Η μελέτη «Εξωστρέφεια, Εξαγωγές των Επιχειρήσεων & Μισθολογικό Περιβάλλον στην Ελληνική Οικονομία» υλοποιήθηκε με την υποστήριξη της Ερευνητικής Έδρας του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη στο ΕΛΙΑΜΕΠ, από τους: Θεώνη Κακουλίδου, Διδάκτορα, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Σαράντη Καλυβίτη, Καθηγητή, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Μαργαρίτα Κατσίμη, Καθηγήτρια, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Θωμά Μούτο, Καθηγητή, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Περίληψη της Μελέτης

Η περιορισμένη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αποτέλεσε έναν καθοριστικό παράγοντα πυροδότησης της κρίσης χρέους, ενώ ταυτόχρονα συνέβαλε στην παρατεταμένη αδυναμία προσαρμογής στα προ κρίσης επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας. Η απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας συνδέθηκε με μια ταχεία αύξηση του κόστους εργασίας ως το 2009.

Ωστόσο, το γεγονός πως η σημαντική μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας μετά το 2009 δεν κατάφερε να οδηγήσει στην αναμενόμενη αύξηση των ελληνικών εξαγωγών, σημαίνει ότι η μείωση του κόστους εργασίας δεν είναι από μόνη της ικανή να τονώσει την εξαγωγική δραστηριότητα.

Η παρούσα μελέτη χρησιμοποίησε μια μεγάλη βάση μικροοικονομικών δεδομένων σε επίπεδο εξαγωγικών επιχειρήσεων με στόχο να αναδείξει τους πιο σημαντικούς παράγοντες καθορισμού της εξαγωγικής συμπεριφοράς. Στο πλαίσιο αυτό παράγοντες όπως η παραγωγικότητα, η ποιότητα του εργατικού δυναμικού, η καινοτομία, η δυνατότητα δανεισμού και η προώθηση των προϊόντων φαίνεται να συνδέονται θετικά με την εξαγωγική επίδοση των επιχειρήσεων.

Σε σχέση με το ρόλο του μισθολογικού περιβάλλοντος στην εξαγωγική επίδοση, η ανάλυση των μικροοικονομικών δεδομένων δείχνει ότι:

  • η μέση εξαγωγική επιχείρηση αμείβει το εργατικό της δυναμικό με υψηλότερους μισθούς σε σχέση με τη μέση επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα και
  • οι επιχειρήσεις με τις καλύτερες εξαγωγικές επιδόσεις αμείβουν με υψηλότερους μισθούς και αυτή η διαφορά είναι ακόμα πιο έντονη στους μισθούς του εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού.

Επίσης η μέση εξαγωγική επιχείρηση απασχολεί ένα σημαντικά μικρότερο ποσοστό εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Για αυτό άλλωστε, σύμφωνα με την εμπειρική ανάλυση που διενεργήθηκε στο πλαίσιο της μελέτης, η μείωση του κατώτατου μισθού το 2012 δεν φαίνεται να επηρέασε την εξαγωγική συμπεριφορά των επιχειρήσεων με εργαζόμενους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.

Αξίζει όμως να σημειωθεί πως μετά τη μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας το 2012 παρατηρείται θετική επίδραση στην αξία των εξαγωγών όλων των εξαγωγικών επιχειρήσεων, ίσως επειδή η μεταρρύθμιση έδωσε τη δυνατότητα στις εξαγωγικές επιχειρήσεις να αποκλίνουν από τους μισθούς που ορίζονταν στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από την παρούσα μελέτη είναι πως ο πιο καθοριστικός παράγοντας για την εξαγωγική δραστηριότητα είναι το μέγεθος της επιχείρησης. Καθώς οι μεγάλες επιχειρήσεις εξάγουν πολύ περισσότερο σε σχέση με τις μικρές, η ύπαρξη ενός σχετικά μικρού αριθμού μεγάλων επιχειρήσεων στην Ελλάδα επηρεάζει αρνητικά την εξαγωγική επίδοση της χώρας.

Σε αυτό το πλαίσιο η μελέτη προτείνει τη δημιουργία μιας ελληνικής ‘εξαγωγικής αλυσίδας’: οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) μπορούν να είναι τροφοδότες μεγάλων εξαγωγικών επιχειρήσεων, που θα αποτελούν τον ‘εξαγωγικό κόμβο’ για την προώθηση των ελληνικών προϊόντων σε όλο τον κόσμο. Έτσι, οι ΜμΕ μπορούν να γίνουν έμμεσα ανταγωνιστικές ως κομμάτι μιας ευρύτερης παραγωγικής διαδικασίας υποκαθιστώντας κομμάτι των εισαγωγών.

Μπορείτε να διαβάσετε το πλήρες κείμενο της Μελέτης εδώ.