thanos dokosΟι δηλώσεις και κινήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο τις τελευταίες ημέρες έχουν προκαλέσει ανησυχία για το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου. Η αξιολόγηση των πιθανών συνεπειών της εξελισσόμενης μίνι κρίσης προϋποθέτει την επαρκή κατανόηση των κινήτρων της Αγκυρας. Στο εσωτερικό της Τουρκίας παρατηρείται υψηλή ένταση, τόσο λόγω των εκτεταμένων εκκαθαρίσεων στις οποίες προβαίνει η κυβέρνηση Ερντογάν, όσο και λόγω του επικείμενου δημοψηφίσματος για τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Για να εξασφαλίσει την απαραίτητη στήριξη από τον εθνικιστικό χώρο, ο Τούρκος πρόεδρος κλιμακώνει τη σύγκρουση με τους Κούρδους και προσπαθεί να αποδομήσει το κεμαλικό «αφήγημα». Σε συνδυασμό με τη σημαντική αστάθεια στα ανατολικά σύνορα της Τουρκίας, αυτή η εσωτερική αντιπαράθεση επηρεάζει αρνητικά τόσο την τουρκική οικονομία, όσο και τις σχέσεις της Τουρκίας με μια σειρά από χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας.

Κινούμενος από έναν συνδυασμό ανασφάλειας και αλαζονείας, και ουσιαστικά από θέση γενικότερης αδυναμίας, χωρίς προφανώς ο ίδιος να το κατανοεί, ο κ. Ερντογάν κλιμακώνει την πίεση προς την Ελλάδα με αφορμή τη δικαστική απόφαση για τη μη έκδοση των οκτώ Τούρκων αξιωματικών και υπενθυμίζει τις πάγιες τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο, ενώ την κατάσταση περιέπλεξε περαιτέρω η επέτειος της κρίσης των Ιμίων. Αν και η Αγκυρα δεν πράττει κάτι δραματικά διαφορετικό –ποσοτικά ή ποιοτικά– σε σύγκριση με τη συμπεριφορά της των τελευταίων ετών, η ανησυχία εντείνεται λόγω της έκρυθμης εσωτερικής κατάστασης στη γειτονική χώρα, αλλά και τη σχετικά περιορισμένη δυνατότητα πυροσβεστικής παρέμβασης των συνήθων διαμεσολαβητών. Πιο συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ βρίσκονται σε μεταβατική περίοδο, καθώς αρκετές σημαντικές θέσεις στον μηχανισμό εθνικής ασφαλείας δεν έχουν ακόμη πληρωθεί, ενώ η επιρροή του ΝΑΤΟ και –ιδιαίτερα– της Ε.Ε. επί της Τουρκίας βρίσκεται σε αρκετά χαμηλό σημείο.

Μια ορθολογική ανάλυση θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία δεν θα ωφεληθεί από ενδεχόμενη κλιμάκωση σε ένα ακόμη μέτωπο, καθώς προσπαθεί να διαχειριστεί πλειάδα εσωτερικών και εξωτερικών προβλημάτων. Ωστόσο, η περιορισμένη προβλεψιμότητα του κ. Ερντογάν και η αυξανόμενη διασύνδεση της –διεξαγόμενης με ιδιαίτερα υψηλούς τόνους– εσωτερικής με την εξωτερική πολιτική στην Τουρκία δικαιολογούν τις ανησυχίες της Αθήνας. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που η Αγκυρα απειλεί πλέον ανοιχτά με τη χρήση του «όπλου» των προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών. Επιπλέον, η αποψίλωση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων από έμπειρα επιχειρησιακά και επιτελικά στελέχη προβληματίζει ως προς το ενδεχόμενο ατυχήματος ή αποτελεσματικής διαχείρισης ενός συμβάντος στο Αιγαίο.

Η ελληνική πλευρά δεν έχει λόγο να πλειοδοτεί σε εμπρηστικές δηλώσεις –κυρίως για εσωτερική κατανάλωση-, καθώς η αποτελεσματική διαχείριση της έντασης προϋποθέτει και μια σχέση στοιχειώδους εμπιστοσύνης ανάμεσα στους αρμόδιους υψηλόβαθμους αξιωματούχους των δύο χωρών. Η Αθήνα πρέπει να συνεχίσει την πολιτική των χαμηλών τόνων, με παράλληλη επαγρύπνηση των Ενόπλων Δυνάμεων, διπλωματική δραστηριοποίηση προς όλες τις κατευθύνσεις, διαχείριση τυχόν προβλημάτων από τα εξαιρετικά έμπειρα στελέχη των εμπλεκόμενων υπηρεσιών, αλλά και ενεργοποίηση διαύλων επικοινωνίας με την άλλη πλευρά.

Πηγή: Καθημερινή