Ο τερματισμός της βαθιάς πολιτικής κρίσης στην ΠΓΔΜ αποτελεί κατ’αρχήν θετική εξέλιξη και για τη χώρα μας. Ωστόσο, η παράπλευρη συνέπεια θα είναι η (σημαντική;) αύξηση των διεθνών πιέσεων για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το ζήτημα της ονομασίας του γειτονικού κράτους (ο ευρέως χρησιμοποιούμενος όρος «κρατίδιο» είναι τουλάχιστον άστοχος για μια χώρα με μεγαλύτερο πληθυσμό από τις Σλοβενία, Λιθουανία, Εσθονία & Κύπρο τις οποίες ασμένως ονομάζουμε «κράτη»).

Η διαμάχη έχει κόστος και για τις δύο πλευρές. Η Ελλάδα αναγνωρίζει ότι σπαταλά πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο, τίθενται σημαντικοί περιορισμοί στη βαλκανική της πολιτική και σταδιακά οι πιέσεις θα αυξάνονται, ιδιαίτερα αν η ΠΓΔΜ αρχίσει να φέρεται λιγότερο προκλητικά και περισσότερο έξυπνα. Ωστόσο, το κόστος παραμονής εκτός ευρωατλαντικών θεσμών είναι σαφώς μεγαλύτερο για τα Σκόπια, που δεν έχουν απόλυτα εξασφαλισμένο μέλλον ως ενιαίο κράτος. Η προηγούμενη ηγεσία της ΠΓΔΜ είχε επιλέξει το βραχυπρόθεσμο εσωτερικό πολιτικό όφελος έναντι των μακροπρόθεσμων εθνικών συμφερόντων. Η νέα κυβέρνηση στέλνει κατ’ αρχήν τα σωστά μηνύματα, αλλά έχει οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ενώ η κοινωνία είναι έντονα διχασμένη.

Αποφεύγοντας την πρόταση-παγίδα περί ένταξης στο ΝΑΤΟ με την προσωρινή ονομασία, μια συμφωνία είναι εφικτή μόνο στη βάση της ελληνικής διαπραγματευτικής θέσης, δηλαδή μια σύνθετη ονομασία –π.χ. Δημοκρατία της Ανω Μακεδονίας– για κάθε χρήση. Ωστόσο, πρόβλημα μπορεί να δημιουργήσει η διενέργεια δημοψηφίσματος για αποδοχή μιας λύσης, καθώς ένα δημοψήφισμα σε ζητήματα ταυτότητας μπορεί να έχει απρόβλεπτα αποτελέσματα (και στις δύο χώρες). Σε μια προσπάθεια στοιχειώδους κατοχύρωσης των ελληνικών συμφερόντων, η προτεινόμενη λύση θα επέτρεπε στην Ελλάδα να αφήσει πίσω της ένα πρόβλημα για το οποίο ξόδεψε σημαντικό διπλωματικό κεφάλαιο τα τελευταία 25 χρόνια και να αναπτύξει περαιτέρω τις σχέσεις της με μια χώρα που ανήκει στον χώρο οικονομικής επιρροής της. Απαραίτητη προϋπόθεση, η επίδειξη υπεύθυνης στάσης από το μέγιστο δυνατό τμήμα του ελληνικού πολιτικού κόσμου. Ομως πλησιάζοντας προς τις εκλογές του 2019 και ανάλογα με τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, δεν αποκλείεται να προτιμηθεί η λύση της πτώσης της κυβέρνησης από έντονα διαφωνούντες.

Πηγή: Καθημερινή