Giannis GrigoriadisΤελικώς οι δημοσκοπήσεις δεν δικαιώθηκαν, και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Αναπτύξεως (Adalet ve Kalknma Partisi-ΑΚΡ) κατήγαγε περιφανή νίκη στις τουρκικές βουλευτικές εκλογές της 1ης Νοεμβρίου. Με 49 τοις εκατό των ψήφων και 317 έδρες, το ΑΚΡ κατέκτησε ασφαλή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, παραμένοντας ωστόσο λίγο κάτω από το όριο των 330 εδρών που θα του επέτρεπε να ανοίξει τον δρόμο για την αναθεώρηση του τουρκικού συντάγματος μέσω προσφυγής σε δημοψήφισμα. Η νίκη αυτή αποτελεί προσωπική επιτυχία του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και αποκαθιστά τον ηγεμονικό του ρόλο στην τουρκική πολιτική σκηνή, ο οποίος είχε κλονισθεί με το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουνίου.

Τα διλήμματα που έθεσε ο Τούρκος πρόεδρος σχετικά με την εξασφάλιση οικονομικής και πολιτικής σταθερότητος μέσω μιας ισχυρής αυτοδύναμης κυβερνήσεως ΑΚΡ λειτούργησαν για άλλη μια φορά καταλυτικά. Η επανάληψη των συγκρούσεων μεταξύ των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και του ΡΚΚ από το καλοκαίρι και εξής, καθώς και η συνακόλουθη έξαρση του εθνικιστικού δημοσίου λόγου προσείλκυσαν ακροδεξιούς ψηφοφόρους, που εγκατέλειψαν το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσεως (Milliyetçi Hareket Partisi-MHP) και προσέτρεξαν στο ΑΚΡ. Παράλληλα, η ρητορική της ταυτίσεως του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (Halklarn Demokrasi Partisi-HDP) με το ΡΚΚ βρήκε απήχηση σε συντηρητικούς ψηφοφόρους κουρδικής καταγωγής που ψήφισαν για πρώτη φορά υπέρ του HDP στις εκλογές του Ιουνίου. Σημαντικό μέρος αυτών «επαναπατρίσθηκε» εκλογικώς στο ΑΚΡ κατά τις εκλογές της Κυριακής. Ούτε οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Σουρούτς και στην Αγκυρα πτόησαν την πλειονότητα της κοινής γνώμης. Ενδιαφέρον έχει και η συρρίκνωση, σε βαθμό εξαφανίσεως, του ισλαμιστικού Κόμματος Ευημερίας (Saadet Partisi-SP), που διεκδικεί την πολιτική κληρονομιά του ιστορικού ηγέτη του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ Νετσμετίν Ερμπακάν. Από 2,1 τοις εκατό τον Ιούνιο, το S.P. περιορίστηκε στο γλίσχρο 0,7 τοις εκατό.

Ενδιαφέρον θα έχουν και οι μετεκλογικές ζυμώσεις στα κόμματα της τουρκικής αντιπολιτεύσεως. Η εκλογική στασιμότητα του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (Cumhuriyet Halk Partisi-CHP) αποτυπώνει την αδυναμία της ηγεσίας του να προσελκύσει ψηφοφόρους πέραν του σκληρού πυρήνα του κόμματος. Η συρρίκνωση των ποσοστών του ΜΗΡ είναι ενδεικτική της διεισδύσεως του ΑΚΡ σε κοινωνικές ομάδες που παραδοσιακώς υποστήριζαν την τουρκική ακροδεξιά. Σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις, οι κ. Κιλιτσντάρογλου και Μπαχτσελί δεν δείχνουν διατεθειμένοι να αναλάβουν παραιτούμενοι την ευθύνη για την αποτυχία των κομμάτων τους. Η απουσία αξιόπιστης και ελκυστικής εναλλακτικής προτάσεως εξουσίας από το CHP αποτελεί ίσως την ασφαλέστερη εγγύηση για τη μακροημέρευση της κυβερνήσεως του ΑΚΡ.

Από την άλλη, η πιθανή αποχώρηση Μπαχτσελί δύναται να σημάνει τη μετακίνηση του ΜΗΡ σε πιο ακραίες απόψεις και δράσεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε σχέση με το Κουρδικό.

Ενισχυμένος από το αποτέλεσμα των εκλογών, ο κ. Ερντογάν αναμένεται ότι θα εξακολουθεί να ασκεί τα προεδρικά καθήκοντα πολύ πέραν των επιταγών του παρόντος συντάγματος. Η κίνηση της διαδικασίας αναθεωρήσεως του συντάγματος, η οποία προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη τουλάχιστον δεκατριών βουλευτών της αντιπολιτεύσεως, δεν είναι δυνατόν να αποκλεισθεί, ιδίως αν εμφανισθούν έριδες και προβλήματα συνοχής στις τάξεις των κομμάτων της αντιπολιτεύσεως.

Με την ψήφο του στις εκλογές, ο τουρκικός λαός υπογράμμισε ότι η αποτροπή της πολιτικής και κοινωνικής πολώσεως, τα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ποιότητος των πολιτικών θεσμών δεν αποτελούν προτεραιότητα και κριτήριο ψήφου. Αντιθέτως, έκρινε ότι προέχουν η πολιτική και οικονομική σταθερότητα, που μόνο μια ισχυρή κυβέρνηση ΑΚΡ μπορεί να εξασφαλίσει. Κατά πόσον το ΑΚΡ θα αρθεί στο ύψος των λαϊκών προσδοκιών θα φανεί από τις επιλογές των προσεχών μηνών.

Πηγή: Καθημερινή