Την Πέμπτη 14 Μαϊου 2009 το ΕΛΙΑΜΕΠ διοργάνωσε συζήτηση με την Δρ. Joanna Lewis, Καθηγήτρια Επιστήμης, Τεχνολογίας και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Georgetown. Η κα Lewis, αναφέρθηκε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Κίνα όσον αφορά τις κλιματικές αλλαγές καθώς και τις ευκαιρίες για Σινο-αμερικανική συνεργασία.

Το 2007, η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ στις εκπομπές αερίων, συνιστώντας το 24% των παγκόσμιων εκπομπών. Αξιοσημείωτο είναι ότι βάση των υπολογισμών του 2004, η αλλαγή αυτή είχε προβλεφθεί για το 2030, καταδεικνύοντας το τεράστιο περιθώριο λάθους και την έλλειψη αξιόπιστης πληροφόρησης από το εσωτερικό της Κίνας.

Γεγονός παραμένει επίσης ότι οι ΗΠΑ είναι ιστορικά ο κύριος υπεύθυνος για τη μόλυνση εκπομπών αερίου και βάση μετρήσεων του 2005 παραμένει πρώτη σε μέγεθος εκπομπών κατά κεφαλή. Δεδομένου ότι οι δύο χώρες μαζί είναι υπεύθυνες για το 45% των παγκόσμιων εκπομπών είναι περισσότερο από προφανές ότι υπάρχει έννομο συμφέρον για τη διμερή συνεργασία τους στον τομέα αυτό.

Με επίκεντρο την Κίνα, υπάρχουν δύο βασικές προκλήσεις και προτεραιότητες πολιτικής:

Α) Η εξάρτηση της Κίνας από την κατανάλωση άνθρακα και η μετάβαση σε τεχνολογίες ήπιων εκπομπών. Αυτό θα απαιτούσε χειροπιαστές πρωτοβουλίες στο εσωτερικό της Κίνας την ανάπτυξη ενός ρυθμιστικού πλαισίου και ενός συστήματος βέλτιστης καταγραφής των γεωλογικών τοποθεσιών εναπόθεσης και την παράλληλη εξασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας και ελέγχου εφαρμογής. Στο διμερές επίπεδο μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ θα περιλαμβάνει την αμφίδρομη ανταλλαγή τεχνολογιών R&D και την από κοινού ανάπτυξη μεθόδων κωδικοποίησης μετρήσεων.

Β) Η ανάπτυξη εσωτερικού σχεδίου δράσης για το κλίμα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ενώ η Κίνα έχει επικυρώσει το UNFCCC και το πρωτόκολλο του Κιότο, δε δεσμεύεται από κανένα εξωτερικό στόχο μείωσης εκπομπών αερίων καθώς είναι χαρακτηρισμένη ως αναπτυσσόμενη χώρα. Παρόλ’ αυτά έχει υιοθετήσει ένα εσωτερικό σχέδιο δράσης για την κλιματική αλλαγή που περιλαμβάνει έναν εθνικό στόχο για τη μείωση της ενεργειακής έντασης κατά 20% (δηλαδή κάτω από τα επίπεδα του 2005) μέχρι το 2010, καθώς και την αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας προερχόμενης από ανανεώσιμες πηγές στο 15% της πρωταρχικής ενέργειας και στο 20% της ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2020. Βάση σημερινών δεδομένων ο στόχος αυτός φαίνεται ότι θα επιτευχθεί μέσα στην επόμενη διετία!

Εξίσου σημαντικό όμως είναι και το διεθνές πλαίσιο. Με αυτή την έννοια, η στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών που αποτελούν την κύρια πηγή μόλυνσης, της Κίνα και των ΗΠΑ, είναι σημαντική όχι μόνο σε διμερές αλλά και σε πολυμερές επίπεδο. Οι δεσμεύσεις της προεδρίας Ομπάμα για μία καλύτερη περιβαλλοντική πολιτική μπορούν εν δυνάμει να λειτουργήσουν ως ‘διευκολυντής’ για τις πολυμερής διαδικασίες και συνεπώς να επηρεάσουν άμεσα τις θέσεις της Κίνας. Κοιτώντας μπροστά, είναι πιθανών η Κίνα να είναι έτοιμη να υπογράψει μία συμφωνία που να περιλαμβάνει άμεσες δεσμεύσεις πολιτικής στην Κοπεγχάγη, που εν καιρώ θα μεταφραστεί και σε πραγματικές μειώσεις εκπομπών. Θα είναι, όμως, ένας δύσκολος στόχος καθώς η Κίνα είναι κατά κάποιο τρόπο ο εκπρόσωπος ολόκληρου του αναπτυσσόμενου κόσμου. Αναλογιζόμενοι ωστόσο τη θέση της Κίνας ως την πρώτη χώρα σε εκπομπές αερίων θα ήταν ίσως δόκιμο να σημειώσουμε ότι στο θέμα της κλιματικής αλλαγής και της ενέργειας ο παραδοσιακός διαχωρισμός μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών είναι πιθανόν ανεπαρκής και χαίρει επανεξέτασης.

Διαβάστε τη συνέντευξη της Καθηγήτριας Joanna Lewis (στα αγγλικά).