
Στο πλαίσιο της νέας πρωτοβουλίας think nea – New Narratives of EU Integration, το ΕΛΙΑΜΕΠ, σε συνεργασία με το Istituto Affari Internazionali (IAI), διοργάνωσε μια κλειστή συζήτηση με τίτλο «Τα Δυτικά Βαλκάνια και η Πρόκληση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Ασφάλειας» στη Ρώμη. Στην εκδήλωση συμμετείχαν φορείς που συζήτησαν τις προκλήσεις και διερεύνησαν τρόπους ενίσχυσης των σχέσεων ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων σε μια εποχή παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Μεταξύ των ομιλητών ήταν ο Ιωάννης Αρμακόλας, Επικεφαλής του Προγράμματος Νοτιοανατολικής Ευρώπης του ΕΛΙΑΜΕΠ και Διευθυντής του think nea, καθώς και η Ana Krstinovska, Ερευνήτρια στο Πρόγραμμα Νοτιοανατολικής Ευρώπης του ΕΛΙΑΜΕΠ και Κύρια Ερευνήτρια στο think nea.
Η εκδήλωση εστίασε στον εξελισσόμενο ρόλο των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικονομική ασφάλεια, εξετάζοντας τόσο τους κινδύνους όσο και τις ευκαιρίες που παρουσιάζει. Οι συζητήσεις ανέδειξαν το πώς οι ισχυρές οικονομικές εταιρικές σχέσεις μεταξύ της ΕΕ, των κρατών-μελών της και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων μπορούν να ενισχύσουν την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, ενδυναμώνοντας την οικονομική ασφάλεια της ΕΕ. Οι ομιλητές αναφέρθηκαν επίσης στις αυξανόμενες γεωστρατηγικές και γεωοικονομικές αντιπαραθέσεις, οι οποίες ενδέχεται να αυξήσουν τη μεταβλητότητα και τον κατακερματισμό στις σχέσεις ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων. Εάν αυτές οι πτυχές δεν αντιμετωπιστούν, η περιοχή θα μπορούσε να καταστεί σημείο εστίασης για την εξόρυξη πόρων, τη διείσδυση στις αγορές και τον ανταγωνισμό σε έργα υποδομής από ανταγωνιστές της ΕΕ, ενώ παράλληλα μπορεί να λειτουργήσει ως πλατφόρμα για την παράκαμψη των δασμών της ΕΕ.
Η εκδήλωση παρείχε μια πλατφόρμα για ειδικούς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής ώστε να διερευνήσουν αυτές τις δυναμικές και να συζητήσουν στρατηγικές για την ενίσχυση της εμπλοκής της ΕΕ στην περιοχή. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, δόθηκε έμφαση στο εάν η ΕΕ θα πρέπει να υιοθετήσει μια πιο συναλλακτική προσέγγιση ή να δώσει προτεραιότητα στους δημοκρατικούς θεσμούς και τις μεταρρυθμίσεις στην πολιτική διεύρυνσής της. Υποστηρίχθηκε ότι η ΕΕ θα πρέπει να αναπροσαρμόσει την προσέγγισή της ώστε να διασφαλίσει ότι η συναλλακτική διάσταση εξισορροπείται αποτελεσματικά. Από τη μία πλευρά, η προώθηση των δημοκρατιών θεσμών και οι μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με τα οφέλη που σχετίζονται με την οικονομική ασφάλεια, αναδείχθηκαν ως βασικά αποτελέσματα της διεύρυνσης, υπερβαίνοντας τις στενές εθνικές επιδιώξεις των κρατών-μελών και τις διμερείς διαφορές. Η συζήτηση υπογράμμισε ότι η διεύρυνση θα έχει τελικά θετικό αντίκτυπο για όλες τις πλευρές. Οι υποψήφιες χώρες είναι απίθανο να υλοποιήσουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις εάν δεν έχουν μια σαφή προοπτική πλήρους ένταξης στο προσεχές μέλλον. Παράλληλα, η ΕΕ πρέπει να αξιολογήσει όχι μόνο τα οφέλη για την οικονομική της ασφάλεια από την ενσωμάτωση αυτών των χωρών, αλλά και το κόστος της συνεχιζόμενης συνεργασίας τους με μη κοινοτικούς παράγοντες, η επιρροή των οποίων στην περιοχή θα συνεχίσει να αυξάνεται εάν τα Δυτικά Βαλκάνια παραμείνουν εκτός ΕΕ.