Ο Ιωάννης Αρμακόλας, Επίκουρος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επικεφαλής του Προγράμματος Νοτιοανατολικής Ευρώπης του ΕΛΙΑΜΕΠ μίλησε πρόσφατα στο πρακτορείο ειδήσεων ΜΙΑ, της Βόρειας Μακεδονίας, με αφορμή τη συνεχιζόμενη συζήτηση γύρω από τη γαλλική πρόταση για αλλαγή της διαδικασίας Διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και την πρόσφατη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Ζόραν Ζάεβ, στη Θεσσαλονίκη.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης στα Ελληνικά:

Sanja Ristovska: K. Καθηγητά, ας ξεκινήσουμε με τη συνάντηση των Πρωθυπουργών Μητσοτάκη και Ζαεφ στην Θεσσαλονίκη. Τι σηματοδοτεί αυτή η συνάντηση;

Ιωάννης Αρμακόλας: Είναι μια απολύτως θετική εξέλιξη που σηματοδοτεί την επανενεργοποίηση της ελληνικής διπλωματίας προς τη κατεύθυνση της στήριξης της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων. Συγχρόνως, είναι μια στήριξη στον Πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας, που παρά τη θαρραλέα συμφιλιωτική ατζέντα και την επιτυχημένη διπλωματία του πρόκειται να δώσει μια δύσκολη πολιτική μάχη, με μειονέκτημα λόγω του γαλλικού βέτο στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Πιστεύω ότι θα πρέπει να υπάρξουν και άλλες ενέργειες στήριξης της ηγεσίας Ζάεβ το επόμενο διάστημα, παρά το γεγονός ότι αυτό μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα ευχάριστο σε πολλούς ψηφοφόρους της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης. Η σημερινή ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας έχει την πιο μεταρρυθμιστική, φιλο-ευρωπαϊκή και συμφιλιωτική ατζέντα στα Δυτικά Βαλκάνια. Και έχει αποδείξει ότι δεν υπολογίζει το πολιτικό κόστος στην προσπάθειά της να προωθήσει αυτή την προοδευτική ατζέντα. Θα πρέπει τους επόμενους μήνες να στηριχθεί τόσο από την Αθήνα, όσο και από άλλες χώρες που θέλουν να προωθήσουν τον εξευρωπαϊσμό και την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ. 

Sanja Ristovska: Μετά το γαλλικό βέτο στην ΕΕ για την Βόρεια Μακεδονία πως τα βλέπετε τα πράγματα στην περιοχή μας;

Ιωάννης Αρμακόλας: Έχω γράψει από την πρώτη στιγμή ότι η κίνηση Μακρόν είναι απόλυτα αρνητική εξέλιξη, ένα ιστορικό λάθος, όπως έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ηγέτες. Ο Πρόεδρος Μακρόν εκκινεί από μια ειλικρινή διάθεση αντιμετώπισης των προβλημάτων λειτουργίας της ΕΕ και έχει δίκιο να εστιάζει στην ανάγκη μεταρρυθμίσεων και εμβάθυνσης. Αλλά η διασύνδεση αυτών των σωστών προθέσεων και στόχων με το μπλοκάρισμα της διεύρυνσης είναι λανθασμένη. Για μια σειρά από λόγους θεωρώ ότι η κίνηση αυτή μπορεί να είναι η απαρχή ιδιαίτερα αρνητικών εξελίξεων στην περιοχή. 

Αυτό που με προβληματίζει ιδιαίτερα είναι ότι σύμφωνα με πολλές ενδείξεις η στάση αυτή μπορεί να μην είναι απλά παροδική και συνδεόμενη με τις εκλογές στη Γαλλία ή την ανησυχία από την άνοδο της άκρας δεξιάς. Αντίθετα, υπάρχει ισχυρή πιθανότητα στο νέο όραμα του Προέδρου Μακρόν για την ΕΕ, τα Δυτικά Βαλκάνια, ή μέρος αυτών, να μην έχουν θέση. Σε αυτό οι Γάλλοι εταίροι μας παραμένουν αμφίσημοι. Αλλά υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι ο Γάλλος Πρόεδρος μπορεί να επιχειρήσει μια συνολική αμφισβήτηση της πολιτικής της ΕΕ στην περιοχή. Αυτή κατά τη γνώμη μου θα ήταν μια καταστροφική επιλογή, όχι μόνο για τη σταθερότητα και τη δημοκρατία στα Δυτικά Βαλκάνια, αλλά και για τα εθνικά συμφέροντα των γειτονικών στα Δυτικά Βαλκάνια χωρών και το ευρωπαϊκό συμφέρον συνολικά. 

Sanja Ristovska: Οι Πρόεδροι της Βόρειας Μακεδονίας και της Γαλλίας θα συναντηθούν σύντομα. Είστε αισιόδοξος ότι ο κ. Μακρόν μπορεί να αλλάξει θέση; 

Ιωάννης Αρμακόλας: Νομίζω είναι δύσκολο. Είναι πολύ πιθανόν ότι το κύμα αντίθεσης στο βέτο της Γαλλίας από κυβερνήσεις, διεθνή ΜΜΕ και αναλυτές ενόχλησε και ξένισε τον Γάλλο Πρόεδρο. Άλλωστε ο ίδιος ο Πρόεδρος Μακρόν φιλοδοξεί να ηγηθεί μια νέας μεταρρυθμιστικής πνοής στην Ευρώπη. Σίγουρα η καθολική αντίθεση στη στάση του δεν συνάδει με τη φιλοδοξία του για ένα τέτοιο ρόλο. Αλλά, συγχρόνως, επειδή η Γαλλία είναι η μια από τις δύο κεντρικές χώρες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και ακριβώς επειδή ο Πρόεδρος Μακρόν έχει αυτές τις πολιτικές φιλοδοξίες και το ευρωπαϊκό όραμα δεν θα επέτρεπε ποτέ να φανεί ότι υποχωρεί υπό την πίεση άλλων. 

Για να προχωρήσει η Γαλλία σε μια αλλαγή στάσης θα πρέπει να φανεί ότι οι αιτιάσεις της για τη διαδικασία διεύρυνσης και συνολικά για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έχουν ληφθεί σοβαρά υπόψιν και έχουν γίνει σημαντικά βήματα για αλλαγές προς την κατεύθυνση που επιθυμεί το Παρίσι. Μπορούν να γίνουν τέτοιες αλλαγές τόσο σύντομα ώστε να μπορέσει η Βόρεια Μακεδονία να «πάρει το πράσινο φως» στο πρώτο μισό του 2020; Προς αυτή την κατεύθυνση πιέζουν οι ΗΠΑ αλλά και πολλές ευρωπαϊκές χώρες με προεξάρχουσα την Ιταλία. Αλλά είναι αμφίβολο αν υπάρχει η δυνατότητα να προχωρήσουν αλλαγές που απαιτούν τεχνοκρατικό επανασχεδιασμό δύσκολων και γραφειοκρατικών διαδικασιών σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Επίσης, με δεδομένες τις διαφορές απόψεων των κρατών της ΕΕ στο θέμα η πολιτική συναίνεση για το πακέτο αλλαγών δεν θα είναι διόλου εύκολη. Γενικά ιδέες για το πως μπορεί να επανασχεδιαστεί η διαδικασία της διεύρυνσης υπάρχουν, αλλά η ΕΕ έχει επανειλημμένα αποδείξει ότι αδυνατεί να πάρει καίριες, αλλά δύσκολες αποφάσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα. 

Πρέπει επίσης να τονιστεί εδώ ότι η Γερμανία και άλλες χώρες δεν έχουν επιδείξει αρκετή κατανόηση στις γαλλικές θέσεις για τη μεταρρύθμιση της ΕΕ, ούτε και πραγματική βούληση για να «τρέξουν» αυτές τις αλλαγές τόσο γρήγορα όσο θα ήθελε το Παρίσι. Άρα ο Πρόεδρος Μακρόν έχει παράπονα και σοβαρές αιτιάσεις για πολλούς εταίρους. Αυτό που είναι λάθος, όμως, είναι να επιτρέψει να «πληρώσουν τις συνέπειες» τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων. Η μεταρρύθμιση της ΕΕ θα είναι μια σκληρή μάχη που θα έχει μεγάλες πολιτικές και οικονομικές συνέπειες, αλλά επίσης μια μάχη που δεν πρέπει να έχει ως «θύματα» τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων. 

Sanja Ristovska: Πιστεύετε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να κάνει περισσότερα πράγματα για να αποφύγουμε το βέτο ή έστω και τώρα να πάρει κάποια πρωτοβουλία για την ευρωπαϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας;

Ιωάννης Αρμακόλας: H Ελλάδα από μόνη της δεν μπορεί, δεν έχει την ισχύ, να αποτρέψει τέτοιες ενέργειες. Αλλά μπορεί να συνεργαστεί με άλλες χώρες που έχουν ισχυρό συμφέρον στην προοπτική ένταξης όλης της Βαλκανικής στην ΕΕ για να κρατήσει ζωντανή την ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής. Η Ελλάδα έχει επίσης πολύ καλές σχέσεις με το Παρίσι και συναντίληψη με τους Γάλλους σε πολλά θέματα, μεταξύ των οποίων και την ανάγκη μεταρρυθμίσεων για εμβάθυνση και την ομαλότερη λειτουργία της ΕΕ. Και επειδή είναι χώρα της περιοχής των Βαλκανίων, που μπορεί να αντιληφθεί καλύτερα τη σημασία της ευρωπαϊκής προοπτικής της περιοχής, μπορεί να εξηγήσει καλύτερα στους Γάλλους εταίρους τις συνέπειες από μια αποτυχία της διεύρυνσης.  

Οι πρώτες αντιδράσεις της ελληνικής πλευράς ήταν ιδιαίτερα χλιαρές: μια πολύ προσεκτική διαφωνία με τις γαλλικές θέσεις. Κάποιοι μάλιστα πολιτικοί, ευτυχώς όχι η επίσημη κυβέρνηση, έφτασαν σε σημείο να χαίρονται για το γαλλικό βέτο, μη γνωρίζοντας προφανώς ότι αυτή η ενέργεια θέτει υπό αμφισβήτηση τις αποφάσεις της Συνόδου της Θεσσαλονίκης, που αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της ελληνικής διπλωματίας και μέχρι σήμερα ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής της ΕΕ στα Βαλκάνια. Άλλοι βρήκαν ευκαιρία να ζητήσουν την ακύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ευτυχώς τόσο ο ΥΠΕΞ Δένδιας, όσο και η Ντόρα Μπακογιάννη κατέκριναν έντονα αυτές τις άστοχες δηλώσεις και θέσεις. 

Sanja Ristovska: Τι θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά η Ελλάδα;

Ιωάννης Αρμακόλας: Θα μπορούσε να εκφράσει πιο ανοικτά και ηχηρά την αντίθεσή της με το γαλλικό βέτο. Να τονίσει ότι η ΕΕ δεσμεύεται από τις αποφάσεις των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων που έχουν επανειλημμένα τονίσει ότι όλα τα κράτη των Βαλκανίων έχουν θέση στην Ένωση εφόσον πληρούν τους όρους που έχουν τεθεί. Αυτές οι αποφάσεις της ΕΕ δεν έχουν αλλάξει και αυτό θα πρέπει να γίνει σαφές τόσο προς τα κράτη μέλη της ΕΕ όσο και προς τα υποψήφια κράτη των Δυτικών Βαλκανίων. Ο Πρόεδρος Μακρόν επανειλημμένα τον τελευταίο καιρό συγχέει τις περιοχές και χώρες που έχουν σαφή και αποφασισμένη προοπτική ένταξης με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας. Αυτό είναι μια άστοχη και επικίνδυνη ενέργεια που επιτρέπει να καλλιεργηθούν στην ήδη επιβαρυμένη ευρωπαϊκή κοινή γνώμη λανθασμένες αντιλήψεις και στερεότυπα που μπορούν να μειώσουν δραματικά την αποδοχή νέων μελών στην ΕΕ. 

Πρέπει πάντως να τονιστεί ότι μετά την αρχική επιφυλακτική στάση, η Ελλάδα έχει τις τελευταίες μέρες κινητοποιηθεί ώστε να περάσει το μήνυμα ότι θα παλέψει για τη συνέχιση της διεύρυνσης, αλλά και για να στηρίξει το στόχο των μεταρρυθμίσεων στα Δυτικά Βαλκάνια. Για παράδειγμα, μέσα σε λίγες μόνο μέρες είχαμε σειρά σημαντικών συναντήσεων: του Πρωθυπουργού Μητσοτάκη με τον Αλβανό Πρωθυπουργό Ράμα, των ΥΠΕΞ Δένδια και Δημητρώφ στη Γενεύη, ενώ ο Έλληνας Πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον Ζόραν Ζάεβ την επόμενη εβδομάδα στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα μάλιστα με ασφαλείς δημοσιογραφικές πληροφορίες, πραγματοποιήθηκε συνάντηση υψηλόβαθμων διπλωματικών παραγόντων υπό τον ΥΠΕΞ Δένδια, κατά την οποία η εκτίμηση των συμμετεχόντων ήταν ότι οι κινήσεις της Γαλλίας βάλλουν ευθέως εναντίον της Ατζέντας της Θεσσαλονίκης και ότι αυτό έρχεται σε σύγκρουση με τα ελληνικά συμφέροντα στην περιοχή. Όλα αυτα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων και η προοπτική ένταξής τους στην ΕΕ χρειάζονται την ισχυρή διπλωματική παρουσία της Ελλάδας. 

Sanja Ristovska: Πως σχολιάζετε την θέση τις ελληνικής κυβέρνησης ότι δεν πρέπει να γίνει διαχωρισμός (decoupling) και οι 2 χώρες πρέπει ταυτόχρονα να πάρουν ημερομηνία. Ο ΑΝΥΠΕΞ, ο κ. Βαρβιτσιώτης λέει ότι αυτό θα ριζοσπαστικοποιούσε το αλβανικό στοιχείο στην περιοχή.

Ιωάννης Αρμακόλας: Κατανοώ ότι η θέση εναντίον της αποσύνδεσης (decoupling), την οποία μοιράζονται εκτός από την Ελλάδα, η Γερμανία, η Ιταλία και οι περισσότερες χώρες της ΕΕ, φαίνεται άδικη για τη Βόρεια Μακεδονία που έχει κάνει σαφώς πιο γοργά βήματα προετοιμασίας για διαπραγματεύσεις με την ΕΕ σε σχέση με την Αλβανία. Αλλά νομίζω ότι η αποσύνδεση ήταν η λάθος επιλογή \με δεδομένο ότι και οι δύο χώρες είχαν κάνει αρκετά, τουλάχιστον για την αρχή των διαπραγματεύσεων. Επίσης, να τονιστεί ότι στην περίπτωση της Αλβανίας είχε κυριαρχήσει η θέση ότι θα επρόκειτο για μια υπό όρους και διόλου εξασφαλισμένη έναρξη διαπραγματεύσεων. 

Πρέπει βέβαια να πω ότι μετά το βέτο της Γαλλίας ίσως υπάρξουν νέες προσπάθειες για κάποια «έμμεση αποσύνδεση», ώστε να αυξηθούν οι πιθανότητες επιτυχίας για τη Βόρεια Μακεδονία. Αν προωθηθεί κάτι τέτοιο θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να συνοδευθεί από ξεκάθαρα μηνύματα προς την Αλβανία και τις υπόλοιπες δύο χώρες των Δυτικών Βαλκανίων ότι ο δρόμος παραμένει ανοικτός και για αυτές τις τρεις και δεν πρόκειται σε καμμια περίπτωση να αποσυνδεθούν οριστικά από το Μαυροβούνιο, τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία. 

Πρέπει επίσης να τονίσω ότι από πολλές πλευρές ακούγονται πλέον επανειλημμένα απόψεις που φανερώνουν έντονη προκατάληψη έναντι της Αλβανίας και των Αλβανών ή ακόμα και έναντι γενικά των μουσουλμανικής πλειονότητας εθνών της περιοχής. Οι ίδιες οι δηλώσεις και συνεντεύξεις του Προέδρου Μακρόν θα μπορούσαν κάλλιστα να παρεξηγηθούν, ότι επιχειρεί ένα διαχωρισμό μεταξύ «καλών» και «κακών» κρατών στα Βαλκάνια. Αυτή είναι μια τελείως άστοχη, λανθασμένη και τελικά επικίνδυνη αντίληψη. 

Μπορείτε να βρείτε ολόκληρη τη συνέντευξη, εδώ.