thanos dokosΠαραδοσιακά σε Κύπρο και Ελλάδα η συζήτηση περί «καλής» ή «κακής» λύσης στο Κυπριακό έχει έντονα συναισθηματικό χαρακτήρα, με συχνές ανταλλαγές χαρακτηρισμών ένθεν και ένθεν (περί ενδοτικών/νενέκων και εθνικιστών/υπερπατριωτών). Δυστυχώς ελάχιστη ουσιαστική συζήτηση γίνεται, ενώ απουσιάζουν τα αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης της προτεινόμενης λύσης στη βάση των εθνικών συμφερόντων Κύπρου και Ελλάδας. Αν σε αυτά προστεθούν και χρόνιες παθογένειες όπως η αδυναμία στρατηγικού σχεδιασμού (λόγω της έλλειψης αρμόδιων θεσμικών οργάνων), η ανησυχία για το πολιτικό κόστος και η νοοτροπία μετάθεσης λήψης αποφάσεων και διαχείρισης αλλά όχι επίλυσης προβλημάτων και η απουσία υπεύθυνης ενημέρωσης της κοινής γνώμης, γίνεται ευκολότερα κατανοητό γιατί η αποτελεσματικότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής υπολείπεται του επιθυμητού.

Στο κυπριακό πρόβλημα μια λύση θα πρέπει να αξιολογηθεί με κριτήριο τον βαθμό επίτευξης των ακόλουθων στόχων/συμφερόντων: Οσον αφορά στους Ελληνοκυπρίους, οι επιδιωκόμενοι στόχοι περιλαμβάνουν την ορατή βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης σε ζητήματα όπως (α) το εδαφικό, (β) η ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας μέσω της απόσυρσης των στρατευμάτων, της αποστρατιωτικοποίησης της νήσου και της κατάργησης του συστήματος εγγυήσεων Ζυρίχης – Λονδίνου, (γ) οι αποζημιώσεις των περιουσιών, (δ) η μείωση της πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης των Τουρκοκυπρίων από την Τουρκία, (ε) η ομαλή λειτουργία του νέου κράτους, (στ) η απρόσκοπτη εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων από τις δύο κοινότητες, (ζ) η μη ανατροπή των δημογραφικών δεδομένων και ισορροπιών και (η) η οικονομική ανάπτυξη της Κύπρου. Τα ανωτέρω ζητήματα δεν παρατέθηκαν υποχρεωτικά με σειρά σπουδαιότητας και δεν έχουν προφανώς όλα το ίδιο ειδικό βάρος.

Οσον αφορά στην Ελλάδα: (1) προστασία του Κυπριακού Ελληνισμού, (2) όχι αύξηση της πιθανότητας πολιτικής ή στρατιωτικής σύγκρουσης με την Τουρκία, αλλά αντίθετα μείωση ενός τέτοιου ενδεχόμενου και δημιουργία συνθηκών γενικότερης βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, (3) μη πρόκληση προβλημάτων στην ομαλή λειτουργία της Ε.Ε. (σε περίπτωση που η Τουρκία θελήσει να χρησιμοποιήσει το τουρκοκυπριακό βέτο και άλλες ρυθμίσεις που τυχόν προβλέπει η συζητούμενη λύση για να προωθήσει τα συμφέροντά της έναντι της Ε.Ε.), (4) δυνατότητα ελληνικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και συνέχισης συνεργασίας με χώρες της περιοχής, (5) δυνατότητα ελληνικής συμμετοχής στις ενεργειακές διεργασίες της Ανατολικής Μεσογείου. Προφανώς, δεν έχουν όλα τα ανωτέρω συμφέροντα το ίδιο ειδικό βάρος.

Το μείγμα προτεινόμενων ρυθμίσεων στα ανωτέρω ζητήματα θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το τελικό πρόσημο της προτεινόμενης λύσης για τα ελληνικά (ελληνοκυπριακά και ελλαδικά) συμφέροντα. Η χρησιμοποίηση αντικειμενικών (στο μέτρο του δυνατού) κριτηρίων στην προσπάθεια αξιολόγησης μπορεί ενδεχομένως να μας βοηθήσει να εξέλθουμε από μια αδιέξοδη συζήτηση όπου οι μόνες επιλογές φαίνεται να είναι είτε η αξιωματική αποδοχή μιας οποιασδήποτε λύσης (με τα όποια μειονεκτήματα και κινδύνους), είτε η εκ των προτέρων απόρριψη οποιασδήποτε λύσης (με τα όποια οφέλη και θετικά σημεία) και αναζήτηση μιας «ιδανικής λύσης», που δυστυχώς δεν θα έρθει ποτέ.

Πηγή: Καθημερινή