον κίνδυνο ήταν η πρόσφατη ψήφιση του αμερικανικού Νόμου για τη Μείωση του Πληθωρισμού (IRA), που μεταξύ άλλων προσφέρει 369 δις δολάρια σε επιδοτήσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις σε εταιρείες που αναπτύσσουν πράσινες τεχνολογίες παράγοντας στις ΗΠΑ. Παρότι θα είναι προφανώς θετική η επίδραση του Νόμου στο ζωτικό μέτωπο της αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, μια ανησυχητική παρενέργειά του είναι η μεταφορά επενδύσεων και παραγωγικών δραστηριοτήτων από την Ευρώπη στις ΗΠΑ προκειμένου να επωφεληθούν από τις κρατικές επιδοτήσεις και άλλες ελαφρύνσεις. Ήδη ευρωπαϊκές εταιρείες όπως η γερμανική BASF ή η ιταλική Enel έχουν ανακοινώσει πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση, ενώ αντιστρόφως τα σχέδια αμερικανικών εταιρειών όπως η Intel για επενδύσεις στην Ευρώπη φαίνεται να παγώνουν, τουλάχιστον εν μέρει. Όσα κράτη μέλη διαθέτουν τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο (με πρώτη την Γερμανία) θα επιχειρήσουν να απαντήσουν με αντίστοιχα μέτρα, ενώ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ανακοινώσει πρωτοβουλίες. Το εάν θα αρκούν για να αναζωογονήσουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία είναι κάτι που θα φανεί.

Οι πόροι του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας είναι μοναδική ευκαιρία για την αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας.

Χάρη στις καλές επιδόσεις των τελευταίων μηνών, η ελληνική οικονομία διάγει περίοδο αισιοδοξίας. Είναι ωφέλιμη η αισιοδοξία, αρκεί να μην μετατραπεί σε εφησυχασμό. Η εξάρτηση από τον τουρισμό παραμένει υπερβολική, η εξειδίκευση σε δραστηριότητες χαμηλής προστιθέμενης αξίας παραμένει μεγάλη, η στροφή προς ένα δυναμικότερο και βιωσιμότερο παραγωγικό μοντέλο παραμένει ζητούμενο. Οι πόροι του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας είναι μοναδική ευκαιρία για την αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας. Η ευκαιρία αυτή δεν πρέπει να χαθεί.

ΗΠΑ και διατλαντικές σχέσεις 

Κατερίνα Σώκου

To 2022 είδε τις διατλαντικές σχέσεις να αναβαθμίζονται στρατηγικά καθώς ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία οδήγησε σε σχεδόν απόλυτη σύμπλευση ΗΠΑ και Ευρώπης στην απάντησή τους –ήταν επίσης ένα από τα ελάχιστα ζητήματα που ένωσε Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους. Την ίδια ώρα, όμως, ανέδειξε μία ομάδα σημαντικών τρίτων χωρών που προτίμησαν να μείνουν μακριά από τον στρατηγικό ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων.

Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον Ιούνιο να ανατρέψει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη προστασία του δικαιώματος των γυναικών στην άμβλωση προκάλεσε κοινωνικό αναβρασμό, και επηρέασε τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου, οι οποίες είδαν τους Δημοκρατικούς να επεκτείνουν τον έλεγχό τους στη Γερουσία, ενώ οι απώλειές τους στη Βουλή ήταν μικρότερες του αναμενόμενου. Μάλιστα, οι υποψήφιοι Ρεπουμπλικάνοι που υιοθέτησαν το επιχείρημα των «κλεμμένων εκλογών» του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ηττήθηκαν κατά κράτος, ενώ μεμονωμένες ήταν οι αμφισβητήσεις των εκλογικών αποτελεσμάτων.

Η πόλωση παραμένει αμείωτη, και μάλιστα αναμένεται να ενταθεί το 2023, καθώς οι Ρεπουμπλικάνοι θα ελέγχουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, από όπου αναμένεται να προσπαθήσουν να βάλουν εμπόδια στην ατζέντα της κυβέρνησης.

Οι εξελίξεις αυτές δίνουν μία ανάσα ανακούφισης για την αντοχή της αμερικανικής δημοκρατίας, αν και η πόλωση παραμένει αμείωτη, και μάλιστα αναμένεται να ενταθεί το 2023, καθώς οι Ρεπουμπλικάνοι θα ελέγχουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, από όπου αναμένεται να προσπαθήσουν να βάλουν εμπόδια στην ατζέντα της κυβέρνησης.

Καθώς μπαίνουμε στην προτελευταία χρονιά της προεδρίας Τζο Μπάιντεν, τα αποτελέσματα έχουν αναβαθμίσει το προφίλ του Αμερικανού προέδρου, ενισχύοντας τις πιθανότητες να θέσει ξανά υποψηφιότητα για μία δεύτερη θητεία – ο ίδιος αναμενόταν να ανακοινώσει την πρόθεσή του να είναι υποψήφιος ακόμη και μέσα στις γιορτές. Αντιθέτως, οι ενδιάμεσες εκλογές έπληξαν την εικόνα του Ντόναλντ Τραμπ, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό για το χρίσμα εντός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Η τελική επιλογή βεβαίως ανήκει στους ψηφοφόρους κάθε κόμματος, και είναι ενδιαφέρον ότι οι περισσότεροι Ρεπουμπλικάνοι εξακολουθούν να προτιμούν τον Τραμπ για τις προεδρικές εκλογές του 2024, ενώ οι περισσότεροι Δημοκρατικοί εξακολουθούν να μην θέλουν μία δεύτερη υποψηφιότητα Μπάιντεν.

Στο Κογκρέσο, οι ακροδεξιοί του κόμματος των Ρεπουμπλικανών θα δυσκολέψουν την ανάδειξη του Κέβιν Μακάρθι στην ηγεσία της Βουλής των Αντιπροσώπων ο οποίος θα δεχθεί πιέσεις να στοχοποιήσει τον πρόεδρο Μπάιντεν, ανοίγοντας έρευνες εναντίον του.

Στο Κογκρέσο, οι ακροδεξιοί του κόμματος των Ρεπουμπλικανών θα δυσκολέψουν την ανάδειξη του Κέβιν Μακάρθι στην ηγεσία της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο οποίος θα δεχθεί πιέσεις να  στοχοποιήσει τον πρόεδρο Μπάιντεν, ανοίγοντας έρευνες εναντίον του. Πάντως, φαίνεται ότι θα αποφευχθεί η μάχη για την αύξηση του ορίου του χρέους και ένα προβληματικό «κλείσιμο» της κυβέρνησης, χάρη σε ένα υπό διαπραγμάτευση στο απερχόμενο Κογκρέσο πολυνομοσχέδιο που περιλαμβάνει 1,65 τρισ. δολάρια για το επόμενο έτος, μαζί με τη βοήθεια που θα χρειαστεί και η Ουκρανία.

Παρά τις αυξανόμενες ενστάσεις των Ρεπουμπλικάνων, λοιπόν, η υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ουκρανία θα συνεχιστεί αμείωτη και αδιάλειπτη – μάλιστα φαίνεται ότι θα περιλαμβάνει και πυραύλους Patriot. Αντίστοιχα, θα συνεχιστεί και η διατλαντική υποστήριξη της Ουκρανίας, η οποία όμως μπορεί να δοκιμαστεί τον επόμενο χειμώνα, όταν οι ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης θα είναι ακόμη υψηλότερες. Κι ενώ το αμερικανικό LNG θα αναδειχθεί στη λύση άμεσης ανάγκης για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, η εξαγωγή του και η τιμή του πιθανώς να γίνουν αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Την ίδια ώρα, οι προκλήσεις ασφαλείας στην Ευρώπη θα αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες, μεταξύ άλλων και για τη διατήρηση των αυξημένων στρατευμάτων στην Ανατολική Πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Μάλιστα, ενεργειακές και αμυντικές δαπάνες θα διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα, ανεξαρτήτως του αν λήξει ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Οι προκλήσεις ασφαλείας στην Ευρώπη θα αναδείξουν ακόμη περαιτέρω τη στρατηγική σημασία της Ελλάδας, και ιδιαίτερα της Αλεξανδρούπολης, για τη ΝΑ Ευρώπη, καθώς το επόμενο έτος θα τεθεί σε λειτουργία και ο σταθμός επαναεριοποίησης φυσικού αερίου (FSRU) της πόλης.

Οι προκλήσεις ασφαλείας στην Ευρώπη θα αναδείξουν ακόμη περαιτέρω τη στρατηγική σημασία της Ελλάδας, και ιδιαίτερα της Αλεξανδρούπολης, για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, καθώς το επόμενο έτος θα τεθεί σε λειτουργία και ο σταθμός επαναεριοποίησης φυσικού αερίου (FSRU) της πόλης. Επιπλέον, οι ΗΠΑ θα αρχίσουν να δίνουν μορφή στη συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο, στο πλαίσιο του 3+1 και του East Med Gas Forum, ώστε να ενισχύσουν την ασφάλεια της περιοχής. Αντίστοιχα, και υπό την ανάγκη ενότητας της συμμαχίας, εάν χρειαστεί θα δράσουν πυροσβεστικά για να αποσοβήσουν μία σοβαρή κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Αναλόγως των συνθηκών, υπάρχει ο κίνδυνος αυτό να γίνει παγώνοντας την ίδια τη διαμάχη. Εξάλλου, η όποια πρωτοβουλία επίλυσης των διαφορών δεν θα είχε πιθανότητες επιτυχίας πριν από τις εκλογές σε Κύπρο, Ελλάδα και Τουρκία.

Όσο για τις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις, η Επιτροπή Εμπορίου και Τεχνολογίας ΗΠΑ-Ε.Ε. (TTC) αναδεικνύεται στο κύριο εργαλείο για την διαπραγμάτευση και επίλυση των διατλαντικών διαφορών, προκειμένου να αποτραπεί ένας εμπορικός πόλεμος ή μία προσφυγή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Εκτός από οικονομική, το διακύβευμα έχει και γεωπολιτική αξία για τους δυτικούς συμμάχους: να κερδίσουν την Κίνα στην κούρσα της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης και της πράσινης μετάβασης. Από τα πλέον σημαντικά θέματα που θα απασχολήσουν την Επιτροπή είναι οι πρόσφατες προστατευτικές προβλέψεις της αμερικανικής νομοθεσίας για τα ηλεκτρικά οχήματα και τους ημιαγωγούς, αλλά και το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο για την τεχνητή νοημοσύνη και την ψηφιακή αγορά.

Παράλληλα με την εντατική διατλαντική συνεργασία, η αμερικανική κυβέρνηση θα συνεχίσει να δίνει έμφαση στην πολυμερή διπλωματία, αναλαμβάνοντας ηγετικό ρόλο στη Σύνοδο για τη Δημοκρατία τον Μάρτιο και τη Σύνοδο για το Κλίμα τον Νοέμβριο.

Τέλος, και παράλληλα με την εντατική διατλαντική συνεργασία, η αμερικανική κυβέρνηση θα συνεχίσει να δίνει έμφαση στην πολυμερή διπλωματία, αναλαμβάνοντας ηγετικό ρόλο στη Σύνοδο για τη Δημοκρατία τον Μάρτιο και τη Σύνοδο για το Κλίμα τον Νοέμβριο. Είναι μία προσπάθεια να χτίσει ευρύτερες συμμαχίες για να κερδίσει τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε όχι μόνο την απειλή της Ρωσίας ή τον επαμφοτερισμό της Κίνας, αλλά και έναν τρίτο πόλο αναπτυσσόμενων κυρίως χωρών που κράτησαν αποστάσεις είτε από τη σύγκρουση, είτε από τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας.

Και βέβαια, εν μέσω της συνεχιζόμενης γεωπολιτικής έντασης με την Κίνα, η αμερικανική διπλωματική προσοχή θα εστιάσει στην Ταϊβάν, για την οποία το Κογκρέσο ήδη προέβλεψε 10 δισ. δολάρια στον αμυντικό προϋπολογισμό. Καθώς όμως τα αυταρχικά καθεστώτα αμφισβητούν το μεταπολεμικό παγκόσμιο σύστημα, η αντίσταση στον επεκτατισμό τους θα δοκιμαστεί όχι μόνο στην Ταϊβάν ή την Ουκρανία, αλλά και σε πολλά ακόμη μέτωπα, ενδεχομένως δε και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Κίνα το 2023 

Γιώργος Τζογόπουλος

Η κινεζική πολιτική βασίζεται παραδοσιακά στη συνέχεια. Όσο λιγότερα αλλάζουν τόσο καλύτερα για το Κομμουνιστικό Κόμμα που επενδύει στη σταθερότητα. Ωστόσο, οι προκλήσεις πλέον είναι πολύ μεγαλύτερες σε σχέση με τις περασμένες δεκαετίες, κατά τη διάρκεια των οποίων καταγράφηκε η εντυπωσιακή ανάπτυξη της Κίνας. Το ίδιο ακριβώς ισχύει για τη διεθνή αβεβαιότητα, που εμποδίζει την ασφαλή και ήρεμη πορεία του παρελθόντος. Στο πλαίσιο αυτό, η κινεζική πολιτική γίνεται ενδεχομένως λιγότερο προβλέψιμη και η κατανόηση της χώρας μετατρέπεται σε περίπλοκη διαδικασία.

Το 2022 αποτέλεσε ενδεικτική χρονιά της καινούριας κατάστασης. Η επίδοση της κινεζικής οικονομίας δε θα μπορούσε εύκολα να εκτιμηθεί σε ένα περιβάλλον όπου το Πεκίνο επέμενε με την πολιτική των μηδενικών κρουσμάτων κατά του Covid-19. O εθνικός στόχος για ανάπτυξη 5,5% θα εξαρτηθεί τελικά από την αξιολόγηση, από τη μία πλευρά, του αντίκτυπου που είχαν τα αυστηρά μέτρα κατά του κορονοϊού τους πρώτους έντεκα μήνες του έτους, και από την άλλη της μερικής χαλάρωσης των μέτρων αυτών που παρατηρείται το Δεκέμβριο. Η ανανέωση της θητείας του προέδρου Σι Τζινπίνγκ στο 20ο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος βρίσκει την Κίνα αντιμέτωπη με την ανάγκη επίτευξης ισορροπίας μεταξύ της επανεκκίνησης της οικονομίας, και της προστασίας της ανθρώπινης ζωής.

Το 2022 έκλεισε με την Κίνα να καλείται να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, ιδίως σε ό,τι αφορά την επισιτιστική και ενεργειακή ασφάλεια.

Παράλληλα, το 2022 έκλεισε με την Κίνα να καλείται να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, ιδίως σε ό,τι αφορά την επισιτιστική και ενεργειακή ασφάλεια. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες η προσπάθεια του Κομμουνιστικού Κόμματος να καλύψει τις ανάγκες 1,4 δισεκατομμυρίων πολιτών γίνει πιο δύσκολη, ενώ η καχυποψία στη Δύση για το πολύ καλό επίπεδο των σινορωσικών σχέσεων και την αμφιλεγόμενη στήριξη που προσφέρει το Πεκίνο στη Μόσχα, αυξάνει. Πέρα από τον πόλεμο στην Ουκρανία, το ζήτημα της Ταϊβάν κυριάρχησε στην ατζέντα. Η επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων στο νησί τον περασμένο Αύγουστο οδήγησε την Κίνα στην πραγματοποίηση στρατιωτικών γυμνασίων και τις σινοαμερικανικές σχέσεις στο χειρότερο σημείο των τελευταίων ετών. Παρόλα αυτά, η πιθανότητα έναρξης ενός δεύτερου πολέμου, μετά την Ουκρανία, στο στενό της Ταϊβάν παρέμεινε περιορισμένη.

Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, οι σινοαμερικανικές σχέσεις αναμένεται να επιδεινωθούν. Το Κογκρέσο ετοιμάζει νόμο για την περαιτέρω στήριξη της Ταϊβάν με το αμερικανικό πολιτικό σύστημα να παρουσιάζεται αρραγές στην αξιολόγηση της Κίνας ως απειλής.

Το 2023 αρχίζει με ένα βασικό ερώτημα για την πορεία της Κίνας. Αυτό σχετίζεται με το αν τα μέτρα χαλάρωσης για την αντιμετώπιση του Covid-19 θα συνεχιστούν. Το μεγάλο πρόβλημα για την κινεζική κυβέρνηση είναι ότι η χαλάρωση αυτή θα φέρει αύξηση του αριθμού των νεκρών. Από τη διαχείριση της πανδημίας θα εξαρτηθεί το ύψος του ρυθμού ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας. Ήδη, το Economist Intelligence Unit και η Morgan Stanley κάνουν λόγο για ανάπτυξη 5,2% και 5,4% αντίστοιχα. Ωστόσο, κάθε πρόβλεψη είναι επισφαλής, καθώς δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο ποιο θα είναι το εύρος των μέτρων χαλάρωσης. Ούτε είναι ξεκάθαρο αν η Κίνα προγραμματίζει να ανοίξει προς τον έξω κόσμο καταργώντας την καραντίνα. Αν πράγματι ανοίξει, τα νούμερα θα αναθεωρηθούν, καθώς ο τουρισμός θα αποτελέσει παράμετρο των υπολογισμών ύστερα από τρία χρόνια.

Το 2023, η Κίνα θα επιδιώξει να βελτιώσει την διεθνή της εικόνα ύστερα από τρία χρόνια πανδημίας. Για αυτό, ίσως διοργανωθεί το τρίτο διεθνές συνέδριο για τον Δρόμο του Μεταξιού ύστερα από αυτά του 2017 και του 2019.

Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, οι σινοαμερικανικές σχέσεις αναμένεται να επιδεινωθούν. Το Κογκρέσο ετοιμάζει νόμο για την περαιτέρω στήριξη της Ταϊβάν με το αμερικανικό πολιτικό σύστημα να παρουσιάζεται αρραγές στην αξιολόγηση της Κίνας ως απειλής. Η προσπάθεια των προέδρων Τζο Μπάιντεν και Σι Τζινπίνγκ να ρίξουν τους τόνους, και η αναμενόμενη επίσκεψη του υπουργού εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν στο Πεκίνο το 2023 είναι μεν σημαντικές αλλά η ουσία των σινοαμερικανικών διαφορών παραμένει ίδια. Μάλιστα, η αμερικανική στρατηγική που έχει στόχο να εμποδίσει την τεχνολογική ανάπτυξη της Κίνας δεν πρόκειται να μεταβληθεί, δημιουργώντας κραδασμούς στις διμερείς σχέσεις.

Το 2023, η Κίνα θα επιδιώξει να βελτιώσει την διεθνή της εικόνα ύστερα από τρία χρόνια πανδημίας. Για αυτό, ίσως διοργανωθεί το τρίτο διεθνές συνέδριο για τον Δρόμο του Μεταξιού ύστερα από αυτά του 2017 και του 2019. Αυτό, τουλάχιστον, προαναγγέλλουν κινεζικές εφημερίδες. Βέβαια, οι σχέσεις του ασιατικού γίγαντα με τη Δύση έχουν ήδη κλονιστεί σε τέτοιο βαθμό, που η επαναφορά σε ένα σχετικό επίπεδο κανονικότητας κάθε άλλο παρά μπορεί να θεωρείται βέβαιη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, για παράδειγμα, που χρειάζεται την Κίνα για οικονομικούς λόγους, δυσκολεύεται να ισορροπήσει στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Πάντως, η τοποθέτηση Κινέζου πρέσβη στις Βρυξέλλες ύστερα από την επίσκεψη του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σάρλ Μισέλ στο Πεκίνο δείχνει πως θα εντατικοποιηθεί η αμοιβαία προσπάθεια να διατηρούνται δίαυλοι επικοινωνίας ανοιχτοί. Προφανώς, πολλά θα εξαρτηθούν από τη στάση της Κίνας στο ουκρανικό αλλά και από τις εντάσεις στο Στενό της Ταϊβάν. Ένα νέο κύμα αστάθειας το 2023 θα φέρει την Ευρώπη ακόμα πιο κοντά στην Αμερική. Η Κίνα το γνωρίζει, όπως, επίσης, γνωρίζει πως η οικονομία της παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτή της Ευρώπης.

Πέρα από την επένδυση της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά, η ενίσχυση των ελληνικών εξαγωγών και η προσέλκυση Κινέζων τουριστών δεν μπορούν να αφήσουν την Αθήνα αδιάφορη.

Για την οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση, το περιθώριο ελιγμών υπό τέτοιες συνθήκες είναι περιορισμένο. Το ότι η Ελλάδα ανήκει στη Δύση δεν αμφισβητείται και θα αποτελέσει πυλώνα της ελληνικής προσέγγισης το 2023, και στο μέλλον γενικότερα. Ωστόσο, στο μέτρο του δυνατού η χώρα μας ενδιαφέρεται για τη βελτίωση των διμερών σινοελληνικών σχέσεων. Πέρα από την επένδυση της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά, η ενίσχυση των ελληνικών εξαγωγών και η προσέλκυση Κινέζων τουριστών δεν μπορούν να αφήσουν την Αθήνα αδιάφορη. Η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και μία χώρα με αυξανόμενη γεωπολιτική ισχύ. Από το ενδεχόμενο άνοιγμά της το 2023 θα εξαρτηθεί η πραγματοποίηση περισσότερων κοινών δράσεων. Το 2022, αν και χρονιά εορτασμού των 50 ετών από τη σύναψη των διπλωματικών σχέσεων, ήταν άχρωμο λόγω της πανδημίας.

Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης το 2023 

Εμμανουέλα Δούση

Στην COP27, που πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο στην Αίγυπτο, η ΕΕ δήλωσε πρόθυμη να μειώσει περισσότερο τις εκπομπές της από 55% σε 57% έως το 2030 σε σχέση με τα επίπεδα του 1990.

Οι περσινές –αισιόδοξες– προβλέψεις μας για το 2022 διαψεύστηκαν. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η επιδείνωση της ενεργειακής κρίσης αναθέρμαναν το ενδιαφέρον για τα ορυκτά καύσιμα, ενώ απέτρεψαν την κατάργηση των επιδοτήσεων που είχε αποφασίσει η COP 26 στη Γλασκόβη. Πολλοί άδραξαν την ευκαιρία για να υποστηρίξουν ότι οι εξελίξεις επιβάλλουν την αναζήτηση νέων πηγών ορυκτών καυσίμων, προτάσσοντας το επιχείρημα ότι το αέριο θα είναι το μεταβατικό καύσιμο που θα συμβάλει στην ομαλή μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και σε καθαρές μορφές ενέργειας. Η ΕΕ απάντησε με το RePowerEU, δηλαδή το Σχέδιο για την επιτάχυνση της πράσινης ενεργειακής μετάβασης και τη γρήγορη απεξάρτηση από αφερέγγυους προμηθευτές, δείχνοντας έτσι ότι η Ένωση όχι μόνο παραμένει προσηλωμένη στους φιλόδοξους κλιματικούς στόχους που έθεσε το 2019 με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, αλλά στην ουσία επισπεύδει την εφαρμογή της. Στην COP 27 που πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο στην Αίγυπτο, η ΕΕ δήλωσε πρόθυμη να μειώσει περισσότερο τις εκπομπές της από 55% σε 57% έως το 2030 σε σχέση με τα επίπεδα του 1990.

Παρά τις εκκλήσεις και από άλλες χώρες, η COP 27 δεν κατάφερε να προχωρήσει έτι περαιτέρω την απόφαση που υιοθέτησε η προηγούμενη σύνοδος για τον περιορισμό του άνθρακα, προσθέτοντας στον κατάλογο το πετρέλαιο και το αέριο. Η χρήση τους αντιπροσωπεύει το 40% περίπου των ετήσιων εκπομπών, όμως η ισχυρή παρουσία του λόμπι των ορυκτών καυσίμων απέτρεψε οποιαδήποτε αναφορά σε αυτά. Το ζήτημα που μονοπώλησε το ενδιαφέρον ήταν το θέμα της χρηματοδότησης των ευάλωτων χωρών. Η σύνοδος για το κλίμα αποφάσισε τη σύσταση ενός νέου ταμείου, χωρίς όμως να το προικίσει με τους αναγκαίους πόρους για την αποζημίωση των καταστροφικών συνεπειών που προκαλεί η κλιματική αλλαγή.

Η σύνοδος για το κλίμα αποφάσισε τη σύσταση ενός νέου ταμείου, χωρίς όμως να το προικίσει με τους αναγκαίους πόρους για την αποζημίωση των καταστροφικών συνεπειών που προκαλεί η κλιματική αλλαγή.

Στην Ελλάδα ψηφίστηκε τελικά ο εθνικός κλιματικός νόμος, ένα εμβληματικό κείμενο που ρυθμίζει την πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα το 2050, θέτοντας ενδιάμεσους στόχους, καθώς και προϋπολογισμούς άνθρακα για κάθε ρυπογόνο τομέα. Παρά ταύτα, η κυβέρνηση αποφάσισε να αναστήσει το πρόγραμμα αξιοποίησης εθνικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων (εφόσον βεβαίως αυτά εντοπιστούν) ως μία από τις επιλογές για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Όμως, οι νέοι κλιματικοί στόχοι που έθεσε το ευρωπαϊκό αλλά πλέον και το εθνικό θεσμικό πλαίσιο δεν επιτρέπουν την είσοδο σε νέο κύκλο αναζήτησης, παραγωγής και κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων. Τέτοιες υποδομές όχι μόνο θα καθυστερήσουν την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα αλλά, επιπλέον, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης, αφού προϋποθέτουν πολλά χρόνια και μεγάλα χρηματικά ποσά, αφήνοντας έτσι και το ζήτημα της απόσβεσής τους ανοιχτό. Θα καταστούν λανθάνοντα περιουσιακά στοιχεία πολύ γρηγορότερα από όσο φανταζόμαστε. Και δεν θα είναι η πρώτη φορά. Το έχουμε ξαναδεί αυτό στην Ελλάδα με τον λιγνίτη.

Με τη σημερινή οικονομική και γεωπολιτική συγκυρία, οι κυβερνήσεις δύσκολα θα αναπροσαρμόσουν τους κλιματικούς τους στόχους εντός του 2023 ώστε να μειωθεί το χάσμα των παγκόσμιων εκπομπών σε ένα επίπεδο συμβατό με τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού.

Κινούμαστε ανάμεσα σε αντιθέσεις χωρίς να λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη την αυστηρή προειδοποίηση της επιστήμης για τις συνέπειες της ανεπαρκούς προετοιμασίας αλλά και τις ολοένα και συχνότερες ενδείξεις της κλιματικής κρίσης. Η συγκράτηση της υπερθέρμανσης σε ανεκτά όρια απαιτεί την επίσπευση της πράσινης ενεργειακής μετάβασης. Σε αυτό το σενάριο δεν προβλέπεται χώρος εκπομπών από νέες υποδομές σε ορυκτά καύσιμα. Η επιστημονική γνώση υπερασπίζεται τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και δη την αιολική ενέργεια, που είναι η πιο παραγωγική μορφή ΑΠΕ σήμερα.

Φαίνεται ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επιτάχυνε τη στροφή της ενεργειακής βιομηχανίας από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές αντί να την επιβραδύνει.

Με τη σημερινή οικονομική και γεωπολιτική συγκυρία, οι κυβερνήσεις δύσκολα θα αναπροσαρμόσουν τους κλιματικούς τους στόχους εντός του 2023 ώστε να μειωθεί το χάσμα των παγκόσμιων εκπομπών σε ένα επίπεδο συμβατό με τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού. Παρά τη δυσάρεστη αυτή πρόβλεψη, εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένοι λόγοι αισιοδοξίας. Ο ούριος άνεμος έρχεται από τις αγορές και την ενεργειακή βιομηχανία, που, με περισσότερη διορατικότητα από τις κυβερνήσεις, στρέφονται γρήγορα στην πράσινη ενέργεια. Μεγάλες –ευρωπαϊκές κυρίως– εταιρείες μετασχηματίζονται επιδιώκοντας να συγκαταλεχθούν στους κορυφαίους παραγωγούς ΑΠΕ το 2030. Η Total, η Repsol αλλά και η Shell συμμετέχουν στον σχεδιασμό για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών. Η δε BP υιοθετεί πλέον το μότο «Reimagining energy» με στοχευμένες επενδύσεις σε έργα ΑΠΕ. Φαίνεται ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επιτάχυνε τη στροφή της ενεργειακής βιομηχανίας από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές αντί να την επιβραδύνει. Σε πρόσφατη έκθεση ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προβλέπει ότι η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα θα κορυφωθεί σύντομα. Η απεξάρτηση από αυτά είναι μεν αργή αλλά η παύση της χρήσης τους είναι πλέον ορατή στον ορίζοντα. Ο πράσινος μετασχηματισμός έχει ήδη ξεκινήσει και δεν υπάρχει επιστροφή.

Η Ελλάδα, μια χώρα με τεράστιο αιολικό δυναμικό, θα ακολουθήσει γρήγορα αυτό το μονοπάτι, που θα μπορούσε να την εντάξει στους πρωτοπόρους παραγωγούς ενέργειας και να την καταστήσει πράσινο ενεργειακό κόμβο στη Μεσόγειο; Παρότι η άνοδος της χρήσης ΑΠΕ είναι εντυπωσιακή και πριν από λίγες εβδομάδες η χώρα κατάφερε για πρώτη φορά να καλύψει τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας μόνο από ΑΠΕ, η επίσπευση της πράσινης μετάβασης δεν αναμένεται να πραγματοποιηθεί μέσα στο 2023, χρονιά των εκλογών. Αν και την τελευταία δεκαετία υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για εγκατάσταση υπεράκτιων αιολικών πάρκων στις ελληνικές θάλασσες, δεν έχει προχωρήσει η διαδικασία μέχρι σήμερα. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι οι ανεμογεννήτριες έχουν τεθεί υπό διωγμό και επικρατεί μια τρόπον τινά δαιμονοποίησή τους. Είναι όμως γεγονός ότι η αιολική ενέργεια είναι ανεξάντλητος και βεβαιωμένος ενεργειακός πόρος, όχι απλώς πιθανολογούμενος. Με σωστή χωροθέτηση μπορούν να βοηθήσουν τη χώρα να εξασφαλίσει αυτονομία ώστε να προλάβει την επόμενη ενεργειακή κρίση. Θα αφήσουμε και αυτή την ευκαιρία να πάει χαμένη, αδιαφορώντας για το ότι η κοινή γνώμη διατηρεί χαμηλή αντίληψη του επερχόμενου κινδύνου;

Εξελίξεις στο πεδίο της τεχνολογίας και ρύθμισης

Μιχάλης Κρητικός

H χρόνια που φεύγει σηματοδότησε την θέσπιση νέων κανόνων στην ΕΕ για τις ψηφιακές υπηρεσίες και αγορές. Υιοθετήθηκαν δύο πολύ σημαντικά νομοθετήματα για την εύρυθμη λειτουργία των μεγάλων διαδικτυακών πλατφορμών καθώς και των μηχανών αναζητήσεων (η Πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA) και η Πράξη για τις ψηφιακές αγορές (DMA)) καθιστώντας την ΕΕ την πρώτη δικαιοδοσία στον κόσμο που έχει θεσπίσει ένα ολοκληρωμένο πρότυπο για τη ρύθμιση του τρόπου λειτουργίας και παροχής υπηρεσιών από τις εταιρείες τεχνολογίας. Παράλληλα, πρόσφατα υιοθετήθηκε η Οδηγία για ενισχυμένη κυβερνοασφάλεια (NIS2) η οποία και υποχρεώνει τους παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τους φορείς εκμετάλλευσης μέσων κοινωνικής δικτύωσης να λάβουν εναρμονισμένα μέτρα κυβερνοσφάλειας σε θέματα όπως ο χειρισμός περιστατικών, η ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας, η κρυπτογράφηση, ο έλεγχος πρόσβασης και η χρήση ελέγχου ταυτότητας πολλαπλών παραγόντων.

Το 2023 θα σημειωθούν σημαντικές επενδύσεις στον τομέα των τεχνολογιών κυβερνοασφάλειας καθώς και σε εκείνες τις τεχνολογικές λειτουργίες που ενισχύουν την ιδιωτικότητα συγκεκριμένων τεχνολογικών εφαρμογών (privacy-by-design).

Tεχνολογικά μιλώντας, οι προβλέψεις συγκλίνουν στο ότι το επόμενο έτος θα σημειωθούν σημαντικές επενδύσεις στον τομέα των τεχνολογιών κυβερνοασφάλειας καθώς και σε εκείνες τις τεχνολογικές λειτουργίες που ενισχύουν την ιδιωτικότητα συγκεκριμένων τεχνολογικών εφαρμογών (privacy-by-design). Iδιαίτερη ανάπτυξη αναμένεται επίσης να παρουσιάσουν οι τεχνολογίες της πολυδιάστατης εικονικής πραγματικότητας (metaverse), του Διαδικτύου των Πραγμάτων (Internet of Things) και τα συστήματα προσαρμοστικής τεχνητής νοημοσύνης (AI adaptive) που στοχεύουν στη συνεχή ανάπτυξη μοντέλων τα οποία προσαρμόζονται άμεσα στις αλλαγές των πραγματικών συνθήκων χρησιμοποιώντας ‘έξυπνους’ μηχανισμούς ανατροφοδότησης.

Iδιαίτερη ανάπτυξη θα παρουσιάσουν οι τεχνολογίες της πολυδιάστατης εικονικής πραγματικότητας (metaverse), του Διαδικτύου των Πραγμάτων (Internet of Things) και τα συστήματα προσαρμοστικής τεχνητής νοημοσύνης.

Σε θεσμικό και ρυθμιστικό επίπεδο, το 2023 αναμένεται να αποτελέσει να αποδειχθεί ιδιαίτερα κομβικό για μια σειρά από νομοθετικές πρωτοβουλίες όπως αυτές που αφορούν κυρίως τον ρυθμιστικό έλεγχο και τα θέματα ευθύνης στο πλαίσιο της τεχνητής νοημοσύνης, την κυβερνοανθεκτικότητα, την διαθεσιμότητα/τροφοδοσία ημιαγωγών, τους κανόνες για τον έλεγχο της κυκλοφορίας των δεδομένων, την καταπολέμηση της online σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών αλλά και την βελτίωση των συνθηκών εργασίας όσων εργάζονται στις ψηφιακές πλατφόρμες.

Πιο συγκεκριμένα, η πολυσυζητημένη νομοθετική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ρύθμιση και τον έλεγχο συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης (AI Act) θα συνεχίσει να αποτελεί αντικείμενο έντονων πολιτικών ζυμώσεων και την επόμενη χρονιά. Η τελική μορφή των κανόνων αυτών θα είναι εκείνη που θα καθορίσει εάν θα λάβει σάρκα και οστά το όραμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μια ανθρωποκεντρική διαμόρφωση της πιο επιδραστικής τεχνολογίας των καιρών μας. Μέχρι το τέλος του επόμενου χρόνου, θα μπορούσε, βάσει ενός αισιόδοξου σεναρίου, να υιοθετηθεί η πρόταση της Επιτροπής για την διαμόρφωση ενός ακόμα νομοθετικού πλαισίου κανόνων για τα δεδομένα (Data Act) που θα επιτρέπει τόσο στους χρήστες συνδεδεμένων συσκευών να ελέγχουν τα δεδομένα που δημιουργούνται από αυτούς όσο και στους φορείς του δημόσιου τομέα να έχουν πρόσβασή σε δεδομένα που κατέχει ο ιδιωτικός τομέας ιδιαίτερα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.

Η ΕΕ αναμένεται να συνεχίσει το έργο της για την περαιτέρω θωράκιση της ευρωπαϊκής κυβερνοασφάλειας το 2023.

Tο European Chips Act, μια νομοθετική πρωτοβουλία που στοχεύει στο να διασφαλίσει τον επαρκή και διαφοροποιημένο εφοδιασμό της Ευρώπης με την πλέον κρίσιμη πρώτη ύλη κάθε ψηφιακής υποδομής αναμένεται να γίνει νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός του 2023 ιδιαίτερα εάν προκύψει συμφωνία για τον τρόπο χρηματοδότησης μιας τέτοιας σημαντικής πρωτοβουλίας. H πρόταση αποβλέπει στον διπλασιασμό της ευρωπαϊκής παραγωγής ημιαγωγών έτσι ώστε να καλύψει το 20% της παγκόσμιας αγοράς έως το 2030. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να ιδρύσει ένα Παρατηρητήριο Κρίσιμων Τεχνολογιών το οποίο θα είναι επιφορτισμένο με την έκδοση επικαιροποιημένων εκθέσεων που θα εντοπίζουν τα δυνατά σημεία και τα τρωτά σημεία της Ένωσης σε σύγκριση με τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της και θα αξιολογεί τις δυνατότητες αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών. Η ΕΕ αναμένεται να συνεχίσει επίσης το έργο της για την περαιτέρω θωράκιση της ευρωπαϊκής κυβερνοασφάλειας το 2023. Η πρόταση νόμου για την ανθεκτικότητα στον κυβερνοχώρο (το περίφημο Cyber Resilience Act) σκοπεύει να βελτιώσει την ασφάλεια των καταναλωτικών προϊόντων με ψηφιακά στοιχεία αλλά και να διασφαλίσει ένα συνεκτικό πλαίσιο κυβερνοασφάλειας. Το προτεινόμενο νομοθετικό πλαίσιο το οποίο θα επιτρέπει στους καταναλωτές να αλλάζουν με ασφάλεια διαφορετικούς παρόχους υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων cloud αναμένεται να ενισχύσει την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Η πρόταση νόμου για την ανθεκτικότητα στον κυβερνοχώρο (Cyber Resilience Act) σκοπεύει να βελτιώσει την ασφάλεια των καταναλωτικών προϊόντων με ψηφιακά στοιχεία αλλά και να διασφαλίσει ένα συνεκτικό πλαίσιο κυβερνοασφάλειας.

Σε ένα ιδεατό σενάριο, δυο νομοσχέδια με έντονα κοινωνικό χαρακτήρα θα μπορούσαν να μετατραπούν σε ευρωπαϊκούς νόμους μέχρι το τέλος του επόμενου έτους. Το πρώτο αφορά την πρόταση Οδηγίας για την βελτίωση των συνθηκών εργασίας όσων απασχολούνται στις ψηφιακές πλατφόρμες που αποσκοπεί στην προστασία των δικαιωμάτων τους, στην αποσαφήνιση του καθεστώτος απασχόλησής τους και στον έλεγχο των σχετικών αλγοριθμικών συστημάτων καθώς τα δικαιώματα τους δεν κατοχυρώνονται στην εργατική νομοθεσία της ΕΕ. Η αναθεώρηση της Οδηγίας για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, η οποία στοχεύει στην εντατικοποίηση της πρόληψης και της δίωξης τέτοιων αδικημάτων, καθώς και την υποστήριξη και προστασία παιδιών-θυμάτων, αποτελεί ένα ακόμα νομοθετικό στοίχημα που θα προσπαθήσει να κερδίσει τόσο η σουηδική όσο και η ισπανική προεδρία του Συμβουλίου Υπουργών. Σε επίπεδο νέων νομοθετικών προτάσεων τεχνολογικού χαρακτήρα, το 2023 προμηνύεται μάλλον πενιχρό καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προγραμματίζει να προτείνει μόνο μη-νομικά δεσμευτικές εργαλειοθήκες τόσο για την ανάπτυξη ανοιχτών ανθρωποκεντρικών εικονικών κόσμων, όπως το metaverse, όσο και για την καταπολέμηση της παράνομης ροής ζωντανών αθλητικών γεγονότων.

Η ενδεχόμενη υιοθέτηση των προαναφερόμενων νομοθετικών πρωτοβουλιών μέχρι το τέλος της επόμενης χρονιάς θα βρει την Ένωση νομοθετικά θωρακισμένη για να αντιμετωπίσει μια σειρά από τεχνολογικές προκλήσεις με τρόπο που θα διασφαλίζει τόσο την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών στον ψηφιακό περιβάλλον όσο και την ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής τεχνολογικής αγοράς. Η ταχύτητα διαπραγμάτευσης αυτών των νομοθετικών ζητημάτων, η συμβιβαστική διάθεση που θα επιδειχθεί για την δημιουργική σύνθεση των διαφορετικών θέσεων αλλά και η τόλμη με την οποία η Ένωση θα προσεγγίσει ρυθμιστικά την ανάπτυξη και την χρήση αναδυόμενων τεχνολογιών αποτελούν τα μεγάλα πολιτικά διακυβεύματα για την επόμενη χρονιά. Ταυτόχρονα, τα υπό συζήτηση νομοσχέδια παρέχουν και μια μοναδική ευκαιρία να τεθούν στέρεες βάσεις για μια κοινωνικά υπεύθυνη χρήση των ψηφιακών συστημάτων στον ευρωπαϊκό χώρο και ταυτόχρονα να διαμορφωθούν κανονιστικά πρότυπα διεθνούς εμβέλειας.