Πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 11 Απριλίου 2013, η 7η κατά σειρά συζήτηση στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με θέμα, «Ανταγωνιστικότητα και Εξωστρέφεια: Προϋποθέσεις για την Οικονομική Ανάπτυξη», του κύκλου υπό τον γενικό τίτλο: «Ελλάδα: Μεταρρυθμίσεις, Ρήξεις, Τομές». Την εκδήλωση διοργάνωσαν το ΙΟΒΕ, το ΕΛΙΑΜΕΠ, η Kantor, η Κίνηση Πολιτών και η Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς, σε συνεργασία με το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στο πλαίσιο του προγράμματος Megaron Plus.

Στη συζήτηση συμμετείχαν οι κκ: Γιάννης Δραγασάκης, Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και Δ’ Αντιπρόεδρος της Βουλής, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, Διευθύνων Σύμβουλος της CHIPITA S.A. και Μέλος του Δ.Σ. του ΣΕΒ, Martin Knapp, Συντονιστής του «έργου Ευρωζώνη» της Ένωσης Γερμανικών Επιμελητηρίων Βιομηχανίας και Εμπορίου (DIHK) και τ. Γενικός Διευθυντής του ΕλληνοΓερμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, και Μιχαήλ Μασουράκης, ΑνώτεροςΔιευθυντής Οικονομικών Μελετών του Ομίλου της Alpha Bank. Τη συζήτηση συντόνισε ο κ. Νίκος Βέττας, Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Κηρύσσοντας την έναρξη της εκδήλωσης, ο Καθηγητής Νίκος Βέττας, σημείωσε ότι η δρομολόγηση πορείας ανάπτυξης είναι το μείζον και επείγον ζητούμενο για την Ελληνική οικονομία. Υπάρχει πλέον σχεδόν γενική κατανόηση για το ότι αυτή η ανάπτυξη δεν μπορεί να στηρίζεται σε διευρυνόμενο δανεισμό και ότι πρέπει να επιτευχθεί στο πλαίσιο μιιας δημοσιονομικής σταθερότητας. Δεν είναι όμως εξίσου σαφές πώς θα φτάσει η οικονομία στο απαιτούμενο επίπεδο εξωστρέφειας και ανταγωνιστικότητας και πόσο σύντομα είναι αυτό εφικτό.

Ο κ. Martin Knapp αναφέρθηκε στην ανάγκη να ξαναβρεθεί ένας τρόπος επικοινωνίας μεταξύ του Νότου και του Βορρά της Ευρώπης. Για το σκοπό αυτό, πρέπει και οι δυο πλευρές να κάνουν ορισμένες παραδοχές σχετικά με τις συνθήκες λειτουργίας της παγκόσμιας αγοράς αγαθών, υπηρεσιών και χρήματος. Έτσι, ο ευρωπαϊκός Νότος πρέπει  να αναγνωρίσει πως η Ευρώπη βρίσκεται σε έναν σκληρότατο ανταγωνισμό με άλλες ηπείρους που παρουσιάζουν ευνοϊκότερες συνθήκες για επιχειρηματική δράση. Παράλληλα, σημείωσε ο κ. Knapp, ο Βορράς πρέπει να καταλάβει πως οι – αναγκαίες κατά τα άλλα –   μεταρρυθμίσεις στις οικονομίες του Νότου δε θα φέρουν αυτόματα την ανάπτυξη, αν δεν δοθεί παράλληλα η δέουσα προσοχή στην επιβίωση των επιχειρήσεων, που ανήκουν στον υγιή πυρήνα της πραγματικής οικονομίας της Νότιας Ευρώπης.

Στην εισήγησή του, ο κ. Γιάννης Δραγασάκης τόνισε ότι, το ζητούμενο δεν είναι η εξωστρέφεια ενός οικονομικού συστήματος που έχει χρεοκοπήσει, αλλά η αντικατάστασή του με ένα νέο υπόδειγμα δίκαιης, αλληλέγγυας και βιώσιμης ανάπτυξης. «Η εξωστρέφεια δεν μπορεί να υπάρξει», τόνισε, «μόνο ως υπόθεση κάποιων επιχειρήσεων αλλά ως έκφραση της συνολικής δυναμικής της οικονομίας και ως αποτέλεσμα της συνέργειας κράτους – αγορών και κοινωνίας». Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε, απαιτούνται και νέες, συλλογικές και κοινοπρακτικές μορφές, αναβάθμιση της θέσης και του ρόλου της εργασίας, και δίκαιη κατανομή των αποτελεσμάτων της ανάπτυξης. Σύμφωνα με τον κ. Δραγασάκη, η εξωστρέφεια και γενικότερα το νέο υπόδειγμα δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης απαιτούν:

  • ριζικές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, το πολιτικό σύστημα, τη διοίκηση, τη φορολογία
  • ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης, καθώς και
  • ανάκτηση της εσωτερικής αγοράς και μια ανταγωνιστικότητα που θα στηρίζεται όχι στη μείωση των μισθών αλλά στην αναβάθμιση της παραγωγικότητας της εργασίας, μέσω της εκπαίδευσης, της αποκατάστασης συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων, της έρευνας, της καινοτομίας και των υποδομών.

Παράλληλα, απαιτούν ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο θα υπηρετεί την κοινωνία και την πραγματική οικονομία. Η σημερινή πολιτική των μνημονίων, τόνισε ο κ. Δραγασάκης, όχι μόνο δεν δημιουργεί τις παραπάνω προϋποθέσεις, αλλά καταστρέφει και τις βάσεις της μελλοντικής ανάπτυξης.  Γι’ αυτό, ιδιαίτερα μετά τις εξελίξεις στην Κύπρο, καθίσταται επείγουσα ανάγκη για συνολικό επανασχεδιασμό της πολιτικής που ασκείται στη χώρα μας ως προϋπόθεση για την αποτροπή ακόμη μεγαλύτερων καταστροφών. Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι χρειάζεται μια πολιτική που θα εμπνεύσει και θα κερδίσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και του κόσμου της εργασίας, ο οποίος αποτελεί και τη βασική δύναμη εξόδου από την κρίση.

Ο κ. Μιχαήλ Μασουράκης, στη συνέχεια, υποστήριξε ότι η αντοχή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας στην συνεχιζόμενη λιτότητα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη χωρίς την εδραίωση προοπτικών ανάπτυξης.  Η εφαρμογή του Μνημονίου, τόνισε, είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη.  Για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας με άξονες την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια, πέραν της εσωτερικής υποτίμησης, των αποκρατικοποιήσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών που υλοποιούνται, απαιτείται και το άνοιγμα της οικονομίας στις ξένες επιχειρήσεις και κεφάλαια, η διευκόλυνση των επενδύσεων με την άρση των περιορισμών που θέτει το χωροταξικό στην επιχειρηματικότητα, και η άσκηση αυτόνομης αναπτυξιακής πολιτικής σε περιφερειακό επίπεδο, μακριά από τον εναγκαλισμό του κράτους.  Υπό προϋποθέσεις, σημείωσε ο κ. Μασουράκης, η Ελλάδα μπορεί να γίνει ευρωπαϊκός κόμβος υψηλής ποιότητας διαβίωσης, αναψυχής και εργασίας ανθρώπων υψηλού εισοδηματικού και μορφωτικού επιπέδου, εάν δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη υποδομών, περιλαμβανομένων εστιών καινοτομίας, με την ιδιωτικό τομέα σε πρωταγωνιστικό ρόλο.  Καταλήγοντας, υπενθύμισε ότι η επίτευξη του αυτονόητου στην Ελλάδα, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία και αποκλειστικότητα, τελεί υπό την αίρεση της πολιτικής συνεννόησης.

Ο κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, τόνισε την ανάγκη κινητοποίησης των δημιουργικών και παραγωγικών δυνάμεων της χώρας. «Αυτό που πρέπει να κάνουμε όλοι οι Έλληνες επιχειρηματίες είναι να δημιουργήσουμε προκοπή. Να δημιουργήσουμε Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν. Να δουλέψουμε πιο πολύ, πιο σκληρά, πιο δημιουργικά. Και να βοηθήσουμε, στο μέτρο του δυνατού για τον καθένα μας, να ξαναχτίσουμε την οικονομία μας και κατ΄επέκταση την πατρίδα μας. Γιατί ας μην γελιόμαστε χωρίς ισχυρή οικονομία δεν υπάρχει ισχυρή πατρίδα, που μπορεί να προστατεύσει την χώρα και το λαό της». Ο κ. Θεοδωρόπουλος υπογράμμισε ότι μια σύγχρονη επιχείρηση προκειμένου να μπορεί να αναπτυχθεί η ίδια και κατά συνέπεια να συμβάλει στην ανάπτυξη της οικονομίας μας πρέπει να διαθέτει ικανό και εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό, επαρκή κεφάλαια, ανταγωνιστικό κόστος αλλά και επιχειρηματική δεινότητα των διοικούντων.

Σημείωσε ότι, παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξος. Όχι γιατί δεν υπάρχουν δυσκολίες, οι οποίες θα διατηρηθούν για πολύ καιρό ακόμη, αλλά διότι η Ελληνική κοινωνία δείχνει να ξεπερνά το πρώτο σοκ, δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι μια πρόσκαιρη δυσκολία, αλλά ένα βαθύ συστημικό πρόβλημα του τρόπου που ζήσαμε επί δεκαετίες. «Και ο καθένας χωριστά αλλά και όλοι μαζί προσπαθούμε να ανασυνταχθούμε, να βρούμε νέους δρόμους, να αναβιώσουμε πρακτικές και επαγγέλματα που ξεχάσαμε, να επαναπροσανατολίσουμε τους στόχους μας μακριά από την καρέκλα του δημοσίου υπαλλήλου, να δημιουργήσουμε ξανά δουλειές και προκοπή παράγοντας προϊόντα ή ιδέες».

Κλείνοντας και συνοψίζοντας τη συζήτηση, ο Καθηγητής Νίκος Βέττας ανέφερε ότι η Ελληνική οικονομία έχει ένα εξαιρετικά υψηλό δυναμικό, με ανεκμετάλλευτο ανθρώπινο κεφάλαιο και παραγωγικούς πόρους. Η κρίση θα έπρεπε να έχει κάνει σαφές προς όλους ότι η πορεία σταθεροποίησης και ανάπτυξης προϋποθέτει την απάλειψη σημαντικών στοιχείων παθογένειας που χαρακτήριζαν την Ελληνική οικονομία για δεκαετίες. Ενώ η δημοσιονομική εξυγίανση είναι απαραίτητη, ώστε να εμπεδωθεί κλίμα αξιοπιστίας, εξίσου κρίσιμη είναι η συστηματική προώθηση δομικών μεταρρυθμίσεων, κυρίως αυτών που θα αναπροσδιορίσουν τη σχέση δημόσιου τομέα και ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Η ιδιαίτερη κρισιμότητα αυτού του ζητήματος πρέπει να γίνει κατανοητή όχι μόνο από το πολιτικό σύστημα αλλά και από τους εταίρους και πιστωτές.

Μπορείτε να δείτε τις παρουσιάσεις του κ. Βέττα και του κ. Θεοδωρόπουλου

Πατήστε εδώ για να παρακολουθήσετε τη μαγνητοσκόπηση της εκδήλωσης.