untitledΤην Πέμπτη 12  Δεκεμβρίου 2013 και ώρα 19.00, πραγματοποιήθηκε η δεύτερη εκδήλωση του τρίτου κύκλου δημοσίων συζητήσεων υπό τον γενικό τίτλο «Μεταρρυθμίσεις με το βλέμμα στο μέλλον» που οργανώνουν το ΕΛΙΑΜΕΠ , το ΙΟΒΕ, η Kantor, η Κίνηση Πολιτών και η Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς, στο πλαίσιο του προγράμματος του Megaron Plus με θέμα : «Διλήμματα, προκλήσεις και ευκαιρίες για την ελληνική εξωτερική πολιτική».

Ο Λουκάς Τσούκαλης τόνισε ότι η γεωγραφική θέση της χώρας προσφέρει στρατηγικά πλεονεκτήματα, ενέχει όμως πολλούς κινδύνους. Η χώρα πιστώνεται με μεγάλες διπλωματικές επιτυχίες στην περίοδο της Μεταπολίτευσης που συχνά δεν είχαν συνέχεια λόγω αδύναμων δομών και εσωστρέφειας του πολιτικού κόσμου και της δημόσιας διοίκησης, με εξαιρέσεις προφανώς. Όσο η οικονομία μας παραμένει αδύναμη και ευάλωτη, τα διαπραγματευτικά μας περιθώρια θα είναι στενά. Επίσης, τα ανοικτά μέτωπα έχουν κόστος, η αναβολή των δύσκολων αποφάσεων και συμβιβασμών (κακιά λέξη στο ελληνικό λεξιλόγιο) δεν είναι ο καλύτερος σύμβουλος στην εξωτερική πολιτική, ιδιαίτερα μάλιστα αν ο χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ ημών. Τέλος, η Ευρώπη αποτελεί στρατηγική επιλογή για την Ελλάδα, δεν αποκλείει όμως προνομιακές σχέσεις με χώρες εκτός της ΕΕ. Το αντίθετο μάλιστα. Έχουμε ήδη καθυστερήσει πολύ να επενδύσουμε σε ανθρώπους και γνώση στις ανερχόμενες δυνάμεις, όπως η Κίνα.

Ο Θάνος Ντόκος αναφέρθηκε στην ανάγκη θεσμικών αλλαγών και ιδιαίτερα στη δημιουργία ενός οργάνου στρατηγικού σχεδιασμού, ολιγάριθμου και απολύτως αξιοκρατικά στελεχωμένου, που θα αναλάβει την ετοιμασία ενός «οδικού χάρτη» για το μέλλον της χώρας. Τόνισε επίσης ότι πέραν του κεντρικού ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας, θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμη η ανάπτυξη μιας επωφελούς σχέσης με άλλες σημαντικές δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα- τις οποίες θα πρέπει να τις δούμε ως συμπληρωματικές και όχι ως εναλλακτικές στρατηγικές επιλογές. Υπογράμμισε την ανάγκη κατανόησης των εσωτερικών εξελίξεων και εξωτερικών επιδιώξεων της Τουρκίας και διατήρησης της ισορροπίας δυνάμεων μέσω τομών στην αμυντική πολιτική. Η ενέργεια μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο, αρκεί να έχουμε ρεαλιστικές προσδοκίες, ενώ στα Βαλκάνια θα ήταν ενδεχομένως χρήσιμη μια πιο σφαιρική θεώρηση του αλβανικού παράγοντα. Τέλος, στη σημερινή ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία χρειάζεται «αντισυμβατικός» τρόπος σκέψης, έξυπνη χρήση ισχύος, να μην θεωρούμαστε «απολύτως δεδομένοι» (αλλά βέβαια ούτε και εντελώς απρόβλεπτοι) σε όλα τα ζητήματα και να έχουμε επεξεργαστεί πιθανά ανταλλάγματα για τις υπηρεσίες που προσφέρουμε.

Σύμφωνα με το Γιώργο Παγουλάτο, η δυνατότητά μας να έχουμε επιρροή στην εξωτερική πολιτική, να υπερασπιζόμαστε αποτελεσματικά τα εθνικά μας συμφέροντα στην ΕΕ, είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με το να διορθώσουμε την οικονομία και το κράτος μας στο εσωτερικό. Όσο το κράτος μας αδυνατεί να μαζέψει τη φοροδιαφυγή και να επιβάλει το νόμο, όσο οι επενδυτές συναντούν απέναντί τους ένα δυσλειτουργικό και διεφθαρμένο κράτος, όσο η οικονομία μας αποτυγχάνει να περάσει σε μια βιώσιμη εξωστρεφή ανάπτυξη, τότε η χώρα μας θα έχει μειωμένες δυνατότητες αξιοπιστίας και επιρροής στο εξωτερικό. Τόνισε ότι χρειάζεται αποφασιστική πορεία προς την Οικονομική ενοποίηση της Ευρωζώνης, ώστε να λειτουργεί όσο τον δυνατόν σαν μια ενιαία οικονομία και ότι η Ελλάδα πρέπει να επιδιώξει ως μια χώρα του Νότου, μια νέα Μεγάλη Διαπραγμάτευση, ένα νέο Grand Bargain για την Ευρώπη, που θα καταστήσει το ευρώ βιώσιμο για τις επόμενες γενιές. Τέλος, σημείωσε ότι αν επικρατήσει η τάση διάλυσης της ΕΕ και του Ευρώ , η Ελλάδα θα βρεθεί μόνη και αποδυναμωμένη, σε μια επικίνδυνη γειτονιά.

Ο Παύλος Αποστολίδης τόνισε ότι η ελληνική προεδρία αποτελεί μια ευκαιρία ανασύνταξης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στην κατεύθυνση της επιδίωξης κοινών στόχων και την αναζήτηση συγκλίσεων μεταξύ κρατών-μελών, καθώς και την ενίσχυση του κύρους της χώρας. Είναι προφανές το ελληνικό συμφέρον υπέρ προόδου διαδικασίας εμβάθυνσης της Ευρώπης, αν και υπάρχουν και αντίθετες τάσεις. Αναφέρθηκε και εκείνος σε παθογένειες και ιδιαιτερότητες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, με την αποκλειστική έμφαση στα εθνικά θέματα και το περιορισμένο ενδιαφέρον για ευρύτερα διεθνή θέματα. Η μετανάστευση αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την Ελλάδα (και την Ευρώπη) και θα πρέπει να μειωθεί το βάρος σε χώρες πρώτης εισδοχής και να διεκδικήσουμε μεγαλύτερα κοινοτικά κονδύλια, σε συνδυασμό με λειτουργία διαδικασιών παροχής ασύλου.