EleniΑ​​ντίθετα με τη δημιουργία της ΝΑΜΑ (National Asset Management Agency) στην Ιρλανδία και της Sareb (Sociedad de Gestiοn de Activos procedentes de la Reestructuraciοn Bancaria) στην Ισπανία (η εταιρεία ειδικού σκοπού Atlas στην Ιταλία έχει κάποια στοιχεία bad bank αλλά δεν είναι απολύτως συγκρίσιμη), στην Ελλάδα η λύση της bad bank εξετάστηκε μεν, απορρίφθηκε δε. Σκόνταψε κυρίως στη χρηματοδότηση, καθώς οι θεσμοί εμφανίστηκαν απρόθυμοι να προσθέσουν το κόστος της αγοράς και διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων στο κονδύλι του τρίτου προγράμματος. Προφανώς, το κακό ιστορικό «διακυβέρνησης» σε σειρά Αρχών και οργανισμών δεν βοήθησε: ποια δάνεια θα μεταφέρονταν, με ποια κριτήρια, από επιτροπές διορισμένες από ποιους; Και η αγορά, όμως, οι επενδυτές και οι σύμβουλοι αναδιάρθρωσης, αντιμετώπισε την ιδέα με σκεπτικισμό.

Ως εκ τούτου, η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής bad bank θα μπορούσε να αποτελέσει μια σοβαρή συστημική λύση, καλύπτοντας την Ελλάδα αλλά και μια σειρά από χώρες που παρουσιάζουν σταθερά τα υψηλότερα επίπεδα «κόκκινων» δανείων. Επιπλέον, θα έδινε το σήμα στις αγορές ότι η Ευρώπη αναλαμβάνει ισχυρή πολιτική δράση προς την κατεύθυνση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας, προς το συμφέρον όλων.

Για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, τα οφέλη θα ήταν σημαντικά. Αφενός, θα απομόνωνε τις αρνητικές επιδράσεις των κυβερνητικών επιλογών –την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, τη μη υλοποίηση του θεσμικού πλαισίου για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων– στην τήρηση των στόχων. Αφετέρου, με τη μεταβίβαση ακόμα και μέρους των δανείων και τη μεταπώλησή τους, θα ελάφραινε τους ισολογισμούς των τραπεζών και άρα θα ερχόταν κοντύτερα στους συμφωνημένους στόχους, παρακάμπτοντας τρόπο τινά το δύσκολο οικονομικό, πολιτικό και θεσμικό περιβάλλον. Είναι δε πιθανόν ότι και τα μη μεταβιβασμένα δάνεια θα απετιμώντο με καλύτερους όρους από τους επενδυτές.

Ας μην προτρέχουμε όμως. Η Ευρώπη έχει κακό ιστορικό αποδόμησης καλών προτάσεων, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την ατελή τραπεζική ένωση. Το σχέδιο που παρουσιάστηκε πάντως, ένας «μεικτός μηχανισμός» ευρωπαϊκής διαχείρισης την πρώτη τριετία, και στη συνέχεια, σε δεύτερο στάδιο, επιστροφή στο εθνικό επίπεδο, όπου οι ζημίες θα κατανέμονται με βάση την οδηγία BRRD για την εξυγίανση των τραπεζών και τα κέρδη θα προκύπτουν από τις επιδόσεις που σημειώνονται στην αγορά, είναι ελλιπές. Ουσιαστικά, για να είναι αποτελεσματική μια ευρωπαϊκή bad bank, θα πρέπει να συσταθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να βασιστεί σε ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Το θέμα δεν είναι να «ενσωματωθούν» σ’ ένα ενιαίο πλαίσιο εθνικές πλατφόρμες. Η «συγκόλληση» όχι μόνο θα κουβαλούσε μαζί της το βαρύ φορτίο των εθνικών ιδιαιτεροτήτων, αλλά σίγουρα δεν θα κέρδιζε την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

Το διαδικαστικό κομμάτι δεν είναι εύκολο: ποια δάνεια θα μεταφέρονται, πώς θα οριστεί το πλαίσιο αποτίμησής τους, ποιος θα χαράσσει τη στρατηγική διαχείρισης του χαρτοφυλακίου; Πώς θα συνυπάρξει η Ελλάδα, της οποίας τα δάνεια υπόκεινται σε αναιμικούς κανόνες πτωχευτικού δικαίου, όπου οι εξωδικαστικοί μηχανισμοί παραμένουν ανενεργοί και οι πλειστηριασμοί περίπου αποκλείονται de facto, με χώρες όπου υπάρχει αξιόπιστο θεσμικό πλαίσιο; Αν δεν διασφαλιστούν ισότιμοι όροι, τότε η αποτίμηση του συνολικού ευρωπαϊκού χαρτοφυλακίου θα είναι χαμηλή. Και η Ελλάδα θα αποτελεί και πάλι ειδική περίπτωση – για να μεταβιβαστούν τα δάνεια του τραπεζικού της συστήματος, θα της θέτουν όρους με τους οποίους δεν θα μπορεί να συμμορφωθεί.

Το χρηματοδοτικό κομμάτι είναι δύσκολο. Πώς θα αγοραστούν τα δάνεια αυτά; Η έκδοση ενός είδος ευρωομολόγου, η κλασική λύση που προβάλλουν διάφοροι κύκλοι, λογικά δεν βρίσκεται καν στο τραπέζι. Η στάση της Γερμανίας απέναντι σε τέτοιου είδους χρηματοδοτικά εργαλεία παραμένει σταθερά αρνητική. Επιπλέον, η αμοιβαιοποίηση των τραπεζικών κινδύνων έχει σήμερα ουσιαστικά απορριφθεί – μια απλή αναγωγή στην τραπεζική ένωση και στην απουσία ενός κοινού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων είναι αρκετή. Η έλλειψη ενός κοινού δημοσιονομικού συστήματος στήριξης, ως έσχατη λύση, περαιτέρω υπογραμμίζει ότι η όποια αποτυχία θα εξακολουθήσει να «χρεώνεται» εθνικά.

Ωστόσο, έχει έρθει η ώρα η Ευρώπη να παράσχει και ένα safe landing, μια ασφαλή προσγείωση. Σίγουρα θα μπορούν να δημιουργηθούν μηχανισμοί, ανάλογοι του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), για να στηρίξουν εκείνες τις τράπεζες που παραμένουν συνεπείς στους στόχους μείωσης των «κόκκινων» δανείων, ενώ λειτουργούν σε ένα δυσμενές μακροοικονομικό περιβάλλον με υψηλό πολιτικό ρίσκο. Ο ηθικός κίνδυνος ίσως κάποτε να αποδειχθεί λιγότερο καταστροφικός από τον κίνδυνο μη καταμερισμού των βαρών και του κόστους – στην «ενωμένη» Ευρώπη, αυτός αποκτά ολοένα και περισσότερο συστημικό χαρακτήρα.

Πηγή: Καθημερινή της Κυριακής