thanos dokosΤα τραγικά περιστατικά του Παρισιού δεν είναι δυστυχώς κάτι καινούργιο για την Ευρώπη όσον αφορά στην έλλειψη ανοχής ως προς την ελευθερία έκφρασης (Σαλμάν Ρούσντι, σκίτσα του Μωάμεθ) και τις επιθέσεις τζιχαντιστών (Μαδρίτη, Λονδίνο). Αναπόφευκτα τίθεται μια σειρά από ερωτήματα αναφορικά με τη σχέση της μουσουλμανικής θρησκείας με τη βία, την ανοχή προς το διαφορετικό και τη δυνατότητα ειρηνικής συνύπαρξης χριστιανών και μουσουλμάνων (8% το 2030 από 6% το 2010) σε ευρωπαϊκές χώρες, με δεδομένη και τη βεβαρημένη ιστορία των σχέσεων χριστιανικής Ευρώπης και Ισλάμ. Ερωτήματα χωρίς εύκολες, μονοσήμαντες απαντήσεις. Θα ήταν, ωστόσο, χρήσιμο να σημειώσουμε τα εξής:

(α) Η χρήση βίας από φανατικούς δεν συνδέεται μόνο με το Ισλάμ (Μπρέιβικ, Οκλαχόμα Σίτι, Αούμ Σινρίκιο, πληθώρα επιθέσεων εναντίον κλινικών αμβλώσεων στις ΗΠΑ κ.λπ.). Αλλά και η έλλειψη ανοχής ως προς την ελευθερία έκφρασης συναντάται και σε άλλες θρησκείες (αν και όχι με την ίδια ένταση όσον αφορά στις αντιδράσεις). (β) Η συντριπτική πλειονότητα του 1,6 δισ. μουσουλμάνων που ζουν στον πλανήτη είναι φιλήσυχοι. Είναι, ωστόσο, γεγονός ότι το Κοράνι εύκολα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο (παρ)ερμηνείας από ακραία στοιχεία. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι η πλειονότητα των θυμάτων της Αλ Κάιντα, του «Ισλαμικού Κράτους» και άλλων ομοειδών οργανώσεων είναι μουσουλμάνοι.

(γ) Χωρίς αυτό να αποτελεί επαρκή δικαιολογία, υπάρχει μια αίσθηση αδικίας λόγω της πολιτικής της Δύσης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, ενώ υπάρχει και μια διάχυτη πικρία στις ηγεσίες του αραβικού κόσμου –στον οποίο ανθούσαν οι επιστήμες την εποχή του ευρωπαϊκού μεσαίωνα– για τη σημερινή περιθωριοποίηση (αν και οι σχετικές ευθύνες δεν είναι μόνο εξωτερικής προέλευσης). Επιπλέον, σε χώρες όπως η Βρετανία και (κυρίως) η Γαλλία, η προσπάθεια ένταξης των μουσουλμάνων δεύτερης και τρίτης γενιάς δεν ήταν απόλυτα επιτυχημένη και οι σχέσεις πλειοψηφίας-μειοψηφίας χαρακτηρίζονται από περιοδικές εντάσεις. (δ) Η απειλή του φανατικού Ισλάμ δεν είναι υπαρξιακής φύσης, εκτός αν μετατραπεί σε «σύγκρουση πολιτισμών» λόγω ασύμμετρης αντίδρασης (όπως πιθανότατα ήλπιζε η Αλ Κάιντα να πετύχει με την 11η Σεπτεμβρίου). Και ο κίνδυνος αυτός δεν είναι μηδενικής πιθανότητας σε περίοδο αυξανόμενης ριζοσπαστικοποίησης των ευρωπαϊκών κοινωνιών.

Ούτε το Ισλάμ συνολικά μπορεί να θεωρηθεί ως εχθρός ούτε και οι πράξεις των τζιχαντιστών να θεωρηθούν ως μεμονωμένες ενέργειες, τις οποίες η Ευρώπη υποχρεωτικά θα ανέχεται μέχρις ότου η Μέση Ανατολή σταθεροποιηθεί και ο μουσουλμανικός κόσμος ολοκληρώσει τη μετάβαση σε μια πιο ανεκτική μορφή θρησκευτικής λατρείας και τον διαχωρισμό κράτους και θρησκείας. Από πλευράς Ευρώπης, αυτό σημαίνει τη χρήση της κοινής λογικής και του σεβασμού όσον αφορά στις ευαισθησίες άλλων θρησκευτικών δογμάτων. Σημαίνει επίσης διαχείριση των τζιχαντιστών ως πρόβλημα ασφαλείας, με ενίσχυση των μέτρων ασφαλείας και αυστηρή αντιμετώπιση των παραβατών, χωρίς να μετατρέψουμε τις κοινωνίες μας σε αστυνομοκρατούμενες. Σημαίνει επίσης συνεργασία με τα μετριοπαθή στοιχεία στον μουσουλμανικό κόσμο, και ιδιαίτερα με τις μουσουλμανικές κοινότητες στις χώρες μας, αφού ο εχθρός είναι κοινός: ο φανατισμός κάθε είδους.

Πηγή: Καθημερινή